Ένα μωρό στις καλαμιές
Τα χρόνια πέρασαν και κάποτε ανέβηκε στον θρόνο της Αιγύπτου κάποιος Φαραώ που δεν ήξερε, ούτε θυμόταν τον Ιωσήφ.
Όταν διαπίστωσε τον μεγάλο αριθμό των Ισραηλιτών, των απογόνων δηλαδή του Ιακώβ, φοβήθηκε.
"Αυτοί οι Ισραηλίτες έχουν κατακλύσει την Αίγυπτο!" είπε "Κάποιο μέρα θα γίνει πόλεμος κι αυτοί θα συνωμοτίσουν με τους εχθρούς μας και θα φύγουν από τη χώρα"
Έτσι έριξε τους Ισραηλίτες στη σκλαβιά και έβαλε πάνω από το κεφάλι τους σκληρούς επιστάτες να τους προσέχουν.
Τους έβαλαν να χτίζουν μεγάλα κτίρια και πόλεις ολόκληρες κουβαλώντας τεράστιες πέτρες και φτιάχνοντας από τη λάσπη τούβλα. Οι επιστάτες τους συμπεριφέρονταν βάναυσα και τους μαστίγωναν άγρια.Όμως ο τυρρανικός Φαραώ δεν ήταν ακόμη ευχαριστημένος.......
Έτσι έδωσε διαταγή στους στρατιώτες του, να σκοτώνουν κάθε νέο αγόρι που γεννούσαν οι Ισραηλίτισσες, ρίχνοντάς το στον ποταμό Νείλο - τα κορίτσια τα άφηνε να ζήσουν.
Μέσα στο κλίμα αυτής της τρομοκρατικής πίεσης γεννήθηκε μια μέρα ένα όμορφο αγοράκι.Η μητέρα του αμέσως το έκρυψε για να μη το βρουν οι στρατιώτες και το σκοτώσουν.
Όμως όταν το παιδί έγινε τριών μηνών, η μητέρα κατάλαβε πως δεν μπορούσε να το κρύβει άλλο. Έτσι, πήρε ένα καλάθι, το άλειψε με πίσσα για να μην το διαπερνάει το νερό, κι αφού έβαλε το παιδί της μέσα, άφησε το καλάθι να επιπλέει στο Νείλο. Κι ύστερα έβαλε την αδερφούλα του να το παρακολουθεί από μακριά για να δει τι θα γίνει.
Το νερό του ποταμού πήγαινε πέρα δώθε το μικρό καλάθι, ώσπου μετά από λίγο το έφερε σε κάτι καλαμιές, που βρισκόταν στην όχθη του ποταμού.
Δεν πέρασε πολλή ώρα και η κόρη του Φαραώ, μαζί με τη συνοδεία της, πλησίασε τον ποταμό για να λουστεί.Όση ώρα οι υπηρέτριές της έκαναν τις κατάλληλες προετοιμασίες για το λουτρό της εκείνη κοίταζε το ποτάμι, ώσπου ξαφνικά, ανάμεσα στις καλαμιές είδε το καλάθι.
"Φέρτε μου εκείνο το καλάθι", είπε σε κάποια υπηρέτριά της, κι εκείνη πράγματι έτρεξε, τσαλαβούτησε μέχρι τις καλαμιές κι έφερε στην κυρία της το καλάθι.
Η πριγγκίπισσα όταν άνοιξε το καλάθι, έμεινε έκθαμβη: "Ω, τι όμορφο μωρό! Μάλλον θα είναι ένα από τα μικρά Ισραηλιτάκια!" είπε και πήρε το παιδί στην αγκαλιά της.
Η αδερφούλα του παιδιού που είδε από μακριά πόσο τρυφερά είχε φερθεί η πριγκίπισσα στον σδερφό της, υπέθεσε πως η κόρη του Φαραώ θα ήθελε ίσως να κρατήσει κοντά της το παιδί. Βγήκε λοιπόν από την κρυψώνα της, πλησίασε δειλά και είπε: "Θέλει μήπως η αρχόντισσά μου να σας φέρω μια Ισραηλίτισσα παραμάνα να το φροντίζει για σας;"
"Αχ, ναι!Υπέροχα!" είπε εκείνη.
