Στο γνωστό περιστατικό της προσευχής του Τελώνη και του Φαρισαίου , ο Φαρισαίος έκανε μια πράξη η οποία θεωρείται «καλή» από μόνη της: προσευχόταν. Και όπως φαίνεται, μάλιστα, ο Φαρισαίος
δεν βαρυνόταν καν με παραπτώματα. Και νήστευε και ελεούσε, δηλαδή έκανε πλήθος πράξεων οι οποίες θεωρούνται «καλές» από μόνες τους – καθαυτές. Παρόλα αυτά αποδοκιμάστηκε από τον Χριστό, διότι όλα αυτά ήταν απλώς εκδηλώσεις του εγωκεντρισμού του και της απόρριψης των άλλων. Αντίθετα, ο Τελώνης βαρυνόταν με χίλια δυο παραπτώματα, αλλά προσευχόταν με ταπείνωση, η οποία άφηνε χώρο στον άλλον (στον Θεό και στον συνάνθρωπο) και στη δική του αλλαγή. Σε πολλές περιπτώσεις, εξάλλου, ο Χριστός έχει διευκρινίσει ότι δεν έχουν αξία από μόνες τους οι πράξεις τις οποίες κάνουν όσοι πράττουν για να κάνουν καλή εντύπωση στους ανθρώπους»
Η αγάπη…
Η αγάπη δεν είναι μια εύκολη υπόθεση. Ο άνθρωπος χρειάζεται να ασκείται στην αγάπη, και η χάρη
του Θεού συνεργεί σε αυτό. Όσο, λοιπόν, κι αν υστερεί ο άνθρωπος, όσο κι αν παλεύει αδιάκοπα
με τον εγωισμό του, το σημαντικό είναι να προσανατολίσει αποφασιστικά την ύπαρξή του προς την
αγάπη, ώστε να την καθιστά κριτήριο των αποφάσεων και των ενεργειών του. Κάθε πράξη, λοιπόν,
θα αξιολογηθεί από το αν έγινε με κριτήριο την αγάπη. Και κάθε πράξη στερείται αξίας, αν έγινε
δίχως αγάπη. Μας το έχει επισημάνει με ένταση ο απόστολος Παύλος στον περίφημο ύμνο της
αγάπης, μας το έχει διευκρινίσει και ο άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός με εξαιρετική ένταση:
«Χίλιας χιλιάδας καλά να κάμνωμεν, αδελφοί μου, νηστείας, προσευχάς, ελεημοσύνας, και το αίμα
μας να χύσωμεν δια τον Χριστό μας, και δεν έχομεν αυτάς τα δύο αγάπας [για τον Θεό και για τον
συνάνθρωπο], αλλά έχομεν το μίσος και την έχθραν εις τους αδελφούς μας, όλα εκείνα τα καλά όπου
εκάμαμεν είναι του διαβόλου και εις την κόλασιν πηγαίνομεν»
…και η ελευθερία
Αγάπη είναι η μη-εγωιστική σχέση μου με κάποιον άλλον, δηλαδή με κάποιον που δεν είναι εγώ. Άρα, είναι το άνοιγμα πέρα από τον εαυτό μου. Και δεν σημαίνει απεμπόληση της δικής μου προσωπικότητας. Το άθλημα της αγάπης σημαίνει σχέση μεταξύ διαφορετικών υποκειμένων. Όποτε χάνεται η προσωπικότητα οιουδήποτε από τα δύο μέρη, δεν πρόκειται για έντονη αγάπη, αλλά για κατάργηση της αγάπης! Αυτό που απομένει σ’ αυτή την περίπτωση είναι μία προσωπικότητα, η οποία έχει απορροφήσει ή έχει υποτάξει τις άλλες!
Μια περίπτωση, η οποία δημιουργεί μεγάλη σύγχυση, είναι όταν η απορρόφηση ή η καθυπόταξη
του άλλου γίνεται στο όνομα της αγάπης! Όταν δηλαδή κάποιος επιβάλλει στον άλλον ό,τι ο ίδιος
θεωρεί καλό, ισχυριζόμενος ότι το κάνει επειδή τον αγαπά. Για τον λόγο αυτόν (και παρόλο που η
αγάπη κανονικά εμπεριέχει τον σεβασμό της ελευθερίας του άλλου), χρειάζεται να υπογραμμίζουμε
τη σημασία που έχει για την αξιολόγηση κάθε πράξης και ο σεβασμός της ελευθερίας.
