Δευτέρα 27 Οκτωβρίου 2025

Ο ιερός ναός ως οίκος του Θεού και τόπος λειτουργικός – σύναξης των πιστών

 Από την ιουδαϊκό και τον ειδωλολατρικό ναό στον τόπο της χριστιανικής λατρείας

 
Ο τόπος, όπου οι πιστοί όλων των θρησκειών συνάζονται για να ασκήσουν το λατρευτικό τους έργο, είναι ιερός και άγιος. Και αυτό με την έννοια ότι ο ναός, που ως λέξη προέρχεται από το ρήμα «ναίω» (=κατοικώ) και σημαίνει μεγαλοπρεπής κατοικία, συνδέεται με την παρουσία του θείου και θεωρείται ως τόπος κατοικίας του Θεού.
Στον ιουδαϊσμό υπάρχει ο Ναός του Σολομώντα (καταστράφηκε το 70 μ.Χ, από τον Ρωμαίο στρατηγό Τίτο) στα Ιεροσόλυμα, που αποτελεί εξέλιξη της σκηνής του μαρτυρίου, του φορητού δηλαδή ναού που ο Μωυσής, με εντολή του Θεού, δημιούργησε στην έρημο (Έξ.33, 7-11). Ο Ναός του Σολομώντα, ως τόπος και το κατοικητήριο του Θεού (Ψαλμ. 73,3), και «οἶκος τοῦ Πατρός» του, κατά τον ίδιο τον Κύριο (Ιω. 2,16. Λουκ.2,49), έχει τη δομή της σκηνής του μαρτυρίου. Διαιρείται δε σε τρία μέρη, τα «ἅγια τῶν ἁγίων» (το άδυτο), τα «ἅγια», δηλαδή τον κυρίως ναό και τον «πρόναο» (αυλή).

[3D παρουσίαση του Ναού των Ιεροσολύμων
https://www.youtube.com/watch?time_continue=203&v=B37Mp6mhs3A]

 Στο πρώτο μέρος, τα «ἅγια τῶν ἁγίων», έμπαινε μόνο ο αρχιερέας, κατά την εορτή του
Εξιλασμού. Η σπουδαιότητά του αναδεικνύεται από το ότι σ’ αυτό φυλάσσονταν τα σύμβολα
της ιουδαϊκής θρησκείας και της παρουσίας του Θεού, όπως η Κιβωτός της Διαθήκης με τις
πλάκες του νόμου, η ράβδος του Ααρών, που βλάστησε και η στάμνα με το μάννα. Στον δεύτερο χώρο, τον κυρίως ναό, τα «ἅγια», υπήρχε ο βωμός του θυμιάματος, από όπου οι ιερείς προσέφεραν το θυμίαμα. Στον χώρο αυτόν γινόταν επίσης το άναμμα της επτάφωτης λυχνίας και υπήρχε η τράπεζα της προθέσεως για την ανανέωση των δώδεκα άρτων (βλ. Γ’ Βασ. κεφ, 40 – 48). Στον «πρόναο» υπήρχε ο βωμός των θυσιών, ο βωμός των ολοκαυτωμάτων (Γ’ Βασ.8,64). Οι πιστοί δεν μπορούσαν να εισέλθουν σε κανένα άλλο μέρος του ναού, εκτός από τον πρόναο, όπου εκδήλωναν την ευσέβειά τους «εἰς τὰς αὐλὰς τοῦ Κυρίου» (Ψαλμ. 83,3).
Το ίδιο συνέβαινε και στους ειδωλολατρικούς ναούς, όπου η σύναξη του λαού γινόταν εκτός αυτών. Εκεί βρίσκονταν όλα τα απαραίτητα λειτουργικά σκεύη, οι λουτήρες και κυρίως τα μεγάλα θυσιαστήρια. Ο ναός, ως το κατοικητήριο του θεού, φιλοξενούσε στο εσωτερικό του μόνο το άγαλμα του θεού ή της θεάς, όπου ήταν αφιερωμένος.
Σε αντίθεση με τα προχριστιανικά δεδομένα, στον χριστιανικό ναό ο λαός λατρεύει τον Θεό εντός αυτού. Γι αυτό και ο ιδιαίτερος διάκοσμός του βρίσκεται στο εσωτερικό του. Ο ναός κατανοείται πλέον με όρους εκκλησιολογικούς και ευχαριστιακούς. Ο λαός συνάζεται «ἐν ἐκκλησίᾳ» (Α’ Κορ. 11,18), συγκροτεί το σώμα του Χριστού (Εφ. 1,23-24∙ Κολ. 1,18) και συμμετέχει στα μυστήρια, με κορυφαίο αυτό της Θείας Ευχαριστίας.
Εκτός, λοιπόν, από συμβολικός τόπος κατοικίας του Θεού, ο ναός εξελίσσεται και σε χώρο λατρείας και σύναξης της κοινότητας. Αναδεικνύεται και κατανοείται ως ο πλέον κατάλληλος τόπος προσευχής, ως οίκος άγιος (Α’ Κορ. 3,17) με την έννοια ότι ο κάθε χριστιανός ως «ναός Θεοῦ ζώντος» καλλιεργεί εντός αυτού την προσωπική του αγιότητα.

