Το 1987, αφού προηγουμένως μία γυναίκα της κάστας Rajput κάηκε ζωντανή στη νεκρική πυρά του συζύγου της και κατόπιν ανακηρύχθηκε από χιλιάδες ως η νέα Sati Mata – μία «Αγνή Μητέρα» (μολονότι δεν είχε παιδιά) η οποία πιστευόταν από πολλούς ότι κατείχε πνευματικές δυνάμεις πέρα από το θνητό κόσμο – η διαδεδομένη βία εναντίον των γυναικών στη σύγχρονη Ινδία έγινε για ακόμη μία φορά το επίκεντρο του ενδιαφέροντος. Η χήρα ήταν δεκαοκτώ ετών και είχε παντρευτεί με προξενιό έναν άνδρα τον οποίο γνώριζε ελάχιστα. Μετά το θάνατό της, προβλήθηκε ως η επιτομή την Ινδής Γυναίκας, της αγνής θηλυκότητας: η πιστή και αφοσιωμένη σύζυγος, η εν δυνάμει μητέρα γιων, αυτοθυσιαζόμενη ως το τέλος. Αυτός ο ρόλος έχει κυριαρχήσει στην ψυχή τον Ινδών γυναικών για αιώνες και πολλές γυναίκες φιλοδοξούν να φτάσουν σε αυτά τα επίπεδα «τελειότητας», πεπεισμένες ότι το προδιαγεγραμμένο τους καθήκον στη ζωή είναι να ζήσουν και να πεθάνουν για τους συζύγους τους, βάζοντας πάντα τα συμφέροντα εκείνων πάνω από τα δικά τους.
Ένα άλλο τμήμα της κοινής γνώμης εξεγέρθηκε και καταδίκασε την πράξη, κατηγορώντας τους εξ αγχιστείας συγγενείς της για φόνο εκ προμελέτης. Μία ομάδα γυναικών στο Τζαϊπούρ βγήκε στους δρόμους για να διαμαρτυρηθεί, απαιτώντας δικαιοσύνη και αμέσως μετά, υποστηριζόμενες από μία ομάδα δικηγόρων οι οποίοι παραιτήθηκαν της αμοιβής τους «χάριν του δημοσίου συμφέροντος», έφεραν την υπόθεσή τους ενώπιον του Ανώτατου Δικαστηρίου του Τζαϊπούρ, σύμφωνα με τις διατάξεις του Πράξης Κατάργησης του Sati (Abolition of Sati Act) που είχε καθιερωθεί από τους Βρετανούς το 1829. Το σκηνικό είχε στηθεί για μία πολιτική συζήτηση και μία αντιπαράθεση που θα διαρκούσε για περισσότερο από μία δεκαετία, αναδεύοντας θέματα που επηρεάζουν την ίδια την επιβίωση των γυναικών στην Ινδία, επικεντρώνοντας την προσοχή στη σκληρότητα μίας φεουδαρχικής τάξης η οποία επιμένει στη «μεγαλύτερη δημοκρατία του κόσμου», όπως εμείς, υποστηριζόμενοι από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης του υπόλοιπου κόσμου, αρεσκόμαστε να περιγράφουμε τους εαυτούς μας.
Γράφοντας περίπου αυτήν την εποχή λίγα χρόνια νωρίτερα, ήθελα να στρέψω την προσοχή στην αυξανόμενη βία εναντίον των γυναικών, στις αμέτρητες γυναίκες που παραμένουν παγιδευμένες στις αξίες μίας άκαμπτης πατριαρχικής τάξης, η οποία ορίζεται από τους άνδρες, διεστραμμένη και αλλοιωμένη από Ινδουϊστές θρησκευτικούς φονταμενταλιστές έτσι ώστε να ταιριάζει σε όλες τις δυνάμεις μέσα στο χρόνο και την ιστορία.