Κάθε πράξη, λοιπόν, είναι ηθική αν υπαγορεύεται από την αγάπη και αν αναγνωρίζει την
ελευθερία του άλλου. Αγάπη χωρίς την ελευθερία πνίγει, και ελευθερία χωρίς αγάπη καταλήγει σε αδιαφορία.
Το πρόβλημα του σχετικισμού
Είπαμε παραπάνω ότι καμία πράξη δεν είναι από μόνη της «καλή» ή «κακή», αλλά όλες εξαρτώνται από τα δύο κριτήρια, την αγάπη και την ελευθερία. Η θέση αυτή μοιραία έρχεται αντιμέτωπη με ένα πολύ λεπτό και κρίσιμο ζήτημα: τον σχετικισμό.
Σχετικισμός είναι η πεποίθηση ότι ο προσδιορισμός του «καλού» και του «κακού», είναι απολύτως υποκειμενική υπόθεση. Ποιο είναι το πρόβλημα με τον σχετικισμό; Το πρόβλημα δεν είναι ότι καθένας πρέπει να κρίνει και να αποφασίζει ελεύθερα και υπεύθυνα· αυτό είναι σωστό και πολύ σημαντικό. Το πρόβλημα με τον σχετικισμό είναι ότι όλα τα θεωρεί υποκειμενικά, και άρα αρνείται κάθε κοινή αξία μεταξύ των ανθρώπων.
Αλλά αν τα πάντα είναι σχετικά (ή υποκειμενικά), τότε δεν υπάρχει τίποτα πανανθρώπινο,τίποτα που να ισχύει για όλους. Με αυτή την πεποίθηση ανοίγει η πόρτα στο να μετατραπεί η ζωή του κόσμου σε κόλαση, για τον εξής λόγο:
Αν η αγάπη και η ελευθερία δεν είναι πανανθρώπινα αιτήματα και πανανθρώπινα κριτήρια, τότε
δικαιώνεται κάθε είδους απανθρωπιά και τυραννία (ακόμα, μάλιστα, κι αν δεν μιλάμε για χριστιανικά κριτήρια, και πάλι θα χρειαστεί να ορίσουμε κάποια που να είναι πανανθρώπινα). Για να υπάρξει
αντίρρηση και αντίσταση στον κάθε λογής τύραννο, χρειάζεται να γίνονται δεκτά κάποια κριτήρια
που θα ισχύουν για όλους, και βάσει των οποίων το θύμα έχει δίκιο κι ο θύτης άδικο. Αν, αντιθέτως, δεχτούμε ότι δεν υπάρχουν πανανθρώπινα κριτήρια, αλλά τα πάντα είναι υποκειμενικά, τότε θα πρέπει να δεχτούμε ότι ο τύραννος καλά πράττει, αφού του έχει αναγνωριστεί το δικαίωμα να μη δεσμεύεται από οτιδήποτε έξω από τον εαυτό του! Μόνο αν η ελευθερία και η ανθρώπινη αξιοπρέπεια είναι πανανθρώπινες αξίες, θα μπορεί να απαιτηθεί απ’ αυτόν ο σεβασμός τους.
Με δυο λόγια, μία ελευθερία απολύτως αποσυνδεμένη από κάθε πανανθρώπινο κριτήριο, καταλήγει να είναι αιχμαλωσία στον εγωισμό.
Βαθμίδες ηθικής ωριμότητας
Η βίωση της αγάπης και η ανάδειξή της σε κίνητρο και σε κριτήριο των επιλογών μας δεν γίνεται ούτε εύκολα ούτε αυτόματα. Όπως είπαμε, χρειάζεται άσκηση, άθληση. Έτσι, λοιπόν, οι Πατέρες της Εκκλησίας διευκρινίζουν, σχηματικά, ότι τρία κίνητρα απαντώνται στους ανθρώπους και στον τρόπο ζωής τους: ο φόβος, ο μισθός και η αγάπη. Καθένα από αυτά τα κίνητρα αντιστοιχεί σε μία βαθμίδα.
Χαμηλότερη είναι η βαθμίδα του φόβου και κορυφαία αυτή της αγάπης. Σ΄ αυτά τα κίνητρα αντιστοιχούν τρεις τύποι ανθρώπων: ο δούλος, ο μισθωτός και ο ελεύθερος (ή υιός).
