Τα Ιουδαϊκά και ρωμαϊκά ημερολόγια
Το ημερολόγιο είναι ένα σύστημα μέτρησης του χρόνου που χωρίζεται σε ημέρες, μήνες και έτη. Τα ημερολόγια καθορίζονταν από τη θέση του ήλιου, του φεγγαριού και των άστρων. Ο ήλιος είναι το σημείο εκείνο που μας δίνει το μέγεθος της ημέρας και τις εποχές του έτους. Επιπλέον, η αύξηση και ελάττωση της σελήνης, μας βοηθούν να χωρίσουμε τον χρόνο σε ημερήσιες περιόδους των 29-30 ημερών. Συνεπώς, έχουμε ηλιακά και σεληνιακά ημερολόγια. Το εβραϊκό ή ιουδαϊκό ημερολόγιο είναι ένας συνδυασμός μεταξύ ηλιακού και σεληνιακού ημερολογίου. Ο υπολογισμός του έτους αρχίζει με την εορτή του Πάσχα, που υπενθυμίζει ακριβώς την έξοδο των Εβραίων από την Αίγυπτο. Έτσι,
το ιουδαϊκό ημερολόγιο αποτελείται από δώδεκα σεληνιακούς μήνες και έναν εμβόλιμο. Μέχρι και τη βαβυλώνια αιχμαλωσία, οι μήνες του ιουδαϊκού ημερολογίου δεν είχαν ονόματα, ενώ, την εποχή του Χριστού, γινόταν χρήση Ρωμαϊκών ονομάτων. Το συγκεκριμένο ημερολόγιο ακολουθείται ήδη από την εποχή της Εξόδου. Σήμερα είναι το επίσημο ημερολόγιο του Ισραήλ και το θρησκευτικό ημερολόγιο όλων των Εβραίων. Το ρωμαϊκό ημερολόγιο καθιερώθηκε από τον μυθικό βασιλιά Νουμά Πομπίλιο και αποτελούνταν από δώδεκα μήνες. Την περίοδο που αυτοκράτορας της Ρώμης ήταν ο Ιούλιος
Καίσαρας, το ρωμαϊκό ημερολόγιο εμφάνιζε προβλήματα, τα οποία προσπάθησε να επιλύσει ο ίδιος.
Όμως, παρότι το Ιουλιανό ημερολόγιο αποδίδεται στον Ρωμαίο Αυτοκράτορα, στην πραγματικότητα είναι έργο του Έλληνα αστρονόμου Σωσιγένη. Με αυτό, προσδιορίζεται η διάρκεια του ηλιακού έτους σε 365 ημέρες. Για να μη θεωρηθεί δε το ημερολόγιο ελλιπές, προσέθεταν μία επιπλέον ημέρα στον
Φεβρουάριο κάθε τέσσερα χρόνια. Στο ρωμαϊκό ημερολόγιο, οι πρώτες ημέρες κάθε μήνα ονομάζονταν καλένδες, κατά την αντιστοιχία της «νουμηνίας» των Ελλήνων. Οι Χριστιανοί των πρώτων αιώνων χρησιμοποιούσαν διάφορα ημερολόγια, με κυριότερο το ρωμαϊκό, δεδομένου ότι ο Χριστιανισμός αναπτύχθηκε την περίοδο της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας.
Η έναρξη του εκκλησιαστικού έτους γίνεται κατά την πρώτη του μηνός Σεπτεμβρίου. Η ημέρα αυτή ονομάζεται και Ίνδικτος. Η λέξη προέρχεται από τη λατινική «indictio», που σημαίνει τη δεκαπενταετή περίοδο, κατά την οποία πληρώνονταν οι φόροι στους Ρωμαίους αυτοκράτορες. Μάλιστα κατά την έναρξη της Ινδίκτου καθορίζονταν το ύψος του φόρου επί της γεωργικής παραγωγής που θα πλήρωναν οι υπήκοοι της αυτοκρατορίας, για τη συντήρηση και τη διατροφή των στρατιωτών. Ο Αύγουστος Καίσαρας (1-14 μ.Χ.) εισήγαγε την αρχή της Ινδικτίωνος, όταν, την περίοδο της γέννησης του Χριστού, έκανε γενική απογραφή του πληθυσμού της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας και εισέπραττε φόρους κατά την πρώτη του μηνός Σεπτεμβρίου. Η Ίνδικτος, από την περίοδο του Μεγάλου Κωνσταντίνου (313) και μετέπειτα, χρησιμοποιούνταν ως μονάδα μέτρησης του χρόνου. Μάλιστα, με αυτόν τον τρόπο δηλώνονταν η χρονική περίοδος των δεκαπέντε ετών. Από τότε, η Εκκλησία της Κωνσταντινούπολης (μέχρι και σήμερα), εορτάζει την πρώτη Σεπτεμβρίου ως αρχή του εκκλησιαστικού έτους. Τότε τελείται και η Ακολουθία της Ινδίκτου, σε συνδυασμό με τη Θεία Λειτουργία για την ευλογία του εκκλησιαστικού έτους.
Ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης γράφει στον Συναξαριστή του:
«Πρέπει να ηξεύρωμεν, αδελφοί, ότι η του Θεού αγία Εκκλησία εορτάζει σήμερον την Iνδικτιώνα ..επειδή κατά την σημερινήν ημέραν, επήγεν ο Kύριος ημών Iησούς Xριστός μέσα εις την Συναγωγήν των Iουδαίων, και εδόθη εις αυτόν το Bιβλίον του Προφήτου Hσαΐου, καθώς γράφει ο Eυαγγελιστής Λουκάς (Λουκ. δ΄). Tο οποίον Bιβλίον ανοίξας ο Kύριος, ω του θαύματος! ευθύς εύρε τον τόπον εκείνον, ήτοι την αρχήν του εξηκοστού πρώτου κεφαλαίου του Hσαΐου, εις το οποίον είναι γεγραμμένον διά λόγου του τα λόγια ταύτα:
«Πνεύμα Kυρίου επ’ εμέ, ου ένεκεν έχρισέ με, ευαγγελίσασθαι πτωχοίς απέσταλκέ με, ιάσασθαι τους συντετριμμένους την καρδίαν, κηρύξαι αιχμαλώτοις άφεσιν και τυφλοίς ανάβλεψιν, αποστείλαι τεθραυσμένους εν αφέσει, κηρύξαι ενιαυτόν Kυρίου δεκτόν». Aφ’ ου δε ανέγνωσεν ο Kύριος τα περί αυτού λόγια ταύτα, εσφάλισε το Bιβλίον και το έδωκεν εις τον υπηρέτην. Έπειτα καθίσας, είπεν εις τον λαόν «ότι σήμερον ετελειώθησαν οι λόγοι της Προφητείας ταύτης εις τα εδικά σας αυτία».
Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου, Συναξαριστής τῶν δώδεκα μηνῶν τοῦ ἐνιαυτοῦ, τόμ. Α΄, ἐκδ. «Δόμος», σσ.3-6.
Οι χριστιανικές εορτές
Με τον όρο «χριστιανικές εορτές» εννοούμε τις ημέρες εκείνες που καθιερώθηκαν από την
Εκκλησία για την ανάμνηση των γεγονότων της ζωής του Κυρίου και της Παναγίας, καθώς και
της ημέρας του μαρτυρίου των αγίων. Οι χριστιανικές εορτές έχουν θρησκευτική σημασία, δι-
ότι αποτελούν ευκαιρία για Λατρεία του Θεού και συμμετοχή στα Mυστήρια της Εκκλησίας.
i. Οι ετήσιες εορτές
Το εκκλησιαστικό έτος (όπως αναφέρθηκε και παραπάνω), ξεκινά την 1η Σεπτεμβρίου και περιλαμβάνει μια σειρά ετήσιων εορτών, που χωρίζονται ανάλογα με το αντικείμενό τους σε
Δεσποτικές, Θεομητορικές και εορτές αγίων. Στην ενότητα αυτή θα ασχοληθούμε με τις Ετή-
σιες Δεσποτικές Εορτές και με τις εορτές των αγίων που τιμούνται κατά τη διάρκεια του έτους.
ii. Οι Δεσποτικές Εορτές
Ακίνητες Δεσποτικές Εορτές είναι εκείνες οι εορτές, που μέσα στον ετήσιο ημερολογιακό κύκλο εορτάζονται πάντα σε σταθερή ημερομηνία, αλλά σε διαφορετική ημέρα της εβδομάδας. Ακίνητες Δεσποτικές εορτές έχουμε τα Χριστούγεννα (25η Δεκεμβρίου), καθώς και εκείνες που σχετίζονται με την εορτή των Χριστουγέννων, όπως, την
Περιτομή του Κυρίου (1η Ιανουαρίου) και την Υπαπαντή του Κυρίου (2α Φεβρουαρίου). Ακίνητες
Δεσποτικές εορτές είναι, επίσης, τα Άγια Θεοφάνεια (6η Ιανουαρίου) και η Μεταμόρφωση του Κυρίου (6η Αυγούστου).
