Πρόβλημα της θρησκείας είναι ο χρόνος. Η σχέση κάθε θρησκείας με τον καιρό της, η αναφορά της στην ιστορία και η αντιμετώπιση της επικαιρότητας καθορίζουν αποφασιστικά σε κάθε εποχή την ικανότητα επιβίωσης του θρησκευτικού φαινομένου μέσα στον πολιτισμό. Ανάμεσα στη θρησκεία και στην κοινωνία σήμερα πια χάσκει μια άβυσσος: η θρησκεία είναι παραδοσιακή, προμοντέρνα, προνεωτερική και σχετίζεται με το παρελθόν, ενώ η κοινωνία είναι νεωτερική, μοντέρνα, σύγχρονη και αναφέρεται στο μέλλον. Οσο απέχουν παρελθόν και μέλλον τόσο απέχει η θρησκεία από την κοινωνία.


Η μετάβαση στην κοσμικότητα


Η απόσταση αυτή μεταβάλλεται σε χάσμα (αγεφύρωτο ή όχι, θα το δούμε στη συνέχεια) όταν μια κοινωνία επιθυμεί τον εκσυγχρονισμό της, τον εξευρωπαϊσμό, τον εκμοντερνισμό. Τότε πλέον η θρησκεία μοιάζει ακόμη πιο αναχρονιστική απέναντι στην εκσυγχρονιστική κοινωνία των μεταμοντέρνων καιρών μας. Ο όρος «εκσυγχρονισμός» δηλώνει άλλωστε πεντακάθαρα μια ορισμένη σχέση με τον χρόνο. Αν λοιπόν η θρησκεία έρχεται από το παρελθόν και η κοινωνία οδεύει προς το μέλλον, τότε πια ο εκσυγχρονισμός τής μιας συγκρούεται με τον αναχρονισμό της άλλης.


Θρησκεία και κοινωνία είναι ετεροχρονισμένα ιστορικά μεγέθη. Η θρησκευτικότητα φαντάζει «παρελθοντολογική» λόγω της καταγωγικής προέλευσής της από την παραδοσιακότητα του προαναγεννησιακού κοσμοειδώλου. Η σύγχρονη κοινωνία του μοντέρνου κόσμου μοιάζει «μελλοντολογική» εξαιτίας της γενεαλόγησής της από τη νεωτερικότητα του αναγεννησιακού πολιτιστικού παραδείγματος. Η νεωτερική κοινωνία χαρακτηρίζεται από την κοσμικότητα (secular), δηλαδή την άρνηση του θρησκευτικού (sacred), το οποίο περιθωριοποιείται στην καλύτερη περίπτωση (αγνωστικισμός, δεϊσμός, θρησκευτικός αδιαφορισμός) ή στη χειρότερη ­ για τη θρησκεία ­ περίπτωση καταργείται (αθεϊσμός, «λαϊκό κράτος» της Γαλλικής Επανάστασης, «αθεϊστικό καθεστώς» της Ρωσικής Επανάστασης).


Η διαδικασία μετάβασης από τη θρησκευτικότητα στην κοσμικότητα επονομάζεται εκκοσμίκευση (secularization). Πρόκειται για επίτευγμα του νεότερου δυτικοευρωπαϊκού διαφωτισμού στα δύο επάλληλα κύματά του. Το πρώτο κύμα είναι ο αστικός φιλελευθερισμός: από τον βρετανικό εμπειρισμό (Hobbes, Locke, Hume) και τον γαλλικό εγκυκλοπαιδισμό (Voltaire, Diderot) ως τον θετικισμό (Comte) και τη σοσιαλδημοκρατία. Το δεύτερο κύμα του διαφωτισμού είναι ο κοινωνισμός: από τον ουτοπικό σοσιαλισμό (Fourier, Saint-Simon, Proudhon) και τον επιστημονικό μαρξισμό (Marx, Engels) ως τον σταλινισμό και τον κριτικό μαρξισμό σε όλες ανεξαιρέτως τις ποικιλίες του.


Δύο ενδεχόμενες λύσεις μπορεί να λάβει το πρόβλημα των σχέσεων θρησκείας-κοινωνίας σήμερα πια σε πλανητική κλίμακα. Η μία λύση είναι η θρησκειοποίηση της κοινωνίας και η άλλη δυνατότητα είναι η κοινωνικοποίηση της θρησκείας.


