Κυριακή 26 Οκτωβρίου 2025

Το έργο της διακονίας (Το Μυστήριο της Ιεροσύνης)

Σύσταση και ιστορική εξέλιξη του Μυστηρίου 

Το Μυστήριο της Ιεροσύνης στηρίζεται εξ ολοκλήρου στο πρόσωπο του Χριστού. Η Ιεροσύνη του Χριστού είναι αμετάθετη και δεν υπάρχει, ούτε θα υπάρξει άλλο είδος Ιεροσύνης (Εβρ. 7, 23-26). Αυτό, όμως, δεν αποκλείει την ύπαρξη «ιεροσύνης» με σχετική έννοια, ως «μετοχή» στη μία και μοναδική Ιεροσύνη του Χριστού. Η εκλογή των δώδεκα Μαθητών και η ανάδειξή τους σε «ἁλιεῖς ἀνθρώπων» (Μτθ. 4,19), αποτέλεσε και την ιστορική έναρξη του Μυστηρίου της ειδικής Ιεροσύνης στον Χριστιανισμό. Το κύριο έργο των Αποστόλων ως ιερέων του Κυρίου, ήταν η συγχώρηση των αμαρτιών, σύμφωνα με την εξουσία που τους δόθηκε από τον Χριστό: «ἄν τινων ἀφῆτε τὰς ἁμαρτίας, ἀφίενται αὐτοῖς, ἄν τι νων κρατῆτε, κεκράτηνται» (Ιω. 20,23), καθώς και η τέλεση του Μυστηρίου της Θείας Ευχαριστίας και η διδασκαλία κατά την εντολή: «διδάσκοντες αὐτοὺς τηρεῖν πάντα ὅσα ἐνετειλάμην ὑμῖν» (Μτθ. 28,20). Η μετάδοση του χαρίσματος της Ιερο σύνης γίνονταν με την επίθεση των χειρών των Αποστόλων στο κεφάλι των υποψηφίων. Μετά τους Αποστόλους, το Μυστήριο τη Ιεροσύνης συνεχίστηκε στο πρόσωπο των διαδόχων τους. Από τον τρόπο αυτό της διαδοχής, η τελετή του Μυστηρίου της Ιεροσύνης ονομάστηκε «χειροτονία». Η αδιάσπαστη ενότητα των χειροτονιών από την εποχή των Αποστόλων μέχρι και τις ημέρες μας, ονομάζεται «αποστολική διαδοχή» και αποτελεί το κριτήριο γνησιότητας της Εκκλησίας. Στα δε πρόσωπα των Επισκόπων, ως των μαθητών και διαδόχων των Αποστόλων, συνεχίζεται η αποστολή του Χριστού μέσα στον κόσμο.

Η χάρη της γενικής Ιεροσύνης 

 Παράλληλα με την ειδική Ιεροσύνη υπάρχει στην Εκκλησία και η γενική Ιεροσύνη, όχι όμως ως αποκλεισμός της ειδικής, αλλά σε παράλληλη συμπαράθεση και χωρίς να έρχεται σε σύγκρουση με αυτή. Δεν υφίσταται, δηλαδή, θεολογική διάκριση ανάμεσα στην ειδική και τη γενική Ιεροσύνη. Κατά το ορθόδοξο δόγμα, οι πιστοί, ως «γένος εκλεκτόν, βασίλειον ιεράτευμα» (Α΄ Πετρ. 2,9), είναι και αυτοί ιερείς του Θεού κατά μια γενική έννοια, με βάση το ιερό Χρίσμα, τη «σφραγίδα» του Θεού, που έλαβαν από το Άγιο Πνεύμα. Με το Μυστήριο του Βαπτίσματος, κάθε πιστός ασκεί και μετέχει στο τριπλό αξίωμα του Κυρίου, κατά γενικό, φυσικά, τρόπο, όπως το ασκούν και μετέχουν και οι ιερείς. Όλοι οι πιστοί που βαπτίστηκαν στο όνομα της Αγίας Τριάδος και που ζουν κατά το θέλημα του Αγίου Τριαδικού Θεού, είναι «ιερείς», δηλαδή, έχουν τη γενική Ιεροσύνη, την οποία ασκούν μέσα από τον πνευματικό τους αγώνα. Ο βαπτισμένος πιστός μπορεί να ασκεί το προφητικό αξίωμα, κηρύττοντας τον λόγο του Θεού και καθιστώντας γνωστή τη λυτρωτική θεία αλήθεια, το αρχιερατικό, προσφέροντας τη ζωή του (με τα ενάρετα έργα και τους πνευματικούς αγώνες), ως λογική και ευάρεστη θυσία στον Θεό και το βασιλικό, εξουσιάζοντας τα πάθη του και νικώντας με την αρετή του τους εχθρούς της πίστεως και τον διάβολο.