Κινητές Δεσποτικές εορτές είναι όλες εκείνες οι εορτές, που δεν έχουν σταθερή ημερομηνία εορ-
τασμού, αλλά έχουν σταθερή ημέρα της εβδομάδας, κατά την οποία εορτάζονται μέσα στο χρόνο. Η εορτή του Πάσχα, που ορίζεται ως η Κυριακή μετά την πρώτη πανσέληνο της εαρινής ισημερίας, αποτελεί την κατεξοχήν Κινητή Δεσποτική εορτή. Σύμφωνα με αυτήν, όσες εορτές συνδέονται άμεσα με την εορτή του Πάσχα διατηρούν το χαρακτήρα της ακίνητης Δεσποτικής εορτής. Μάλιστα, οι εορτές αυτές χωρίζονται σε αυτές που εορτάζονται πριν τον εορτασμό του Πάσχα (και αποτελούν τις δέκα Κυριακές του Τριωδίου), ενώ έχουμε και τις εορτές μετά το Πάσχα, που αποτελούν τον κύκλο των εορτών του Πεντηκοσταρίου. Έτσι, έχουμε τις Κυριακές του Πεντηκοσταρίου, την εορτή της Ανάληψης, που εορτάζεται 40 ημέρες μετά τον εορτασμό του Πάσχα, καθώς και την εορτή της Πεντηκοστής, που εορτάζεται ακριβώς 50 ημέρες μετά τον εορτασμό του Πάσχα. Θα πρέπει να σημειωθεί πως, η εορτή του Αγίου Γεωργίου, αν και είναι καθιερωμένη στις 23 Απριλίου, όταν συμπίπτει με την περίοδο της Μ. Σαρακοστής, μετακινείται πάντα τη δεύτερη ημέρα του Πάσχα.
Εκτός από τις Δεσποτικές εορτές, υπάρχουν και οι καθημερινές εορτές των αγίων, με τις οποίες, η Εκκλησία αγιάζει κάθε μέρα και ολόκληρο το έτος. Σε αυτές εορτάζουμε συνήθως την ημέρα της κοίμησης ή του μαρτυρίου του αγίου. Οι ημέρες εορτασμού των αγίων μας θυμίζουν και μας καλούν να βιώσουμε θαυμαστά και σωτήρια γεγονότα, όπως αυτά περιγράφονται μέσα στα συναξάρια της Εκκλησίας. Η Εκκλησία προβάλλει τον βίο και την πολιτεία των Αγίων για να τους τιμήσουμε, να τους μιμηθούμε και να τους παρακαλέσουμε να μας βοηθήσουν, ώστε, με τη Χάρη του Κυρίου, να βρούμε κι εμείς τον δρόμο, που
πήραν κι εκείνοι και να βαδίσουμε, έτσι, προς τη Βασιλεία του Θεού. Αυτός είναι, εξάλλου, ο
σκοπός της ζωής του ανθρώπου και ο προορισμός του πάνω στη γη.
1η Δραστηριότητα
Έρευνα: Αφού διαβάσουμε το κείμενο που ακολουθεί, αναζητούμε πληροφορίες για έναν τοπικό μας άγιο, αγία ή μάρτυρα.