Ο «δούλος» ενεργεί από φόβο, ώστε να αποφύγει την τιμωρία. Όσον αφορά τη σχέση του με τον Θεό, νοεί τον Θεό πάνω απ’ όλα ως άγριο επόπτη και τιμωρό.
Ο «μισθωτός» ενεργεί αποβλέποντας σε ανταμοιβή. Νοεί τον Θεό σαν ένα είδος εργοδότη ή σαν συνέταιρο σε ένα εμπορικό συμβόλαιο.
Ο «ελεύθερος» ή «υιός» δρα από αγάπη, χωρίς φόβο και χωρίς υστεροβουλία. Και ζει τον
Θεό ως πατέρα και φίλο. «Δεν σας ονομάζω πια δούλους», είχε πει ο Χριστός στους μαθητές του, «γιατί ο δούλος δεν ξέρει τι κάνει ο κύριός του. Εσάς όμως σας ονομάζω φίλους»
. Και ο ευαγγελιστής Ιωάννης διευκρινίζει: «Όποιος αγαπάει δεν φοβάται. Η τέλεια αγάπη διώχνει τον φόβο. Γιατί ο φόβος σχετίζεται με την τιμωρία κι όποιος φοβάται την τιμωρία, δείχνει πως δεν έχει φτάσει στην τέλεια αγάπη» Εδώ χρειάζεται μία διευκρίνιση: Η φράση «δούλος (ή δούλη) Θεού», που χρησιμοποιεί συχνά η Εκκλησία (π.χ. «βαπτίζεται η δούλη του Θεού…», «νυμφεύεται ο δούλος του Θεού…») δεν εννοεί την προαναφερθείσα βαθμίδα. Όσο κι αν φαίνεται παράξενο, σημαίνει την
τρίτη βαθμίδα! Δηλώνεται ότι ο πιστός «ανήκει» σ’ αυτόν, τον οποίον ο ίδιος αναγνωρίζει ως Κύριό του· «ανήκει» σε έναν Θεό ο οποίος θυσιάστηκε για τον άνθρωπο και ο οποίος θέλει τον άνθρωπο ελεύθερο. Έτσι, η φράση «δούλος Θεού» σημαίνει τον άνθρωπο ο οποίος δεν δέχεται να υποδουλωθεί σε κανέναν άνθρωπο και σε καμία σκλαβιά.
Βήματα μάθησης και έκφρασης
Βήμα Πρώτο
Ας αναρωτηθούμε ποια μπορεί να είναι τα κίνητρα των πράξεων των τριών προσώπων στις ακόλουθες αφηγήσεις (του πατέρα, του πλούσιου ευεργέτη και του προσευχόμενου νέου), και ας αποφασίσουμε ποια είναι η αξία των πράξεων αυτών ανάλογα με τα κίνητρα του καθενός:
Α. «Ο πατέρας μου ήταν πολύ αυστηρός χθες και μου ζήτησε με πολύ έντονο τρόπο να μείνω στο σπίτι το απόγευμα για να μελετήσω, ενώ οι φίλοι μου με περίμεναν στο γήπεδο. Έχω γίνει 15 χρόνων και ακόμη αυτός αποφασίζει!».
Β. «Πλήθος δημοσιογράφων βρέθηκαν στα εγκαίνια του αθλητικού κέντρου με το όνομα του πλούσιου ευεργέτη μας, που το εγκαινίασε ο ίδιος πίσω από τα εκατοντάδες φλας και επευφημίες. Δήλωσε: «Δεν πρέπει να προκαλούμε τον Θεό. “Μοίραζε για να έχεις”, λένε...».
Γ. «Θεέ μου, σ’ ευχαριστώ που εγώ δεν είμαι σαν τους άλλους ανθρώπους κακός, άδικος, πονηρός, ή σαν τους συμμαθητές μου. Εγώ νηστεύω δύο φορές την εβδομάδα και βοηθώ όποιον ζητήσει τη βοήθειά μου. Για αυτό σου ζητώ να με βοηθήσεις και εσύ».