Έτσι μετά από λίγο παρουσιάστηκε μπροστά στην κόρη του Φαραώ η πραγματική μητέρα του παιδιού, παριστάνοντας την παραμάνα.
"Πάρε αυτό το μωρό και φρόντισέ το" της είπε η πριγκίπισσα, " κι εγώ θα σε πληρώσω ό,τι χρειάζεται"
Η πριγκίπισσα επειδή είχε βρεί το μωρό να επιπλέει στο ποτάμι, το ονόμασε Μωυσή που στα εβραϊκά σημαίνει :"τραβηγμένος απ΄το νερό".
Κι έτσι, ο Μωυσής σώθηκε και ανατράφηκε από τη μητέρα του...........μέχρι που μεγάλωσε αρκετά και οδηγήθηκε στο παλάτι, όπου συνέχισε να ζει σαν να ήταν πραγματικός γιος της πριγκίπισσας.
(δες την ιστορία και σε βίντεο στα αγγλικά,
_________________________________________________________________________________
Φόνος!
Ο Μωυσής μεγάλωσε σαν πρίγκιπας.Μέσα στο παλάτι του Φαραώ δεν του έλειψε ποτέ τίποτα. Όμως παρότι μεγάλωσε σαν Αιγύπτιος δεν ξέχασε ποτέ την Ισραηλιτική του καταγωγή.
Έβλεπε καθημερινά τριγύρω του τους Ισραηλίτες να στενάζουν κάτω από τον αιγυπτιακό ζυγό και πονούσε η ψυχή του.Όπου κοιτούσε έβλεπε ένδρες να λυγίζουν κάτω από το βάρος των φορτίων που κουβαλούσαν και γυναίκες να κατασκευάζουν τούβλα κάτω από τον καυτό ήλιο της Αιγύπτου. Έβλεπε παιδιά να τριγυρίζουν ρακένδυτα και γέρους γεμάτους ουλές από μαστίγιο στην πλάτη.
Όσο μεγάλωνε, τόσο πιο δύσκολο γινόταν να ζει δυο ζωές : μια ως Αιγύπτιος πρίγκιπας και μια άλλη- μυστική- ως Ισραηλίτης που στέναζε βαθιά μέσα του για τη μοίρα των συμπατριωτών του. Κια μια μέρα, οι δυο τούτες ζωές έμελε να συγκρουστούν για πάντα......
Ένα πρωί καθώς έκανε βόλτα σε κάποια γωνιά της πόλης, όπου χτιζόταν ενα μεγάλο κτίριο, από τους σκλάβους, είδε εναν Αιγύπτιο επιστάτη να μαστιγώνει βάναυσα έναν Ισραηλίτη.
"Σταμάτα!" του φώναξε αυστηρά μα ο Αιγύπτιος δεν έδωσε σημασία.....συνέχισε να χτυπάει ανελέητα τον ανυπεράσπιστο σκλάβο.
Τότε, μέσα σε κλάσματα του δευτερολέπτου, ο Μωυσής πλησίασε, και , δυνατός καθώς ήταν ακινητοποίησε το χέρι του σκληρού επιστάτη. Κάτι ψέλλισε εκείνος, κάπως πήγε να αντισταθεί, έκανε να χτυπήσει τον Μωυσή, και πριν προλάβεικανείς να συνειδητοποιήσει τι έγινε, ο Μωυσής είχε καταφέρει ένα θανατηφόρο χτύπημα στον αντίπαλό του. Ναι, είχε σκοτώσει έναν Αιγύπτιο επιστάτη!