Οι ρυθμοί και τα αρχιτεκτονικά τους στοιχεία.
Λειτουργική και πνευματική τους σημασία
Ως ο παλαιότερος τόπος σύναξης των πιστών θεωρείται το «ὑπερῶον» και το «ἐστρωμένον ἀνώ-
γειον», όπου τελέσθηκε ο Μυστικός Δείπνος (Ματθ. 26,26-29∙ Μάρκ. 14, 22-25∙ Λουκ. 22,19-20∙
Α’ Κορ. 11, 23-26) και κατά την ημέρα της Πεντηκοστής οι μαθητές «ἐπλήσθησαν ἅπαντες Πνεύματος Ἁγίου» (Πράξ. 7,48). Λατρευτικοί χώροι ήταν επίσης και ιδιωτικές ευρύχωρες κατοικίες, «κατ΄ οἶκον ἐκκλησίες», όπου οι πιστοί συνάζονταν για προσευχή (Πράξ.12, 12∙ Α΄ Κορ, 16,19) και απαραιτήτως
τέλεση της Θείας Ευχαριστίας καθημερινά (Πράξ. 2, 42-47).
Μέχρι τον 4ο μ.Χ. αι. (προκωνσταντίνεια εποχή) και λόγω των συνθηκών αυτής της περιόδου, αφού η Εκκλησία ήταν υπό διωγμό, δεν υπήρχε η δυνατότητα ανέγερσης ξεχωριστών ναών. Κυριαρχούσε περισσότερο η ιδέα του ναού, ως σύναξης ευχαριστιακής και όχι οικοδομήματος. Τα πράγματα αλλάζουν με την αναγνώριση του χριστιανισμού και της ελεύθερης έκφρασής του σε οικουμενικό επίπεδο. Αξιοποιούνται βεβαίως αρχαίοι ειδωλολατρικοί ναοί για λατρευτική χρήση, όπως ο Παρθενώνας στην Αθήνα και το Πάνθεον στη Ρώμη ή πάνω σε ερείπια αρχαίων ναών οικοδομούνται χριστιανικοί ναοί, όπως συνέβη με τον Πανάγιο Τάφο, που κτίσθηκε στα ερείπια του ναού της Αφροδίτης. Κυρίως όμως δημιουργούνται νέοι ναοί, με συγκεκριμένη δομή και διαφορετική θεολογική προσέγγιση, προς διευκόλυνση των λατρευτικών αναγκών των πιστών. Ο ρυθμός της Βασιλικής είναι ο αρχαιότερος. Ρωμαϊκά κτίρια, ορθογώνια και επιμήκη, με συγκεκριμένες παρεμβάσεις αξιοποιήθηκαν ως ναοί της χριστιανικής λατρείας. Εσωτερικά διαιρέθηκαν με κιονοστοιχίες σε τρία ή περισσότερα κλίτη. Μπροστά από την είσοδο υπήρχε το αίθριο και το πίσω μέρος του οικοδομήματος κατάληγε σε ημικυκλική κόγχη (βλ.Ναό της Γεννήσεως του Σωτήρος στην Βηθλεέμ, τον 4ο αι., Άγιο Δημήτριο και
ναό της Αχειροποιήτου στη Θεσσαλονίκη, τον 5ο αι., Ναό του Αγίου Απολλιναρίου στη Ραβέννα τον 6ο αι.).