Βήμα Δεύτερο
Ας διακρίνουμε τι αποτυπώνουν τα πρόσωπα και η στάση των σωμάτων του Φαρισαίου και
του Τελώνη στο έργο του Nicola Saric, και ας απαντήσουμε στις παρακάτω ερωτήσεις:
• Τι γνωρίζετε για το θέμα του έργου;
• Ποια ερωτήματα ή αμφιβολίες έχετε;
Ας διαβάσουμε την παραβολή και ας απαντήσουμε, παρατηρώντας το έργο, σε μερικές
ακόμη ερωτήσεις:
Η παραβολή του Τελώνη και του Φαρισαίου
«9 Σε μερικούς που ήταν σίγουροι για την ευσέβειά τους και περιφρονούσαν τους άλλους, είπε την
παρακάτω παραβολή: 10 «Δύο άνθρωποι ανέβηκαν στο ναό για να προσευχηθούν. Ο ένας ήταν Φαρι-
σαίος κι ο άλλος τελώνης. 11Ο Φαρισαίος στάθηκε επιδεικτικά κι έκανε την εξής προσευχή σχετικά με
τον εαυτό του: “Θεέ μου, σ’ ευχαριστώ που εγώ δεν είμαι σαν τους άλλους ανθρώπους άρπαγας, άδικος, μοιχός, ή και σαν αυτόν εδώ τον τελώνη. 12 Εγώ νηστεύω δύο φορές την εβδομάδα και δίνω στο ναό το δέκατο απ’ όλα τα εισοδήματά μου”. 13 Ο τελώνης, αντίθετα, στεκόταν πολύ πίσω και δεν τολμούσε ούτε τα μάτια του να σηκώσει στον ουρανό. Χτυπούσε το στήθος του και έλεγε: “Θεέ μου, σπλαχνίσου με τον αμαρτωλό”. 14 Σας βεβαιώνω πως αυτός έφυγε για το σπίτι του αθώος και συμφιλιωμένος με το Θεό, ενώ ο άλλος όχι· γιατί όποιος υψώνει τον εαυτό του θα ταπεινωθεί, κι όποιος τον ταπεινώνει θα υψωθεί» 7
.
• Ποιος είναι ο Φαρισαίος στο ζωγραφικό έργο και ποιος ο Τελώνης; Και γιατί;
• Για ποιο σκοπό ο Φαρισαίος δείχνει τον Τελώνη;
• Τι θα άλλαζε αν ο Φαρισαίος έδειχνε τον εαυτό του;
Ας συζητήσουμε γιατί ο Θεός αποδοκιμάζει τις πράξεις του Φαρισαίου.
Βήμα Τρίτο
Α. Αφού αναγνωρίσουμε ότι κάθε πράξη είναι ηθική αν υπαγορεύεται από την αγάπη και αναγνωρίζει την ελευθερία του άλλου, ας επιχειρήσουμε να διακρίνουμε στο παραπάνω κείμενο του αποστόλου Παύλου, ποιες πράξεις, οι οποίες γενικά θεωρούνται σπουδαίες, καταντούν ένα τίποτα, αν δεν έχουν την αγάπη ως κίνητρο.
«Αν μπορώ να λαλώ όλες τις γλώσσες των ανθρώπων,
ακόμα και των αγγέλων,
αλλά δεν έχω αγάπη για τους άλλους,
οι λόγοι μου ακούγονται σαν ήχος χάλκινης καμπάνας
ή σαν κυμβάλου αλαλαγμός.
Και αν έχω της προφητείας το χάρισμα κι όλα
κατέχω τα μυστήρια κι όλη την γνώση,
κι αν έχω ακόμα όλη την πίστη, έτσι που να μετακινώ βουνά,
αλλά δεν έχω αγάπη, είμαι ένα τίποτα.
Κι αν ακόμα μοιράσω στους φτωχούς όλα μου τα υπάρχοντα,
κι αν παραδώσω στη φωτιά το σώμα μου για να καεί,
αλλά δεν έχω αγάπη, σε τίποτα δεν με ωφελεί»
Β. Αν η αγάπη και η ελευθερία δεν είναι πανανθρώπινα κριτήρια από τα οποία εξαρτώνται οι πράξεις όλων των ανθρώπων, τότε ο καθένας διαμορφώνει τα δικά του υποκειμενικά και σχετικά κριτήρια. Ας σκεφτούμε τι σημαίνει αυτό για την Εκκλησία και την κοινωνία.