Η διακονία της ειδικής Ιεροσύνης: ορισμός και ευθύνες  

Η Ιεροσύνη είναι ένας ιερός θεσμός, ο οποίος έχει την αρχή του σ᾽ αυτήν ακόμη την Παλαιά Διαθήκη, σύμφωνα με την οποία, οι άνδρες της φυλής του Λευί ήταν αφιερωμένοι να ιερατεύουν τον Θεό. Υπάρχει μάλιστα στην Παλαιά Διαθήκη και ειδικό βιβλίο, το Λευιτικόν, που μιλά για τους Ιερείς και τα τελετουργικά τους καθήκοντα. Ο Χριστός αποτελεί τον μόνο Αρχιερέα της Εκκλησίας που «ἀπαράβατον ἔχει τὴν ἱερωσύνην» (Εβρ. 7,24). Και το δικό Του αρχιερατικό αξίωμα συνεχίζεται δια μέσου του θεσμού της Ιεροσύνης. Τα Μυστήρια της Εκκλησίας τελούνται όλα από τον Χριστό, που είναι αόρατα παρών, ενώ οι κληρικοί δανείζουν το σώμα και τα χέρια τους. Η Ιεροσύνη αποτελεί μετοχή στην αποστολή του Χριστού. Το ιερατικό έργο, αν και τελείται στη γη, οι συνέπειές του έχουν αιώνιες προεκτάσεις. Ως τέτοιο δε, προϋποθέτει αίσθημα ευθύνης και ζήλο για τη διακονία του σώματος της Εκκλησίας. 

Στην Εκκλησία, οι βαθμοί της Ιεροσύνης είναι τρείς: διάκονος, πρεσβύτερος, Επίσκοπος. Οι ιερείς ονομάζονται και κληρικοί, γιατί ακριβώς επιλέγονται μέσα από τα ζωντανά μέλη της Εκκλησίας. Οι κληρικοί, στον χώρο της Εκκλησίας, αναλαμβάνουν με τη χάρη της Ιεροσύνης, κατά την ημέρα της χειροτονίας τους, τη διοίκηση, τη διδαχή και τη Λατρεία της Εκκλησίας. Το Μυστήριο της Ιεροσύνης τελείται μέσα στη Θεία Λειτουργία και για τους τρείς βαθμούς της. Οι ευχές της χειροτονίας κάθε βαθμού Ιεροσύνης αποδεικνύουν και το έργο, το οποίο θα αναλάβει ο ιερέας μέσα στο ευχαριστιακό σώμα της Εκκλησίας. Η σπουδαιότητα του Μυστηρίου γίνεται κατανοητή, όταν αντιληφθούμε ότι ο άνθρωπος, το οστράκινο σκεύος, με την Ιεροσύνη, γίνεται ο μεσίτης μεταξύ Θεού και ανθρώπων, ο λει- τουργός των Μυστηρίων, ο οικονόμος της χάριτος, ο ποιμήν αθανάτων ψυχών «αίματι Χριστού εξηγορασμένων» (Μ. Βασιλείου, Όροι κατ’ επιτομήν , ΡΠΔ´, ΒΕΠΕΣ 53, 305). 