Τη χριστιανική ναοδομία επηρέασαν και τα μαυσωλεία (=οικοδομήματα που ενταφιάζονταν οι επιφανείς Ρωμαίοι) και ήταν κυκλικά ή πολυγωνικά. Με αυτή τη μορφή κτίζονταν τα μαρτύρια πάνω στους τάφους των μαρτύρων και τα βαπτιστήρια. Ως χριστιανικός ναός αξιοποιήθηκε και ο Άγιος Γεώργιος, η Ροτόντα, στη Θεσσαλονίκη, που ήταν μαυσωλείο του Γαλερίου. Ο ρυθμός της Βασιλικής διασώζεται μέχρι σήμερα, άλλοτε χωρίς και άλλοτε με τρούλο. Χαρακτηριστικό παράδειγμα
είναι ο περίφημος Ναός της του Θεού Σοφίας στην Κωνσταντινούπολη αλλά και στη Θεσσαλονίκη.
Φυσική εξέλιξη της Βασιλικής με τρούλο αποτελεί ο σταυροειδής με τρούλο ναός, ο γνωστός ως βυζαντινός ρυθμός.Χαρακτηριστικό του στοιχείο είναι η διαμόρφωση της στέγης σε σχήμα σταυρού, στη διασταύρωση των κεραιών του οποίου υψώνεται ο τρούλος στηριζόμενος σε τέσσερις κίονες.
Ο βυζαντινός ναός και γενικότερα κάθε τύπου και ρυθμού ναός, στα κείμενα των Πατέρων και στη θεολογία της Εκκλησίας, αποκτά μια ιδιαίτερη συμβολική και πνευματική σημασία. Δεν παύει να είναι ο τόπος όπου ο Θεός «κατοικεῖ καὶ ἐμπεριπατεῖ» (Β’ Κορ. 6,16). Εννοείται όμως και ως «οἰκία κοινή
πάντων» (Ιωάννης Χρυσόστομος, PG 56, 122Α), η οποία μολονότι κατασκευάζεται από υλικά πράγματα «ἀλλ’ οὖν ὑπερκόσμιον ἔχει χάριν» (Συμεών Θεσσαλονίκης, PG155, 701D). Η αντίληψη για τον ναό, ως εικόνα του ουρανού, είναι χαρακτηριστική, σύμφωνα και με τον ύμνο της Παρακλητικής «Ἐν τῷ ναῷ ἑστώτες τῆς δόξης σου, ἐν οὐρανῷ ἑστάναι νομίζομεν». Ο ναός προσέλαβε την έννοια του
επίγειου ουρανού (Γερμανός Κωνσταντινουπόλεως, PG98, 384Β). Είναι ο τόπος όπου πνέει το Πνεύμα το Άγιον, κατά τον Μέγα Βασίλειο (PG32, 184Α), τόπος της παρουσίας των μυστηρίων, το λιμάνι όπου βρίσκουν ηρεμία οι θαλασσομαχούντες, αλλά και το ιατρείο, όπου οι ασθενείς βρίσκουν το πανδοχείο (Νικόδημος Αγιορείτης, Χρηστοήθεια των Χριστιανών, σ. 301).

