Πέμπτη 19 Ιουνίου 2014

Η απώλεια του άτρωτου Εγώ μας (π.Θεμιστοκλής Μουρτζανός)

Η απώλεια είναι συνδεδεμένη με τη ζωή του ανθρώπου. Δεν χάνουμε μόνο αγαπημένα μας πρόσωπα, εξαιτίας της ακατανίκητης δύναμης του θανάτου. Χάνουμε όνειρα, βλέπουμε τις σχέσεις μας με τους άλλους ανθρώπους να διαλύονται, συνήθως εξαιτίας της φθοράς του χρόνου και των μικροεγωισμών μας, βλέπουμε τα πρότυπα ζωής στα οποία έχουμε στηριχτεί να μην μπορούν να μας δώσουν νόημα και σκοπό, γιατί αλλάζουν οι εξωτερικές συνθήκες που δημιούργησαν την ψευδαίσθηση ότι αυτά τα πρότυπα θα μπορούσαν να μας δώσουν την ευτυχία. Χάνουμε ενίοτε και τον εαυτό μας, καθώς ζούμε μέσα σε μία ταχύτητα η οποία δεν μας επιτρέπει να σκεφτούμε το ποιοι είμαστε και τι θέλουμε από τη ζωή μας, να διαπιστώσουμε τα λάθη τα οποία δεν μας αφήνουν να χτίσουμε υγιείς σχέσεις με τους άλλους ή τις απαιτήσεις που έχουμε, τόσο από εμάς όσο και από εκείνους, με αποτέλεσμα να πέφτουμε σε έναν βυθό εγωκεντρισμού, χωρίς να είναι βέβαιο ότι αυτό που ζητάμε θα μας δώσει και αληθινό νόημα στη ζωή μας. Χαμένους Παράδεισους θρηνούμε συχνά οι άνθρωποι. Η πιο δύσκολα αντιμετωπίσιμη απώλεια δεν παύει ωστόσο να είναι αυτή των προσώπων που αγαπούμε.
Για μια τέτοια απώλεια διαβάζουμε στις Πράξεις των Αποστόλων, η οποία συνέβη στην πόλη της Ιόππης στην Παλαιστίνη. Η Ταβιθά, μία γυναίκα, η οποία ήταν πλήρης αγαθών έργων και ελεημοσυνών, αρρώστησε και πέθανε (Πράξ. 9, 36-37). Και οι χριστιανοί καλούν τον απόστολο Πέτρο είτε με την κρυφή ελπίδα ότι θα την αναστήσει στο όνομα του Χριστού, είτε για να απαλύνει τον πόνο τους για την απώλεια. Και εκείνος πηγαίνει, ως στοργικός πατέρας, για να βρεθεί κοντά στα παιδιά του που πενθούν. Καθώς θα βρεθεί εκεί θα διαπιστώσει ότι το πένθος τους ήταν τόσο για την απώλεια του προσώπου καθαυτή, όσο και για το γεγονός ότι είχε συνδεθεί με τους φτωχούς και τους εμπερίστατους της πόλης, ιδίως τις χήρες γυναίκες στις οποίες η Ταβιθά έραβε ρούχα για να μπορούν να ντύνονται. Η απώλεια λοιπόν είχε να κάνει και με το αδύνατον της περαιτέρω αγάπης και της προσφοράς. Την ίδια στιγμή, το πένθος τους επιτεινόταν και από το γεγονός ότι ο θάνατος για μια ακόμη φορά φάνταζε παντοδύναμος και ότι ο Θεός δεν παρενέβη ώστε να τον αναστείλει και να δώσει σε μία καλή χριστιανή, σε μία αγία την δυνατότητα της ζωής. Αυτά τα τρία στοιχεία δείχνουν τελικά και ποιο είναι το βαθύτερο νόημα μιας απώλειας, κάθε είδους.
Η κοινωνία με τα πρόσωπα είναι αυτή που δίνει το κατεξοχήν νόημα ζωής στον άνθρωπο. Ο άνθρωπος δεν υπάρχει για να είναι μόνος του. Την ίδια στιγμή, μέσα από την σχέση με τους άλλους ανθρώπους διαπιστώνει τον πραγματικό του εαυτό. Την δυνατότητα να αγαπήσει και τις δυσκολίες αυτής της κίνησης. Πόσο εγωκεντρικός είναι και πόσο δοτικός και ανοιχτός. Το πώς βλέπει τον κόσμο. Η διάθεση του ανθρώπου να συναντήσει τους άλλους τον καταξιώνει τόσο ενώπιόν τους, όσο και στον ίδιο του τον εαυτό. Είμαστε πλασμένοι, ως εικόνες Θεού, για να κοινωνούμε ο ένας με τον άλλο. Κι αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο ο Χριστός σαρκώθηκε, σταυρώθηκε και αναστήθηκε. Για να μας δείξει ότι αυτή η κοινωνία δεν είναι μόνο οριζόντια, αλλά ξεκινά από την κάθετη διάστασή της. Από την σχέση μας με το Θεό, ο Οποίος «τον κόσμον ούτως ηγάπησε ώστε τον μονογενή αυτού υιόν δούναι, ίνα πας ο πιστεύων εις αυτόν μη απόληται, αλλ’ έχη ζωήν αιώνιον» (Θεία Λειτουργία του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου). Και ζωή είναι η κοινωνία. Η συνάντηση. Η σχέση μεταξύ των προσώπων.
