Έννοια, σκοπός και περιεχόμενο της Λειτουργικής-Τελετουργικής
Η Θεία Λατρεία αποτελεί έκφραση της πίστης της Εκκλησίας και της νέας πραγματικότητας, που ο Χριστός έφερε στον κόσμο με την σάρκωσή του, τη σταυρική του θυσία και την ανάστασή του. Περιεχόμενο της Θείας Λατρείας αποτελούν όλες οι πτυχές της προσευχητικής αναφοράς του ανθρώπου προς τον Τριαδικό Θεό. Τα μυστήρια π.χ., με πρώτιστο τη Θεία Ευχαριστία, οι διάφοροι
καιροί της προσευχής, οι Ακολουθίες δηλαδή που πλουτίζουν το νυχθήμερο και δίδουν νόημα στον χρόνο, οι εορτές του λειτουργικού έτους, τα λειτουργικά σκεύη, άμφια και βιβλία, ο ιερός ναός, οι περιστατικές ακολουθίες και οι διάφορες μυστηριοειδείς τελετές, όπως είναι οι Αγιασμοί, οι Παρακλήσεις, η τάξη των Εγκαινίων κ.ά, αποτελούν το αντικείμενο της μελέτης της Λειτουργικής-Τελετουργικής επιστήμης.
Η εν λόγω επιστήμη είναι γνωστή από τον 16ο αι. και έχει ως σκοπό τη συστηματική και με βάση τις πηγές, αλλά και τις ποιμαντικές ανάγκες της Εκκλησίας, μελέτη της ιστορικής εξέλιξης, του θεολογικού-συμβολικού νοήματος, και του τρόπου τέλεσης των Ακολουθιών και όλων των λειτουργικών πράξεων. Ο όρος Λειτουργική προέρχεται από την έννοια της λέξης λειτουργία, που αρχικά σήμαινε το δημόσιο και κοινωφελές έργο («λεῖτος» =λαός και «ἔργον»). Σημαίνει επίσης και τη δημόσια λειτουργική πράξη, προσευχή, τελετή, και θυσία, ενώ στη χριστιανική μας παράδοση παραπέμπει στη χριστιανική λατρεία συνολικά και στο γεγονός της λατρευτικής πράξης της Εκκλη-
σίας. Η Τελετουργική, ως έννοια, προέρχεται από τις λέξεις «τελετή» και «ἔργον». Ως εκ τούτου μελετά το λειτουργικό τυπικό, τις ποικίλες παραδόσεις του, αλλά και την ισχύουσα τάξη, η γνώση της οποίας είναι αναγκαία από τους Ιερείς, τους ψάλτες και ευρύτερα το λαό του Θεού για την εύρυθμη ιερουργία των τελουμένων και την «εὐσχημόνως καὶ κατὰ τάξιν» (Α΄Κορ.14,40) πράξη και συμμετοχή μας στα λειτουργικά δρώμενα. Γενικότερα, η Λειτουργική αναφέρεται στο ιστορικό και θεωρητικό περιεχόμενο της Θείας Λατρείας και η Τελετουργική εξετάζει την πρακτική εφαρμογή των τελουμένων.
Προχριστιανικά λατρευτικά πρότυπα της Θείας Λατρείας
Η Εκκλησία, ως θεσμός θεανθρώπινος, γεννήθηκε σε συγκεκριμένο ιστορικό και πολιτισμικό περιβάλλον. Από την άποψη αυτή προσέλαβε
τον κόσμο, προσδίδοντάς του μια νέα φυσιογνωμία και προοπτική. Η πρωτοχριστιανική λατρεία είναι γεγονός ότι θεμελιώθηκε σε πρότυπα της ιουδαϊκής λατρείας, που ίσχυε αρχικά στον ισραηλιτικό ναό και αργότερα στη συναγωγή. Ο ίδιος ο Κύριος συμμετείχε στην παραδοσιακή λατρεία (Λουκ. 4,16 -28) και οι Απόστολοι σε ό,τι ετελείτο «εἰς τὸ ἱερόν» (Πράξ.21,26), όπως π.χ. η προσφορά θυσίας και τα σχετιζόμενα με τους τελετουργικούς καθαρ-
μούς. Οι πρώτοι χριστιανοί μετέβαιναν καθημερινά στους τόπους λατρείας των εβραϊκών κοινοτήτων, αλλά είχαν και τον δικό τους χώρο, όπου «ὁμοθυμαδὸν» (Πράξ. 2,1) συμμετείχαν στις συνάξεις τους. Στην καθημερινή λατρεία και προσευχή διατηρήθηκαν οι παραδεδομένοι καιροί προσευχής (Δαν. 6,10) κατά το εσπέρας, το πρωί και τη μεσημβρία (Ψαλμ.54,18).
