Δευτέρα 30 Ιουνίου 2014

Η εικόνα του Θεού σε έναν κόσμο κοινωνικής δικτύωσης

Καθηγήτρια Λογοτεχνίας του Πανεπιστημίου Fairfield Connecticut USA Gale Bellas Papageorge

Όταν ξεκινάει το εξάμηνο, διαπιστώνω ότι οι φοιτητές μου δυσκολεύονται να περάσουν μερικές ώρες χωρίς να ελέγξουν ποιος τους έστειλε μήνυμα ή ποιος ανανέωσε την κατάστασή του στο Facebook. Πράγματι, τώρα βάζω στο πρόγραμμα της διδασκαλίας μου ότι δεν επιτρέπεται να στέλνουν μηνύματα κατά την διάρκεια του μαθήματος. Βέβαια μπορεί κάποιος να το θεωρεί αυτό αυτονόητο, αλλά στην πραγματικότητα, αν δεν το ανακοινώσω από πριν, θα προσπαθήσουν να το κάνουν. Κάποιοι από αυτούς έχουν αποκτήσει τέτοια δεξιοτεχνία που μπορούν να πληκτρολογήσουν ακόμα και μέσα από την τσέπη τους. Η απεγνωσμένη προσπάθειά τους να ικανοποιήσουν τον εθισμό τους, να στέλνουν συνεχώς μηνύματα και να είναι διαρκώς συνδεδεμένοι στο Facebook είναι μια πτυχή ενός πολύ μεγαλύτερου προβλήματος της κοινωνίας μας.

Ποτέ ξανά στην ιστορία της ανθρωπότητας δεν ήταν εφικτό οι άνθρωποι να είναι παρόντες σε ένα μέρος, ενώ συνδέονται κάπου αλλού. Στην καφετέρια Jazmines στο Πανεπιστήμιο όπου διδάσκω (στο Fairfield), παρατηρώ ότι σχεδόν κανένας δεν μιλάει. Όλοι είναι συνδεδεμένοι με κάτι που τους μεταφέρει κάπου αλλού, είτε πληκτρολογούν μηνύματα, είτε είναι στο Facebook,είτε βλέπουν βίντεο στο You Tube, είτε αναζητούν πληροφορίες στο Google, είτε ασχολούνται με το i-Pod. Έχουν σχεδόν πλήρη άγνοια για το τι συμβαίνει γύρω τους.

Αν σκεφτούμε τη Θεία Λειτουργία ως ένα μέσο για να συμμετέχουμε σε μια πιο σημαντική εμπειρία, που υπερβαίνει τη στενή έννοια του «Χρόνου» της καθημερινής μας ζωής, η κοινωνική δικτύωση προκαλεί ακριβώς το αντίθετο. Η λέξη «Καιρός», μια πιο προσωπική και ουσιαστική λέξη για τον χρόνο, είναι ο ελληνικός όρος που χρησιμοποιείται για την ώρα που διανύεται κατά τη Θεία Λειτουργία. Αντιθέτως, η κοινωνική δικτύωση έχει γίνει η επιτομή του όρου Χρόνος, δηλαδή η συνηθισμένη και κοινότυπη χρήση της ώρας. Μας απομακρύνει από την παρούσα στιγμή. Είναι μια επικοινωνία που απαιτεί τη χρήση μόνο των εξωτερικών μας αισθήσεων: την όραση, την ακοή, την αφή σε αντίθεση με τις βαθύτερες ικανότητές μας όπως η δημιουργικότητα και η διαίσθηση, δεξιότητες που απορρέουν όχι μόνο από το μυαλό αλλά από την καρδιά και τη ψυχή μας, τις οποίες χρειαζόμαστε για την εκκλησιαστική ζωή και τη λατρεία. Και βέβαια η υπέρτατη μορφή επικοινωνίας στην οποία μπορούμε να συμμετέχουμε ως άνθρωποι είναι η Θεία Ευχαριστία, η οποία απαιτεί το σώμα, την καρδιά και τη ψυχή ταυτόχρονα.

Δυστυχώς, ο λόγος που οι άνθρωποι είναι τόσο ασυνήθιστα εθισμένοι στο Facebook,Twitter και άλλες μορφές δικτυακής κοινωνικοποίησης είναι επειδή τους δίνει την αίσθηση συμμετοχής σε μια κοινότητα. Συχνά, δεν γνωρίζουμε τους γείτονές μας ή τα διοικητικά στελέχη της πόλης μας και οι στενοί συγγενείς και φίλοι μας συνήθως δεν μένουν κοντά μας. Για αυτό το λόγο, αντικαθιστούμε την έλλειψη της φυσικής κοινότητας με μια διαδικτυακή κοινότητα. Το να ανήκουμε σε αυτές τις ιντερνετικές κοινότητες μάς απομονώνει ακόμα περισσότερο, εφόσον όσο περισσότερους φίλους αποκτούμε στο Facebook ή στο Twitter, τόσο περισσότερο χρόνο περνάμε σε αυτές τις ιστοσελίδες μόνοι μας στο σπίτι, αγνοώντας συζύγους, γονείς, παιδιά, αδελφούς. Κατά έναν ειρωνικό τρόπο, οι διαδικτυακές κοινότητες προκαλούν το ίδιο πράγμα, το οποίο προσπαθούμε να αποφύγουμε.

Ανησυχώ όταν σκέφτομαι το μέλλον της εκκλησιαστικής ζωής και τη σχέση μας όχι μόνο με τον Θεό αλλά και με τον συνάνθρωπο μας, η οποία ξέρουμε ως Χριστιανοί Ορθόδοξοι ότι είναι απαραίτητη για τη σωτηρία μας. Η ομορφιά της πίστης μας έγκειται στο ότι η σωτηρία μας εξαρτάται σε πολύ μεγάλο βαθμό από το τί κάνουμε σε αυτή τη ζωή συμπεριλαμβανομένου των σχέσεων μας με τους άλλους ανθρώπους, αυτός είναι και ο ακριβής λόγος που η εκκλησιαστική ζωή είναι τόσο σημαντική.

Επιπλέον, αν όλοι έχουμε δημιουργηθεί κατ’ εικόνα Θεού, τότε πώς μπορούμε να δούμε αυτή την εικόνα στο πρόσωπο ενός ανθρώπου να την ακούσουμε στη φωνή του όταν επικοινωνούμε μέσω γραπτών μηνυμάτων ή μέσω του Facebook; Η απάντηση είναι απλή. Δεν μπορούμε. Αν είμαστε όλοι εικόνες όπως υποστηρίζουν οι Πατέρες της Εκκλησίας, τότε η θέαση αυτής της εικόνας δεν επιτυγχάνεται μέσω της δικτυακής επικοινωνίας. Μπορείτε να φανταστείτε να μπαίνετε σε μια εκκλησία χωρίς εικόνες; Η ψυχή αυτής της εκκλησίας θα φαινόταν σχεδόν άδεια.

Η Θεία Λειτουργία, και η Λειτουργία μετά την Λειτουργία, όπως ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος την αποκαλεί, μάς διδάσκει την κοινωνία με τον Θεό, αλλά και με τον συνάνθρωπο. Μας διδάσκει επίσης να ζούμε το εδώ και το τώρα, το όμορφο μυστήριο να ζεις τον Καιρό, παρά να ζεις τον Χρόνο.

Μετάφραση: Κατερίνα Αντωνάκα
Πρώτη δημοσίευση στα αγγλικά www.pemptousia.com
Αναδημοσίευση:http://www.pemptousia.gr

Η σύναξη των Άγίων δώδεκα Αποστόλων


Στις 30 Ιουνίου η Εκκλησία µας εορτάζει τους Δώδεκα Αποστόλους του Χριστού, την «δωδεκάριθμον φάλαγγα» των πρωταγωνιστών του Πνεύματος, όπως αναφέ­ρει ένας ύμνος της εορτής.
Είναι οι άνθρωποι που τους επέλεξε ο Θεάνθρωπος, για να αποτελέσουν τον πυρήνα της Εκκλησίας και να γίνουν οι συνεχιστές του απολυτρωτικού έργου Του στον κόσμο. Το αποστολικό αξίωμα είναι το πιο τιμητικό αξίωμα στην Εκκλησία. Υπερέχει από κάθε άλλο αξίωμα.
Έφεραν δε εις πέρας την τιμητική αποστολή τους οι Απόστολοι με τη Χάρη και βοήθεια του Παναγίου Πνεύ­ματος, που έλαβαν κατά την ημέρα της Πεντηκοστής.
Η Πεντηκοστή
Ιερά Μονή Αγίου Διονυσίου, Άγιον Όρος
Δεν είχαν κατά κόσαµον προσόντα, στα οποία θα μπορούσαν να βασισθούν και να προχωρήσουν στο έργο της διαδόσεως του Ευαγγελίου. Ωραία ερωτά ο Ιερός Χρυσόστομος: «Tίνι γαρ εθάρρουν;». Που μπορούσαν να στηριχθούν και να έχουν θάρρος για το έργο τους; «Τη δεινότητι των λόγων;», στη ρητορική τους μήπως ικανότητα; «Αλλά πάντων ήσαν αμαθέστεροι», απαντά ο ίδιος ιερός Πατήρ. Ήσαν αγράμματοι ψαράδες. Αλλά μήπως μπορούσαν να βασισθούν, συνεχίζει ο Χρυσόστομος, «τη περιουσίᾳ των χρημάτων;», στον πλούτο τους; «Αλλ’ ουδέ ράβδον, ουδέ υποδήματα είχον», ήσαν δηλαδή πάμπτωχοι υλικά. «Αλλά τη περιφανείᾳ του γένους;», επιμένει να ερωτά ο Άγιος. Μήπως κατήγοντο από κάποιο ξακουστό γένος και αυτό τους έδινε «αέρα» και θάρρος; «Αλλ’ ευτελείς ήσαν και εξ ευτελών», απαντά. Ήσαν άνθρωποι άσημοι του απλού λαού, παιδιά φτωχών γονέων με τίπο­τε το εντυπωσιακό κατά κόσµον (ΕΠΕ 12,370).
Και όμως αυτοί οι άσημοι, οι αγράμματοι και φτωχοί, με τη χάρη και τον φωτισμό του Αγίου Πνεύματος ανέτρεψαν το κατεστημένο των αιώνων, φώτισαν τη σκοτισμένη ανθρωπότητα, άνοιξαν την μετά Χριστόν εποχή στην ιστορία του κόσμου, εξευγένισαν με το κήρυγμα του Ευαγγελίου τα ήθη και εξαγίασαν με τη Χάρη των Μυστηρίων της Εκκλησίας τους ανθρώπους.
Η προσφορά των Αγίων Αποστολών στην ιστορία του πολιτισμού είναι θεμελιώδης. Έθεσαν τα ισχυρά και αδιάσειστα θεμέλια, για να μπορεί να ζει ο κόσμος µας. Και αν σήμερα παραπαίει ο κόσμος, είναι γιατί δεν θέλει να στηρίζεται στα ακλόνητα εκείνα θεμέλια, τα οποία έθεσαν βαθιά στη γη μας οι Αγιοπνευματοκίνητοι εκείνοι άνθρωποι, οι οποίοι κήρυξαν στην τότε γνωστή οικουμένη το Ευαγγέλιο. Υπέγραψαν δε το κήρυγμά τους με το αίμα τους, με την ζωή τους. Σύμφωνα με τον «Συναξαριστή» του Αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτου, οι άγιοι Απόστολοι περάτωσαν την αποστολή τους ως εξής:
Οι πρωτοκορυφαίοι Πέτρος και Παύλος μαρτύρησαν στη Ρώμη , ο πρώτος με σταυρικό θάνατο, με την κεφαλή του προς τη γη, και ο δεύτερος με αποκεφαλισμό.
Ο Άγιος Ανδρέας ο Πρωτόκλητος μαρτύρησε στην Πάτρα, σε σταυρό με σχήμα Χ.
Ο Άγιος Ιάκωβος, ο αδελφός του αγίου Ιωάννου, θανατώθ­ηκε, πρώτος από όλους τους Αποστόλους, από τον Ηρώδη τον Αγρίππα με αποκεφαλισμό στα Ιεροσόλυμα.
Ο Άγιος Ιωάννης ο Ευαγγελιστής εξορίσθηκε στην Πάτμο και τελικά πέθανε στην Έφεσο.
Ο Άγιος Φίλιππος σταυρώθηκε στην Ιεράπολη της Συρίας.
Ο Άγιος Θωμάς τρυπήθηκε με ακόντια και λόγχες στη χώρα των Ινδών και παρέδωσε εκεί την ψυχή του.
Ο Άγιος Βαρθολομαίος σταυρώθηκε στην Ουρβανούπολη της Ινδίας.
Ο Άγιος Ματθαίος μαρτύρησε διά λιθοβολισμού και πυρός στην Ιεράπολη της Συρίας.
Ο Άγιος Ιάκωβος ο του Αλφαίου περάτωσε το αποστολικό έργο του κρεμασμένος σ’ ένα σταυρό.
Ο Άγιος Σίμων ο Ζηλωτής και Κανανίτης παρέδωσε το πνεύμα του καρφωμένος σ’ ένα σταυρό στη Μαυριτανία της Αφρικής.
Ο Άγιος Ιούδας ο Θαδδαίος θανατώθηκε με τόξα στη Μεσοποταμία κρεμασμένος σ’ ένα δέντρο.
Τέλος, ο Άγιος Ματθίας, που πήρε τη θέση του προδότη Ιούδα, παρέδωσε την ψυχή του με φρικτά βασανιστήρια στην Αιθιοπία.
Αυτοί ήσαν οι άγιοι Απόστολοι, τα εκλεκτά δοχεία της Χάριτος του Αγίου Πνεύματος, οι Φωτοδότες που με το κήρυγμα και τη ζωή τους έδωσαν υψηλό, ουσιαστικό νόημα στη ζωή των ανθρώπων. Οι αληθινά πνευματικοί άνθρωποι, που εμπνέουν και σήμερα όσους θέλουν να ζουν μια ζωή αληθινά πνευματική.



Πηγή: http://www.xfd.gr/
Αναδημοσίευση:http://lllazaros.blogspot.gr

Σάββατο 28 Ιουνίου 2014

Μια μεγάλη σύγχρονη ασθένεια: Η δυσκολία να αφοσιωθεί κάποιος σε μια σχέση

Μια από τις μεγαλύτερες ασθένειες της ναρκισσιστικής εποχής που ζούμε είναι η δυσκολία να δεσμευθεί κάποιος σε μακροχρόνιες σχέσεις. Αυτή η ασθένεια πηγάζει από δύο αλληλένδετες ρίζες.


Πηγή:http://sky-x-wolf.deviantart.com/

Η μια είναι η ανάγκη να αποκτήσει κάποιος μια σχέση που διαρκώς τον «τροφοδοτεί» στην προσπάθειά του να αποκτήσει εξουσία, εκτίμηση, έπαινο, τιμή και δόξα. Σε αυτή την περίπτωση, μια σχέση θα κρατήσει τόσο, όσο αυτές οι απαιτήσεις παρέχονται από τον άλλο. Όταν ο άλλος δεν παρέχει αυτά τα “αγαθά”, τότε καθίσταται απορριπτέος με θυμό, αποκόπτεται από τη σχέση και αντικαθίσταται από κάποιον άλλον.

Η άλλη ρίζα της ασθένειας της μη-δέσμευσης είναι ο φόβος της απόρριψης και της αποτυχίας. Εδώ κυριαρχεί το συναίσθημα ότι ο ένας δεν είναι αρκετά καλός για να δεσμευτεί και γι’ αυτό προσπαθεί να κάνει τα πάντα για να ικανοποιήσει τον άλλον με ένα τρόπο μεστό φόβου. Αυτό όμως δημιουργεί θυμό και ενοχή και στα δύο πρόσωπα, προκαλώντας ακόμη περισσότερο δισταγμό στο να αφοσιωθεί κάποιος στη σχέση.

Η συνάντηση του Χριστού με τη Σαμαρείτιδα μάς δείχνει πως οι αληθινές σχέσεις δεν μπορούν να υπάρχουν, όταν είναι θεμελιωμένες σε εγωκεντρικά ενδιαφέροντα, υλιστικές και ηδυπαθείς ικανοποιήσεις, προκαταλήψεις και φοβίες. Απαιτούν ειλικρίνεια, εμπιστοσύνη, αφοσίωση, τόλμη και σθένος τα οποία καλλιεργούν ένα αιώνιο πόθο του ενός προς τον άλλον, κάτι που με τη σειρά του ανανεώνει διαρκώς τη σχέση.