«Το ζήτημα των αγιολογικών εορτών- ή της μνήμης των αγίων, φράση που απαντά εξίσου συχνά στις λειτουργικές πηγές- συνιστά ένα πολυσύνθετο αντικείμενο έρευνας που απαιτεί την ενδελεχή εξέταση των σχετικών αγιολογικών, υμνογραφικών και ιστορικών πηγών, αλλά και των αρχαιολογικών τεκμηρίων (ναοί, μαρτύρια, εικονογραφία, σφραγιστικό υλικό) και τον προσανατολισμό της έρευνας σε ποικίλες ιστορικές και θεολογικές παραμέτρους, όπως στη διαμόρφωση και καθιέρωση των εορτών των παλαιών αγίων στην αρχαία Εκκλησία, στην εξέλιξη και τις προϋποθέσεις της εισαγωγής νέων εορτών κατά την βυζαντινή περίοδο και στην εξέταση των διαφόρων συλλογών που καθίστανται μάρτυρες της διαχρονικής εξελίξεως του Εορτολογίου, καθώς και στη διάκρισή τους σε κατηγορίες με γνώμονα είτε
κριτήρια λειτουργικού χαρακτήρα, όπως οι εορτές των “συνάξεων” ή η κατάταξη ενός αγίου σε έναν από τους σχηματοποιημένους στην πατερική και λειτουργική παράδοση “χορούς”, είτε ιστορικά κριτήρια, αλλά και καίρια παρεμφερή θέματα, όπως είναι η διαδικασία αναγνωρίσεως των αγίων και η εξέλιξη που αυτή γνώρισε κατά την πάροδο των αιώνων, από την πρωτοχριστιανική εποχή ως την περί-
οδο της Τουρκοκρατίας, αλλά και κατά τον εικοστό αιώνα, με την παγίωση μιας καθορισμένης διαδικασίας από τη Σύνοδο του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Μία ρηξικέλευθη πρωτοβουλία στην κατεύθυνση καταρτισμού ενός νέου Εορτολογίου στο πλαίσιο της οικουμενικής Ορθοδοξίας, αποτελεί ο Νέος Συναξαριστής της Ορθοδόξου Εκκλησίας, που άρχισε να συγκροτείται από το έτος 1987 με επιμέλεια του π. Μακαρίου Σιμωνοπετρίτου και εκδόθηκε εκτός της ελληνικής και σε άλλες ευρωπαϊκές γλώσσες. Η συστηματική έρευνα του συντάκτη και επιμελητού της εκδόσεως αυτής στις πρωτογενείς αγιολογικές πηγές είχε ως αποτέλεσμα την προσθήκη στην εν λόγω συναξαριακή συλλογή ενός σημαντικού αριθμού εορτών βυζαντινών ή νεοτέρων αγίων, προερχόμενων από όλες τις κατά τόπους Ορθόδοξες Εκκλησίες, αλλά και από τη Δύση προ του Σχίσματος».
Σ. Πασχαλίδη, «Οι εορτές των αγίων», από το βιβλίο «Το χριστιανικό εορτολόγιο», Αθήνα, Κλάδος Εκδόσεων της Επικοινωνιακής και Μορφωτικής Υπηρεσίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, 2007, σσ. 365-366, 383-384.
2η Δραστηριότητα
Από το περιεχόμενο των δύο επόμενων κειμένων του Δ. Καϊμάκη και του Π. Παχή, συγκρί-νουμε τις γιορτές των αρχαίων Ελλήνων και των Εβραίων και φτιάχνουμε έναν πίνακα που να τις αντιπαραβάλλει.
«Ο Ισραήλ, όπως και πολλοί άλλοι σύγχρονοί του λαοί, παρουσιάζει μεγάλο αριθμό γιορτών που δεν σχετίζονται πάντοτε με την καθαυτό λατρευτική ζωή. Πρόκειται κυρίως για οικογενειακές ή φυλετικές γιορτές που επισημαίνουν διάφορα γεγονότα, όπως ο απογαλακτισμός του παιδιού (Γεν. 21, 8), ο γάμος ενός προσώπου (Γεν. 29, 22 Εξ.) ή ακόμα και ο θάνατος (Γεν. 23, 2·Β΄Βασ. 1, 11-12, 17εξ.). Η
αγροτική ζωή έδινε συχνά την ευκαιρία στο λαό να χαρεί και να γιορτάσει με διάφορες εκδηλώσεις. Χαρακτηριστική περίπτωση είναι το κούρεμα των ζώων (Γεν.38, 12· Α΄Βας. 25, 2-38· Β΄Βας. 13, 23-29). Οι τρεις βασικές γιορτές του Ισραήλ συνδέονται με τη ζωή των αγροτών και των βοσκών. Ακόμα, διάφορα γεγονότα της δημόσιας ζωής γίνονται αφορμή για να γιορτάσουν με τραγούδια και χορούς. Η ενθρόνιση ενός βασιλιά, π.χ., συνοδευόταν από ανάλογες εκδηλώσεις. Πολλές είναι οι γιορτές, για τις οποίες δεν έχουμε αρκετές πληροφορίες, που γιορτάζονται σε κατά τόπους ιερά του Ισραήλ (Ωσ. 4, 15/12, 12· Αμ. 4, 4-5 κ.