13,14-15), καθώς και οι ψαλμοί και οι ωδές της Παλαιάς Διαθήκης. Η ευχαριστία συνδέεται με
τα εβραϊκά δείπνα και κατ’ εξοχήν με το πασχάλιο δείπνο. Λειτουργικές εκφράσεις, όπως το «Ἀμὴν» και το «Ἀλληλούϊα», είναι κοινές στην ιουδαϊκή και τη χριστιανική λειτουργική πράξη. Οι εορτές επίσης του Σαββάτου, του Πάσχα, της Πεντηκοστής κληρονομούνται και στην Εκκλησία, με διαφορετικό νόημα και περιεχόμενο. Γενικότερα υπάρχει απ’ αρχής μια τάση κριτικής της ιουδαϊκής τελετουργίας και απομάκρυνσης από τα πρότυπά της. Έτσι παρατηρείται μια εναντίωση στο νομικό πνεύμα της ιουδαϊκής λατρείας και γίνεται λόγος για λογική λατρεία (Ρωμ.12,1) «ἐν πνεύματι καὶ ἀληθείᾳ» τελούμενη (Ιω.4,24), για ύμνους και ωδές πνευματικές (Εφ.5,19∙ Κολ. 3,16), για προσευχή, που δεν πρέπει να γίνεται με φαρισαϊκό πνεύμα (Ματθ. 6,5-6). Αναπτύχθηκαν, μάλιστα, νέα πρότυπα προσευχής στη βάση της προσευχής, που δίδαξε ο Κύριος (Λουκ. 11, 2-4∙ Ματθ. 6, 9-13).
Εκτός των ιουδαϊκών λατρευτικών προτύπων η Εκκλησία γνώρισε και τα εθνικά – ειδωλολατρικά λατρευτικά δρώμενα, όπως π.χ. τον μακρόσυρτο προσευχητικό λόγο («βαττολογία».Ματθ. 6, 7-8), τη λατρεία των ειδώλων – δαιμονίων με πομπές και θυσίες, τις παγανιστικές εορτές και τα μυστήρια. Από όλα αυτά η χριστιανική λατρεία διαφοροποιείται πλήρως, διότι αυτά αποπροσανατολίζουν τον άνθρωπο και έρχονται σε αντίθεση με τη λατρεία, ως λειτουργικού σώματος του Χριστού. Ο Απόστολος των Εθνών Παύλος συνιστά στους χριστιανούς την από τα είδωλα επιστροφή στον ζωντανό και αληθινό Θεό (Α΄ Θεσ. 1,9).
Πηγές της Λειτουργικής – Τελετουργικής
Ως πηγή της Θείας Λατρείας εννοούνται τα κείμενα εκείνα που με άμεσο ή έμμεσο τρόπο κάνουν λόγο για την εμφάνιση, την εξέλιξη, την τάξη και το βαθύτερο θεολογικό περιεχόμε νο των τελουμένων. Εννοούμε επίσης και την άγραφη παράδοση, που διασώζει παμπάλαιες πληροφορίες και πολιτισμικά αρχέτυπα πολύ σημαντικά για τη Θεία Λατρεία. Η παλαιότερη πηγή είναι η Αγία Γραφή (Παλαιά και Καινή Διαθήκη) από την οποία επιλέγονται τα αναγνώσματα που διαβάζονται στις διάφορες Ακολουθίες και προσδιορίζουν το θέμα πολλών εορτών του έτους. Ειδικά η Καινή Διαθήκη είναι σπουδαία πηγή της λατρείας μας, γιατί η λατρεία σε μεγάλο βαθμό προηγήθηκε αυτής. Γιατί ο λαός πρώτα λάτρευσε και μετά θεολόγησε. Στην Αγία Γραφή επίσης διασώζονται συγκεκριμένες ώρες προσευχής (τρίτη, έκτη και ενάτη), μαρτυρούνται σημαντικοί λειτουργικοί όροι (όπως «ψαλμός», «ύμνος», «ωδή», «αμνός», «θυσία», «ευχαριστία», «βάπτισμα», «χρίσμα» κ.λπ.), γίνεται λόγος για τα μυστήρια της Εκκλησίας ιδίως το Βάπτισμα και την Ευχαριστία, διασώζεται στην Καινή Διαθήκη
το διάγραμμα της Ευχαριστίας, οι πρώτοι χριστιανικοί ύμνοι και προσδιορίζεται το πνεύμα της Θείας Λατρείας, η οποία πρέπει να είναι λογική, δηλαδή πνευματική, αδιάλειπτη και να τελείται με την δέουσα τάξη και ευσέβεια. Έχουμε όμως και περιπτώσεις όπου και ορισμένα απόκρυφα κείμενα της Καινής Διαθήκης αποτελούν σημαντική πηγή της Λειτουργικής. Σημαντικότερο από αυτά είναι το απόκρυφο Ευαγγέλιο του Ιακώβου, για τον λόγο ότι σ’ αυτό στηριζόμαστε για τις περισσότερες θεομητορικές γιορτές (Σύλληψη, Γενέθλιο, Εισόδια, Σύναξη Ιωακείμ και Άννας) και από αυτό επηρεάζονται άλλες σπουδαίες γιορτές, όπως Ευαγγελισμός, Κοίμηση της Θεοτόκου, γιορτή Ζαχαρία και Ελισάβετ.