Πηγή:www.patriarchate.org/pastoralhealthcare
Αναδημοσίευση:http://www.pemptousia.gr

Παρασκευή 27 Ιουνίου 2014

Θα γίνεις νονός / νονά;

(φώτοεδώ)
Άλλη μια υπέροχη ανάρτηση από την Αέναη Επανάσταση Αντιγράφω παρακάτω το κείμενο και τις εικόνες. Οι υπερσύνδεσμοι οδηγούν σε άλλες ενδιαφέρουσες αναρτήσεις της Σοφίας

Ευχαριστώ πολύ τον κ.Θ.Ρηγινιώτη για την υπόδειξη του ωφέλιμου και αναλυτικού του άρθρου για τον/την υποψήφιο/α ανάδοχο. Ευχόμαστε κι εμείς να σας ζήσει και να ωφεληθείτε κι εσείς από την ανάγνωση του άρθρου, όπως κι εμείς, με την πνευματική αναφορά του γεγονότος που έχει πάρει κοσμικές διαστάσεις.  
Επιμέλεια - τονισμοί: 
Σοφία Ντρέκου/Αέναη επΑνάσταση

Γράφει ο Θεόδωρος Ι. Ρηγινιώτης - Θεολόγος

Συγχαρητήρια! Πήρες μια πολύ όμορφη απόφαση! Και είναι τόσο όμορφη, γιατί έχεις να προσφέρεις κάτι πολύτιμο στη ζωή ενός καινούργιου ανθρώπου, καθώς θα μεγαλώνει. Ξέρεις, έχεις ένα σπουδαίο ρόλο στη ζωή του βαφτισιμιού σου, μια σπουδαία αποστολή. Γι’ αυτήν ακριβώς την αποστολή η Εκκλησία όρισε να συμμετέχεις στη μεγάλη στιγμή της βάφτισής του, μαζί με τους γονείς του, τον ιερέα και όλους τους φίλους και συγγενείς του.

Η αποστολή αυτή σίγουρα ξέρεις ποια είναι: να εξηγήσεις στο βαφτισιμιό σου – καθώς θα μεγαλώνει – ποιος είναι ο Χριστός, να φέρεις τα βήματά του στην εκκλησία, να του μάθεις να προσεύχεται, να του χαρίσεις τον πολύτιμο θησαυρό της Ορθόδοξης Πίστης, στην οποία εντάχθηκε. Με χαρά για τη συμμετοχή σου σ’ αυτή τη σπουδαία πορεία ζωής, θα ’θελα να μοιραστώ μαζί σου μερικά κομμάτια αυτού του θησαυρού: το πολύτιμο μαργαριτάρι (το Χριστό) και μερικά ανεκτίμητα κομμάτια από το χρυσάφι της Ορθοδοξίας.

1. Ο Θεός των χριστιανών είναι Ένας, αλλά δεν είναι Μόνος. Είναι μια τριάδα Αιώνιων και Παντοδύναμων θεϊκών Οντοτήτων, που τις ονομάζουμε «Πατέρα», «Υιό» και «Άγιο Πνεύμα». Αυτά τα ονόματα τα δίδαξε ο Χριστός, όταν ήρθε στη Γη, και είπε για τον εαυτό Του πως είναι το ένα από τα τρία αυτά μεγάλα πνεύματα, ο Υιός. Τα τρία αυτά Πνεύματα είναι πάντα ενωμένα μεταξύ Τους με την ουσία του Πατέρα (Αυτός έδωσε και δίνει ζωή στα άλλα δύο, μεταδίδοντάς τους την ουσία Του, δηλαδή το άγνωστο και άυλο βασικό στοιχείο που τα κάνει να υπάρχουν) και με την απίστευτη και άπειρη αγάπη που έχουν μεταξύ Τους. Γι’ αυτό, δε λέμε ότι πιστεύουμε σε τρεις Θεούς, αλλά σε Ένα Θεό, που είναι τριαδικός: στην Αγία Τριάδα.

Αυτός ο Τριαδικός Θεός υπάρχει πριν από τη δημιουργία του χώρου και του χρόνου, γι’ αυτό και λέμε ότι υπάρχει «πάντα». Πώς ακριβώς αντιλαμβάνεται Εκείνος το χρόνο, είναι τελείως άγνωστο σε μας, γιατί ο Θεός δεν είναι άνθρωπος, ούτε ον του δικού μας σύμπαντος – είναι ο Δημιουργός του δικού μας σύμπαντος, καθώς και οποιουδήποτε άλλου υπαρκτού σύμπαντος (π.χ. του κόσμου όπου ζουν οι άγγελοι), Αυτός που έθεσε τους φυσικούς νόμους και ξεκίνησε τη ζωή των πλασμάτων, αλλά και τα προστατεύει, ώστε να συνεχίζουν να υπάρχουν.

Τον ακριβή τρόπο, με τον οποίο ο Θεός δημιούργησε το σύμπαν και ξεκίνησε το φαινόμενο της ζωής, αλλά και τον τρόπο με τον οποίο εξελίχθηκε η ζωή στη Γη και κατέληξε στην ύπαρξη του ανθρώπου, τον ανακαλύπτει η επιστήμη. Η Αγία Γραφήμιλάει κυρίως για τη σχέση του Θεού με τον κόσμο και τον άνθρωπο κι όχι για τον τρόπο της δημιουργίας τους, κι ό,τι λέει, όταν διηγείται τη δημιουργία, είναι λίγο και συμβολικό. Αυτό το είπαν ήδη από τον 4ο αιώνα μ.Χ. οι μεγάλοι άγιοι που εξήγησαν την Παλαιά Διαθήκη, όπως ο άγιος Βασίλειος ο Μέγας και ο άγιος Γρηγόριος Νύσσης, δυο από τους μεγαλύτερους αγίους διδασκάλους της Ορθοδοξίας όλων των εποχών.


2. Πίσω από τη διήγηση της Αγίας Γραφής, που περιέχει και πολλούς συμβολισμούς, διακρίνουμε την ουσία: Ο Τριαδικός Θεός τον κόσμο τον δημιούργησε από αγάπη κι έβαλε τον άνθρωπο στη Γη ως ένα σύνδεσμο, για να ενωθεί με το Θεό, ζώντας μια ζωή αγάπης, κι έτσι να μεταφέρει την αγία και αγαθή ενέργεια του Θεού (τη «θεία χάρη») σε όλα τα πλάσματα του κόσμου. Όμως οι πρώτοι άνθρωποι ξεγελάστηκαν από πονηρά πνεύματα και νόμισαν πως ο Θεός δεν τους αγαπά και πως μπορούν να γίνουν θεοί, όχι ενωμένοι με το Δημιουργό τους, αλλά με τις δυνάμεις τους*. Το λάθος τους (το «προπατορικό αμάρτημα» – αμάρτημα = λάθος) είχε τρομερές συνέπειες: η αρμονία και η αγάπη, που τους συνέδεαν με το Θεό, μεταξύ τους και με τα άλλα πλάσματα του κόσμου, χάθηκαν. Το κακό και ο θάνατος μπήκαν στη ζωή τους. Ολόκληρη η ιστορία της ανθρωπότητας, όπως την ξέρουμε, είναι το τίμημα της αλαζονείας των πρώτων ανθρώπων: μια ιστορία βίας, μίσους και καταπίεσης, με μικρά διαλείμματα ελευθερίας, αγάπης και φωτός.

Όλοι οι άνθρωποι στη ζωή μας επαναλαμβάνουμε το ίδιο λάθος με τους προγόνους μας: διψάμε για δύναμη, θέλουμε να γίνουμε μικροί «θεοί». Έτσι μέσα στους αιώνες το προπατορικό αμάρτημα διαιωνίζεται.

*Εννοείται πως η διήγηση της Αγίας Γραφής για τον απαγορευμένο καρπό που έφαγαν ο Αδάμ και η Εύα είναι συμβολική. Ο καρπός συμβολίζει τη στάση των πρώτων ανθρώπων απέναντι στο Θεό και τον εαυτό τους, που θα ήταν ή γεμάτη αγάπη ή γεμάτη εγωισμό. Επίσης, η Αγ. Γραφή δε λέει ότι ο καρπός ήταν «μήλο»· αυτό είναι ένας μύθος που γεννήθηκε από παρερμηνεία. Τον ονομάζει «δέντρο της γνώσης του καλού και του κακού», δηλαδή της γνώσης είτε του καλού είτε του κακού, ανάλογα με το τι θα διάλεγαν οι πρώτοι άνθρωποι.

3. Το δεύτερο πρόσωπο της Αγίας Τριάδας, ο Υιός, έγινε άνθρωπος – ο Ιησούς Χριστός – και δίδαξε στους ανθρώπους το δρόμο, με τον οποίο μπορούν να επιστρέψουν στο Θεό και να ενωθούν με Αυτόν.

Για την ακρίβεια, ο Χριστός δίδαξε ότι Εκείνος (ο ίδιος ο Χριστός) είναι ο δρόμος που οδηγεί στο Θεό και κάλεσε τους ανθρώπους να ενωθούν μ’ Αυτόν (με το Χριστό), που είναι πάντα ενωμένος με το Θεό Πατέρα, κι έτσι και οι άνθρωποι θα γίνουν ενωμένοι με τον Τριαδικό Θεό. Αυτή η ένωση του ανθρώπου με το Θεό – που γίνεται μέσω του Αγίου Πνεύματος – είναι αυτό που οι γιαγιάδες μας λένε «παράδεισο» και δεν τελειώνει με το θάνατο, αλλά συνεχίζεται στην αιώνια ζωή.

Όποιος προχωρήσει πολύ στο δρόμο που δίδαξε ο Χριστός, περνάει σε μια κατάσταση, που την ονομάζουμε «θέωση», ενώνεται δηλαδή πάρα πολύ με το Θεό, γι’ αυτό αποχτά ακόμα και τη δύναμη να κάνει θαύματα. Οι άνθρωποι που το έκαναν αυτό είναι οι άγιοι. Επειδή οι άγιοι μένουν ενωμένοι με το Θεό όχι μόνο σ’ αυτή τη ζωή, αλλά και μετά το θάνατό τους, γι’ αυτό και προσευχόμαστε σ’ αυτούς και πολλές φορές ένας άγιος, που έχει «κοιμηθεί» πριν από πολλά ή λίγα χρόνια, βοηθάει με μια παρέμβασή του τους ζωντανούς.

Το να γίνουμε κι εμείς άγιοι, αυτό θα ήταν το τέλειο και αυτό ακριβώς θα ήθελε ο Θεός για μας. Αλλά, αν βάλουμε ένα τέτοιο στόχο, μπορεί να κάνουμε ένα λάθος: να θέλουμε ν’ αποχτήσουμε τη δύναμη να κάνουμε θαύματα, κι αυτό κατά βάθος είναι λίγο (ή πολύ!) εγωιστικό. Ένας ρεαλιστικός στόχος για μας, και για το βαφτισιμιό σου, αλλά και για την οικογένειά του και για κάθε άνθρωπο, είναι να μάθουμε ν’ αγαπάμε όλο τον κόσμο, όπως δίδαξε ο Χριστός. Κανείς δε φτάνει κοντά Του, ούτε ενώνεται μ’ Αυτόν, αν δεν περάσει απ’ αυτό το στάδιο: να αγαπήσει όσο το δυνατόν περισσότερους ανθρώπους, όλους τους ανθρώπους, συγχωρώντας ακόμα και τους εχθρούς του. Αυτός είναι ένας στόχος πολύ πιο όμορφος από το να γίνουμε πλούσιοι και καταξιωμένοι στην κοινωνία, έτσι δεν είναι;

4. Τι είπε ο Χριστός για το δρόμο, που οδηγεί σ’ Αυτόν, δηλ. το δρόμο που οδηγεί στον «παράδεισο»; Είπε πάρα πολλά και σημαντικά. Ξεχωρίζουμε πολύ λίγα: «Αγαπάτε τους εχθρούς σας, κάντε καλό σ’ αυτούς που σας κάνουν κακό, ευλογείτε αυτούς που σας καταριούνται, προσεύχεστε για εκείνους που σας βλάπτουν, δανείζετε εκεί που δεν ελπίζετε να τα πάρετε πίσω. Αν αγαπάτε μόνο αυτούς που σας αγαπούν ή δανείζετε μόνο εκεί που ελπίζετε σε κέρδος, σε τι διαφέρετε από τους αμαρτωλούς; Το ίδιο κάνουν κι αυτοί. Εσείς όμως να είστε τέλειοι, όπως ο ουράνιος Πατέρας σας» (δες Ματθ. 5, 43-48. Λουκ. 6, 27-49). «Αν δε γίνεται σαν μικρά παιδιά, δε μπορείτε να μπείτε στη βασιλεία των ουρανών» (δες Ματθ. 18, 1-6).

Είπε επίσης: «Αν κάποιος δε γεννηθεί από νερό και Άγιο Πνεύμα, δε μπορεί να μπει στη βασιλεία των ουρανών» (Ιωάνν. κεφ. 3· εννοεί το βάπτισμα). «Όποιος φάει τη σάρκα μου και πιει το αίμα μου, βρίσκεται μέσα μου κι εγώ μέσα του. Αν όμως δε φάτε τη σάρκα και δεν πιείτε το αίμα του υιού του ανθρώπου, δεν έχετε ζωή μέσα σας» (δες Ιωάνν. 6, 48-59· ενν. τη θεία κοινωνία – «υιό του ανθρώπου» ο Ιησούς ονόμαζε τον εαυτό του, από ένα όραμα του προφήτη Δανιήλ στην Παλαιά Διαθήκη, κεφ. 7).

«Αν συγχωρήσετε τις αμαρτίες κάποιων, θα συγχωρεθούν· αν τις διατηρήσετε, θα παραμείνουν» (Ιωάνν. 21, 23· δες και Ματθ. 18, 18: είναι η εξουσία στους μαθητές Του να συγχωρούν αμαρτίες με το μυστήριο της εξομολόγησης – αυτή την εξουσία οι απόστολοι τη μετέδωσαν στους πρώτους επισκόπους κι έτσι από γενιά σε γενιά έφτασε στους σημερινούς ορθόδοξους ιερείς. Οι αμαρτίες που θα «διατηρηθούν» είναι εκείνες, για τις οποίες ο άνθρωπος δεν έχει μετανιώσει, άρα δε ζητάει συγχώρεση απ’ το Θεό).

Είπε επίσης: «Σας στέλνω σαν πρόβατα ανάμεσα σε λύκους. Πολλούς από σας θα μαστιγώσουν και θα σκοτώσουν και θα σας σύρουν μπροστά σε βασιλείς και ηγεμόνες. Όμως μη φοβάστε εκείνους που σκοτώνουν το σώμα, αλλά δε μπορούν να σκοτώσουν την ψυχή», «δε θα χαθεί ούτε μια τρίχα από το κεφάλι σας» (δες Ματθ. 10, 16-36. Λουκ. 21, 12-19).

Τέλος, είπε: «Θα έρθει ώρα που οι νεκροί μέσα στους τάφους θ’ ακούσουν τη φωνή του υιού του Θεού και θ’ αναστηθούν» (δες Ιωάνν. 5, 24-30).

5. Ο Χριστός δε μίλησε μόνο στον καθένα ξεχωριστά, αλλά ίδρυσε την Εκκλησία.
Εκκλησία ονομάζεται το σύνολο των χριστιανών. Εκκλησία δεν είναι το κτήριο, όπου λατρεύουμε το Θεό. Αυτό ονομάζεται «ναός». Επειδή όμως η Εκκλησία (δηλ. οι χριστιανοί) συγκεντρώνεται στο ναό, κατέληξε ο ναός να ονομάζεται κι αυτός «εκκλησία».

Όταν λοιπόν λέω «πάω στην εκκλησία», εννοώ «πάω να συναντήσω τους άλλους». Κι επειδή, όπως είπαμε, τους συναντάω στο ναό, γι’ αυτό κατέληξε να λέω «εκκλησία» και να εννοώ το ναό. Οι χριστιανοί λατρεύουμε το Θεό στην εκκλησία (στο ναό), όχι γιατί ο Θεός βρίσκεται «μόνο εκεί», αλλά γιατί εκεί συναντιόμαστε μεταξύ μας, ώστε όλοι μαζί, ενωμένοι με αγάπη και κατανόηση, σαν ένας, να προχωρήσουμε προς το Θεό. Και σ’ αυτή τη συνάντηση δε συμμετέχουμε μόνο εμείς, αλλά και οι ψυχές που βρίσκονται στον ουρανό, και οι άγιοι, η Παναγία, οι άγγελοι, και φυσικά ο ίδιος ο Χριστός. Όλοι είναι παρόντες σε κάθε λειτουργία. Γι’ αυτό, το να πάω στην εκκλησία είναι πράξη μεγάλης αγάπης: συναντάω τους συνανθρώπους μου (τους αδελφούς μου) και όλα τα ιερά πρόσωπα από γη και ουρανό. Είναι μια μεγάλη συνάντηση αγάπης.