Ο Ισραηλίτης σκλάβος, μόλις είδε τι γινόταν, το έβαλε στα πόδια.Τώρα ο Μωυσής ήταν μόνος του, έχοντας μπροστά του τον νεκρό Αιγύπτιο. Κοίταξε τριγύρω του. Δεν υπήρχε ψυχή. Κάτι έπρεπε να κάνει. Έπρεπε να κρύψει το έγκλημά του.Χωρίς να χάσει λεπτό, άνοιξε μια μεγάλη τρύπα στην άμμο και έριξε τον νεκρό Αιγύπτιο μέσα.Στη συνέχεια, τον σκέπασε με άμμο και απομακρλυνθηκε γρήγορα ελπίζοντας οτι δεν είδε κανείς την σκηνή.
Τι θα γινόταν τώρα;;;;;Δεν έπρεπε να μαθευτεί αυτό το περιστατικό!
Την επόμενη μέρα καθώς περπατούσε την πόλη είδε δυο Ισραηλίτες να τσακώνονται μεταξύ τους. Ο Μωυσής τους πλησίασε και προσπάθησε να τους κάνει να σταματήσουν τον τσακωμό, αλλα εκεί ακριβώς που τους μιλούσε, ο ένας από αυτούς τους διέκοψε απότομα:
"Μήπως θα σκοτώσεις κι εμάς όπως σκότωσε τον Αιγύπτιο χθες;" τον ρώτησε με αγένεια.
Ο Μωυσής έκανε ένα βήμα πίσω. Είχαν μάθει το μυστικό του! Μα αν το ήξερε αυτός ο Ισραηλίτης που είχε μπροστά του, τότε πόσοι ακόμη θα το ήξεραν! Τα πράγματα τώρα θα ήταν δύσκολα!!!Κι αν το μάθαινε ο Φαραώ;...
Και πράγματι ο Φαραώ δεν άργησε να μάθει τι είχε κάνει ο Μωυσής.'Εστειλε λοιπόν αμέσως στρατιώτες να τον συλλάβουν.Όμως μάταια.....δεν τον βρήκαν πουθενά!Έψαξαν παντού, μα δεν κατόρθωσαν να τον βρουν.Ο Μωυσής είχε έγκαιρα κατορθώσει να το σκάσει. Εϊχε έγκαιρα καταλάβει τι τον περίμενε και πήρε το δρόμο στης ερήμου, τον δρόμο που οδηγούσε, μέσα από το καμίνι της ερήμου σε μια περιοχή που λεγόταν Μαδιάμ...
__________________________________________________________________________________
Η "καιόμενη βάτος"
Ο Μωυσής ήταν πλέον φυγάς! Είχε σκοτώσει έναν άνθρωπο και τώρα ο Φαραώ τον αναζητούσε για να τον τιμωρήσει - ίσως και με θάνατο.
Μετά από πολλές ημέρες περπάτησε μέσα στην καυτή έρημο ο Μωυσής έφτασε στη γη Μαδιάμ.Ήταν ένας τόπος απόμερος και απομονωμένος.....
Καθώς κάθισε να ξαποστάσει δίπλα σε ένα πηγάδι , συνάντησε τις εφτά κόρες του Ιοθόρ, του ιερέα της περιοχής.Είχαν έρθει να βγάλουν νερό από το πηγάδι, αλλά κάποιοι βοσκοί της περιοχής δεν τις άφηναν.Τότε ο Μωυσής επενέβη για χάρη τους, και όχι μόνο τις υπερασπίστηκε αλλά έβγαλε ο ίδιος νερό από το πηγάδι και πότισε τα κοπάδια τους.
ΑΠό κείνη την ημέρα ο Ιοθόρ καλοσώρισε τον Μωυσή στην οικογένειά του και πριν περάσει πολύς καιρός του έδωσε για γυναίκα του την κόρη του Σεπφώρα.
Τώρα πια ο Μωυσής είχε εγκατασταθεί στη Μαδιάμ και βοηθούσε τον πεθερό του να βόσκει και να προσέχει τα κοπάδια του στους άγριους και αφιλόξενους αμμόλοφους της ερήμου.