Εσωτερική διάταξη του ιερού ναού, αισθητική και ευταξία του, διακονητές του

 
Ο ναός εσωτερικά διαιρείται σε τρία μέρη, το καθένα εκ των οποίων έχει το θεολογικό-πνευματικό του νόημα, αλλά υπηρετεί και συγκεκριμένες λειτουργικές ανάγκες των πιστών. Πρόκειται για τον πρόναο ή νάρθηκα, τον κυρίως ναό και το Ιερό Βήμα. Το σχήμα αυτό κατά τον άγιο Συμεών Θεσσαλονίκης σημαίνει την Τριάδα, αλλά και όχι μόνο∙
«Καὶ πρόναον μὲν τὰ ἐν τῆ γῆ, ναὸς δὲ τὸν οὐρανόν, τὰ ὑπερουράνια δὲ τὸ ἁγιώτατον βῆμα» (PG 155,704Β).
Ο πρόναος ή νάρθηκας που βρίσκεται στο δυτικό μέρος του ναού, αξιοποιείται για τις προβαπτισματικές πράξεις και την κατήχηση των νεοφωτίστων. Παλαιότερα στο σημείο αυτό στέκονταν οι κατηχούμενοι, και οι «ἐν μετανοίᾳ» κατά τη Θεία Λειτουργία, οι οποίοι αποχωρούσαν
μετά τα αναγνώσματα. Σε μεταγενέστερους ναούς το μέρος αυτό χωρίσθηκε στον εσωνάρθηκα ή λιτή, που προορίζεται για τη λιτανεία και άλλες Ακολουθίες του νυχθημέρου, και στον εξωνάρθηκα.
Ο κυρίως ναός ονομάζεται και καθολικόν, όπου τελείται η Θεία Λειτουργία, αλλά και άλλες
Ακολουθίες. Στο κέντρο του κυρίως ναού παλαιότερα υπήρχε ο άμβωνας, όπως μέχρι σήμερα διασώζεται στη μητρόπολη Καλαμπάκας, απ’ όπου ο Διάκονος ως διεντολέας της σύναξης έδινε τα παραγγέλματα στον λαό («Σοφία,ορθοί» κτλ) και διάβαζε το Ευαγγέλιο. Μετά την Εικονομαχία, ο άμβωνας μετατέθηκε αριστερά, υψώθηκε το τέμπλο και στα δεξιά τοποθετήθηκε δεσποτικό, στο οποίο στέκεται ο Αρχιερέας, όταν κατά τις ακολουθίες χοροστατεί. Στον χώρο του καθολικού υπάρχουν
δεξιά και αριστερά οι χοροί των ψαλτών και ο ναός είναι εξοπλισμένος με τα στασίδια ή καθίσματα, τα αναλόγια για τους ιεροψάλτες,τις ηχητικές εγκαταστάσεις και τα αντικείμενα φωτισμού (καντήλια, πολυέλαιοι κ.τ.λ.). Για αυτά εξυπακούεται ότι θα πρέπει να τηρούνται όλες οι προδιαγραφές, που η αισθητική της Θείας Λατρείας και η ευπρέπεια της λειτουργικής μας παράδοσης και ευταξία επιβάλλουν. Και αυτό διότι μαζί με την αγιογραφία βοηθούν τον πιστό στον σωστό τρόπο συμμετοχής στα τελούμενα.
Ανατολικά του ιερού ναού βρίσκεται το Ιερό Βήμα ή πρεσβυτέριον ή ιερατείον. Είναι το σπουδαιότερο από τα μέρη του ναού με κέντρο την Αγία Τράπεζα, τον τάφο και τον θρόνο του Χριστού, σύμβολο του θανάτου και της ανάστασης του. Επάνω στην Αγία Τράπεζα δεν πρέπει να τοποθετείται τίποτα άλλο εκτός από το Ευαγγέλιο, τον σταυρό και δύο λαμπάδες.
Πίσω από την Αγία Τράπεζα βρίσκεται το σύνθρονο με τον θρόνο του επιχώριου Επισκόπου στο κέντρο. Εκεί στην άνω λεγόμενη καθέδρα, οι λειτουργοί, με προεστώτα τον Επίσκοπο, κάθονται κατά τον καιρό του τρισαγίου μέχρι και τα αναγνώσματα της θείας λειτουργίας. Η τάξη αυτή δεν τηρείται σήμερα πάντοτε.
Αριστερά και δεξιά της Αγίας Τράπεζας, μετά την Εικονομαχία, διαμορφώθηκαν τα λεγόμενα παστοφόρια, δύο δηλαδή ξεχωριστοί χώροι, η πρόθεση αριστερά για την τέλεση της Προσκομιδής και το σκευοφυλάκιο δεξιά για την φύλαξη σκευών και αμφίων.