Επειδή όμως δεν πάνε όλοι γεμάτοι αγάπη στην εκκλησία, αλλά εκεί θα βρω και ανθρώπους που δεν έχουν τόσο μεγάλη αγάπη ή ίσως έχουν μεγάλη κακία, γι’ αυτό είναι ακόμα πιο απαραίτητο να πηγαίνω στη λειτουργία! Ο λόγος; Ο Χριστός είπε πως, αν δε συγχωρήσω τους εχθρούς μου, δεν είμαι δικός Του φίλος. Με το να σταθώ λοιπόν δίπλα στους «κακούς ανθρώπους» που θα συναντήσω στην εκκλησία, σιγά σιγά θα μάθω να τους συγχωρώ, να τους αγαπώ, κι ακόμη να προσευχηθώ γι’ αυτούς, για να τους συγχωρέσει ο Θεός και να τους σώσει.

Αν δεν παλέψω μέσα μου να μάθω ν’ αγαπώ ακριβώς αυτούς τους ανθρώπους που πιστεύω πως «δεν αξίζουν» αγάπη, τότε άδικα πάω στην εκκλησία: δε θεωρώ το Χριστό φίλο μου και δεν είμαι καθόλου άξιος να με θεωρεί Εκείνος φίλο Του, μαθητή Του και πιστό σύντροφό Του. Θέλω λοιπόν ακόμα δουλειά – κι αυτή η δουλειά γίνεται μέσα στην καρδιά μου και γίνεται ακριβώς μέσα στην εκκλησία.
Βέβαια, κι έξω από την εκκλησία, αν έχω αγάπη, θα φέρομαι με αγάπη στους άλλους και θα τους βοηθώ όπως μπορώ. Όχι μόνο μ’ ένα πιάτο φαΐ, αλλά και μ’ ένα χαμόγελο, καθώς με την προσευχή μου στο Θεό γι’ αυτούς.

6. Από την εποχή του Χριστού μέχρι σήμερα, χιλιάδες άνθρωποι, άντρες και γυναίκες, βάδισαν αυτό το δρόμο και ενώθηκαν με το Θεό. Είναι οι άγιοι. Οι άγιοι είναι άνθρωποι από κάθε κοινωνική τάξη και επάγγελμα – πλούσιοι και φτωχοί, ελεύθεροι και δούλοι, παπάδες και λαϊκοί, μοναχοί και οικογενειάρχες, μητέρες και πατέρες, γιατροί και έμποροι, δάσκαλοι και μαθητές, βασιλιάδες και ζητιάνοι – που αγάπησαν το Χριστό και τον πλησίον περισσότερο απ’ τον εαυτό τους. Αυτή η αγάπη έγινε το κέντρο της ύπαρξής τους. Είτε έγιναν μοναχοί ή ιερείς, είτε άσκησαν κάποιο επάγγελμα, είτε μεγάλωσαν τα παιδιά τους με πίστη κι αγάπη, είτε έδωσαν τη ζωή τους για την πίστη τους, πάντως κάπως πρόσφεραν τον εαυτό τους, αφού αγωνίστηκαν πολύ να νικήσουν τα πάθη τους (τα αρνητικά στοιχεία του εαυτού τους), ζητώντας γι’ αυτό τη βοήθεια του Χριστού, κοινωνώντας το σώμα και το αίμα Του και βαδίζοντας το δρόμο που δίδαξε Εκείνος και οι μεγάλοι χριστιανοί Διδάσκαλοι: προσευχήθηκαν, εξομολογήθηκαν, αγάπησαν, πόνεσαν, προσφέρθηκαν. Δεν περίμεναν αντάλλαγμα, αλλά το αντάλλαγμα ήρθε από το χέρι του Θεού. Όχι μόνο μετά το θάνατο, αλλά πολλές φορές και ενώ ακόμη ζούσαν: το θείο Φως μεταμόρφωσε την ύπαρξή τους σ’ αυτό που ο Θεός προσκαλεί κάθε άνθρωπο να γίνει, αν θέλει.

Πολλοί άγιοι μετανόησαν από φοβερά εγκλήματα – η μετάνοιά τους ήταν τόσο μεγάλη, γεμάτη ποταμούς δακρύων, που «ράγισε η καρδιά τους», μπήκε μέσα απ’ αυτή τη ρωγμή η θεία χάρη και τους μεταμόρφωσε.

Άγιοι βέβαια υπάρχουν και σήμερα. Από τον άγιο Νεκτάριο († 1920) ώς το Γέροντα Παΐσιο († 1994), εκατοντάδες άγιοι έχουν αναδειχθεί τον 20ό αιώνα σε όλους τους ορθόδοξους λαούς – χωρίς να υπολογίσουμε και τους σύγχρονους μάρτυρες από θρησκευτικούς ή αθεϊστικούς διωγμούς, που ξεπερνούν το εκατομμύριο*.

Ελάχιστοι από τους σύγχρονους αγίους – που έζησαν «δίπλα μας» μια ζωή αγάπης και πίστης, ξεπερνώντας τη δική μας μέτρια ζωή – είναι:
ο άγ. Αρσένιος ο Καππαδόκης († 1924), ο άγ. Σάββας της Καλύμνου († 1948), η αόμματη αγία Ματρώνα της Μόσχας († 1952), ο άγ. Γεώργιος Καρσλίδης (Δράμα, † 1959), ο άγ. Ευθύμιος Τακαϊσβίλι (Γεωργία, † 1951, καθηγητής του πανεπιστημίου της Τυφλίδας), ο άγ. Λουκάς ο Ιατρός (Ουκρανία, † 1961 – καθηγητής πανεπιστημίου και πατέρας τεσσάρων παιδιών, αλλά και ιερέας και αργότερα επίσκοπος, μετά την κοίμηση της συζύγου του), ο άγ. Ιωάννης Μαξίμοβιτς (ΗΠΑ, † 1966), ο άγ. Άνθιμος της Χίου († 1960), ο Χανιώτης άγ. Νικηφόρος ο Λεπρός (Λεπροκομείο Αθηνών, † 1964), η αγία Σοφία της Καστοριάς († 1974), ο άγ. Ιουστίνος Πόποβιτς (Σερβία, † 1979), ο άγ. νεομάρτυρας Φιλούμενος (Άγιοι Τόποι, † 1979) κ.π.ά. Σ’ αυτούς πρέπει να προσθέσουμε τους μεγάλους σύγχρονους αγίους Γέροντες της Ορθοδοξίας, που έχουν κοιμηθεί πρόσφατα και δεν έχουν ακόμη αναγνωριστεί επίσημα ως άγιοι, όπως οι Γέροντες Πορφύριος († 1991), Παΐσιος († 1994), Ιάκωβος της Εύβοιας († 1991), Σωφρόνιος τους Έσσεξ (Αγγλία, † 1993), Κλεόπας της Ρουμανίας († 1998), οι Ρεθεμνιώτες Γέροντες Ιωακείμ του Κουδουμά († 1948), Γεννάδιος († 1983), Ευμένιος των Ρουστίκων († 2005) κ.π.ά.**

* Όπως στη Ρωσία, τη Σερβία, τη Ρουμανία, την Αλβανία κ.α., όπου έχουμε χιλιάδες ορθόδοξους κάθε ηλικίας και φύλου, που βασανίστηκαν και θανατώθηκαν για το Χριστό κατά τον 20ό αιώνα και έγιναν άγιοι, όπως οι μάρτυρες των ρωμαϊκών χρόνων και της Τουρκοκρατίας.

** «Γέροντας» στη γλώσσα της Ορθοδοξίας θα πει πνευματικός διδάσκαλος και οδηγός, ανεξάρτητα από την ηλικία του. Γι’ αυτό στην παραδοσιακή Κρήτη τους ιερείς τους λέμε «γέροντες», ακόμη κι αν είναι νέοι.

Εμείς ας μη γίνουμε άγιοι και πρωταθλητές του ουρανού, ας μη φτάσουμε στη θέωση… Ας κάνουμε όμως μερικά βήματα προς το Χριστό, μερικά βήματα στο δρόμο που οι άγιοι βάδισαν πάρα πολύ.

Ας γίνουμε «μικροί άγιοι», τέτοιοι που γύρω μας υπάρχουν αρκετοί, άνθρωποι καθημερινοί, γεμάτοι πίστη κι αγάπη, που συγχωρούν, προσφέρουν, θυσιάζονται για τον πλησίον, αλλά και προσεύχονται, νηστεύουν, εξομολογούνται και μεταλαβαίνουν, όπως οι παλιοί και σοφοί πατέρες μας. Πολλές φορές τους περιφρονούμε και τους χαρακτηρίζουμε καθυστερημένους ή και υποκριτές, για να δικαιολογήσουμε τον εαυτό μας που ζούμε μια ζωή χωρίς το Χριστό.

Όμως ας τους δούμε χωρίς εγωισμό (θα είναι δύσκολο στην αρχή, γιατί ο εγωισμός είναι βαθιά ριζωμένος μέσα μας και κρύβεται σαν παράσιτο) κι ας διδαχτούμε απ’ αυτούς. Ας παλέψουμε για να μάθουμε ν’ αγαπάμε και να συγχωρούμε τους άλλους, όποιοι κι αν είναι, ό,τι κι αν μας κάνουν. Ας μάθουμε ν’ αγαπάμε το Χριστό και τον πλησίον περισσότερο απ’ τον εαυτό μας. Αυτό σημαίνει πως είμαστε χριστιανοί. Δε θα το καταφέρουμε, βέβαια, ποτέ μόνοι μας. Η Εκκλησία μάς περιμένει, με τα άγια μυστήρια και όλη την πνευματική ζωή που περιέχει, για να μας δείξει το δρόμο και να μας δώσει δύναμη, τη δύναμη του Χριστού.

7. Το να ζει κάποιος πνευματικά και χριστιανικά, δε σημαίνει πως θα κλειστεί σε μοναστήρι ή πως θ’ ασχολείται συνέχεια με τη θρησκεία και το Θεό. Κι αυτά ακόμη είναι ένα είδος πρόσκλησης του Χριστού, για κείνους που μπορούν ν’ αντέξουν μια τέτοια δύσκολη (αν και φωτεινή) ζωή. Ζήσε όπως όλοι οι άνθρωποι, αλλά συγχρόνως ζήσε χριστιανικά. Η Ορθοδοξία είναι ένας πολύτιμος θησαυρός, που, όταν τον αντιληφθείς, θα μεταμορφώσει φωτεινά κάθε πτυχή της ζωής σου. Έτσι, ενώ θα ζεις όπως όλοι, όμως δε θα ζεις με κακία κι εγωισμό, αλλά με ειρήνη και αγάπη. Φυσικά, χρειάζεται αγώνας για ν’ αποκτηθεί αυτή η ειρήνη και η αγάπη, αν είναι η ειρήνη και η αγάπη του Χριστού κι όχι μια ψεύτικη ειρήνη και αγάπη που απλά σου δίνει ηρεμία, αλλά σε αφήνει όπως είσαι και δε σε ενώνει μαζί Του.

Εμείς οι ορθόδοξοι χριστιανοί, οι μαθητές του Χριστού και των αγίων, αυτό τον αγώνα τον θέλουμε. Κάνουμε το σταυρό μας και αγωνιζόμαστε, με ήττες και λάθη, αλλά πάντα προχωράμε, δίπλα στο συνάνθρωπο, μέσα στην εκκλησία, συνδεδεμένοι με το Χριστό, που είναι η Ζωή και το Φως. Ζωή και Φως που δίνουν χαρά εδώ και τώρα, χαρά που συνεχίζεται στην αιωνιότητα.

Αυτό είναι το κάλεσμα της Εκκλησίας και για σένα και για το βαφτιστήρι σου, αυτό είναι το κάλεσμα που έχεις αποστολή να του μεταδώσεις και να τους εξηγήσεις, γι’ αυτό είσαι νονός ή νονά.

Κι αν οι παπάδες σε απογοητεύουν, υπάρχουν και πολύ καλοί και άξιοι παπάδες, που βοηθούν με όλες τους τις δυνάμεις τον κόσμο να πλησιάσει το Χριστό. Αν στην ενορία σου δε βλέπεις τέτοιον παπά, σίγουρα θα βρεις στη διπλανή ενορία ή στην «παραδιπλανή». Όπως ψάχνεις ένα καλό γιατρό ή ακόμη κι έναν καλό τεχνίτη, έτσι θα ψάξεις για τον καλό παπά, αν φυσικά θέλεις το δρόμο του Χριστού, που οδηγεί στην ένωση με Αυτόν και με τον Τριαδικό Θεό, στην αγιότητα και στον παράδεισο.

Και το δρόμο αυτόν, όσο τον βαδίζεις, κάνεις καλύτερη και τη ζωή των δικών σου, κι ένας από τους δικούς σου – πολύ δικός σου – είναι κι ο βαφτισιμιός σου.

Να σου ζήσει, λοιπόν, νονέ! Να σου ζήσει, νονά! Κι ο Χριστός να τον αξιώσει, κι αυτόν κι εσένα, να βαδίσει το δρόμο που ξεκίνησε βγαίνοντας από την κολυμπήθρα. Θα τον βοηθήσεις κι εσύ, θα σας βοηθήσει όλους και θα μας βοηθήσει όλους ο ίδιος ο Χριστός, ο μεγάλος μας Φίλος, ο τελικός μας προορισμός.


Θεόδωρος Ι. Ρηγινιώτης - Θεολόγος


«ΘΑ ΓΙΝΕΙΣ ΝΟΝΟΣ; / ΘΑ ΓΙΝΕΙΣ ΝΟΝΑ;»
Η ΝΕΑ ΕΚΔΟΣΗ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ
ΡΕΘΥΜΝΗΣ ΚΑΙ ΑΥΛΟΠΟΤΑΜΟΥ

Ἐκδόθηκε ἤδη ἀπό τήν Ἱερά Μητρόπολη Ρεθύμνης καί Αὐλοποτάμου τρίπτυχο φυλλάδιο μέ τίτλο «Θά γίνεις νονός; / Θά γίνεις νονά;», τό ὁποῖο ἐπιμελήθηκε ὁ Καθηγητής Θεολόγος κ. Θεόδωρος Ρηγινιώτης.

Τό καλαίσθητο αὐτό φυλλάδιο περιέχει μία σύντομη και προσιτή σέ ὅλους Κατήχηση ἀναφορικά μέ τά ἐλάχιστα ἀναγκαῖα στοιχεῖα τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεώς μας, τά ὁποῖα ὀφείλει νά γνωρίζει, νά ἀποδέχεται καί νά ὁμολογεῖ ὅποιος ἥ ὅποια ἐπιθυμεῖ νά ἐνσωματωθεῖ στήν Ἁγία μας Ἐκκλησία μέ τό Ἅγιο Βάπτισμα.

Καί ἐπειδή στήν Ἐκκλησία μας ἐδῶ καί πολλούς αἰῶνες ἔχει καθιερωθεῖ ὁ νηπιοβαπτισμός, τήν ὑποχρέωση γιά τήν Κατήχηση τοῦ (ἤ τῆς) νεοφωτίστου σέ εὔθετο χρόνο ἀναλαμβάνει («ἀναδέχεται») ὁ Ἀνάδοχός του (της).

Ἑπομένως, ἐκεῖνος πού πρωτίστως ὀφείλει νά εἶναι κατηρτισμένος στά τῆς Πίστεως εἶναι ὁ νονός ἤ ἡ νονά τοῦ κάθε βαπτιζομένου.

Μέ τό ἀνωτέρω φυλλάδιο γίνεται μιά συστηματική καί ἐπιμελημένη προσπάθεια νά βοηθηθοῦν οἱ ὑποψήφιοι Ἀνάδοχοι στό πολυεύθυνο πνευματικό ἔργο πού ἐπωμίζονται ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ ἀλλά καί τοῦ βαπτιζομένου πού ἀναδέχονται ἀπό τήν Ἁγία Κολυμβήθρα.

