Κυριακή 12 Οκτωβρίου 2025

Τρόποι μνήμης των νεκρών στον Χριστιανισμό

[…] Αυτό που λέμε καθώς στέκουμε και προσευχόμαστε για το νεκρό, είναι το εξής: «Κύριε, η ζωή του ανθρώπου αυτού δεν ήταν μάταιη. Αυτό που άφησε στη γη είναι η αγάπη μας γι’ αυτόν κι ένα υπόδειγμα. Το υπόδειγμα θα το ακολουθήσουμε∙ η αγάπη δεν θα πεθάνει ποτέ». Η διακήρυξη ενώπιον του Θεού της αθάνατης αγάπης μας για το νεκρό, είναι ένας τρόπος κατάφασης του ανθρώπου αυτού, όχι μόνο στο χρόνο, αλλά και στην αιωνιότητα. Όταν στέκουμε στην Ακολουθία κρατώντας αναμμένες λαμπάδες, διακηρύσσουμε ασφαλώς την πίστη μας στην Ανάσταση∙ όμως διακηρύσσουμε επιπλέον, ενώπιον του προσώπου του Θεού, ότι ο άνθρωπος αυτός κόμισε φως μέσα σε τούτο τον κόσμο – «έτσι πρέπει να λάμψει το φως σας μπροστά στους ανθρώπους, για να δουν τα καλά σας έργα και να δοξάσουν τον Πατέρα σας που είναι στον ουρανό» [Ματθ. 5,16]. Διακηρύσσουμε πως ο άνθρωπος που έφυγε από τούτη τη ζωή, δεν έλαμψε απλά μ’ ένα δημιουργικό φως, δεν μας εντυπωσίασε με την οξυδέρκειά του, με την ομορφιά ή το ταλέντο του μόνο, αλλά επέτρεψε στο φως του Θεού, στην άκτιστη θεία δόξα του, να λάμψει. Κι αυτό είναι κάτι που θα παραμείνει αθάνατο πάνω στη γη. [...] Κι ωστόσο, υπάρχει συνάμα η βεβαιότητά μας πως ο θάνατος, που σημαίνει για μας πένθος και απώλεια, είναι μια γέννηση στην αιωνιότητα, είναι μια αφετηρία όχι ένα τέρμα, είναι ένα υπέροχο και άγιο συναπάντημα του Θεού με τη ζωντανή ψυχή που μπορεί να βρει το πλήρωμά της μονάχα σ’ Εκείνον. Bloom, Anth. (20083). Ο θάνατος ως κέρδος. Μτφρ.-επιμ. Β. Αργυριάδης. Αθήνα: Εν πλω, σ. 122-125.

Ο τελευταίος ασπασμός... ... αποτελεί μια παράδοση χιλιετιών [...] Η σύγχρονη ψυχολογία έχει διαπιστώσει ότι είναι κρίσιμη για την ψυχική υγεία και συναισθηματική ανάπτυξη του ατόμου η ακολούθηση της σωστής διαδικασίας αποχωρισμού. Ο τελευταίος ασπασμός στο ναό αποτέλεσε μέχρι των ημερών μας και ακόμη αποτελεί στα περισσότερα μέρη της Ελλάδας καθιερωμένη λαϊκή παράδοση. [...] Πάντως ο τελευταίος ασπασμός δίνει την ευκαιρία στο θλιμμένο να αποχαιρετήσει για πάντα τον αγαπημένο του νεκρό με τις καλύτερες δυνατές συνθήκες, δηλαδή μέσα στην κοινότητα των αδελφών που τον στηρίζει και τον θερμαίνει και σ’ ένα χώρο που διαδηλώνει την ενότητα ανάμεσα στη στρατευομένη και τη θριαμβεύουσα Εκκλησία. Σ’ ένα χώρο που θυμίζει στο θλιμμένο ότι τελικά στο Χριστό δεν υπάρχει χωρισμός. Λαογραφικές και θεολογικές παραδόσεις για το πένθος Η διαφύλαξη του νεκρού σ’ όλη τη διάρκεια της νύχτας είναι αρχαία συνήθεια που μαρτυρείται ήδη από την Ομηρική περίοδο και αναφέρεται συχνά στα αγιολογικά κείμενα. 

[...] Κατά τη διάρκεια της νύχτας λένε ιστορίες και παραμύθια, διηγούνται στιγμιότυπα από τη ζωή του νεκρού, μιλάνε για πολέμους και σκοτωμούς και συζητάνε διάφορες σκέψεις για το θάνατο. Σχεδόν πάντοτε ανάμεσα τους βρίσκεται ένα πρόσωπο που, ανταποκρινόμενο σ’ ένα σπάνιο εσωτερικό αισθητήριο, κατά περιόδους διακόπτει τη βαριά πένθιμη ατμόσφαιρα λέγοντας ορισμένα αστεία. Αυτό το λειτούργημα έχει μια σπάνια ψυχολογική αξία, γιατί κάνει δυνατή την απρόσκοπτη συνέχιση της διεργασίας της θλίψης που θα μπορούσε να διακοπεί, αν η συναισθηματική ένταση διατηρόταν διαρκώς αμείωτη.[...] 