Πέρασε καιρός αλλά ο Θεός δεν ξέχασε τον λαό του που βασανιζόταν στην έρημο, ούτε τον Μωυσή που ζούσε σαν φυγάς.
Έτσι μια μέρα που ο Μωυσής είχε οδηγήσει το κοπάδι του στο όρος Χωρήβ, αντίκρυσε ένα θέαμα παράξενο: είδε ένα θάμνο, μια βάτο, να καίγεται....όμως ενώ τα κλαδιά ηταν αναμμένα και οι φλόγες υψώνονταν προς τον ουρανό, η βάτος παρέμενε "άφλεκτη", το ξύλο της δηλαδή δεν έλεγε να καεί και να γίνει κάρβουνο και το κάρβουνο στάχτη.
Η φωτιά ηταν μεγάλη, αλλά η βάτος παρέμενε αναλοίωτη!!!
Ο Μωυσής έκανε για μια στιγμή να πλησιάσει και τότε άκουσε τη φωνή: "Μωυσή, Μωυσή!"
Κοίταξε γύρω μα κανείς δεν φαινόταν.
"Μωυσή βγάλε τα σανδάλια σου! Ο τόπος που πατάς είναι τόπος άγιος!"
Ο Μωυσής κατάλαβε....κατάλαβε και υπάκουσε.......
"Εγώ είμαι ο Θεός των προγόνων σου, του Αβραάμ, του Ισαάκ και του Ιακώβ. Εϊδα τα βάσανα του λαού μου στην Αίγυπτο και διάλεξα εσένα για να τον σώσεις. Θα πας στον Φαραώ και θα του ζητήσεις να οδηγήσεις τον λαό μου έξω από την Αίγυπτο, στη γη που υποσχέθηκα, στη γη που ρέει μέλι και γάλα"
Ο Μωυσής σκέπασε το πρόσωπό του γιατί φοβόταν να κοιτάξει το Θεό. Τα λόγια του Θεού αντηχούσαν δυνατά μέσα στο μυαλό του. Να οδηγήσει το λαό του Θεού; Αυτός; Πώς ήταν δυνατόν; Οι Ισραηλίτες θα τον εμπιστεύονταν;
" Κι αν οι Ισραηλίτες με ρωτήσουν το όνομά σου;" ρώτησε δειλά ο Μωυσής, "ποιός θα πω ότι με στέλνει;"
"ΕΓΩ ΕΙΜΑΙ ΑΥΤΟΣ ΠΟΥ ΕΙΜΑΙ! Έτσι θα τους μιλήσεις. Θα τους πεις "ΑΥΤΟΣ ΠΟΥ ΕΙΝΑΙ με στέλνει σε σας!"
Μα πώς θα με πιστέψουν οι Αιγύπτιοικι ο Φαραώ ότι μου παρουσιάστηκες κι οτι Εσύ με στέλνεις;" Ξαναρώτησε δειλά ο Μωυσής. "Φοβάμαι πως δε θα με πιστέψουν"
Αντί για άλλη απάντηση, ο Θεός ζήτησε από τον Μωυσή να ρίξει το ραβδί του στη γη. Και τότε αυτό μεταμορφώθηκε αμέσως σε φίδι! Ο Μωυσής τρόμαξε!!!!
"Πιάστο απ΄την ουρά", άκουσε τη φωνή να του λέει. Και πράγματι, το έπιασε από την ουρά και το φίδι ξαναέγινε ξύλινο ραβδί.
Ύστερα ο Θεός έδειξε στον Μωυσή πώς να κάνει κι άλλα θαυμαστά σημεία για να γίνει πιστευτός εκεί που θα πήγαινε, αλλά εκείνος παρέμενε διστακτικός, μολονότι φοβόταν και σεβόταν το θέλημα του Θεού.