Γιά τόν λόγο αὐτό, καλό εἶναι, μαζί μέ ὅποια ἄλλη προετοιμασία, ὁ ὑποψήφιος Ἀνάδοχος νά παραλαμβάνει στά χέρια του αὐτό τό φυλλάδιο, νά τό μελετᾶ καί νά ἐμβαθύνει στό Μεγάλο Μυστήριο τοῦ Ἁγίου Βαπτίσματος.

Τό φυλλάδιο θά δίδεται στούς Ἀναδόχους ἀπό τίς Ἐνορίες τῆς  Ἱερᾶς Μητροπόλεως Ρεθύμνης καί Αὐλοποτάμου κατά τήν τέλεση τοῦ Μυστηρίου τοῦ Βαπτίσματος.

Μπορεῖτε νά ἀναγνώσετε, κατεβάσετε καί ἐκτυπώσετε τό φυλλάδιο ἀκολουθώντας τούς παρακάτω συνδέσμους.

ΘΑ ΓΙΝΕΙΣ ΝΟΝΟΣ-ΝΟΝΑ;_ΑΝΑΓΝΩΣΗ.pdf 3.32 MB
ΘΑ ΓΙΝΕΙΣ ΝΟΝΟΣ-ΝΟΝΑ;_ΤΡΙΠΤΥΧΟ.pdf 3.37 MB

Επιμέλεια - τονισμοί: Σοφία Ντρέκου/Αέναη επΑνάσταση

Το κουράγιο να είσαι χριστιανός (Όσκαρ Ρομέρο)

Γι' αυτό το επαναλαμβάνω: ας μην αφαιρούμε τη δύναμη του χριστιανισμού από τους χριστιανούς, όταν τους καθοδηγούμε να μπουν σε απελευθερωτικά κινήματα που δεν πιστεύουν ούτε στο Χριστό, ούτε στο Θεό.
Χριστιανοί, μην απατάσθε! Χριστιανοί έχετε μια δύναμη πολύ μεγαλύτερη από οποιαδήποτε πολιτική ομάδα, από οποιαδήποτε οργάνωση που δε λαμβάνει υπόψη της παρά μόνο γήινα πράγματα! Να σκέφτεσαι το Χριστό και να πείρνετε δύναμη απ' αυτόν. Τότε η πολιτική, η κοινωνιολογία, η οικονομία θα ξαναβρούν μια χριστιανική δύναμη.
 Η Εκκλησία δεν ταυτίζεται με καμιά από αυτές τις δυνάμεις, αλλά τις εμπνέει και λέει στους ανθρώπους: αγωνιστείτε, αλλά χωρίς να χάνετε την προοπτική που σας δείχνω. Να γιατί δεν ταυτίζομαι με κανέναν σας, γιατί θέλω να παραμείνω ελεύθερος για να υπενθυμίζω αυτη την εσχατολογία, που πάντοτε πρέπει να παίρνει κριτική στάση απέναντι στα σχέδια των ανθρώπων.
 Και λέω στους Χριστιανούς!
Αφού έχετε το σχέδιο της Βασιλείας των ουρανών, με την πίστη στο βασιλιά και αναστημένο Χριστό , γιατί γίνεστε σκλάβοι των ιδεολογιών της γης;
Γιατί πιστεύετε ότι ο χριστιανός αξίζει λιγότερο από την πολιτική;
 Γιατί δεν έχετε το θάρρος να δώσετε επίσης χριστιανικό περιεχόμενο στην οργάνωση στην οποία ανήκετε;
Γιατί πρέπει να γίνεστε σκλάβοι των άλλων;
Γιατί εγκαταλείψατε τον αρχηγό , που είναι ο Χριστός;
Γιατί πρέπει να υποτάσσεστε σε ζυγό;
Μην ταπεινώνεστε!Πέστε ποιοι είναι οι ελευθερωτές και ποιοι οι σκλάβοι!
Πέστε ποιοι είναι αυτοι που παλεύουν για διεκδικήσεις και ποιοι υποτάσσονται σε ζυγό!
Ο Χριστιανός είναι ο μεγαλύτερος επαναστάτης που υπάρχει, γιατί δεν υποτάσσεται σε καμιά γήινη ιδεολογία: Κατέχει τη μεγάλη ελευθερία του Ιησού Χριστού, του Ελευθερωτή.
(Ομιλία την ημέρα του Πάσχα, 15 Απριλίου 1979)

Όσκαρ Ρομέρο , Ο ποιμένας μπροστά στα γεγονότα, εκδ. Μήνυμα, Αθήνα 1995, σσ.42-43

(Από το βοήθημα μελέτης σύμφωνα με το σχολικό βιβλίο: Θέματα Χριστιανικής Ηθικής, Γ Ενιαίου Λυκείου, Ανδρέας Αργυρόπουλος* Δημήτρης Τριανταφύλλου)

Συμβιβάζεται η πρόγνωση του Θεού με την ελευθερία του ανθρώπου;


Το επίκεντρο της ερώτησης βρίσκεται στο έξης σημείο: Μπορεί ο άνθρωπος να γίνει κάτι άλλο από αυτό που προβλέπει ο Θεός γι’ αυτόν; Ασφαλώς όχι. Άρα η πρόγνωση του Θεού λειτουργεί για τον άνθρωπο ως προορισμός. Επομένως ο άνθρωπος δεν είναι ελεύθερος μια και η υποτιθέμενη ελευθερία του ορίζεται από τη βούληση ενός άλλου.

α. Κάνοντας κανείς μια πρώτη και γενική παρατήρηση πάνω στο ερώτημα πρέπει να πει ότι αυτό είναι αποτέλεσμα περισσότερο φιλοσοφικής εκζήτησης παρά ανθρώπινης εμπειρίας. Ο άνθρωπος βασικά δεν αισθάνεται ότι η βούλησή του, δηλαδή η εσωτερική του ελευθερία, δεσμεύεται από άλλη δύναμη. Με άλλα λόγια το ερώτημα είναι κατηγορίας συλλογιστικής και όχι βιωματικής, δηλαδή ανυπόστατο, με την οντολογική έννοια του όρου.

Το ερώτημα έχει στη διατύπωσή του ένα κρίσιμο σφάλμα, γιατί αντικρύζει τη συμπεριφορά του Θεού από την οπτική γωνία του ανθρώπου. Για τον άνθρωπο που υπόκειται στο χρόνο η από τώρα γνώση ενός μελλοντικού γεγονότος σημαίνει πρόγνωση. Η πρόγνωση προσδιορίζει αναγκαστικά τη διαδικασία του χρόνου να καταλήξει στο προγιγνωσκόμενο. Έτσι η πρόγνωση αποτελεί προορισμό.

Ο Θεός δεν υπάγεται στο χρόνο. Ως δημιουργός του κόσμου είναι πριν από τον κόσμο. Έτσι όμως είναι και πριν από το χρόνο μια και ο χρόνος είναι η μέτρηση των μεταβολών του χώρου, με άλλα λόγια δεν είναι ανεξάρτητος από το χώρο. Έτσι ο Θεός δεν έχει πρόγνωση αλλά γνώση. Αν τώρα στο ερώτημα αντικατασταθεί η λέξη «πρόγνωση» από τη λέξη «γνώση» δεν δημιουργείται αντίφαση. Και δεν δημιουργείται γιατί κάθε μορφή γνώσης δεν είναι βουλητικά δεσμευτική για τον άλλο. Π.χ. η γνώση του παρελθόντος μου ή, η γνώση του παρελθόντος ενός άλλου δεν με δέσμευσε ή τον δέσμευσε να πάρει τη μορφή που πήρε. Η γνώση του γιατρού για την έκβαση της αρρώστιας του ασθενούς του δεν είναι προσδιοριστική της εξέλιξής της, αλλά αποτελεί διαπίστωση πείρας, δηλαδή συναρίθμηση πολλών ομόλογων αποτελεσμάτων και, όχι βέβαια, προορισμών. Τη γνώση μου ότι ο εαυτός μου σε μια συγκεκριμένη περίπτωση θα αντιδράσει με αυτό ή τον άλλο τρόπο δεν τη θεωρώ ποτέ ως δεσμευτική, αλλά ως προϊόν συγκερασμού πολλών δικών μου ομοταγών συμπεριφορών. Και στις δύο τελευταίες περιπτώσεις (γιατρού και εαυτού μου) η γνώση, που έχει την επίφαση της πρόγνωσης, δεν προσδιορίζει το αποτέλεσμα, αλλά προσδιορίζεται από αυτό (έστω κι αν αυτό ακόμη δεν έχει συντελεστεί), εφόσον μεσολαβεί η πείρα ανάλογων προηγούμενων περιστατικών. Με λίγα λόγια η γνώση όσο κι αν μπορεί να θεωρηθεί ως δεσμευτική (π.χ. η γνώση των νόμων της φύσης) δεν είναι ποτέ αιτία αλλά αιτιατόν. Δηλαδή δεν είναι δημιουργός των γεγονότων (με την πλατιά έννοια του όρου), αλλά δημιούργημα αυτών. Κατά τον ίδιο τρόπο και η γνώση του Θεού για κάθε συγκεκριμένο άνθρωπο δεν ορίζει τη συμπεριφορά του ανθρώπου αλλά προκύπτει από αυτή.

β. Ωστόσο το θέμα δεν πρέπει να το δούμε μόνο στο χώρο της καθαρής λογικής, αλλά και πιο πραγματικά, δηλαδή στην περιοχή της διδασκαλίας του Χριστιανισμού. Από τη διδασκαλία του Χριστιανισμού βγαίνει σαφώς το συμπέρασμα ότι ο άνθρωπος είναι ελεύθερος και ότι η ελευθερία του άνθρωπου αποτελεί θέλημα και επιδίωξη του Θεού:

Ο Χριστιανισμός καταπολέμησε με αποφασιστικότητα την αρχαιοελληνική αντίληψη για την ειμαρμένη, που οι τότε άνθρωποι τη θεωρούσαν ανώτερη όχι μόνο από τη βούληση των ανθρώπων, αλλά και από τη βούληση των θεών.

Η αντίληψη για την ειμαρμένη αντιστρατευόταν στο Χριστιανισμό σε πολλά σημεία, ιδιαίτερα μάλιστα στη διδασκαλία του για την αμοιβή των δικαίων, για την τιμωρία των αμαρτωλών. Η μέλλουσα κρίση δεν μπορούσε να έχει λόγο ύπαρξης, αν δεν συνέτρεχε ως προϋπόθεση η ελευθερία του ανθρώπου.

Η ηθική του Χριστιανισμού δεν στηρίζεται στην πράξη αλλά στην πρόθεση. Τα πράγματα από μόνα τους είναι ηθικά αδιάφορα. Παίρνουν αξία ή απαξία από τη στάση του ανθρώπου απέναντι σ’’ αυτά. Επομένως βάση και προϋπόθεση της χριστιανικής ηθικής είναι η ελευθερία.

Ο Θεός ήρθε στον κόσμο για να ελευθερώσει τον άνθρωπο από την κατάσταση της δουλείας που είχε πέσει με το προπατορικό αμάρτημα. Η σημασία που απέδωσε ο Θεός στην ελευθερία του ανθρώπου αποδεικνύεται από το μεγάλο τίμημα που κατέβαλε γι’ αυτή, με το να γίνει άνθρωπος και να σταυρωθεί.

Η κατάφαση από μέρους του Θεού της αξίας της ελευθερίας αποδεικνύεται και από το γεγονός ότι αγαπά το διάβολο. Πράγματι τον αγαπά γιατί ο διάβολος είναι δημιούργημα του Θεού «καλό λίαν». Από τη φύση του δεν είναι κακός. Κακός είναι από την πρόθεσή του. Πέρα από αυτό η αγάπη του Θεού για το διάβολο (που γι’ αυτόν είναι κόλαση) μαρτυρείται και από το γεγονός ότι ο Θεός τον συντηρεί στην ύπαρξη. Αν ο Θεός δεν αγαπούσε το διάβολο, ο διάβολος θα είχε εκλείψει.

Όλα τα παραπάνω κατανοούνται από το γεγονός ότι ο Θεός των χριστιανών είναι προσωπικός: και το πρόσωπο δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς τη σχέση. Γι’ αυτό ο Θεός είναι Τριαδικός. Αλλά και η σχέση με τη σειρά της δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς την ελευθερία. Ακριβώς γι’ αυτό δεν λέμε ότι ο Θεός είναι ουσία, ούτε ότι η ουσία προϋπάρχει του Θεού. Γιατί και στις δύο περιπτώσεις δίδεται μια προτεραιότητα στην ουσία από το πρόσωπο με τον κίνδυνο να έχουμε ορισμό του προσώπου από κάτι που είναι έξω από αυτό. Τούτο όμως θα σημαίνει ένα είδος προσδιορισμού, κάτι δηλαδή, που θα έθιγε την ελευθερία του προσώπου.

Από όλα τα παραπάνω βγαίνει το συμπέρασμα ότι για το Χριστιανισμό η ελευθερία του ανθρώπου είναι απόλυτα σεβαστή. Τούτο βέβαια δεν σημαίνει ότι η ελευθερία είναι αυταξία. Η ελευθερία από μόνη της δεν είναι ούτε καλό ούτε κακό. Γίνεται καλό ή κακό από τη χρήση της. Γι’ αυτό το σωστό νόημα της ελευθερίας δεν βρίσκεται στο «ελευθερία από κάτι», αλλά στο «ελευθερία για κάτι». Και ακριβώς αυτή η επιλογή του «για» είναι το κρίσιμο σημείο της ελευθερίας. Μπορεί φιλοσοφικά το «για» να είναι μια δούλωση της ελευθερίας, στα πράγματα όμως η σωστή «δούλωση» της ελευθερίας ελευθερώνει την ελευθερία από μια αυτοΰπαρξη δίχως νόημα. Δηλαδή από το: ελευθερία για ελευθερία.

Η πιο σωστή επιλογή του «για» της ελευθερίας είναι η αγάπη, δηλαδή η πρώτη και μοναδική αυταξία, με άλλα λόγια ο Θεός.

(Ηλία Αντ. Βουλγαράκη, «Χριστιανισμός και κόσμος», εκδ. Αρμός, σ. 168-171)
Αναδημοσίευση:www.pemptousia.gr

Ο Χριστός ελευθερωτής (Ολιβιέ Κλεμάν)