Ας σκεφτούμε ξεχωριστά τι αλλάζει στον ίδιο και τους άλλους, αν κάθε άνθρωπος ακολουθήσει με τα δικά του κριτήρια το σύνθημα του τοίχου Ή αν κάθε άνθρωπος ακολουθήσει τον «κανόνα» του ιερού Αυγουστίνου (354-430) και έχει ως κριτήριο την αγάπη του για τον Θεό:
«Μια για πάντα, σας δίνεται ένας συνοπτικός κανόνας:
Αγαπάτε και κάντε ό,τι θέλετε·
εάν σιωπάτε, να σιωπάτε από αγάπη·
εάν φωνάζετε, φωνάξτε από αγάπη·
εάν ελέγχετε, να ελέγξετε από αγάπη·
εάν δείχνετε έλεος, να δείχνετε έλεος από αγάπη·
ας είναι η αγάπη, η εσωτερική ρίζα,
γιατί από αυτήν την ρίζα τίποτα άλλο δεν μπορεί να βλαστήσει,
παρά μόνο το καλό»
Κλείνοντας, ας σκεφτούμε όσα λέει ο ιερέας στη Θεία Λειτουργία και απαντούμε εμείς:
Ιερέας: Άνω σχώμεν τας καρδίας.
Εμείς: Έχομεν προς τον Κύριον.
Τι αλλάζει στην καθημερινή μας πράξη αν η ψυχή ανεβαίνει ασταμάτητα, για να συναντήσει
τον Θεό;
Βήμα Τέταρτο
Η βίωση της αγάπης και της ελευθερίας χρειάζεται άσκηση, άθληση. Αφού αναγνωρίσουμε
ότι στην πορεία της πνευματικής ζωής υπάρχουν τα τρία κίνητρα που οι Πατέρες της Εκκλη-
σίας διακρίνουν (ο φόβος, ο μισθός και η αγάπη), ας διαβάσουμε όσα λέει ο άγιος Πορφύρι-
ος (1906-1991) για τις έννοιες του φόβου, του μισθού και της αγάπης.
«Όλα έχουν τη σημασία τους, το χρόνο και την περίστασή τους. Η έννοια του φόβου είναι καλή
για τα πρώτα στάδια. Είναι για τους αρχάριους, γι’ αυτούς που ζει μέσα τους ο παλαιός άνθρωπος. Ο
άνθρωπος ο αρχάριος, που δεν έχει ακόμη λεπτυνθεί, συγκρατείται απ’ το κακό με το φόβο. Και ο φό-
βος είναι απαραίτητος, εφόσον είμαστε υλικοί και χαμερπείς. Αλλ’ αυτό είναι ένα στάδιο, ένας αμηλός βαθμός σχέσεως με το θείον. Το πάμε στη συναλλαγή, προκειμένου να κερδίσομε τον Παράδεισο ή να γλιτώσομε την κόλαση. Αυτό, αν το καλοεξετάσομε, δείχνει κάποια ιδιοτέλεια, κάποιο συμφέρον. Εμένα δε μου αρέσει αυτός ο τρόπος. Όταν ο άνθρωπος προχωρήσει και μπει στην αγάπη του Θεού, τι του χρειάζεται ο φόβος; Ό,τι κάνει, το κάνει από αγάπη κι έχει πολύ μεγαλύτερη αξία αυτό. Το να γίνει καλός κάποιος από φόβο στον Θεό κι όχι από αγάπη δεν έχει τόση αξία»
«Ήταν ένας ασκητής κι είχε δυο υποτακτικούς. Προσπαθούσε πολύ να τους ωφελήσει και να τους
κάνει καλούς. Είχε, όμως, την ανησυχία αν όντως προχωρούν στην πνευματική ζωή, αν προοδεύουν κι
αν είναι έτοιμοι για τη Βασιλεία του Θεού. Περίμενε ένα σημάδι γι’ αυτό απ’ τον Θεό, αλλά δεν έπαιρνε καμία απάντηση. Κάποια ημέρα θα γινόταν αγρυπνία στην εκκλησία μιας άλλης σκήτης που απείχε πολλές ώρες απ’ τη δική τους. Έπρεπε να γίνει πορεία μες στην έρημο. Έστειλε τους υποτακτικούς του απ’ το πρωί, ώστε να φθάσουν νωρίς, για να τακτοποιήσουν την εκκλησία, κι
ο Γέροντας θα πήγαινε τ’ απόγευμα. Οι υποτακτικοί είχαν προχωρήσει αρκετά, όταν ξαφνικά άκουσαν βογκητά. Ήταν ένας άνθρωπος βαριά τραυματισμένος και ζητούσε βοήθεια:
-Πάρτε με, σας παρακαλώ, τους έλεγε, γιατί εδώ είναι ερημιά, κανείς δεν περνάει, ποιος θα μπορέσει να με βοηθήσει. Εσείς είστε δυο.
Σηκώστε με και οδηγήστε με στο πρώτο χωριό.