"Σε παρακαλώ Κύριε" είπε τραυλίζοντας " δεν είμαι πολύ καλός στο να μιλάω....τραυλίζω, μιλάω αργά και χάνω συχνά τα λόγια μου!"
"Ποιός έφτιαξε το στόμα των ανθρώπων;" τον διέκοψε θυμωμένος ο Θεός μέσα από τις πύρινες φλόγες, που έγιναν ξαφνικά φωτεινότερες και πιο καυτές. "Ποιός κάνει τον άνθρωπο μουγγό ή κουφό; Ποιός τον κάνει να βλέπει ή να είναι τυφλός; Εγώ ο Κύριος!Πήγαινε λοιπόν κι εγω θα είμαι μαζί σου."
Όμως ο Μωυσής δίσταζε ακόμα : "Σε παρακαλώ, στείλε κάποιον άλλο!" ψέλλισε.
"Πάρε μαζί σου τον αδερφό σου τον Ααρών. Να, έρχεται να σε συναντήσει. Εκείνος ξέρει να μιλά καλά και θα σε βοηθήσει¨, είπε ξανά η φωνή του Θεού, κι αυτά ήταν τα τελευταία του λόγια............
Ο Μωυσής μετά το όραμα της καιόμενης βάτου, πήγε αμέσως στον πεθερό του τον Ιοθόρ και του ανακοίνωσε την απόφασή του να γυρίσει πίσω στην Αίγυπτο να δει τους συγγενείς του. Αφού πήρε την άδεια του, ξεκίνησε το ταξίδι μέσα στην έρημο. Δεν είχε προλάβει να μπει για τα καλά στην έρημο, όταν είδε να έρχεται από μακριά ο αδερφός του ο Ααρών.
Οι δυο άντρες χαιρετήθηκαν εγκάρδια....ήταν πολύ συγκινημένοι γιατί είχαν χρόνια να ειδωθούν. Τώρα ήταν και οι δυο άντρες μεγάλοι με γκρίζα μαλλιά και γένια.
Ο Μωυσής διηγήθηκε όσα είχε ζήσει στον αδερφό του....και ο Ααρών του είπε πως είχε ακούσει τη φωνή του Θεού που τον πρόσταζε να σηκωθεί και να πάει μέσα από την έρημο να βρεί τον αδερφό του Μωυσή.
Γι΄αυτό βρισκόταν τώρα εκεί μπροστά του!!!!!Τα δυο αδέρφια θαύμασαν την πρόνοια του Θεού και πήραν δύναμη γιατί έβλεπαν πια ξεκάθαρα πως κάποιο σχέδιο είχε ο Θεός για το λαό του...ένα σχέδιο που τώρα έμπαινε σε αφαρμογή ακι οι δυο αδερφοί έπρεπε να φροντίσουν να υλοποιηθεί.
Συγκινημένοι λοιπόν ξεκίνησαν μαζί το ταξίδι της επιστροφής στην Αϊγυπτο. Εκεί, τα δυο αδέρφια πήγαν και συνάνησαν τους συμπατριώτες τους, τους Ισραηλίτες. Όταν είδαν εκείνοι τον Μωυσή τα έχασαν. Μετά από τόσα χρόνια τον νόμιζαν για νεκρό, και να που τώρα εμφανίζοταν μπροστά τους και τους μίλαγε για το θαυμαστό σχέδιο του Θεού. Ο Μωυσής μάλιστα, έκανε μπροστά τους και όλα τα θαύματα που ο Θεός του είχε αναθέσει να κάνει. Κι εκείνοι πίστεψαν ... εμπιστεύτηκαν τον Μωυσή και πίστεψαν πως ο Θεός είχε ακούσει τις ικεσίες τους και δεν τους είχε ξεχάσει.
"Ήρθα στο όνομα του αληθινού Θεού, του Θεού του Ισραήλ, που θέλει να ελευθερώσει τον λαό του"", είπε ο Μωυσής και όλοι έμειναν έκθαμβοι!