λπ.). Στο βιβλίο των Αριθμών (κεφ. 28-29) γίνεται αναφορά στις κυριότερες γιορτές του αρχαίου Ισραήλ. Αναφέρεται το καθημερινό λατρευτικό τυπικό, η προσφορά για τα Σάββατα, η νέα σελήνη, η γιορτή του Πάσχα και των Αζύμων, η γιορτή των Εβδομάδων, η πρώτη μέρα του νέου έτους, η ημέρα του Εξιλασμού και η γιορτή της σκηνοπηγίας. Οι γιορτές αυτές είναι κατανεμημένες στον ετήσιο λατρευτικό κύκλο, όπως αυτός υπήρξε κατά την εποχή του Έδρα. Αργότερα, προστέθηκαν και άλλες γιορτές στο θρησκευτικό ημερολόγιο του Ισραήλ. Ορισμένες από αυτές δεν διατηρήθηκαν για μεγάλο χρονικό διάστημα, όπως η γιορτή για την κατάληψη της
ακρόπολης της Ιερουσαλήμ από το Σίμωνα τον Μακκαβαίο, η γιορτή για τα ξύλα που προορίζονταν για τον βωμό, ή ακόμα, η γιορτή του Νικάνορα. Άλλες γιορτές που καθιερώθηκαν την ίδια περίοδο με τις προηγούμενες διατηρούνται μέχρι και σήμερα, όπως η γιορτή των Πουρίμ, η γιορτή του Εγκαινιασμού του ναού (Χανουκά) και η γιορτή του Εξιλασμού.
Δ. Καϊμάκη, «Οι γιορτές του Ισραήλ», από το βιβλίο Το χριστιανικό εορτολόγιο, Αθήνα, Κλάδος Εκδόσεων της Επικοινωνιακής και Μορφωτικής Υπηρεσίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, 2007, σσ. 65-66.
«Ο 6ος π.Χ. αιώνας θεωρείται σύμφωνα με τα δεδομένα της σύγχρονης έρευνας ως ο αιώνας του μετασχηματισμού για την αρχαιοελληνική πραγματικότητα. Στο τέλος του, η Αθήνα είχε εφοδιαστεί με Ιερά μνημειακής κλίμακας, ενώ στην αρχή του είχε σημειωθεί παράλληλα ίσως ένας από τους μεγαλύτερους σταθμούς της αρχαιοελληνικής θρησκείας. Αυτό σχετίζεται με το σχεδιασμό από το Σόλωνα, ενός γραπτού ημερολογίου θυσιών, πιθανόν το πρώτο και μοναδικό στο είδος του. Ίσως είναι σωστό να υποστηρίξουμε ότι η κύρια λειτουργία αυτού του εορτολογίου ήταν ο καθορισμός της διαίρεσης των τελετουργικών προνομίων και υπευθυνοτήτων. Αυτά τα ζητήματα μπορεί να είναι ενδεχομένως αμφιλεγόμενα. Μία πρώτη λειτουργία του κώδικα του 6ου π.Χ. αιώνα ήταν ασφαλώς να καθορίσει πόσοι χρηματικοί πόροι του Αθηναϊκού λαού έπρεπε να δαπανώνται και για ποιους θεούς.
Στα κλασικά χρόνια, οι γιορτές ήταν περισσότερες παρά στα προηγούμενα ή στα επόμενα χρόνια. Δεν ήταν όλες θρησκευτικές, αλλά η πόλη που τις οργάνωνε τις συνέδεε με θεούς, ώστε όσοι μετέχουν σε αυτές να πιστεύουν πως με την απλή συμμετοχή τους τιμούσαν τους θεούς. Σε αυτό όμως δεν μπορούσε να αρκείται η μερίδα εκείνη των ευλαβών ανθρώπων που ήταν συνηθισμένοι σε μεγαλύτερη και γνησιότερη θρησκευτική συγκίνηση. Έτσι, λοιπόν, πολλοί κατέφευγαν σε μυστηριακές λατρείες και με τη μύησή τους στα μυστήρια γνώριζαν απόλυτους ιερούς λόγους, στους οποίους προσπαθούσαν να εμβαθύνουν διευρύνοντας τη θρησκευτική τους σκέψη ή βρίσκοντας απάντηση σε καίρια προβλήματα της ζωής και του θανάτου. Άλλοι, γίνονταν μέλη θρησκευτικών θιάσων, όπου έβρισκαν εντονότερη θρησκευτική ζωή με τα κοινά λατρευτικά δείπνα και με τη συμμετοχή στην προβλεπόμενη ή θερμότερη λατρεία ορισμένων θεών και ηρώων. Παράλληλα όμως υπάρχει κι ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού των Αθηνών, που θεωρούν τις γιορτές ως μία ευκαιρία ανάπαυλας από τους καθημερινούς τους κόπους. Αυτό ισχύει, κυρίως, για τις πιο φανταχτερές γιορτές, που δεν είχαν θρησκευτικό, αλλά πολιτικό πυρήνα, όπως για παράδειγμα τα Παναθήναια ή τα “Συνοίκια” ή ακόμα για το εύθυμο μέρος των θρησκευτικών γιορτών, ιδίως Διονυσιακών, ή για γυμνικούς αγώνες και τις λαμπαδηφορίες που συνόδευαν άλλες γιορτές.