Πρέπει να τελειώνουμε , όποιοι κι αν είναι οι κίνδυνοι, με τις εικόνες του Θεού τις οποίες παράγει το δουλωμένο, εξωστρεφές εγώ , το εγώ τρομοκρατημένο ρομπότ.
Στην "αποφατική" προσέγγιση του μυστηρίου - η οποία είναι αρνητική θεολογία, κατόπιν σιωπηλή αναμονή- , οι κατηγορίες μας περί εξουσίας δεν βρίσκουν εφαρμογή.
Οι Πατέρες μας στην πίστη, μελετώντας τα λόγια του Ιησού σρο ευαγγέλιο του Ιωάννη : "Εγώ και ο Πατήρ εν εσμέν", υπογράμμισαν ότι αυτό  τούτο το είναι του Θεού είναι κοινωνία. Η Τριάδα είναι πρωταρχική, ο Θεός υπάρχει μόνο ως γεγονός κοινωνίας. Και προ πάντων των αιώνων, αυτή έχει την αρχή της σ' ένα Πρόσωπο, στον Πατέρα. Η άβυσσος της θεότητας προβάλλει από τους "κόλπους  του Πατρός" , είναι μια άβυσσος πατρική, μια άβυσσος αγάπης, θέμα που ο Πατριάρχης μοιάζει να δανείζεται από τη θεολογία του μητροπολίτη Περγάμου Ιωάννη . Σε τελευταία ανάλυση , η προσωπική ελευθερία και η προσωπική αγάπη ταυτίζονται και συνιστούν το πραγματικό ον. Το ο ν προέρχεται από το ελεύθερο Πρόσωπο , από το Πρόσωπο που αγαπά ελεύθερα, που βεβαιώνει την ταυτότητά του μέσω της σχέσης του με άλλα πρόσωπα, με το εν ιλαρότητι θυσιαστικό δώρο του προς άλλα πρόσωπα. Το πραγματικό ον, το απόλυτο ον προέρχεται από τον Πατέρα που αγαπά τον Υιό και κάνει το Πνεύμα  Του να αναπαύεται στον Υιό. Πατρικότητα αγαπώσα, ελευθερώνουσα, εντελώς διαφορετική από εκείνη την αλλοτριωτική και καταπιεστική πατρικότητα που γι' αυτή μιλάει συνέχεια και καταγγέλλει συνέχεια η αναρχική ελευθερία.
Η δημιουργία προσωπικών όντων σημαίνει τη δημιουργία ελευθεριών , κατ ' εικόνα της ελευθερίας του Θεού. "Ελεύθερος την γνώμην απ' αρχής ο άνθρωπος " έγραφε ο άγιος Ειρηναίος Λυώνος "και γαρ ελεύθερος την γνώμην ο Θεός , ου καθ' ομοίωσιν γέγονεν"
Αν ο Θεός , Πατήρ-Υιός-Πνεύμα, είναι ελευθερία της αγάπης, δεν μπορεί  να είναι ως προς εμάς, παρά αγάπη της ελευθερίας. Η δημιουργία ενός όντος προσωπικού - δηλαδή ελεύθερου- αποτελεί το αριστούργημα , την κορυφή της θεϊκής δύναμης, αλλά εμπεριέχει ταυτόχρονα ένα είδος εκούσιου περιορισμού αυτής της δύναμης, για να δώσει στο δημιούργημα το χώρο της ελευθερίας του. 'Οταν ο Θεός αναδεικνύει "έξω" από τον εαυτό Του την ύπαρξη ενός άλλου πραγματικά άλλου, η παντοδυναμία Του, βρίσκει το πλήρωμά της στο γεγονός ότι σταυρώνεται από σεβασμό προς μια ελευθερία, ένα γεμάτο πάθος και δίχως όρου σεβασμό. Η ελεύθερη δημιουργία ελευθεριών συνεπάγεται τον κίνδυνο του Σταυρού, ο Θεός κάνει τον εαυτό Του ευάλωτο απέναντι στο πλάσμα Του, γίνεται το "Αρνίον", λέει η Αποκάλυψη, το "εσφαγμένον από καταβολής κόσμου".
Ο Θεός είναι τόσο ελεύθερος , ώστε μπορεί να υπερβαίνει την ίδια του την υπερβατικότητα για να εμπλακεί μαζί με τους ανθρώπους σε ένα πραγματικό δράμα αγάπης. Ο Θεός είναι τόσο ελεύθερος , ώστε μπορεί να αγαπάει με το σεβασμό, τη διάκριση, την ταπεινοσύνη , τελικά με την ταπείνωση εκείνου που περιμένει την ελεύθερη απάντηση του αγαπημένου και δεν μπορεί να την εξαναγκάσει, χωρίς με αυτό ακριβώς να καταστρέψει το χαρακτήρα της ως ελεύθερης απάντησης . Ο Θεός είναι τόσο ελεύθερος , ώστε επιτρέπει στον άνθρωπο να φέρνει σε δύσκολη θέση την παντοδυναμία Του. Οι πιο μεγάλοι πνευματικοί ονόμασαν αυτή την ελευθερία του Θεού "μανικό έρωτα". Που βρίσκει την έσχατη κορύφωσή του στο Σταυρό. Ο σαρκωμένος και σταυρωμένος Θεός παίρνει πάνω Του όλη τη δουλεία μας, παίρνει πάνω Του το θάνατο - σε όλο το πνευματικό του βάθος: το θάνατο ως άδη, ως απουσία του Θεού, απουσία αγάπης, "οψώνια της αμαρτίας" , μισθό του χωρισμού, του μίσους, του φόνου και της αυτοκτονίας. Όλα τότε ανατρέπονται, η απελπισία που εμφιλοχωρούσε ανάμεσα στο Θεό και στον ενανθρωπήσαντα Θεό, ανάμεσα στο Θεό και στον άνθρωπο, καταλύεται μέσα στην ενότητα του Πατέρα και του Υιού. Στο εξής η ζωή, το φως, το Πνεύμα, η αληθινή ελευθερία πηγάζουν για μας, όχι από ένα Θεό εξωτερικό, κάπως υπερβολικά πλήρη και υπερβολικά βαρύ, που θα μας συνέτριβε, αλλά πό ένα Θεό σταυρωμένο, "αδεισμένο" (είναι χωρίς άλλο η καλύτερη έκφραση για να θυμίσουμε την "κένωση") , από ένα Θεό σκαμ΄΄ενο από αγάπη, για να βρει μέσα σ' Αυτόν ο άνθρωπος το χώρο της ελευθερίας του, της από δω και πέρα δημιουργικής ελευθερίας του.
Απέναντι στη θανάσιμη παρέκκλιση της αναρχικής ελευθερίας , ο Χριστός είναι η αλήθεια, όχι ο Θεός ενάντια στον άνθρωπο ούτε ο άνθρωπος ενάντια στο Θεό, αλλά η πληρότητα εκείνου που οι ορθόδοξοι θρησκευτικοί φιλόσοφοι αποκαλούν "θεανθρωπότητα" : μέσα στην οποία η εσωτερικότητα του ανθρώπου καταλήγει να γίνει διαφάνεια, μέσα στην οποία η ελευθερία βρίσκει το περιεχόμενό της , που είναι η αγάπη. Εν Χριστώ, λέει το Ευαγγέλιο, γνωρίζουμε την αλήθεια και η αλήθεια μας ελευθερώνει. Επειδή η θεανθρωπότητα είναι ο χώρος του Πνεύματος, υπόσταση της ελευιερίας. Το Πνεύμα τείναι να μειώσει όσο γίνεται περισσότερο την εξωτερικότητα, που είναι η ουσία του καταναγκασμού, ο νόμος αυτού εδώ του πεπτωκότος κόσμου. Αποκαλύπτει "τη δόξα του Θεού που είναι κρυμμένη μέσα στα όντα και στα πράγματα", μεταμορφώνοντας το αντιεκείμενο σε υποκείμενο, το πράγμα σε παρουσία και , διευκρινίζει ο Πατριάρχης, το αυτός σε εσύ . Το θάμβος μπροστά στο ζωοποιό Σταυρό , μπροστά στο μανικό έρωτα του Θεού μας ανοίγει μια δημιουργική έμπνευση, μια ζωή, μια φωτιά. Επειδή το Πνεύμα είναι η εσωτερικότητα κάθε υπαρκτού , η Ζωή της ζωής, το πνευματικό άρωμα κάθε όντος και κάθε πράγματος, το ενδεχόμενο να γίνει πρόσωπο ακόμη και το πιο σκοτεινό και αχρείο άτομο.
Αυτή η απελευθερωτική παρουσία του Πνεύματος, δωρεά του Αναστάντος, παραχωρείται μόνο στην πίστη μας. Αλλά η πίστη ως εμπιστοσύνη, προσωπική προσκόλληση σε μια παρουσία καλυμμένη (για να μην επιβάλλεται) και ταυτόχρονα αποκαλυμμένη (για να ζητήσει την αγάπη) , η πίστη, στην παράδοση της ορθόδοξης Ανατολής, ταυτίζεται με την ελευθερία. Όταν ο Θεός σαρκώνεται, δεν το κάνει μέσα στα άγια των αγίων, στην καρδιά του Ιερού, αλλά μέσα σ΄ένα σταύλο, στο περιθώριο. Στην έρημο αρνείται τους πειρασμούς της μαγείας, της περιουσίας και της εξουσίας , που θα προσήλκυαν σ΄Αυτόν τους ανθρώπους σαν μαγεμένους δούλους. Με τα μάτια δεμ'ενα, ραπιζόμενος- "Προφήτα, προφήτευσον!"- , σιωπά. Αρνείται να κατέβει από το σταρό Του : "καταβάτω νυν από του σταυρού και πιστεύσομεν επ' αυτώ"! Ανασταίνεται εν τω κρυπτώ και δεν εμφανίζεται ούτε μπροστά στο Συνέδριο, ούτε μπροστά στη Γερουσία της Ρώμης, αλλά μόνο σ' εκείνους που του δίνουν την εμπιστοσύνη τους, σ' εκείνους που η καρδιά τους είναι "καιόμενη" μέσα τους, όπως οι οδοιπόροι στους Εμμαούς,σ' εκείνους που κλαίνε και που τα μάτια τους ανοίγουν ξαφνικά όταν Εκείνος τους καλεί με το όνομά τους, όπως η Μαρία η Μαγδαληνη. Μόνο μέσα στη βασιλική ελευθερία της πίστης ανακαλύπτουμε πως ο Σταυρωμένος είναι στο εξής ο Αναστημένος που μας ανασταίνει. Μόνο μέσα στη βασιλική ελευθερία της πίστης ανακαλύπτουμε πως ο κόσμος, αυτός ο τάφος, είναι στην πραγματικότητα ένας τάφος κενός, γεμάτος φως καθώς η Βασιλεία έρχεται στα κρυφά ανάμεσά μας μέσα στην ειρηνική ομορφιά της λειτουργίας και της εικόνας, σ' αυτές τις στιγμές ειρήνης, φωτός, χαράς, πνευματικής ανακούφισης,όπου τίποτα πια δεν είναι εξωτερικό ούτε εχθρικό , όταν υπάρχουν μόνο πρόσωπα, όταν η γη είναι ένα ιερό μυστήριο.
Ένας μετα-ιδεολογικός χριστιανισμός οφείλει να το βεβαιώσει έντονα: ο Θεός είναι η ελευθερία του ανθρώπου. Αν ο Θεός δεν υπήρχε, ο άνθρωπος δεν θα ήταν παρά ένα σήμαντο κομμάτι της κοινωνίας και του σύμπαντος και η μοίρα , το πεπρωμένο της ελληνικής τραγωδίας , ο αδυσώπητος νόμος της αποτυχίας και της καταστροφής θα βασίλευεανέλπιδα πάνω μας. Αν ο Θεός υπήρχε, αλλά σαν ουράνιος τύραννος που θα μας είχε στην κυριαρχική του διάθεση, ο άνθρωπος δε θα ήταν παρά ένας σκλάβος χωρίς άλλη διέξοδο από την έγερση του Εωσφόρου ή του Προμηθέα. Αλλά ο Θεός που μας αποκαλύπτεται στο πρόσωπο του Ιησού Χριστού είναι η σταυρωμένη και ελευθερώτρια αγάπη. Ο Ντοστογιέφσκι έδειξε, στο "Μύθο του Μεγάλου Ιεροεξεταστή", ότι ο Χριστός μας καλεί στην ελευθερία της πίστης. Ο Ιεροεξεταστής - αυτη η μορφή τόσο του ολοκληρωτισμού όσο και του δικού μας ηδονιστικού μηδενισμού-, πιστεύοντας ότι θα προσβάλλει τον Ιησού, τον εξυμνεί στην πραγματικότητα ως τον ιδρυτή της αληθινής ελευθερίας : "Αντί να υπακούει στο σκληρό αρχαίο νόμο, ο άνθρωπος έπρεπε στο εξής, με ελεύθερη καρδιά, να αποφασίζει ποιο είναι το καλό και ποιο το κακό, έχοντας μοναδικό του οδηγό τη μορφή σου".
Και αυτή η μορφή - που είναι στην πραγματικότητα το πρότυπο του ανθρώπου- ξυπνάει μέσα του την ορμή της ελευθερωμένης ελευθερίας."Η καρδιά (του Χριστού) φλέγεται από αγάπη.Τα μάτια Του αναδίνουν [...] τη Δύναμη η οποία ακτινοβολεί και ξυπνάει την αγάπη στις καρδιές". Γιατί Αυτός "διψάει για ελεύθερη αγάπη και όχι για δουλικά ξεσπάσματα ενός τρομοκρατημένου σκλάβου". Στη Γεσθημανή και στο Γολγοθά, εγκαινιάζει στο πρόσωπό Του, στην ανθρωπότητά Του που είναι η δική μας, προσφέρει λοιπόν σε όλους την πραγματική κλίση του ανθρώπου, την κλίση "του παιδός της θυσίας και της ελευθερίας". Ναι, είμαστε επιτέλους ελεύθεροι επειδή αποκαλύπτεται πως είμαστε ουσιαστικά αγαπημένοι, και για πάντα, με μια αγάπη πιο δυνατή από το θάνατο, επειδή με τη σειρά μας μπορούμε ν' αγαπούμε, και για πάντα. Έτσι, με το θάρρος της ελευθερίας, γινόμαστε υπομονετικά εργάτες της κοινωνίας μεταξύ των ανθρώπων και της μεταμόρφωσης του σύμπαντος.

Ολιβιέ Κλεμάν, Η αλήθεια ελευθερώσει υμάς, εκδ. Ακρίτας, 1997, σσ. 154-159

Ο Γάμος, ως Μυστήριον (Καθηγούμενος Ι.Μ. Οσίου Γρηγορίου Αγίου Όρους Γεώργιος Καψάνης)

Είναι κοινή διαπίστωση ότι σήμερα ο γάμος περνά κρίση. Αυτό μαρτυρεί το πλήθος των διαζυγίων. Αυτό μαρτυρούν τα τόσα ζεύγη που χωρίς να φθάσουν στο διαζύγιο ζουν κατά συνθήκη και κατ’ ανοχή συζυγική ζωή και δεν βρίσκουν καμία ευτυχία και καμιά χαρά στον δεσμό των.



Ένα σοβαρό αίτιο της κρίσεως αυτής είναι ότι οι ερχόμενοι εις γάμου κοινωνίαν Χριστιανοί δεν ζουν το γάμο τους, ως Μυστήριο.

Πολλοί Χριστιανοί επηρεασμένοι από το κοσμικό και άθεο κλήμα της εποχής μας, που είναι σήμερα διάχυτο (εφημερίδες, τραγούδια, περιοδικά, θεάματα, διαφημίσεις) αντιλαμβάνονται το γάμο ως ένα φυσικό, βιολογικό ή κοινωνικοοικονομικό μόνο γεγονός. Ο πανσεξουαλισμός έχει επηρεάσει βαθύτατα τη σκέψη του συγχρόνου ανθρώπου με αποτέλεσμα να τοποθετεί την ευτυχία του αποκλειστικώς και μόνον στο σεξ. Έτσι ο γάμος θεωρείται σαν ένα νόμιμο και εγκεκριμένο από την κοινωνία ερωτικό παιχνίδι, χωρίς καμία συνείδηση ευθύνης και αποστολής. Όταν περάσει η ερωτική ευχαρίστηση τότε και ο γάμος δεν έχει νόημα. Οι σύζυγοι χωρίζουν για να βρουν νέο σύντροφο και νέα περιπέτεια.

Όταν όμως ο γάμος μένει ένα φυσικό και κοινωνικό γεγονός χωρίς να γίνει «μυστήριον», χωρίς, δηλαδή, να περάσει μέσα στην Εκκλησία, την Βασιλεία αυτή του Θεού, και να μεταμορφωθεί, δεν είναι δυνατόν να σωθεί και να σώσει.



Ο γάμος ως φυσικό και κοινωνικό γεγονός ανήκει στον κόσμο που υπάρχει εκτός της Εκκλησίας. Δεν πρέπει να ξεχνούμε ότι ο έξω της Εκκλησίας κόσμος, ζωή, άνθρωπος, φύση, κοινωνία, είναι αλύτρωτα. Είναι όψεις του πεσόντος κόσμου, που λόγω του προπατορικού αμαρτήματος έχει δηλητηριασθεί, έχει αρρωστήσει θανάσιμα. Έτσι και ο γάμος ως γεγονός φυσικό ή κοινωνικό είναι άρρωστος και αδύνατος από την ιδία του τη φύση να λυτρώσει τον άνθρωπο και να του χαρίσει ακεραία και ολοκληρωμένη ζωή.

Όταν ο γάμος γίνει «Μυστήριο» μεταθέτει τους συζύγους και τον φυσικό τους γάμο από τον παλαιό, αλύτρωτο και χωρίς Θεό κόσμο του εγωισμού, της φθοράς και του θανάτου, στον «καινό», θεανθρώπινο κόσμο της Βασιλείας του Θεού της αγάπης, της Εκκλησίας.

Κάθε Μυστήριον, άλλωστε, είναι μία μετάδοση και μία μεταμόρφωση του παλαιού κόσμου και της παλαιάς ζωής σε καινό κόσμο και «καινή εν Χριστώ» ζωή, που προσφέρεται ως δώρο του Αγίου Πνεύματος.

Ιδιαιτέρως με το Άγιο Βάπτισμα ο άνθρωπος αφήνει τον παλαιό κόσμο για να εισέλθει οριστικώς στη Βασιλεία του Θεού και με τη θεία Ευχαριστία ενώνεται με το Χριστό με την Αγία Τριάδα και όλους τους λυτρωμένους πιστούς.

Χωρίς τη θεία Ευχαριστία δεν θα υπήρχε η Εκκλησία, διότι οι πιστοί δεν θα μπορούσαν να ενωθούν με το Θεό και να γίνουν ένα νέο θεανθρώπινο σώμα.