 Η ιερατική «κλίση (κλήση)» ως μορφή διακονίας του σώματος της Εκκλησίας και της σύγχρονης κοινωνίας  

Η Ιεροσύνη αποτελεί χάρισμα και δωρεά του Θεού στους ανθρώπους. Η διακονία δε, προς τους πιστούς, αποτελεί βασικό «έργον διακονίας» (Εφ. 4,12) της Ιεροσύνης. Ο ιερέας, ως διάκονος όλων, καλείται να υπηρετήσει τους αδελφούς της εκκλησιαστικής κοινότητας, στο πρόσωπο των οποίων συναντά τον Χριστό. Έτσι, η ιεροσύνη στην Ορθόδοξη παράδοση δεν είναι είναι κάποιο είδος εξουσίας, αλλά κένωση και αγάπη προς τα μέλη της Εκκλησίας του Χριστού. Ο άνθρωπος ανταποκρίνεται στο κάλεσμα του Θεού με ταπείνωση, συνειδητοποιώντας πως η Ιεροσύνη αποτελεί φιλανθρωπία του Θεού για τον λαό Του. Γι’ αυτό και θα πρέπει να γίνει ίδιος με τον Χριστό, που «οὐκ ἦλθε διακο νηθῆναι, ἀλλὰ διακονῆσαι, καὶ δοῦναι τὴν ψυχὴν αὐτοῦ λύτρον ἀντὶ πολλῶν» (Μαρκ. 10,45). Η Ιεροσύνη αποτελεί έργο αγάπης του ιερέα προς το ποίμνιο, το οποίο του ανέθεσε ο Χριστός να διακονήσει. Μόνον η αγάπη του Χριστού γεννά και συντηρεί στην καρδιά του ιερωμένου τη βαθιά συναίσθηση της ιερατικής ευθύνης του. Και με τη δύναμη που παρέχει άφθονη η αγάπη του Χριστού, μπορεί ο εργάτης της Εκκλησίας, να υπομένει τους κόπους και τις θλίψεις -πολλές φορές ακόμη και τον διωγμό -που συνεπάγεται η γνήσια ιερατική ζωή. Οι κληρικοί καλούνται να ποιμάνουν τον λαό, δίνοντας απάντηση σε κάθε σύγχρονη ανησυχία του. Ο ιερέας πρέπει να εμβαθύνει στον διακονικό χαρακτήρα της Ιεροσύνης, αντιλαμβανόμενος πως, πάνω απ᾽ όλα, είναι διάκονος του Ιησού Χριστού. Σύμβολο αυτής της διακονίας αποτελεί και ο επιστήθιος σταυρός που φορούν οι πρωτοπρεσβύτεροι και οι Αρχιμανδρίτες από την ώρα της χειροτονίας τους και μετέπειτα, ο οποίος, τους υπενθυμίζει την ιδιαίτερη διακονία που αναλαμβάνουν, μέσα από τα νέα ποιμαντικά και ιερατικά τους καθήκοντα. 

Ο θεσμός των διακονισσών στη ζωή της Εκκλησίας 

  Στην παράδοση της Εκκλησίας υπήρχε από πολύ νωρίς ο θεσμός των διακονισσών, ο οποίος έπαψε να υπάρχει από τον 12ο αιώνα, λόγω της μεταβολής των αναγκών της. Χαρακτηριστικά είναι τα παραδείγματα γυναικών που αναφέρονται στην Αγία Γραφή, οι οποίες, συνέδραμαν στο αποστολικό έργο των Μαθητών του Κυρίου (όπως η Φοίβη, την οποία ο απόστολος Παύλος χρησιμοποιεί στη διακονία της Εκκλησίας των Κεγχρεών, πλησίον της Κορίνθου). Η χειροτονία των διακονισσών γίνονταν από τους Επισκόπους, με τον ίδιο ακριβώς τρόπο που γινόταν η χειροτονία των ανδρών.  Η αναβίωση του θεσμού των διακονισσών (ως κίνηση αναβάθμισης του ρόλου των γυναικών μέσα στη ζωή της Εκκλησίας), συζητείται εδώ και πολλά χρόνια στον ορθόδοξο κόσμο. Το 1988, το Οικουμενικό Πατριαρχείο ανέλαβε την πρωτοβουλία και πραγματοποίησε την πρώτη πανορθόδοξη συνάντηση που είχε ως θέμα της, τον ρόλο των γυναικών στην Ορθόδοξη Εκκλησία και τα περί της χειροτονίας των γυναικών. Στην συνάντηση αυτή διαπιστώθηκε η ανάγκη να ενισχυθεί ο ρόλος της γυναίκας στην Εκκλησία και να αναβιώσει ο θεσμός των διακονισσών. Παρά τις προσπάθειες, όμως, που έχουν καταβληθεί σε πανορθόδοξο επίπεδο, μέχρι στιγμής, ο θεσμός των διακονισσών δεν έχει καταστεί δυνατόν να αναβιώσει.