Πολλά επίσης πατερικά κείμενα , όπως των Αποστολικών Πατέρων Κλήμεντος Ρώμης, Ιουστίνου, των Τριών Ιεραρχών κ.ά. δίνουν σημαντικές πληροφορίες για τη δομή και το περιεχόμενο των Ακολουθιών. Μεγάλοι ιεράρχες, όπως οι Μέγας Βασίλειος και Ιερός Χρυσόστομος, συνδέονται με την συγγραφή Θείων Λειτουργιών και άλλων ευχολογικών κειμένων.
Αρχαίες κανονικολειτουργικές συλλογές, όπως η Διδαχή των Δώδεκα Αποστόλων (αρχές 2ου αι.), η Αποστολική Παράδοση του Ιππολύτου (3ος αι.), οι Αποστολικές Διαταγές, κείμενα του Τερτυλλιανού (2ος αι.) και του Ωριγένους (3ος αι.). Οι Μυσταγωγικές Κατηχήσεις επίσης του Κυρίλλου Ιεροσολύμων, Ιωάννου Χρυσοστόμου και Αμβροσίου Μεδιολάνων, ερμηνεύουν θεολογικά τα τρία Μυστήρια, του Βαπτίσματος, του Χρίσματος και της Θείας Ευχαριστίας. Πρόκειται για μυσταγωγικά κηρύγματα που εκφωνούνταν προς τους νεοφωτίστους κατά την Διακαινήσιμο Εβδομάδα.Από τον 8ο αι. διασώζονται τα λειτουργικά χειρόγραφα, με παλαιότερο αυτό του Βαρβερινού Κώδικα 336. Στα χειρόγραφα αυτά καταγράφονται τα λειτουργικά κείμενα του Ευχολογίου, με σημαντικές διατάξεις τελετουργικού χαρακτήρα. Το ίδιο γίνεται και από τον 10ο αι. με τα λειτουργικά Τυπικά, όπου με κάθε λεπτομέρεια πληροφορούμαστε για τον τρόπο τέλεσης των Ακολουθιών. Παλαιότερο είναι το Τυπικό της Αγίας Σοφίας Κωνσταντινουπόλεως (10ος αι.), που διασώζει την τάξη των ασματικών - ενοριακών Ακολουθιών.
Το αρχαιότερο μοναστηριακό λειτουργικό Τυπικό προέρχεται από την Παλαιστίνη, αυτό του Αγίου Σάββα (6ος αι.), και την Κωνσταντινούπολη, αυτό της Ι. Μονής Στουδίου (9ος αι.) και της Ι. Μονής της Παναγίας της Ευεργέτιδος (11ος αι.). Σημαντική ακόμη πηγή της επιστήμης της Λειτουργικής-Τελετουργικής είναι και τα λειτουργικά υπομνήματα, βυζαντινά και μεταβυζαντινά. Πρόκειται για κείμενα που ερμηνεύουν θεολογικά τη Θεία Λειτουργία και στοχεύουν στη λειτουργική παιδεία και αγωγή τόσο των Ιερέων όσο και όλων των μελών του πληρώματος της Εκκλησίας. Στην ενότητα αυτή ανήκουν τα βυζαντινά υπομνήματα του Διονυσίου Αρεοπαγίτη, Μαξίμου Ομολογητού, Γερμανού Κωνσταντινουπόλεως, Σωφρονίου Ιεροσολύμων, Θεοδώρου Ανδίδων, Νικολάου Καβάσιλα, Συμεών Θεσσαλονίκης. Στα μεταβυζαντινά υπομνήματα παλαιότερο είναι του Ιωάννου Ναθαναήλ (16ος αι.) και ακολουθούν του Νικολάου Βούλγαρη, Μελετίου Συρίγου κ.α.