Αυτό που γίνεται στη θεία Ευχαριστία γίνεται και στο Μυστήριο του γάμου. Οι σύζυγοι ενώνονται με το Χριστό και διά του Χριστού μεταξύ τους σε μία αιώνια και θεανθρώπινη Γνώση. Από μία Γνώση του παλαιού, αρρωστημένου κόσμου μεταμορφώνονται σε μία υγιή εν Χριστώ ένωση μέσα στην καινή κτίση της Βασιλείας του Θεού.

Απλούστερα: Με το Μυστήριο του γάμου δεν ενώνεται μόνον ο γαμβρός και η νύμφη, αλλ’ ενώνεται μαζί τους και ο Χριστός ή μάλλον και οι δύο ενώνονται στο Χριστό, ο οποίος κάνει έτσι την ένωσή τους αγία, τελεία, υγιή, θεανθρώπινη.

Εννοείται ότι για να είναι ο γάμος ένα γεγονός μεταμορφώσεως στις διαστάσεις της Βασιλείας του Θεού, δεν αρκεί εκ μέρους των μελλονύμφων τυπική παρακολούθηση της ιερολογίας του γάμου χωρίς καμία συνειδητή συμμετοχή στο τελούμενο Μυστήριο.

Μετά από μία συνειδητή μετοχή στο Μυστήριο ιδρύεται ένα νέο «σπίτι», μία μικρή Εκκλησία, ένα μικρό Βασίλειο του Τριαδικού Θεού. Είναι χαρακτηριστικό ότι το Μυστήριο αρχίζει, όπως και τα άλλα Μυστήρια, με την ευλογία της Αγίας Τριάδας: «Ευλογημένη η Βασιλεία του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος…». Ό,τι ενώνει τους συζύγους δεν είναι μόνον η φυσική έλξη των δύο φύλων, η κοινωνική σκοπιμότητα κ.τ.λ. αλλά πρώτιστα όλων ο Χριστός. Στο νέο σπίτι δεν βασιλεύει αυταρχικά ο άνδρας ή η γυναίκα, αλλά ο Χριστός, γιατί και οι δύο θέλουν να κάνουν το θέλημα του Χριστού και όχι το δικό τους. Με την ίδρυση της Χριστιανικής οικογένειας ιδρύεται ένα μικρό Βασίλειο του Θεού. Οι σύζυγοι κατά την ιεροτελεστία στεφανώνονται ως βασιλείς, ενώ ψάλλεται το «Κύριε ο Θεός η¬μών δόξη και τιμή στεφάνωσον αυτούς».

Είναι τόσον αγία η θεανθρώπινη ένωση του κατά Θεόν γάμου, ώστε ο Απόστολος Παύλος, το στόμα του Χριστού, παρομοιάζει τη σχέση των συζύγων με τη σχέση του Χριστού προς την Εκκλησία. «Το μυστήριον τούτο μέγα εστίν εγώ δε λέγω εις Χριστόν και εις την Έκκλησίαν» (Εφεσ. ε’ 32).



Εννοείται όμως ότι για να είναι ο γάμος μία φανέρωση και μία αποκάλυψη του γάμου του Χριστού με την Εκκλησία, πρέπει οι σύζυγοι συνεχώς να ξεπερνούν τον παλαιόν άνθρωπο που κρύβουν μέσα τους, να σταυρώνουν τον εγωισμό και τα πάθη τους και να αποκτούν εις βάθος την αγία αρετή της ταπεινοφροσύνης. Από την άποψη αυτή ο γάμος είναι μία συμμετοχή στο θάνατο και την ανάσταση του Χριστού.

Κανείς δεν μπορεί να ζήσει την καινή αναστημένη ζωή του Χριστού, εάν δεν σταυρωθεί πρώτα μαζί του και δεν θάψει τον παλαιόν άνθρωπο. Οι δύο σύζυγοι βοηθούνται αμοιβαία να σταυρώσουν τον παλαιό άνθρωπο. Αυτό είναι πολύ δύσκολο. Είναι ένα είδος μαρτυρίου. Δεν είναι τυχαίο ότι στην ακολουθία του γάμου ψάλλεται το: «Άγιοι Μάρτυρες, οι καλώς αθλήσαντες και στεφανωθέντες…», ενώ γίνεται μία λιτανεία που προηγείται ο ιερέας κρατώντας το ιερό Ευαγγέλιο. Η λιτανεία αυτή μας υπενθυμίζει ότι ο γάμος είναι μία συνεχής πορεία των συζύγων προς τη Βασιλεία του Θεού, ένας συνεχής αγώνας για την κατάκτηση της αγιότητας. Η πορεία αυτή των συζύγων θα γίνει προηγουμένου του Χριστού και του Ευαγγελίου στη μαρτυρική οδό του καθημερινού αγώνα των συζύγων να απαρνούνται τον κακό τους εαυτό και να κάνουν το θέλημα του Θεού, προσφερόμενοι στο σύντροφο της ζωής τους.

Εάν οι Χριστιανοί σύζυγοι δεν αποδεχθούν το γάμο τους ως αγώνα και θυσία, πώς θα επιζήσει η σχέση τους όταν εμφανισθούν οι πρώτες δυσκολίες;

Όλα αυτά δεν εξαντλούν την Ορθόδοξη θεολογία του γάμου. Αποτελούν απλώς ορισμένες εισαγωγικές σκέψεις.

Πρέπει πάντως να κατανοηθεί ότι ο γάμος και η οικογένεια δεν μπορούν να σωθούν, εάν οι χριστιανοί σύζυγοι δεν κατηχηθούν και δεν αποκτήσουν συνείδηση της ουσίας του γάμου, ως Μυστηρίου της Εκκλησίας.

Πολλά έχουμε να πράξουμε προς την κατεύθυνση αυτή οι ποιμένες της Εκκλησίας μας. Το έργο μας δεν είναι έργο ληξιάρχου -ευλογίας και καταγραφής ενός κοινωνικού γεγονότος- αλλά έργο ποιμένος και χειραγωγού εν Χριστώ.

Οι μελλόνυμφοι, οι νεόνυμφοι και οι έγγαμοι Χριστιανοί πρέπει να διδαχθούν από τους ποιμένες τους ποιά σημασία έχει ο γάμος τους, γιατί είναι «μυστήριο» και πώς μπορούν αξίως να περάσουν την έγγαμη ζωή τους.

Στο δύσκολο αυτό έργον μας -έργο πράγματι ποιμαντικό- πρέπει να βοηθηθούμε και από τους λαϊκούς αδελφούς, που είναι τα χέρια και τα πόδια των κληρικών.

Ο αγιασμός και η σωτηρία του γάμου και της οικογένειας δεν είναι έργο μόνον του Επισκόπου και των Πρεσβυτέρων, αλλ’ ολοκλήρου της κοινότητος, της ενορίας και γι’ αυτό όλοι καλούνται να συμπαρασταθούν στους ποιμένες ο καθένας κατά την κλήση του και το χάρισμα που του δόθηκε.

(«Γάμος, μυστήριον αγάπης» σ.29-33, εκδ. Ι.Μητροπόλεως Χαλκίδος)
Πηγή/Αναδημοσίευση:http://www.pemptousia.gr

Το καρκίνωμα του ηθικισμού!


του Μάριου Μπέγζου

Το μυστικό της ανθρώπινης ύπαρξης είναι τούτο: «δε θέλει μονάχα να ζει, μα και να ξέρει γιατί ζει», μας εξομολογείται κάποιος ήρωας του Ντοστογιέφσκι. Δεν αρκεί μόνο ότι ζούμε, αλλά χρειάζεται να έχει νόημα ο βίος μας. Πέρα και πάνω από το «τί» είναι η ζωή, υπάρχει και το «γιατί» άραγε ζούμε. Κάθε απάντηση σε αυτό το τελευταίο ερώτημα διαμορφώνει έναν ορισμένο τρόπο ζωής.
Αυτό λέγεται ήθος: είναι ο τρόπος που ζούμε τη ζωή μας. Με αυτήν την έννοια το ήθος και η ζωή είναι σύμφυτα. Δεν μπορείς να ζήσεις χωρίς ένα νόημα και δίχως κάποιο τρόπο εμβίωσης αυτού του νοήματος. Ίσα-ίσα μάλιστα, από τον τρόπο που ζούμε τη ζωή μας αποφαινόμαστε αν τη χαιρόμαστε ή όχι, αν ευτυχούμε ή δυστυχούμε, αν τελικά ο βίος μας είναι αβίωτος.

Όταν το ήθος συστηματοποιείται και θεωρητικοποιείται, τότε συγκροτείται ηθική. Πρόκειται για τη γενίκευση και την κωδικοποίηση του τρόπου της ζωής, που διατυπώνεται με απαγορεύσεις («ού», «μη») και προτροπές, αρνητικά και θετικά, όπως χαρακτηριστικά εμφαίνεται στο μωσαϊκό δεκάλογο ή στην καντιανή κατηγορική προστακτική. Η ηθική είναι συστηματική, ενώ το ήθος μένει εφαρμοσμένο, βιωμένο. Η ηθική είναι η θεωρία του ήθους. Πρόκειται για τη βιωμένη πρακτική που εκφράζεται με θεωρητικούς όρους.
Όποτε η ζωή αποκτήσει νόημα, τότε γεννιέται το ήθος. Όταν ο άνθρωπος βρει κάποιο νόημα στη βιοτή του, τότε συμπεριφέρεται στη καθημερινότητά του με ορισμένο τρόπο, εναρμονίζει το ήθος του με τη νοηματοδότηση της ζωής του. Στη συνέχεια, αργά ή γρήγορα, θα διατυπωθεί θεωρητικά και συστηματικά ότι εμβιώνεται έμπρακτα, κι έτσι θα συγκροτηθεί μια ηθική θεωρία, διδασκαλία κλπ.
Η ηθική είναι η θεωρία της ζωής. Το ήθος είναι γέννημα της ζωής. Όπου πάλλει η ζωή, εκεί εμφανίζεται η ηθική. Το άνθος του δένδρου της ζωής λέγεται ήθος και ο καρπός του ονομάζεται ηθική. Δεν πρέπει όμως να εξισώσουμε την ηθική με τη θρησκεία. Μπορεί ιστορικά να είναι η θρησκεία το λίκνο της ηθικής, ωστόσο δεν αποτελεί την αποκλειστική πηγή έμπνευσης κάθε ηθικής διδασκαλίας, ιδιαιτέρως μάλιστα στο νεώτερο δυτικοευρωπαϊκό πολιτισμό. Η φιλοσοφία και η πολιτική ιδεολογία κατασκεύασαν δική τους ηθική με ή χωρίς Θεό, ανθρωπιστική ή κοινωνιστική, αθεϊστική ή αγνωστικιστική. Ηθική έχουμε από το δεκάλογο του Μωυσή μέχρι την καθηκοντολογία του Κάντ, από τον στωικισμό έως τον ευδαιμονισμό, από τη μαρξιστική πραξιολογία ως τον κώδικα επαγγελματικής δεοντολογίας κάθε κλάδου. Επομένως η θρησκεία διαφοροποιείται από την ηθική, παρότι σχετίζεται μαζί της ιστορικά.
Ανάμεσα στην ηθική και στον ηθικισμό υπάρχει τεράστια διαφορά. Εντελώς άλλο είναι η ηθική ως θεωρία του ήθους και ολότελα διαφορετικό μέγεθος συνιστά ο ηθικισμός ή ο μοραλισμός (ηθικοκρατία, ηθικολογία). Πρόκειται για την απολυτοποίηση της ηθικής και τη μονομέρεια του ήθους. Ηθικισμός είναι η υπερβολή της ηθικής. Όπως η έλλειψή της, συνιστά την ανηθικότητα, την αήθεια, έτσι και η υπερβολή της ηθικής φέρνει στην ηθικολογία.
Αν η ηθική είναι σύμφυτη με τη ζωή, όπως τη περιγράψαμε προηγουμένως, η ηθικοκρατία είναι αντίθετη στη ζωή. Ο ηθικισμός είναι το καρκίνωμα της ηθικής. Το «γράμμα» της ηθικολογίας νεκρώνει το «πνεύμα» της ζωής. Έτσι ο ηθικισμός σκοτώνει το ήθος, επειδή απολιθώνει τη ζωή. Γι' αυτό τελικά η ηθικολογία αναιρεί την ηθική. Άλλο είναι το ηθικό και εντελώς άλλο είναι το ηθικιστικό ή ηθικολογικό.
Η ηθική χρειάζεται. Ο ηθικισμός περισσεύει. Όπως το ήθος είναι απαραίτητο στη ζωή μας, έτσι και η ηθική θεωρία είναι αναγκαία. Όμως η ηθικολογία ως νέκρωση της ζωής είναι περιττή και επιζήμια. Τι κοινό υπάρχει ανάμεσα στο λαό και στο λαϊκισμό, στο έθνος και στον εθνικισμό, στην ευσέβεια και στον ευσεβισμό, στο ήθος και στον ηθικισμό; Κάθε -ισμός είναι η άρνηση του υποτιθέμενου φορέα του: ο ευσεβισμός της ευσέβειας και ο ηθικισμός του ήθους.
Το πιο αποτελεσματικό όπλο εναντίον του ηθικισμού είναι η ηθική. Κάθε τυφλή και αδιαφοροποίητη άρνηση της ηθικής εν ονόματι του ηθικισμού οδηγεί στο μηδενισμό, τον οποίο χρησιμοποιούν οι ηθικολόγοι για να κατασκευάσουν εκ των υστέρων τεχνικά επινοήματα υπέρ του μοραλισμού τους. Μόνο η ηθική μπορεί να ανασκευάσει τον ηθικισμό. Όπως μόνο η λαϊκή ευσέβεια των απλών ανθρώπων με την άδολη πίστη μπορεί να εκτοπίσει τον ευσεβισμό της μικροαστικής θρησκευτικότητας. Όχι μόνο μπορούμε, αλλά οφείλουμε να καλλιεργήσουμε μιαν ηθική ενάντια στον ηθικισμό.
Αν κάποιος μας ρωτήσει πως τέλος πάντων διαχωρίζουμε την ηθική από την ηθικολογία, θα του απαντήσουμε με απλά παραδείγματα. Ο δεκάλογος του Μωυσή είναι ηθική, αλλά ο φαρισαϊσμός είναι ηθικισμός. Το «ού κλέψεις, ου φονεύσεις, ου ψευδομαρτυρήσεις» συνιστούν ηθική. Όταν όμως ο Χριστός θεραπεύει ασθενείς κατά την ημέρα του Σαββάτου, προκαλεί τη δυσφορία των ηθικιστών εκείνου του καιρού για τη δήθεν παραβίαση της ιεράς αργίας. Και η απάντησή Του μένει αποστομωτική: «το Σάββατον δια τον άνθρωπον εγένετο, ούχ ο άνθρωπος δια το Σάββατον» (Μαρκ. 2,27).
Οι φαρισαίοι ηθικολόγοι μέμφονταν τον Ιησού για τις συναναστροφές Του με πόρνες και τελώνες. Ο φιλάργυρος προδότης μαθητής Του «σκανδαλίζεται» που η Μαρία, η αδελφή του νεκροαναστημένου Λαζάρου, περιποιείται τον Ιησού με ακριβά αρώματα, και η πρόφαση του ηθικιστή Ιούδα απέναντι στον ηθικό Ιησού ήταν: «διατί τούτον το μύρον ουκ επράθη τριακοσίων δηναρίων και εδόθη πτωχοίς;» (Ιωαν. 12,5). Όλο το Ευαγγέλιο μπορεί να αναγνωσθεί ως μία διαρκής διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στην ηθική και στην ηθικολογία.
Ο ιησουιτισμός του ρωμαικοκαθολικισμού με το δόγμα «ο σκοπός αγιάζει τα μέσα» και την ιεροεξεταστική πρακτική του είναι κλασικό κρούσμα ηθικισμού στο Χριστιανισμό. Τέλος, ο ευσεβισμός του προτεσταντισμού με τον πουριτανισμό, τον πιετισμό και τη βικτωριανή σεμνοτυφία συνιστά το ανώτατο στάδιο του ηθικισμού, το τελευταίο σκαλοπάτι της ηθικολογίας και το έσχατο κατάλοιπο της ηθικοκρατίας σήμερα.

πηγή:εδώ
Αναδημοσίευση:imverias.blogspot.gr

Το ορθόδοξο χριστιανικό αίσθημα για τους διωγμούς των χριστιανών από τους Ισλαμιστές


Από το υπέροχο ιστολόγιο: Νεκρός για τον κόσμο (οι υπερσύνδεσμοι οδηγούν σε σχετκές αναρτήσεις του "Νεκρού" στο ιστολόγιό του!!!)