Ενδεικτικές Δραστηριότητες  

1η Δραστηριότητα 

Διαβάζουμε τα κείμενα Α΄ και Β΄ και συμπληρώνουμε στον πίνακα που ακολουθεί τα «χαρίσματα» και τις ιδιαίτερες «υποχρεώσεις» που απορρέουν από τον βαθμό του πρεσβυτέρου και του Επισκόπου. Μας βοηθούν και τα χωρία: Τίτ. 1, 7-9 και Α Τιμ. 3, 8-11. 

Α. «Εσύ, Κύριε, και αυτόν που θέλησες να εισέλθει στο βαθμό του πρεσβυτέρου, γέμισέ τον με το χάρισμα του Αγίου σου Πνεύματος για να γίνει άξιος να σταθεί άμεμπτα στο θυσιαστήριό σου, να κηρύττει το Ευαγγέλιο της βασιλείας Σου, να λειτουργεί τον λόγο της αληθείας Σου, να Σου προσφέρει δώρα και θυσίες πνευματικές, να ανανεώνει τον λαό Σου με την αναγέννηση του Βαπτίσματος». Ευχή χειροτονίας πρεσβυτέρου.

 Β. «Εσύ, Χριστέ, και αυτόν εδώ που αναδείχτηκε διαχειριστής της αρχιερατικής χάρης, κάνε τον να γίνει μιμητής Σου, που είσαι ο αληθινός Ποιμένας, θυσιάζοντας τη ζωή του για τα πρόβατά Σου, να είναι οδηγός των τυφλών, φως αυτών που βρίσκονται στο σκοτάδι, να νουθετεί τους ασύνετους, να διδάσκει τα νήπια, να είναι φως στον κόσμο ώστε, αφού καταρτίσει τις ψυχές, που του έχουν εμπιστευτεί στη ζωή αυτή, να παρουσιαστεί στο βήμα σου χωρίς ντροπή, και να λάβει τη μεγάλη αμοιβή, που ετοίμασες για όσους αγωνίστηκαν για την κήρυξη του Ευαγγελίου Σου». Ευχή χειροτονίας Επισκόπου

2η Δραστηριότητα  
Από ποια σημεία των παρακάτω κειμένων αναδεικνύεται η μοναδικότητα, η ιδιαίτερη αξία, αλλά και η σημαντική ευθύνη που έχει το λειτούργημα του ιερέα; Τα υπογραμμίζουμε και εξηγούμε σε ποιον τομεά της θείας Λατρείας αναφέρονται. 
 «Ο ιερέας στέκεται και κατεβάζει όχι φωτιά, αλλά το Άγιο Πνεύμα και προσεύχεται συνεχώς, όχι για να έλθει φλόγα από τους ουρανούς και να κατακαύσει τα ευρισκόμενα πάνω στην Αγία Τράπεζα, αλλά για να έλθει στη θυσία η θεία χάρη και να ανάψει με αυτή τις ψυχές όλων και να τις αναδείξει φωτεινότερες από πυρωμένο ασήμι. Ποιος λοιπόν είναι τόσο μανιακός και τρελός, ώστε να περιφρονήσει αυτή την τόσο φρικτή θυσία; Ή αγνοείς ότι δεν θα μπορούσε ποτέ ανθρώπινη ψυχή να βαστάξει εκείνη τη φωτιά και ότι όλα θα αφανιζόντουσαν αν δεν ερχόταν άφθονη η βοήθεια της χάρης του Θεού;» Ι. Χρυσοστόμου, Περί ιερωσύνης Λόγος Γ´, 2, 4, 3.
 