Στην κοινωνία αυτή ο καθένας μας καλείται να δείξει αγάπη.Να την επιλέξει ως την κατεξοχήν οδό. Και η αγάπη ξεκινά από την απλή προσφορά. Από τα υλικά αγαθά, είτε όσα μας ανήκουν είτε όσα μπορούμε να δημιουργήσουμε, μέχρι την προσευχή και την πνευματική διακονία του πλησίον μας. Και η αγάπη γίνεται η αφετηρία της ευγνωμοσύνης. Της κοινωνίας με τους άλλους. Γι’ αυτό και οι χριστιανοί της Ιόππης κλαίνε και επιδεικνύουν τα όσα τους προσέφερε η Ταβιθά. Αναγνωρίζουν το πρόσωπο από τα έργα του. Και στέκονται μέχρι το τέλος δίπλα της, γιατί βλέπουν αυτή την διάθεση για περίσσεια προσφοράς. Αυτή η έξοδος από τον εαυτό μας, όσο κι αν φαίνεται αυτονόητη, τελικά δεν είναι. Γιατί δεν είναι εύκολο να στερηθεί κάποιος χρόνο, διάθεση, αγαθά, ό,τι του ανήκει, για να το προσφέρει. Όχι ότι δεν είναι η φυσική μας κατάσταση. Αλλά επικρατεί το πνεύμα της αμαρτίας, δηλαδή της αυτάρκειας και του αυτοεγκλωβισμού στα ίδια, με αποτέλεσμα η αγάπη ως προσφορά να γίνεται κίνηση για τους άλλους και όχι για τον εαυτό μας.
Ο χριστιανός συνήθως έχει τον λογισμό της ανταπόδοσης από το Θεό όποιας καλοσύνης, όποιας αγάπης, ακόμη και της συνολικής του επιλογής ως προσώπου να είναι η ζωή του σύμφωνη με το θέλημά Του. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να μην μπορεί εύκολα να δεχθεί την δοκιμασία και την απώλεια. Έτσι φτάνει στο σημείο της απαρηγόρητης λύπης και του αναπάντητου «γιατί;», όταν διαπιστώνει ότι τόσο ο ίδιος όσο και οι οικείοι του, αλλά και οι σχέσεις του και τα αγαθά του και τα πρότυπά του υφίστανται την φθαρτότητα. Η πίστη όμως δεν νικιέται από την φθορά, αλλά επενδύει νόημα στην Ανάσταση από αυτήν. Και η ανάσταση δεν έρχεται χωρίς εμπιστοσύνη στο Θεό και το θέλημά Του, όπως επίσης και χωρίς την μετάνοια για τα λάθη και τις αμαρτίες μας. Καμία απώλεια δεν μπορεί να αντιμετωπισθεί χωρίς την αυτογνωσία για την πορεία μας, όπως επίσης και χωρίς την αγάπη προς το Θεό. Δεν μας υποσχέθηκε ζωή χωρίς δυσκολίες. Το αντίθετο. Μας κάλεσε σε έναν πόλεμο τόσο εναντίον του κακού, όσο και εναντίον του ό,τι μας χωρίζει από Εκείνον. Και αυτός ο πόλεμος είναι συνεχής και συνοδεύεται αναπόφευκτα από απώλειες. Πρωτίστως αυτήν του «άτρωτου εγώ μας». Του αταπείνωτου φρονήματος. Αν δεν χάσουμε αυτά, τότε δεν μπορούμε να διαχειριστούμε καμία απώλεια.
Ο Πέτρος «παρέστησε την Ταβιθά ζώσα» (Πράξ. 9, 41). Έδειξε στους χριστιανούς και εκείνης της εποχής, αλλά και μέχρι σήμερα ότι τα πάντα και εμείς ανήκουμε στο Θεό και στο θέλημά Του. Και αυτό είναι μήνυμα για το πώς διαχειριζόμαστε τη ζωή μας, ιδίως στην πραγματικότητα της εποχής μας, στην οποία επενδύσαμε τα πάντα στον εαυτό μας, στο θέλημά μας, στα επιτεύγματά μας, στη δυνατότητα της αυτάρκειας και του εγωκεντρισμού. Και διαπιστώνουμε την σαθρότητα του οικοδομήματος αυτού καθώς βλέπουμε την μία απώλεια να έρχεται κατόπιν της άλλης. Ας δούμε πλέον τον εαυτό μας και τη ζωή μας στην προοπτική του τρόπου του Θεού. Ας επενδύσουμε στην κοινωνία των προσώπων. Στην αγάπη και την προσφορά. Και στην υπομονή και την εμπιστοσύνη στο Θεό για ό,τι συμβαίνει και δεν έχει να κάνει με τις δικές μας πράξεις ή παραλείψεις. Ας χτίσουμε έναν νέο και συνάμα αιώνιο θεανθρωποκεντρικό πολιτισμό κοινωνίας, αγάπης και πίστης και τίποτε τότε δεν θα είναι ανυπέρβλητο εμπόδιο. Μπροστά στο βίωμα της διαρκούς Ανάστασης το οποίο η Εκκλησία και ο Κύριος μάς παρέχουν.


Κέρκυρα, 11 Μαΐου 2014

Αναρτήθηκε από π.Θεμιστοκλής Μουρτζανός

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...