Στον ιερό ναό εκτός από τους Ιερείς, που έχουν την ευθύνη της ιερουργίας των μυστηρίων αλλά και της διοίκησης του ναού, υπάρχουν και άλλα πρόσωπα, που το καθένα προσφέρει συγκεκριμένο έργο διακονίας για την εύρυθμη λειτουργία του οίκου του Θεού και της σύναξης των πιστών. Πρόκειται πρώτα απ’ όλα για τον εκκλησιάρχη – νεωκόρο. Αυτός που έχει αυτό το διακόνημα, μετά βέβαια από σχετική ευχή χειροθεσίας, φροντίζει για την τάξη, την καθαριότητα και ησυχία στον ναό, βοηθά τους Ιερείς ακόμη και στο αναλόγιο αν χρειαστεί τις καθημερινές και προετοιμάζει τον ναό για τις διάφορες ακολουθίες και τα ιερά μυστήρια.
Οι διακονητές του Ιερού Βήματος και οι λαμπαδούχοι έχουν την ευθύνη να υπηρετούν με πολλή μάλιστα ευλάβεια τις ανάγκες που προκύπτουν εντός του Ιερού Βήματος κατά την τέλεση των διαφόρων ακολουθιών και κυρίως της Θείας Λειτουργίας. Προσφέρουν π.χ. το θυμιατό στον Ιερέα όταν χρειάζεται, ανάβουν τις λαμπάδες της Αγίας Τράπεζας και της Προθέσεως, προπορεύονται με λαμπάδες κατά τις Εισόδους στη Θεία Λειτουργία, φροντίζουν για το ζέον, στέκονται, επίσης, με λαμπάδες έξω σε όλη τη διάρκεια της κοινωνίας των πιστών.
Οι ιεροψάλτες και οι εκκλησιαστικοί επίτροποι ασκούν πολύ σημαντικό έργο για την εύρυθμη λειτουργία του ναού και την λειτουργική αγωγή των εκκλησιαζομένων. Οι πρώτοι, που στην ιστορία της λατρείας μαρτυρούνται από τον 4ο αι., διακονούν το αναλόγιο μετά από εισήγηση του εκκλησιαστικού συμβουλίου και διορισμό από τον οικείο Επίσκοπο. Με σεβασμό στην παράδοση, ιεροπρέπεια και ευλάβεια, οι ιεροψάλτες πρέπει να ψάλλουν με τέτοιο τρόπο, ώστε να αποδίδουν το νόημα των ύμνων σωστά και να διαμορφώνουν το λειτουργικό ήθος στο πλήρωμα της Εκκλησίας. Οι εκκλησιαστικοὶ επίτροποι απαρτίζουν το Εκκλησιαστικό Συμβούλιο, που ως αποστολή έχει τη διοίκηση και διαχείριση του ενοριακού ναού. Αποτελείται από τον ιερατικώς προϊστάμενο και τέσσερα λαϊκά μέλη. Διορίζονται δε από το Μητροπολιτικό Συμβούλιο. Στα καθήκοντα του Εκκλησιαστικού Συμβουλίου είναι η οικονομική διαχείριση του ναού, η ανέγερση νέου ναού, καθώς και η επισκευή και συντήρηση του υπάρχοντος. Αποφασίζει επίσης για έκτακτα προβλήματα ή δαπάνες ή φιλανθρωπικού χαρακτήρα προσφορές.
Τον ιερό ναό υπηρετούν επίσης με θυσιαστικό πνεύμα και εθελοντικά οι κυρίες του Φιλοπτώχου Ταμείου, τα μέλη Ενοριακής Νεανικής Εστίας και μέλη άλλων δραστηριοτήτων, όπως π.χ. είναι τα πολιτιστικά θέματα. Όλοι αυτοί με την φιλοπονία τους, την αγάπη τους προς τον συνάνθρωπο και τον σεβασμό τους προς τους Ιερείς με πρώτο τον Επίσκοπο προσφέρουν τα μέγιστα στο φιλανθρωπικό, κοινωνικό, πολιτιστικό έργο της ενορίας σε μια εποχή που οι σχετικές ανάγκες είναι μεγάλες και τα προβλήματα δυσεπίλυτα.  

 Πηγή:Παναγιώτης Σκαλτσής, Παύλος Σεραφείμ, π. Θεμιστοκλής Χριστοδούλου,Στοιχεία Λειτουργικής και Τελετουργικής ,Α´ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ, σελ 14-22

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Αφήστε το σχόλιό σας

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...