Π. Παχή, «Οι Ελληνορωμαϊκές Εορτές», από το βιβλίο Το χριστιανικό εορτολόγιο, Αθήνα, Κλάδος Εκδόσεων της Επικοινωνιακής και Μορφωτικής Υπηρεσίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, 2007, σσ. 89-90.
3η Δραστηριότητα
Προετοιμάζουμε την εορτή του πολιούχου αγίου του σχολείου μας.
4η Δραστηριότητα
Έρευνα: Ερευνούμε τοπικά ήθη και έθιμα που σχετίζονται με συγκεκριμένη εορτή του ετήσιου
εορτολογικού κύκλου.
5η Δραστηριότητα
Φτιάχνουμε ένα ημερολόγιο τοίχου με τις εορτές του έτους. Βρίσκουμε μικρές εικόνες των πιο
σημαντικών εορτών και τις κολλάμε σε αυτό.
6η Δραστηριότητα
Αναζητούμε και εντοπίζουμε τις εορτές των αγίων στο χριστιανικό ημερολόγιο. Φτιάχνου-
με ένα ψηφιακό ημερολόγιο στον υπολογιστή μας, με τη βοήθεια του ιστότοπου
7Δραστηριότητα
Ιστοεξερεύνηση: Ο άγιός μου/ η αγία μου. Βρίσκουμε την αγιογραφία του/της, πληροφορίες
για τον βίο του/της, το μαρτύριο που πιθανά υπέστη, το μέρος που έζησε και θυσιάστηκε, τα
θαύματά του/της, ναούς ή μοναστήρια που είναι αφιερωμένοι στη μνήμη του/της και με το υλικό που έχουμε συλλέξει, εκτυπώνουμε ένα μικρό συναξάρι. Το ανατυπώνουμε και το μοιράζουμε στην τάξη την ημέρα της ονομαστικής εορτής μας.
«“Βίος ανεόρταστος, μακρά οδός απανδόκευτος”, διαπίστωσε ο Δημόκριτος. Η εορτή γενικώς είναι μια βαθειά ψυχική ανάγκη του ανθρώπου και αποτελεί αναπόσπαστο στοιχείο όλων των πολιτισμών, όλων των λαών, όλων των θρησκευμά των και όλων των εποχών. Στην περίπτωση όμως των χριστιανικών εορτών, ή ορνθότερον των εκκλησιαστικών εορτών, τα πράγματα είναι πολύ πιο σύνθετα και έχουν ένα βάθος πολύ μεγαλύτερο από την απλή ψυχική ανάγκη του ανθρώπου για σχολασμό. Η αληθινή εκκλησιαστική εορτή πόρρω απέχει από οποιοδήποτε κοσμικό, εμπαθές, ακάθαρτο ή σαρκικό στοιχείο. Και τούτο διότι έχει χαρακτήρα πνευματικό, δηλαδή αγιοπνευματικό».
«Το χριστιανικό εορτολόγιο», Αθήνα, Κλάδος Εκδόσεων της Επικοινωνιακής και Μορφωτικής Υπηρεσίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, 2007,σ. 32
Πηγή:
Γεώργιος Φίλιας, Δημήτριος Χοϊλούς, Κωνσταντίνος Πρέντος, Λειτουργική Ζωή της Εκκλησίας Β´ Εκκλησιαστικού Γυμνασίου, σελ: 111 -118


Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Αφήστε το σχόλιό σας