Η ανά τους αιώνες ιστορική εξέλιξη και διαμόρφωση της Χριστιανικής Λατρείας
Η Θεία Λατρεία με τις διάφορες πτυχές και εκφάνσεις της έχει μια μακραίωνη διαδρομή εξέλιξης και διαμόρφωσης. Η πρώτη περίοδος είναι αυτή της αποστολικής εποχής (1ος αι.), πληροφορίες για την οποία έχουμε από την Καινή Διαθήκη και τους Αποστόλους. Την περίοδο αυτή υπάρχει η Λατρεία, σε όλες της τις εκφάνσεις, ως βασικός παράγοντας της ζωής των πρώτων χριστιανών, τελείται όμως πολύ απλά. Παραδίδεται και διδάσκεται κυρίως με προφορικό τρόπο. Η δεύτερη περίοδος είναι αυτή των διωγμών (2ος αι. - 313 μ.Χ.). Η Εκκλησία δοκιμάζεται, αλλά η Θεία Λατρεία δεν σταματά να αναπτύσσεται, έστω και αν ακόμα δεν έχουμε επαρκή γραπτά κείμενα. Σε κάθε περίπτωση η λειτουργική ζωή και εμπειρία διαμορφώνει και το ανάλογο ήθος, για τη στήριξη των χριστιανών την εποχή των διωγμών.
Η περίοδος της ακμής είναι από τον τέταρτο έως τον ένατο αι. Την εποχή αυτή καταγράφονται τα λειτουργικά κείμενα, υπάρχει ελευθερία στην έκφραση και την άσκηση της Θείας Λατρείας, εμφανίζονται μεγάλες πατερικές μορφές, αναπτύσσεται ο μοναχισμός, καλλιεργείται η υμνογραφία με τα Κοντάκια και τους Κανόνες και διαμορφώνονται οι λειτουργικοί τύποι στην Ρώμη, Αλεξάνδρεια, Αντιόχεια, Κωνσταντινούπολη, Ιεροσόλυμα.
Όσον αφορά το εορτολόγιο διαμορφώνονται οι μεγάλες Δεσποτικές και Θεομητορικές εορτές, Χριστουγέννων, Μεταμορφώσεως, Βαΐων, Αναλήψεως, Κοιμήσεως της Θεοτόκου, Ευαγγελισμού. Διαμορφώνονται επίσης και οι νηστείες πριν το Πάσχα και πριν τα Χριστούγεννα (4ος αι.). Η επόμενη σημαντική ιστορική περίοδος είναι από την Εικονομαχία μέχρι την Άλωση (9ος αι. - 1453 μ.Χ). Σε αυτήν η Θεία Λατρεία σταθεροποιείται και βαίνει προς την παρακμή με την έννοια ότι δεν έχουμε πρότυπα μιας νέας δημιουργίας. Καθιερώνεται ο βυζαντινός ρυθμός με τον τρούλο, εισάγονται εορτές, όπως των Εισοδίων της Θεοτόκου και των Τριών Ιεραρχών, μνήμες νέων αγίων, οσίων,μαρτύρων, ιεραρχών, πατέρων Συνόδων, ιερών λειψάνων κ.λπ. Διαδίδεται η ορθόδοξη πίστη και το λειτουργικό τυπικό που συνδέεται με αυτήν στο σλαβικό κόσμο από τους θεσσαλονικείς αγίους Κύριλλο και Μεθόδιο.
Η επόμενη περίοδος είναι αυτή της Τουρκοκρατίας, που όσο δύσκολη και σκοτεινή και αν είναι έχουμε και φαινόμενα που μαρτυρούν μια προσπάθεια αναζήτησης των πνευματικών και λειτουργικών παραδόσεων της Ορθόδοξης Εκκλησίας. Η τυπογραφία συμβάλλει στην έκδοση των λειτουργικών βιβλίων, οι νεομάρτυρες δημιουργούν νέα δεδομένα στο εορτολόγιο της εκκλησίας, οι Κολλυβάδες (άγιοι Νικόδημος Αγιορείτης, Αθανάσιος Πάριος κ.ά.) δημιουργούν το φιλοκαλικό κίνημα, με σκοπό την ανανέωση της πνευματικής και λειτουργικής ζωής.