 «Ἡ γὰρ Ἱερωσύνη τελεῖται μὲν ἐπὶ τῆς γῆς, τάξιν δέ ἔχει ἐπουρανίων ταγμάτων· καὶ μάλα γε εἰκότως. Οὐ γὰρ ἄνθρωπος, οὐκ ἄγγελος, οὐκ ἀρχάγγελος, οὐκ ἄλλη τις κτιστὴ δύναμις, ἀλλ’ αὐτὸς ὁ Παράκλητος ταύτην διετάξατο τὴν ἀκολουθίαν, καὶ ἔτι μένοντας ἐν σαρκὶ τὴν τῶν ἀγγέλων ἔπεισε φαντάζεσθαι διακονίαν». Περί Ἱερωσύνης, Λόγος Γ´, δ´ P.G. 45, 642. 
 
«Κανένας άνθρωπος, όσο ενάρετος και προσεχτικός και ταπεινός κι αν είναι, δεν είναι άξιος να τελεί τα Μυστήρια και μάλιστα αυτό της Θείας Ευχαριστίας. Ο Χριστός είναι ο Μεγάλος Αρχιερέας. Αυτός τελεί τα Μυστήρια και μάς προσφέρει δωρεάν τη Θεία Του Χάρη, τα θεϊκά Του δώρα, χρησιμοποιώντας ανθρώπους, τους ιερείς. Κι εμείς τιμούμε και σεβόμαστε τους ιερείς (ακόμα κι αν ξέρουμε ότι ως άνθρωποι κάποιες φορές σφάλλουν και αμαρτάνουν), επειδή γίνονται φορείς της Θείας Χάρης. Ο Θεός εμπιστεύεται σ᾽ αυτούς την τέλεση των Μυστηρίων».
 
 «Διότι της Ιεροσύνης το έργο είναι τόσο υψηλό, ώστε πραγματοποιείται μεν στη γη, αλλά ανήκει στα έργα των ουρανίων δυνάμεων. Και τούτο είναι πολύ φυσικό, εφόσον δεν την ίδρυσε ούτε άγγελος, ούτε αρχάγγελος, ούτε καμία άλλη κτιστή δύναμη, αλλά την ίδρυσε αυτός ο Παράκλητος, ο οποίος έκανε ανθρώπους που “φορούν” τη σάρκα ικανούς να πραγματοποιούν διακονία αγγέλων. Γι᾽ αυτό και ο ιερωμένος πρέπει να είναι τόσο καθαρός, σα να στέκεται στους ουρανούς μαζί με τις αγγελικές δυνάμεις». Ι. Χρυσοστόμου, Περί ιερωσύνης Λόγος Γ´, 2, 4, 1. 
 
3η Δραστηριότητα  
Παιχνίδι ρόλων: «Η χειροτονία ενός Επισκόπου». Ο Καθηγητής μας παρουσιάζει τα βασικά χαρακτηριστικά του «ρόλου» κάθε προσώπου που λαμβάνει μέρος στη χειροτονία, για τα οποία αναζητούμε λεπτομέρειες. Μοιραζόμαστε τους «ρόλους» των προσώπων που επιλέγουμε και τα υποδυόμαστε. Προσέχουμε τις ειδικές τελετουργικές κινήσεις και συμπεριφορές κάθε προσώπου. 
 
4η Δραστηριότητα 
Έρευνα (γνώμες μαθητών και καθηγητών): Το ζήτημα της χειροτονίας των γυναικών. 
 
 5η Δραστηριότητα Άσκηση: 
Το έργο του κληρικού (κουίζ) στον ιστότοπο: http://photodentro.edu.gr/aggregator/lo/photodentro-lor-8521-8598 
 
Πηγή: Γεώργιος Φίλιας, Δημήτριος Χοϊλούς, Κωνσταντίνος Πρέντος, Λειτουργική Ζωή της Εκκλησίας Β´ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΟΥ ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ  σελ: 79-87 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Αφήστε το σχόλιό σας

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...