Μια θεμελιώδης εντολή του Χριστού – που ξεχωρίζει το χριστιανισμό από τις πολλές θρησκευτικές παραδόσεις του κόσμου – είναι η αγάπη προς τους εχθρούς.


Ο Ιησούς διδάσκει τους ανθρώπους να αγαπούν, όχι μόνο εκείνους που τους αγαπούν, αλλά και τους εχθρούς τους (κατά Λουκάν 6, 27-37). Και αληθινή αγάπη σημαίνει επιθυμία για το καλό του άλλου και θλίψη για το κακό του.
Πρώτος πραγμάτωσε το ιδεώδες αυτό ο ίδιος ο Κύριος, συγχωρώντας τους σταυρωτές Του ενώ ήταν σταυρωμένος. Εκεί μάλιστα έδωσε ένα σοβαρό λόγο για την αγάπη αυτή: «δεν ξέρουν τι κάνουν» (Λουκ. 23, 34).

Στη συνέχεια, ο άγιος Στέφανος ο πρωτομάρτυρας έπραξε το ίδιο γι’ αυτούς που τον λιθοβολούσαν μέχρι θανάτου: πριν ξεψυχήσει, προσευχήθηκε στο Θεό – τον Ιησού Χριστό – να μην τους λογαριάσει την αμαρτία τους (Πράξεις των αποστόλων, 7, 60). Στους αιώνες που ακολούθησαν, αναρίθμητοι άγιοι, αλλά καιαπλοί χριστιανοί, έκαναν και κάνουν το ίδιο για τους εχθρούς τους.

Βεβαίως, ακόμη και μέσα στην Ορθόδοξη Εκκλησία λίγοι είναι εκείνοι που αντέχουν το βάρος αυτής της εντολής, που στραγγαλίζει το ένστικτο της αυτοσυντηρησίας του ανθρώπου (μεταμορφωμένο εδώ σε αίσθημα δικαίου – σε μισώ ή σε εκδικούμαι, γιατί «αυτό είναι το δίκαιο»), αντιμάχεται πάθη ριζωμένα μέσα μας από την πρωτόγονη ακόμη εποχή και, για να γίνει αποδεκτή, προϋποθέτει ήδη μια κατάσταση αγιότητας, έστω και εμβρυϊκή. Ή μάλλον μιαεπιλογή αγιότητας (απαραίτητα ειλικρινή και ταπεινή), που θέτει τον άνθρωπο στην αφετηρία ενός μεγάλου και δύσκολου, αλλά και ολοφώτεινου, ταξιδιού.

Αυτό επισημαίνεται από τον Ιησού Χριστό, όταν λέει ότι η πύλη του παραδείσου είναι στενή και λίγοι εισέρχονται απ’ αυτήν, και η οδός είναι θλιμμένη (κατά Ματθαίον, 7, 13-14). Είναι θλιμμένη, εκτός των άλλων, γιατί ο χριστιανός που αγαπά τους εχθρούς του και θέλει το καλό τους έχει να παλέψει και ενάντια τους ανθρώπους με τους οποίους έχει ιδιαίτερα στενό δεσμό (συγγενείς και φίλους του), οι οποίοι, κατά κανόνα, προσπαθούν με μανία να του αλλάξουν άποψη και να τον πείσουν, ακόμη και εξαναγκάζοντάς τον, να μισεί τους εχθρούς του. Εκείνος, όχι μόνο θλίβεται απ’ αυτό τον ψυχολογικό πόλεμο (που λειτουργεί ως πειρασμός, δηλ. δοκιμασία, κατά τους αγίους διδασκάλους της Ορθοδοξίας), αλλά και συγχωρεί συνεχώς τους δικούς του, που τον βασανίζουν (δήθεν «για το καλό του»), ενώ συγχρόνως αντιστέκεται στον πόλεμο που κάνουν εναντίον του!...

Πολεμάει δηλαδή ενάντια στους ίδιους τους δικούς του, για να υπερασπιστεί το δικαίωμά του να αγαπά όλο τον κόσμο και να υπακούει στην εντολή του Χριστού, του αγαπημένου Διδασκάλου και Αρχηγού του. Έτσι εκπληρώνεται και ένας άλλος λόγος του Χριστού, ότι «εχθροί του ανθρώπου θα γίνουν οι άνθρωποι του σπιτιού του» κι ότι ο πραγματικός μαθητής Του αγαπάει Εκείνον περισσότερο από τα μέλη της οικογένειάς του (Ματθ. 10, 35-38).

Οι άγιοι απόστολοι, οι μαθητές του Χριστού, όπως έχει εύστοχα επισημανθεί, εφάρμοσαν επίσης την εντολή της αγάπης προς τους εχθρούς, όταν μίλησαν στον ιουδαϊκό λαό κατά την ημέρα της Πεντηκοστής (Πράξεις των αποστόλων, κεφ. 2). Οι Ιουδαίοι συγκλονίστηκαν από την ομιλία του αποστόλου Πέτρου, που τους κατηγόρησε ευθέως για τη σταύρωση του Χριστού, και ρώτησαν «τι να κάνουμε τώρα;». Οι απόστολοι απάντησαν: «Μετανοήστε και βαπτιστείτε στο όνομα του Ιησού Χριστού, για να συγχωρεθούν οι αμαρτίες σας και να λάβετε τη δωρεά του Αγίου Πνεύματος». Δίδαξαν δηλαδή το δρόμο της σωτηρίας – της ένωσης με το Θεό – στους ανθρώπους που είχαν συναινέσει στη σταύρωση του Χριστού, τους βοήθησαν να λυτρωθούν από την αμαρτία τους και απ’ όλες τις αμαρτίες τους, αντί να ζητούν από το Θεό να τους εκδικηθεί και να τους κατακεραυνώσει!


Όταν λοιπόν, αδελφοί, γράφουμε για τους διωγμούς και τις σφαγές των χριστιανών από τους Ισλαμιστές της εποχής μας – ή από τους αθεϊστές, π.χ. το φρικτό καθεστώς της Βόρειας Κορέας – δεν το κάνουμε για να ανάψουμε κάποιου είδους θρησκευτικό μίσος ενάντια στους αλλόθρησκους ή να αυξήσουμε το θρησκευτικό φανατισμό. Δεν το κάνουμε, επίσης, για να εμπνεύσουμε εθνικιστικές εξάρσεις και να υψώσουμε λάβαρα και ξίφη ή σάρισες. Ούτε έχει κάποια σχέση με πολιτικές σκοπιμότητες η προσπάθειά μας.

Οι λόγοι, που μας ωθούν στην προβολή αυτών των γεγονότων, είναι εντελώς διαφορετικοί. Επιθυμούμε να καταλάβουν το λάθος τους οι εχθροί των χριστιανών και να μετανοήσουν, να έρθουν στην αγία Ορθόδοξη Εκκλησία του Χριστού και να σωθούν. Όχι να κριθούν ή να τιμωρηθούν, αλλά να σωθούν. (Πολλοί φονείς ή βασανιστές αγίων στην Ιστορία έχουν μετανοήσει και σωθεί ή και μαρτυρήσει ακόμη στη συνέχεια και η Εκκλησία τους δέχεται ως αγίους).

Επιθυμούμε επίσης να στηριχτούν οι αδελφοί μας, οι διωκόμενοι χριστιανοί, με τη συμπαράστασή μας και την προσευχή μας, όσο είναι δυνατόν, για ν’ αντέξουν το φοβερό αγώνα τους.

Ελπίζουμε ότι κάποιοι, που έχουν δυνατότητα παρεμβάσεων σε διεθνές επίπεδο, ίσως συγκινηθούν και ενεργήσουν πολιτικά, για να ανακουφιστούν οι αδελφοί μας από τους διωγμούς, γιατί, όσο κι αν το μαρτύριο οδηγεί πολλούς στην αγιότητα, η οδύνη των συνανθρώπων μας δεν είναι επιθυμητή – εξάλλου, άλλους τους οδηγεί στην απώλεια, ενώ τους θύτες στην κόλαση.

Επιθυμούμε να καταλάβουν, όσοι δεν το έχουν καταλάβουν ακόμη, τη διαφορά της Ορθοδοξίας από την οποιαδήποτε απέναντι όχθη, να πάψουν να περιφρονούν την Ορθοδοξία, να την πλησιάσουν και να ωφεληθούν (εκείνοι, όχι εμείς) επιτρέποντας στη χάρη του Θεού να μπει μέσα τους και να παραμείνει εκεί στην αιωνιότητα.

Επιθυμούμε να παραδειγματιστούμε κι εμείς οι ίδιοι από τη σταθερότητα και τη δύναμη των σύγχρονων μαρτύρων και ομολογητών του Χριστού, για να δώσουμε το δικό μας αγώνα, με τις δικές μας δυσκολίες, ανάλογες ή λιγότερες (κι εδώ υπάρχουν πολλοί που αγωνίζονται μέχρι αίματος – ίσως όχι από σφαγές, αλλά από ασθένειες και άλλες θλίψεις – και καλούνται να γίνουν μάρτυρες και άγιοι μέσα απ’ αυτόν τον αγώνα, με τη βοήθεια του Θεού και όλων εμάς, των αδελφών τους).

Επιθυμούμε τέλος (ας το γράψω κι αυτό) να συγχαρούμε τους αδελφούς μας μάρτυρες και ομολογητές της πίστης, για τον επίγειο αγώνα και το ουράνιο βραβείο τους.


Κλικ εδώ

Ναι, κηρύσσουμε τον πόλεμο στις θρησκείες του αίματος και γενικά σε όλους τους δρόμους της πλάνης και του θανάτου. Ο πόλεμος αυτός όμως δεν είναι πόλεμος βίας και μίσους, αλλά αγάπης, προσευχής και ιεραποστολής. Έχει έναν και μόνο εχθρό: το σατανά. Και γίνεται για την υπεράσπιση των ίδιων των αλλοθρήσκων και αιρετικών αδελφών μας, που είναι θύματα αυτού του εχθρού και συχνά γίνονται όργανά του και υπηρέτες στο έργο του.

«Ο πόλεμός μας δε γίνεται για να ρίξει κάτω ανθρώπους, αλλά για να σηκώσει εκείνους που είναι πεσμένοι» όπως έλεγε ο ιερός Χρυσόστομος (P.G. 50, 841-842). Και πεσμένοι, πιστέψτε με, δεν είναι οι ορθόδοξοι χριστιανοί, αλλά οι εχθροί μας (που δεν είναι εχθροί μας, αλλά αδελφοί μας θύματα του διαβόλου).

Οι μουσουλμάνοι καυχώνται πως η θρησκεία τους είναι «ρεαλιστική»: κηρύσσει πόλεμο κατά των εχθρών. Παρόμοια «ρεαλιστική» είναι και η αιρετική χριστιανοσύνη που διαμορφώθηκε στη δυτική Ευρώπη τα τελευταία τουλάχιστον χίλια – και περισσότερα – χρόνια. Όμως αυτός ο «ρεαλισμός» αφήνει τον άνθρωπο μακριά απ’ το Θεό. Εμείς, δόξα τω Θεώ, δεν είμαστε «ρεαλιστές». Ούτε άγγελοι. Αμαρτωλοί άνθρωποι είμαστε. Απλώς αγωνιζόμαστε, όσο αγωνιζόμαστε, για τον ουρανό. Αν θέλαμε τη γη, δε χρειαζόταν να είμαστε ορθόδοξοι χριστιανοί. Ορθόδοξος σημαίνει να τείνεις προς τον ουρανό, προς το Χριστό, τους αγγέλους και τους αγίους. Αλλά τείνεις προς τον ουρανό, όταν λαχταράς ν’ ανέβεις μαζί με όλους τους συνανθρώπους σου, και πιο πολύ αγωνιάς ν’ ανέβουν οι άπιστοι και οι αμετανόητοι, δηλαδή αυτοί που φαίνεται να κινδυνεύουν περισσότερο να χαθούν.

Κάθε πραγματική ιεραποστολική προσπάθεια σε όλη την ιστορία της Ορθοδοξίας (που αρχίζει από τα αποστολικά χρόνια, γιατί η Ορθοδοξία είναι η απόλυτη ιστορική και πνευματική συνέχεια της αρχαίας Εκκλησίας) γι’ αυτούς γίνεται: για τους άπιστους και τους αμετανόητους, τους κινδυνεύοντες αδελφούς μας, για τη σωτηρία τους.
Αυτή η Ορθοδοξία εκφράζεται σ’ αυτό το ασήμαντο ιστολόγιο. Συγχωρέστε με, αδελφοί μου. Ευχαριστώ.
Δε θα ανεβάσω σχόλια σ’ αυτή την ανάρτηση.

Πηγή/Αναδημοσίευση:http://o-nekros.blogspot.gr/2014/06/blog-post_810.html

"Ας μιλήσουμε για το Γάμο με ειλικρίνεια..."


Πρωτοπρ. Αντωνίου Καλλιγέρη*

Πρίν ἀπό λίγους μῆνες δημοσιεύτηκαν σέ περιοδικό ποικίλης ὕλης, πού κυκλοφορεῖ ὡς ἑβδομαδιαῖο ἔνθετο μεγάλης σέ κυκλοφορία ἐφημερίδας1, ἀπόψεις νέων ζευγαριῶν γιά τό γάμο καί τήν οἰκογένεια μέ ἀφορμή τό σύμφωνο ἐλεύθερης συμβίωσης πού ψήφισε ὡς νόμο τοῦ κράτους ἡ Κυβέρνηση.

Δέν θά κρύψουμε τήν ἐνδόμυχη σκέψη πού γεννήθηκε καθώς διαβάζαμε τό περιεχόμενό τους· Δυστυχῶς δέν ἔχουμε συνειδητοποιήσει κληρικοί (κυρίως) καί λαϊκοί ὅτι εἶναι ἄτοπο νά καυχώμαστε ὅτι ἡ συντριπτική πλειοψηφία τῶν νέων τελεῖ τό γάμο της στήν ᾿Εκκλησία. Τά ποσοστά στήν περίπτωση αὐτή δέν περιγράφουν τήν οὐσιαστική ἀλήθεια. Κρύβουν μέ ἐπιμέλεια ὅτι ἡ συνήθεια, ἡ πίεση τῶν γονιῶν, ἡ ἀνάδυση τοῦ ἐνδιαφέροντος τῆς παράδοσης ὡς στοιχεῖο τοῦ τοπικοῦ πολιτισμοῦ, ἡ δεισιδαιμονία εἶναι μερικοί παράγοντες πού ὁδηγοῦν νέους ἀνθρώπους στήν ἐπιλογή τοῦ «θρησκευτικοῦ γάμου».

᾿Εάν παράλληλα μέ τούς λόγους, οἱ ὁποῖοι ὁδηγοῦν τούς μελλονύμφους στήν ᾿Εκκλησία, λάβουμε σοβαρά ὑπόψη τίς ἰδέες πού καλλιεργοῦνται στήν πατρίδα μας μέ θέμα τό γάμο, εἶναι πιθανό νά ἀναρωτηθοῦμε πολύ σοβαρά γιά τή γνησιότητα τῆς πίστης μας. ῎Ισως ἡ ἀναφορά ὁρισμένων ἀπόψεων μᾶς βοηθήσει περισσότερο νά ἀντιληφθοῦμε τό μέγεθος τοῦ προβλήματος.

1. Μία νέα ἀναφέρει·

Γιατί διαλύονται οἱ οἰκογένειες;


Σεβ. Μητροπολίτου Σισανίου & Σιατίστης κ. Παύλου

Η οἰκογένεια εἶναι τό ἀληθινό, τό γνήσιο, τό θεοΐδρυτο, τό εὐλογημένο κύτταρο τῆς κοινωνίας καί τῆς᾿Εκκλησίας, στό ὁποῖο βλέπει τό φῶς τοῦ ἥλιου,ἀνατρέφεται, μεγαλώνει, μορφοποιεῖται, ὡριμάζει,ὁλοκληρώνεται ὁ ἄνθρωπος. Μιά ἑνωμένη, ἀγαπημένη, φυσιολογική, χαρούμενη καί εὐλογημένη οἰκογένειαεἶναι ὁ πνευματικός χῶρος μέσα στόν ὁποῖο ὅλα τά μέλη - γονεῖς καί παιδιά - θά καλλιεργήσουν μέ τό φῶς τοῦΕὐαγγελίου ἀρετές. Μιά τέτοια οἰκογένεια προσφέρει στόν κόσμο ὁλοκληρωμένες προσωπικότητες, προσφέρει ῾Αγίους. Αὐτός εἶναι ὁ σκοπός τῆς οἰκογένειας· νά ἁγιάζει καί τούς γονεῖς καί τά παιδιά.