Στις μέρες μας, με την έρευνα για την Θεία Λατρεία (βλ. Θεολογικές Σχολές) και την πρωτοβουλία της Εκκλησίας της Ελλάδος για την λειτουργική αναγέννηση, λαμβάνεται η μέριμνα για την επίλυση πολλών ζητημάτων που αφορούν την ιστορική τεκμηρίωση, τη θεολογική εμβάθυνση και την τελετουργική προσέγγιση των τελουμένων στη λατρεία. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι οι δραστηριότητες με συνέδρια και εκδόσεις της Ειδικής Συνοδικής Επιτροπής Λειτουργικής Αναγεννήσεως.
Οι Θυσίες Ολοκαυτωμάτων Λευ. 1,1-5
ΚΑΙ ἀνεκάλεσε Μωυσῆν, καὶ ἐλάλησε Κύριος αὐτῷ ἐκ τῆς σκηνῆς τοῦ μαρτυρίου
λέγων·
2 λάλησον τοῖς υἱοῖς Ἰσραήλ, καὶ ἐρεῖς πρὸς αὐτούς· ἄνθρωπος ἐξ ὑμῶν ἐὰν προ-
σαγάγῃ δῶρα τῷ Κυρίῳ, ἀπὸ τῶν κτηνῶν καὶ ἀπὸ τῶν βοῶν καὶ ἀπὸ τῶν προβάτων
προσοίσετε τὰ δῶρα ὑμῶν.
3 Ἐὰν ὁλοκαύτωμα τὸ δῶρον αὐτοῦ ἐκ τῶν βοῶν, ἄρσεν ἄμωμον προσάξει· πρὸς
τὴν θύραν τῆς σκηνῆς τοῦ μαρτυρίου προσοίσει αὐτὸ δεκτὸν ἐναντίον Κυρίου.
4 Καὶ ἐπιθήσει τὴν χεῖρα ἐπὶ τὴν κεφαλὴν τοῦ καρπώματος, δεκτὸν αὐτῷ ἐξιλάσα-
σθαι περὶ αὐτοῦ.
5 Καὶ σφάξουσι τὸν μόσχον ἔναντι Κυρίου. Καὶ προσοίσουσιν οἱ υἱοὶ Ἀαρὼν οἱ ἱε-
ρεῖς τὸ αἷμα, καὶ προσχεοῦσι τὸ αἷμα ἐπὶ τὸ θυσιαστήριον κύκλῳ τὸ ἐπὶ τῶν θυρῶν
τῆς σκηνῆς τοῦ μαρτυρίου.
Ο Εσπερινός κατά τις Αποστολικές Διαταγές
Ἰακώβου τοῦ ἀδελφοῦ Χριστοῦ διάταξις περὶ ἑσπερινοῦ
Καγὼ Ἰάκωβος, ἀδελφὸς μὲν κατὰ σάρκα τοῦ Χριστοῦ, δοῦλος δὲ ὡς Θεοῦ μονογενοῦς, ἐπίσκοπος δὲ ὑπ΄ αὐτοῦ τοῦ Κυρίου καὶ τῶν ἀποστόλων Ἱεροσολύμων χειροτονηθεὶς, τάδε φημί∙ Ἑσπέρας γενομένης, συναθροίσεις τὴν ἐκκλησίαν, ὦ ἐπίσκοπε, καὶ μετὰ τὸ ρηθῆναι τὸν ἐπιλύχνιον ψαλμὸν, προσφωνήσει ὁ διάκονος ὑπὲρ τῶν κατηχουμένων, καὶ χειμαζομένων, καὶ τῶν φωτιζομένων, καὶ τῶν ἐν μετανοίᾳ ὡς προείπομεν. Μετὰ δὲ τὸ ἀπολυθῆναι αὐτοὺς, ὁ διάκονος ἐρεῖ∙ Ὅσοι πιστοὶ, δεηθῶμεν τοῦ Κυρίου. Καὶ μετὰ τὸ προσφωνήσαι αὐτὸν τὰ τῆς πρώτης εὐχῆς, ἐρεῖ∙..
Πηγή: Παναγιώτης Σκαλτσής, Παύλος Σεραφείμ, π. Θεμιστοκλής Χριστοδούλου, Στοιχεία Λειτουργικής και Τελετουργικής Α´ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ σελ: 7-12


Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Αφήστε το σχόλιό σας