Τώρα, δύο δεκαετίες αργότερα, σε ποιο βαθμό έχουν αλλάξει τα πράγματα για τις απλές γυναίκες, τόσο στις πόλεις όσο και στην ύπαιθρο, στη σύγχρονη Ινδία; Θα εξετάσουμε αυτό το ζήτημα ενάντια στα δεδομένα μίας εποχής κατά την οποία η χώρα θεωρείται, παγκοσμίως, ως «σημαντικός» παίχτης στο παγκόσμιο πολιτικό σκηνικό, μία «αναδυόμενη οικονομική υπερδύναμη» στην περιοχή, σύμφωνα με ορισμένους μία πολιτική αυθεντία. Πού θα στέκονταν οι γυναίκες μέσα σε αυτή την οικονομική έκρηξη;
Σε μία πρόσφατη επίσκεψη στην Ινδία φέτος, η πλέον ανησυχητική εξέλιξη στη χώρα θεωρείται από πολλούς πως είναι τα διευρυνόμενο χάσμα των φύλων. Υπάρχουν πολλοί περισσότεροι άνδρες απ’ ότι γυναίκες στη χώρα συνολικά. Περισσότερα αρσενικά μωρά γεννιούνται σε σύγκριση με τα θηλυκά, των οποίων η ζωή συχνά
τερματίζεται αμέσως μετά τη σύλληψή τους (μεταξύ των πλουσίων) και δολοφονούνται μέσα σε λίγες ημέρες μετά τη γέννησή τους (μεταξύ των φτωχών) από τις ίδιες τους τις μητέρες. Ενώ ήμουν στη Βομβάη, διάβασα ρεπορτάζ για την ανακάλυψη ενός μαζικού τάφου στην πίσω αυλή ενός Χριστιανικού Ιεραποστολικού νοσοκομείου στο Ράτλαμ (Madhya Pradesh), ο οποίος περιείχε θηλυκά «νεογέννητα και έμβρυα». Η αστυνομία προχώρησε σε δύο συλλήψεις. Αναρωτήθηκα εάν συνέλαβαν καλόγριες ή γιατρούς. Το ρεπορτάζ δεν έλεγε τίποτα. Επιστρέφοντας στο Λονδίνο, περίπου ένα μήνα αργότερα (18 Μαρτίου 2007) είδα ένα άρθρο στον Observer με τίτλο «Ο σεξισμός θα σκοτώσει την ασιατική τίγρη». Ο Will Hutton έγραφε: «… η Κίνα και η Ινδία είναι σε άνοδο αυτή τη στιγμή αλλά οι μακροπρόθεσμες προοπτικές τους ίσως ενδέχεται να υποθηκευθούν από ένα πρόβλημα: τη χρόνια έλλειψη γυναικών. Μολονότι οι επιλεκτικές με βάση το φύλο εκτρώσεις και η χρήση υπερηχητικού εξοπλισμού προκειμένου να καθορισθεί το φύλο των εμβρύων είναι παράνομες σε όλη την Ασία, η πολιτιστική προτίμηση για τα αγόρια σημαίνει ότι και οι δύο πρακτικές είναι σε έξαρση. Ήδη στην Κίνα υπάρχουν 119 άνδρες για κάθε 100 γυναίκες, με αποτέλεσμα πολλοί άνδρες να μην έχουν καμία προοπτική ανεύρεσης συντρόφου και τεκνοποιίας. Έως το 2020, υπολογίζεται ότι η Κίνα θα έχει πλεόνασμα 28 εκατομμυρίων ανδρών, των αποκαλούμενων «γυμνών κλαδιών»˙ η Ινδία θα έχει 31 εκατομμύρια. Μια διογκούμενη υποκατηγορία δυσαρεστημένων ανδρών χωρίς κανένα μερίδιο στην κοινωνία είναι η συνταγή για αστάθεια, βίαια εγκλήματα και σχηματισμό συμμοριών. Ο συσχετισμός γίνεται ήδη προφανής. Τα ποσοστά εγκληματικότητας είναι χειρότερα σε εκείνες τις επαρχίες της Ινδίας, όπως το Uttar Pradesh, όπου η αναλογία των φύλων είναι περισσότερο άνιση … Τόσο δυσλειτουργικές κοινωνίες είναι απίθανο να κατορθώσουν να συντηρήσουν για πολύ καιρό τη γοργή ανάπτυξη ή τη σταθερή διακυβέρνηση».
Επιφανειακά, το μέλλον το γυναικών στην Ινδία εμφανίζεται δυσοίωνο αλλά υπάρχει ένας εξισορροπητικός παράγοντας, η αυξανόμενα επαναστατική κίνηση μεταξύ των ίδιων των γυναικών. Γυναίκες που είναι διατεθειμένες να παλέψουν, να αντισταθούν και να αντιπαρατεθούν με μία κοινωνική πραγματικότητα που υπονομεύει την ίδια την ύπαρξή τους. Έχουν σημειώσει νίκες τα τελευταία είκοσι χρόνια, από την εποχή της εκστρατείας τους ενάντια στην αναβίωση του Sati το 1987. Έχουν δημιουργήσει ένα κίνημα, βασισμένο σε ένα δίκτυο περιφερειακών ομάδων και ΜΚΟ (Μη Κυβερνητικών Οργανώσεων), το οποίο προορίζεται να προκαλέσει στα αμέσως επόμενα χρόνια αναταραχή στην υπάρχουσα ισορροπία δυνάμεων. Στο μεταξύ, ο δρόμος που πρέπει να διανυθεί παραμένει δύσβατος, γεμάτος παγίδες και ανηφορικός.
Mala Sen
Πηγή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.