 Ο λαός πιστεύει ότι όσο πιο πολλοί άνθρωποι παρακολουθούν την κηδεία τόσο πιο πολλοί άγγελοι παρευρίσκονται σ’ αυτή, αφού κάθε άνθρωπος έχει και τον φύλακα άγγελο του σύμφωνα με τη χριστιανική παράδοση.[...] Τα μοιρολόγια και οι θρήνοι συνεχίζονται μέχρι το νεκροταφείο. Στον τάφο ο παπάς κλείνοντας τη νεκρώσιμη ακολουθία ρίχνει λάδι και κρασί σταυρωτά απάνω στο νεκρό και λέει «ραντιεῖς μέ ὑσώπῳ καί καθαρισθήσομαι» και μετά του ρίχνει χώμα και λέει «τοῦ Κυρίου ἡ γῆ καί τό πλήρωμα αὐτῆς». Θεωρείται καλό να ρίξουν λίγο χώμα στο νεκρό όλοι οι παριστάμενοι. [...] 

Μετά την επιστροφή από το νεκροταφείο γίνονται ορισμένοι καθαρμοί, όπως το πλύσιμο των χεριών κ. ά. και ύστερα ακολουθεί το νεκρόδειπνο. [...] Το νεκρόδειπνο είναι «σύμβολον της κοι νωνικής αλληλεγγύης, ήτοι της ενώσεως εν αυτώ των επιζώντων, οι οποίοι, τρώγοντες μαζί και πίνοντες μετά το λυπηρόν γεγονός του θανάτου, εκδηλώνουν ομαδικώς, ούτως ασυναισθήτως, την συμπαράστασιν αυτών εις την δυστυχίαν, [...], και την εσωτερικήν διάθεσιν προς λήθην του λυπηρού γεγονότος και συνέχισιν της ζωής». 

Φάρος, π. Φιλόθεος (2001). Το Πένθος. Αθήνα: Ακρίτας, σ. 167-168, 187-190. 7. 

 Τα κόλλυβα 

 Βρασμένο σιτάρι (συνήθως ανάμικτο με άλλους καρπούς και ζάχαρη), που προσφέρεται με θρησκευτική τελετουργία στη μνήμη των πεθα μένων («κεκοιμημένων») ή στη μνήμη κάποιου αγίου την ημέρα της επέτειας εορτής του. [...] Η αρχή της εκκλησιαστικής καθιέρωσής τους με τη σημερινή γνωστή έννοια των επιμνημόσυνων προσφορών τοποθετείται στο έτος 362 και συνδέεται παραδοσιακά με το λεγόμενο «θαύμα των κολλύβων, που έκανε ο άγιος Θεόδωρος ο Τήρων. [...] Αν και η παράδοση τοποθετεί την αρχή της καθιέρωσής τους στον 4ο αιώνα, είναι βέβαιο ότι τα κόλλυβα συνεχίζουν παλαιότερη συνήθεια και αποτελούν μεταλλαγή των προσφορών στους νεκρούς (μακαριών, ελεημοσυνών κ.λπ.) κατά τους πρώτους χριστιανικούς χρόνους. Οι προσφορές πάλι αυτές αποτελούσαν συνέχεια όμοιων ή ανάλογων προχριστιανικών εθίμων, όπως ήταν τα νεκρικά περίδειπνα και η πανσπερμία. Η επιλογή του σιταριού ως επιμνημόσυνης προσφοράς εξηγείται από τη συμβολική έννοια (θάνατος-ανά σταση), με την οποία περιβάλλει η Εκκλησία το δημητριακό αυτό (πρβλ. Ιωάννου 12, 24: «ἐάν μή ὁ κόκκος τοῦ σίτου πεσών εἰς τήν γῆν ἀποθάνῃ, αὐτός μόνος μένει· ἐάν δε ἀποθάνῃ, πολύν καρπόν φέρει»). [...] Τα κόλλυβα παρασκευάζονται με αγνά υλικά και στέλνονται μέσα σε δίσκο ή σε πιάτο στην εκκλησία, όπου ευλογούνται από τον παπά. [...] Κόλλυβα για να «συχωρεθεί» η ψυχή των πεθαμένων δεν προσφέρονται μόνο στις καθιερωμένες μετά τον θάνατο επιμνημόσυνες ημέρες (γνωστές ως: τρίμερα, εννιάμερα, σαράντα, τρίμηνα κ.λπ.), αλλά και σε άλλες τακτές ημέρες του χρόνου, αφιερωμένες στους νεκρούς (Ψυχοσάββατα κ.λπ.). 

λήμμα «κόλλυβα», Εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος, Λαρούς, Μπριτάννικα.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Αφήστε το σχόλιό σας

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...