Θρησκειοποίηση της κοινωνίας


Θρησκειοποίηση της κοινωνίας σημαίνει την εμμονή στην αποκλειστική προτεραιότητα του θρησκευτικού παράγοντα στον καθορισμό σύνολης της ζωής, δηλαδή την επιβολή της θρησκείας επί της κοινωνίας. Αυτό συμβαίνει σε πάμπολλες περιπτώσεις ολόγυρά μας σήμερα. Το ισραηλινό κράτος διακυβερνάται κοινοβουλευτικά από τα κόμματα του ορθόδοξου ιουδαϊσμού τα οποία θρησκειοποιούν την κοινωνία σε τέτοιον βαθμό ώστε να διερωτάται κανείς για τη λειτουργία του κοινοβουλευτισμού και τη συνύπαρξή του με τον φανατισμό έτσι όπως αποκαλύπτεται στην περίπτωση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της παλαιστινιακής ειρήνευσης.


Το ιρανικό καθεστώς έχει εγκαθιδρύσει δύο παράλληλες εξουσίες, την κρατική-πολιτική και την ισλαμική-θρησκευτική, με το απόλυτο προβάδισμα της τελευταίας πάνω στην πρώτη, όπως ρητά και απερίφραστα δηλώνεται στον τίτλο του κράτους «Ισλαμική Δημοκρατία του Ιράν». Ανάλογα ισχύουν σε όλα τα αυστηρά ισλαμικά καθεστώτα από τη βασιλόφρονα Σαουδική Αραβία ως την εθνικοσοσιαλιστική Λιβύη.


Πέρα όμως από τα επίσημα καθεστώτα ισχύει επίσης η θρησκειοποίηση της κοινωνίας σε μερικά τριτοκοσμικά εθνικοαπελευθερωτικά κινήματα με σοσιαλιστική καταγωγή, εθνικιστική ρητορεία και λαϊκιστική λειτουργία. Στον ισλαμικό χώρο επισημαίνουμε τους «Μουσουλμάνους Αδελφούς» της Αιγύπτου με δολοφονικές επιχειρήσεις και τρομοκρατικές ενέργειες εναντίον ομοεθνών ηγετών τους και αλλοδαπών τουριστών ή τους «μουτζαχεντίν» και τους «ταλιμπάν» του Αφγανιστάν, τους «σιχ» της Ινδίας κ.ά.


Ηπιότερες αλλά εξίσου αποφασιστικές μορφές παίρνουν ποικίλα θρησκευτικοπολιτικά κινήματα σαν τους ισλαμιστές από τη γείτονα Τουρκία ως τη Μέση Ανατολή, τον εβραϊκό σιωνισμό, τον προτεσταντικό φονταμενταλισμό με την «πολιτική ορθότητα» και την «ηθική πλειοψηφία», τον ρωμαιοκαθολικό αντιμοντερνισμό του γαλλοελβετού επισκόπου Λεφέβρ, την ελλαδική «Νεορθοδοξία» και τον πανσλαβικό νεοσυντηρητισμό που συναιρούν την τέως «κομμουνιστική ορθοδοξία» με την πρώην «χριστιανική ορθοδοξία» σε έναν ιδεολογικό «παλαιοημερολογιτισμό των νεοημερολογιτών» με στοιχεία αντιδυτικισμού και αντικαπιταλισμού μαζί με δόσεις εθνικισμού, σοσιαλισμού και λαϊκισμού.


Κοινός παρονομαστής όλων αυτών των τάσεων είναι ο φονταμενταλισμός, δηλαδή ο μαχητικός θρησκευτικός συντηρητισμό. Τα ανθρώπινα δικαιώματα, οι ατομικές ελευθερίες και η κοινοβουλευτική δημοκρατία παραμένουν απολύτως ασυμβίβαστα με τη θρησκειοποίηση της κοινωνίας που επιδιώκουν οι παντοειδείς φονταμενταλιστές.