-Δεν μπορούμε! του είπαν. Βιαζόμαστε να πάμε για την αγρυπνία έχουμε πάρει εντολή να ετοιμάσουμε.
-Πάρτε με, σας παρακαλώ! Αν μ’ αφήσετε, θα πεθάνω, θα με φάνε τα θηρία.
-Δεν μπορούμε! Τι να κάνουμε, πρέπει να πάμε στο καθήκον μας.
Κι έφυγαν. Τ’ απόγευμα ξεκίνησε ο Γέροντας για την αγρυπνία. Πέρασε από τον ίδιο δρόμο. Έφθασε και στο μέρος που ήταν ο τραυματισμένος. Τον βλέπει, τον πλησιάζει και του λέει:
-Τι έπαθες, άνθρωπε του Θεού; Τι έχεις; Από πότε είσαι εδώ; Δε σε είδε κανείς;
-Πέρασαν το πρωί δύο μοναχοί και τους παρακάλεσα να με βοηθήσουν, αλλά βιαζόντουσαν να πάνε
στην αγρυπνία.
-Θα σε πάρω εγώ. Μην ανησυχείς! Του λέει.
-Δεν μπορείς εσύ, είσαι γέροντας, δεν μπορείς να με σηκώσεις, αδύνατον!
-Όχι, θα σε πάρω! Δεν μπορώ να σ’ αφήσω!
-Μα δεν μπορείς να με σηκώσεις.
-Θα σκύψω και συ πιάσου από πάνω μου και λίγο λίγο θα σε πάω σε κανένα κοντινό χωριό. Λίγο
σήμερα, λίγο αύριο, θα σε φθάσω. Και τον πήρε με μεγάλη δυσκολία κι άρχισε να βαδίζει με το βάρος
εκείνο μες στην άμμο πάρα πολύ δύσκολα. Ο ιδρώτας έτρεχε ποτάμι και σκεπτόταν: «Έστω και σε τρεις μέρες θα φθάσω».
Καθώς όμως προχωρούσε άρχισε να νιώθει το φορτίο του πιο ελαφρό, πιο ελαφρό και σε κάποια
στιγμή αισθάνθηκε σαν να μην κρατάει τίποτα. Τότε γυρίζει πίσω να δει τι συμβαίνει και βλέπει με έκπληξη πάνω του έναν άγγελο. Ο άγγελος του είπε:
-Μ’ έστειλε ο Θεός να σε πληροφορήσω ότι οι δύο υποτακτικοί σου δεν είναι άξιοι της Βασιλείας
του Θεού, γιατί δεν έχουν αγάπη».
Με όσα μάθαμε και όσα λέει ο Άγιος Πορφύριος, ας δούμε το έργο της Elena Murariu,
και ας θυμηθούμε την εκφώνηση, στη θεία Λειτουργία, «Μετά φόβου Θεού, πίστεως και αγάπης
προσέλθετε».
-To νόημα της λέξης «φόβος» στην εκφώνηση αυτή είναι ίδια με του φόβου για τον οποίο
συζητάμε ως τώρα;
Ο όσιος Μάξιμος Ομολογητής απαντά σε αυτό:«Ο πρώτος (φόβος) γεννιέται μέσα στην ψυχή μας από τις απειλές της κολάσεως. Εξ αιτίας αυτού αναπτύσσεται μέσα μας, κατά σειρά, η εγκράτεια, η υπομονή, η ελπίδα στον Θεό, η απάθεια και η αγάπη. Ο δεύτερος φόβος είναι συνδεδεμένος με την ίδια την αγάπη. Αυτός γεννά διαρκώς στην ψυχή την ευλάβεια, για να μην καταφρονήσει τον Θεό η ψυχή, εξ αιτίας της παρρησίας που δημιουργεί η αγάπη».
Ας σκεφτούμε, τέλος, και ας γράψουμε, αν υπάρχει κάποιο όριο ή περαιτέρω κριτήριο στην αγάπη, που μας ζητά να δείξουμε ο Θεός
Πηγή: Αθανάσιος Ν. Παπαθανασίου, Μάριος Κουκουνάρας Λιάγκης, Θέματα Χριστιανικής Ηθικής και Ποιμαντικής Θεολογίας,ΤΕΥΧΟΣ Α΄ ΘΕΜΑΤΑ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗΣ ΗΘΙΚΗΣ Γ΄ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ, σελ:17-24


Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Αφήστε το σχόλιό σας