Κοινωνικοποίηση της θρησκείας


Η κοινωνικοποίηση της θρησκείας είναι η μόνη γόνιμη λύση που απομένει μετά το τραγικό αδιέξοδο του φονταμενταλισμού το οποίο επιφέρει η θρησκειοποίηση της κοινωνίας μας. Το δίλημμα είναι: Αναχρονισμός ή εκσυγχρονισμός; Θρησκειοποίηση της κοινωνίας ή κοινωνικοποίηση της θρησκείας; Η κοινωνία μας να γίνει θρησκευτική ή η θρησκεία μας να γίνει κοινωνική;


Πέρα από την αναπόφευκτη ανθρώπινη αδυναμία που ακούει στο όνομα «πειρασμός της εξουσίας» και διακατέχει κάθε έμβιο ον, θρησκευόμενο ή μη, ηγετικό ή όχι, έτσι όπως διαζωγραφείται με απαράμιλλη λογοτεχνική δεξιοτεχνία στον μύθο του «Μεγάλου Ιεροεξεταστή» στους Αδελφούς Καραμαζόφ του Φιόντορ Ντοστογέφσκι, υπάρχει και κατιτί άλλο σε θεωρητικό επίπεδο. Πρόκειται για τον φόβο της απώλειας της ταυτότητας. Η θρησκεία παρέχει ενότητα, δηλαδή σχετίζει θείο και ανθρώπινο, ενώνει ορατό και αόρατο, ενίζει σώμα και ψυχή, ενοποιεί ύλη και πνεύμα, αναφέρει το συνειδητό στο ασυνείδητο. Ετσι η θρησκεία χορηγεί ταυτότητα στον άνθρωπο και στην κοινωνία, παρέχει ενότητα στον χώρο και στον χρόνο.


Η κοινωνικοποίηση της θρησκείας, δηλαδή η συμμόρφωσή της με την κοινωνία, και μάλιστα με τη νεωτερική κοινωνία του μοντέρνου τρόπου ζωής στο αναγεννησιακό πολιτιστικό πρόταγμα του δυτικοευρωπαϊκού διαφωτισμού (ανθρώπινα δικαιώματα, ατομική ελευθερία, κοινοβουλευτική δημοκρατία, κεφαλαιοκρατική οικονομία κτλ.), σημαίνει τον εκσυγχρονισμό και αυτό το γεγονός με τη σειρά του απαιτεί την ανανέωση της θρησκείας, την αλλαγή του ηθικού κώδικά της, την εξατομίκευση και την εκκοσμίκευση. Για παράδειγμα, ο άνθρωπος ως άτομο έχει δικαίωμα στο σώμα του κατά τη γέννηση (αμβλώσεις) και κατά τον θάνατο (ευθανασία). Η θρησκεία δέχεται αυτό το δικαίωμα μόνο για το θείο και όχι για το άτομο!


Ο εκσυγχρονισμός φαντάζει σαν απώλεια ταυτότητας και αναίρεση της ενότητας θείου – ανθρωπίνου που εγγυάται κάθε θρησκεία ανέκαθεν. Η προσωπική ηθική της κοσμικότητας και της θρησκευτικότητας φαίνεται να συγκρούονται. Τα δύο παραδείγματα, προγεννητικός έλεγχος και επιθανάτια διαχείριση της ζωής, είναι τυχαία και ακραία ίσως αλλά συνηθισμένα και χαρακτηριστικά της διλημματικής υφής του προβλήματος. Η συνήθης αντίδραση των θρήσκων συνανθρώπων μας είναι μια φοβική στάση απέναντι στον εκσυγχρονισμό, στον εξευρωπαϊσμό ή στον εκδυτικισμό της κοινωνίας.


Φόβοι απέναντι στο πραγματικό και φοβίες απέναντι στο φανταστικό είναι ευνόητα ψυχολογικά φαινόμενα που πρέπει να ιδωθούν με κατανόηση και να αντιμετωπισθούν με ανοχή, χωρίς όμως ποτέ να βρουν αποδοχή, διότι σε μια τέτοια περίπτωση η κοινωνία αυτοκαταδικάζεται στον παιδισμό του προαναγεννησιακού παραδοσιακού παραδείγματος το οποίο ουδέποτε υπήρξε παραδεισιακό, όπως φαίνεται από την επικράτηση της δουλείας και της εθελοδουλείας ως την ανισότητα των δύο φύλων και την εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο.


Το επίκαιρο ιστορικό δίλημμα της θρησκείας παραμένει: Αναχρονισμός ή εκσυγχρονισμός; *


* Ο κ. Μάριος Μπέγζος είναι αναπληρωτής καθηγητής της Συγκριτικής Φιλοσοφίας της Θρησκείας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. 

Πηγή