Στό μυστήριο τοῦ γάμου ἀπό τήν ἀρχή δηλώνουμε ὅτι ὁ γάμος εἶναι κοινή πορεία καί τῶν δύο στήνἀρχή, τῶν ὑπολοίπων μετά, τῶν παιδιῶν δηλαδή, πρός τήν εὐλογημένη βασιλεία τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἱοῦ καίτοῦ ῾Αγίου Πνεύματος καί προσευχόμεθα γιά τήν σωτηρία τους. ῞Ολα τά ὑπόλοιπα ἐντάσσονται μέσα σέ αὐτή τήν προοπτική. Τό μυστήριο τοῦ γάμου ἐντάσσει ὅλη τήν οἰκογένεια σέ αὐτό τό πλαίσιο ζωῆς.

Πρότυπο τῆς σχέσης μέσα στό γάμο εἶναι ἡ σχέση τοῦ Χριστοῦ καί τῆς ᾿Εκκλησίας. Σέ αὐτό τό πρότυπο καλοῦνται νά μαθητεύσουν καί ἐπί τῇ βάσει αὐτοῦ νά πορευθοῦν. Σέ αὐτόν τόν πνευματικό χῶρο θά βιώσουν τήν ἀλήθεια ὅτι ὁ ἄνθρωπος εἶναι πρόσωπο, δηλαδή γεγονός σχέσης.

Τό μυστήριο τοῦ γάμου προσφέρει τήν ποιότητα αὐτῆς τῆς σχέσης. ῾Ο Θεός εἶναι ἀγάπη. ῾Ο ἄνθρωπος «ἄρσεν καί θῆλυ ἐποίησεν αὐτόν ὁ Θεός» καλεῖται νά εἶναι ἀγάπη. ῾Ο γάμος εἶναι μυστήριο ἀγάπης. Καί ἡ οἰκογένεια ὁ χῶρος τῆς ἄσκησης τῆς ἀγάπης καί γιά τήν ἀγάπη.

῎Ας προβληματιστοῦμε, ὅμως, σύντομα γύρω ἀπό τήν σημερινή οἰκογένεια. Κάποιες διαπιστώσεις γιά τήν κατάστασή της. Βλέπουμε σέ πάρα πολλές περιπτώσεις τήν ἀπουσία

Βάπτισμα και Νηπιοβαπτισμός


Βάπτισμα

Κατά την ορθόδοξη πίστη η αναγέννηση του ανθρώπου πραγματοποιείται με το άγιο βάπτισμα. Δεν πρόκειται εδώ για το βάπτισμα του Ιωάννη, γιατί αυτό διακρίνεται από το Χριστιανικό βάπτισμα (Πράξ. ιθ' 3-5). Το Χριστιανικό βάπτισμα γίνεται εις το όνομα του Πατρός και του υιού και του Αγίου Πνεύματος (Ματθ. κη' 19)
Με το Χριστιανικό βάπτισμα ενδύεται κανείς τον Χριστό, λαμβάνει το Πνεύμα της υιοθεσίας και γίνεται κληρονόμος Θεού και συγκληρονόμος Ιησού Χριστού (Γαλ γ' 26-29. Ρωμ. η' 17). Η αγία Γραφή βεβαιώνει πώς δεν υπάρχουν δύο βαπτίσματα για τούς πιστούς το βάπτισμα με νερό, πού ακολουθείται από το άγιο Χρίσμα, είναι ή «άνωθεν αναγέννηση» του Ιω. γ' 3-5.

Το Χριστιανικό λοιπόν βάπτισμα είναι απαραίτητο για τη σωτηρία (Μάρκ. ιστ' 16. Α' Πέτρ. γ' 20-21). Μ' αυτό αποθνήσκουμε ως προς την αμαρτία και αναγεννώμεθα πνευματικά (Πράξ. β' 38. Ρωμ. στ' 1-11. Τίτ. Υ' 5).
Με το άγιο βάπτισμα λαμβάνουμε το Πνεύμα της υιοθεσίας και γινόμαστε «τέκνα Θεού» (Ρωμ. η' 5-11. Γαλ δ' 5-6), γιατί με το βάπτισμα εvτασσόμαστε στο σώμα του Κυρίου, στην Εκκλησία (Πράξ. β' 41.47. Α' Κορ. lβ' 13. Γαλ Υ' 26-28) «εν σώμα και εν Πνεύμα... μία πίστις, ένα βάπτισμα» (Εφεσ. δ' 4-5). Ή Εκκλησία, πού είναι «στύλος και εδραίωμα της αληθείας» (Α' Τιμ. Υ' 15), ερμήνευσε το Ιω. γ' 3-5 σε αναφορά με το άγιο βάπτισμα.
Ο άγιος Ιουστίνος (†165) συνδέει το βάπτισμα με την αναγέννηση του Ιω. γ' 3-5' μάλιστα το χαρακτηρίζει «τρόπον αναγεννήσεως» (Άπολ Α' 61). Ο Ωριγένης (185-254) Λέγει πώς το Άγιο Πνεύμα υπάρχει «εις μόνους τούς μεταλαβόvτας αυτού εν τη του βαπτίσματος δόσει» (παρά Άθαν., Πρός Σεραπ. επ. Δ', 10). Ο Τερτυλλιανός (†220) αναφέρει πώς «χωρίς το βάπτισμα δεν ανήκει σε κανένα η σωτηρία, όλως ιδιαιτέρως εξ αιτίας του Λόγου του Κυρίου, 'εάν τις δεν αναγεννηθεί εξ ύδατος', δεν έχει την Ζωήν» (Περί βαπτ. 12). Ο Μ. Άθανάσιος αναφέρει πώς ο βαπτιζόμενος «τον μεν παλαιόν απεκδύεται, ανακαινίζεται δε άνωθεν, γεννηθείς τη του Πνεύματος χάριτι» (Πρός Θεραπ., επιστ. Δ',13). (295-373)
Αλλά και στην εποχή των μεγάλων πατέρων, η Εκκλησία με τον ίδιο τρόπο ερμήνευσε τούς Λόγους της Γραφής, ταυτίζοντας τη σωτηρία και την αναγέννηση με το βάπτισμα.
Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος αναφέρεται στο διάλογο με τον Νικόδημο (Ίω. γ' 1-21) και ονομάζει το βάπτισμα «λοχείαν», δηλαδή τοκετόν και «νέον δημιουργίας τρόπον... εξ ύδατος και Πνεύματος», «και αν ερωτήση κανείς ‘πως από ύδωρ;', τότε πρέπει να δοθεί η απάvτηση: Όπως ακριβώς εις την αρχήν το πρώτον υποκείμενον στοιχείον ήτό το χώμα και το παν ήτο έργο του Δημιουργού, έτσι και τώρα το μεν ύδωρ είναι το υποκείμενον στοιχείον, το παν δε είναι έργον της χάριτος του Πνεύματος'» (Χρυσ., Εις τό Ιω., ομιλ ΚΕ' 2).
«Διότι τίποτε το αισθητόν δεν μας παρέδωσεν ο Χριστός αλλά με αισθητά μεν πράγματα, όλα όμως νοητά. Έτσι και το βάπτισμα, η μεν δωρεά του ύδατος γίνεται με αισθητόν πράγμα, αλλά το συντελούμενον, δηλαδή η αναγέννησις και ανακαίνισις είναι νοητά. Διότι, εάν μεν ήσουν ασώματος, γυμνά θα σου παρέδιδε τα ασώματα αυτά δώρα. Επειδή όμως η ψυχή είναι στενά συνδεδεμένη με το σώμα, με αισθητά πράγματα σου παραδίδει τα νοητά» (Χρυσ., Εις το Ματθ., όμιλ. ΠΒ' 4)
Ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος (381) αναφέρει τρεις γεννήσεις: «την σωματική, την δια του βαπτίσματος και την δια της αναστάσεως» (Λόγος Μ' 2, Εις το άγιον βάπτισμα).
Αλλά και οι Πατέρες της Δυτικής Εκκλησίας, όπως ο Αυγουστίνος, ονομάζουν το βάπτισμα «μυστήριον αναγεννήσεως». Γι' αυτό και όποιος αρνείται τον νηπιοβαπτισμό, βρίσκεται αντιμέτωπος με την αγία Γραφή, αλλά και με το «τυπικό της Εκκλησίας, πού παραδόθηκε από παλαιά και τηρείται πάντοτε» (Αύγουστ., Έπιστ. πρός Σίξτο VII 32. Χ 43).
Το γεγονός της ταύτισης του βαπτίσματος με την αναγέννηση δεν σημαίνει βέβαια πώς το βάπτισμα μας απαλλάσσει από τον προσωπικό αγώνα για την διατήρηση και την καρποφορία του πνευματικού δώρου. Αντίθετα η Εκκλησία εύχεται στον Κύριο να αναδείξει τον νεοφώτιστο «αήττητον αγωνιστήν κατά των μάτην έχθραν φερομένων κατ' αυτού» και να δώσει σ' αυτόν «πάντα μελετάν εν τω νόμω σου και τα ευάρεστά σοι πράττειν».
Όπως αναφέρθηκε, το βάπτισμα μας «ενδύει» τον Χριστό και μας εισάγει στο Σώμα του Χριστού, δηλαδή στη «βασιλεία του Θεού» (Ίω. γ' 3-5), όμως αυτός είναι ο «αρραβών» (Β' Κορ. ε' 5. Έφεσ. α' 14), τον οποίο ο άνθρωπος μπορεί και να χάσει. Άλλωστε η περίοδος του αρραβώνα, ακόμη και στις ανθρώπινες σχέσεις, είναι περίοδος δοκιμασίας. Γι' αυτό και απαιτείται άσκηση και αγώνας (Α' Θεσ. ε' 6-11. Α' Πέτρ. ε' 8-9).
Νηπιοβαπτισμός

Όπως αναφέραμε, στην ορθόδοξη Εκκλησία η αναγέννηση ταυτίζεται με το άγιο βάπτισμα, δεν προηγείται του βαπτίσματος. Το βάπτισμα είναι σωτηρία, γι' αυτό και δεν το στερούμε από τα μικρά παιδιά. Ο Κύριος παρήγγειλε πώς δεν πρέπει κανείς να εμποδίζει τα παιδιά να λάβουν τη χάρη (Ματθ. ιθ' 14).
Ο άγιος Ειρηναίος († 202), αναφέρει πώς ο Χριστός «ήλθε να σώσει δια του εαυτού τού όλους λέγω, όσοι δι' αυτού αναγεννώνται εις Θεόν, βρέφη και παιδιά και νέους και γέρους. Γι' αυτό ήλθε χάριν όλων των ηλικιών και έγινε βρέφος για τα βρέφη, αγιάζων τα βρέφη νήπιος μεταξύ των νηπίων, αγιάζων τούς έχοντας την ηλικίαν αυτήν...» (Ειρ.,MPL 7,784).
Ο Ωριγένης μας πληρoφoρεί για την πράξη της Εκκλησίας της εποχής του: «Τα παιδιά βαπτίζονται εις άφεσιν αμαρτημάτων... μήποτε επεί ουδείς καθαρός από ρύπου, τον ρύπον δε αποτίθεταί τις δια του μυστηρίου του βαπτίσματος, δια τούτο και τα παιδιά βαπτίζονται» (Ύπόμν. εις Ρωμ. ε' 9, βλ. Π. Τρεμπέλα, Δογματική, τόμος 3, σ. 114).
Ο Τερτυλλιανός, κάτω από αιρετικές επιδράσεις αντιτίθεται στην τότε πράξη της Εκκλησίας και αναφέρει: «Γιατί η αθώα ηλικία σπεύδει εις την άφεσιν των αμαρτιών; Επιθυμεί ίσως να συμπεριφερθεί σε πρόσκαιρα πράγματα με μεγαλύτερα προσοχή, και τα θεϊκά αγαθά να εμπιστευθεί σε κάποιον, στον όποιον δεν εμπιστεύεται ακόμη τα γήινα;» (Τερτυλ, Περί βαπτ. 18).
Ο άγιος Κυπριανός († 258), μας πληροφορεί οτι «δεν επιτρέπεται να αρνηθούμε σε κανένα άνθρωπο, πού γεννήθηκε, το έλεος και τη χάρη του Θεού. Διότι, αφού ο Κύριος λέγει στο ευαγγέλιό του πώς ο Υιός του ανθρώπου δεν ήλθε να Καταστρέψει τις ψυχές των ανθρώπων, αλλά να τις σώσει (Λουκ. θ' 56), δεν επιτρέπεται, καθόσον εξαρτάται από μας, να απολεσθεί καμία ψυχή. Διότι τι λείπει ακόμη σε αυτόν πού σχηματίσθηκε στην κοιλία της μητέρας του με το χέρι του Θεού;». «Εάν κάτι θα μπορούσε να εμποδίσει τούς ανθρώπους να λάβουν τη χάρη, τότε θα ήταν πιο πολύ για τούς ενήλικες και ηλικιωμένους και γέρoντες εμπόδιο οι βαρύτερες αμαρτίες. Εάν όμως παρέχεται άφεση αμαρτιών ακόμη και σε πιο βαριά αμαρτωλούς και σε εκείνους πού προηγουμένως πολλαπλά αμάρτησαν εναντίον του Θεού και δεν αποκλείεται κανείς από το βάπτισμα και τη χάρη, εάν αργότερα επιστρέψει, πόσο λιγότερο επιτρέπεται το να εμποδίζει κανείς ένα παιδί, πού είναι νεογέννητο και δεν διέπραξε καμία αμαρτία, ,αλλά έχει υποστεί μόνο με την πρώτη γέννηση τη δραστικότητα του παλαιού θανάτου, επειδή κι αυτό, όπως και ο Αδάμ εγεννήθη κατά σάρκα! Έτσι μπορεί να φθάσει στην άφεση αμαρτιών γι' αυτό το λόγο πιο εύκολα, επειδή δεν υπάρχουν για συγχώρηση προσωπικές αμαρτίες, αλλά μόνο ξένες αμαρτίες »(Κυπρ., Επιστ. πρός Φίντους (BKV 2,273. 275).
Ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος, για να κατοχυρώσει τον νηπιοβαπτισμό αναφέρει την περιτομή, πού γινόταν την όγδοη ημέρα από τη γέννηση του παιδιού (Γεν. ιζ' 12) και την επάλειψη των θυρών με αίμα του αμνού (Έξοδ. ιβ' 7) και υπογραμμίζει:
«Έχομεν αιτιολογίαν, την οκταήμερον περιτομήν, πού ήτο μιά τυπική σφραγίς και εδίδετο εις αυτούς, στους οποίους δεν είχεν αναπτυχθεί ακόμη το λογικόν. Ομοίως και η επάλειψις των φλιών των θυρών, η οποία εφύλαττε με τα αναίσθητα, τα πρωτότοκα» (Γρηγ. Θεολογ., Λόγος μ' 28, ΕΠΕ 4,339).
«Έχεις νήπιον; μη δίδεις καιρόν εις την κακίαν, βάπτισέ το από την βρεφικήν ηλικίαν, αφιέρωσέ το εις το Πνεύμα από την ήλικίαν των μαλακών ονύχων» (Γρηγ. Θεολ. Λόγος , 17, ΕΠΕ 4,311).

Εγχειρίδιο αιρέσεων και παραχρηστιανικών ομάδων
π. Αντώνιος Αλεβιζόπουλος
Δρ. Θεολογίας, Δρ. Φιλοσοφίας
Πηγή/Αναδημοσίευση:http://imverias.blogspot.gr/2014/06/blog-post_4317.html

Πέμπτη 26 Ιουνίου 2014

Παραλληλισμοί μεταξύ γάμου και μοναχισμού (Γέροντας Σωφρόνιος του Έσσεξ)

Δεν μπορώ να πω ότι χρειάστηκε να περάσω από την εμπειρία της «αποταγής», όταν αποφάσισα να ακολουθήσω τον μοναχισμό. Όταν άφηνα τον «κόσμο», δεν δοκίμασα εσωτερική πάλη με τον εαυτό μου, δηλαδή δυσκολία να αρνηθώ κάτι που με τραβούσε στην κοσμική ζωή.



Τίποτε δεν απέρριπτα ούτε υποτιμούσα. Πήγα στο μοναστήρι, γιατί μου ήταν πνευματικά απαραίτητο να βρω μια τέτοια μορφή ζωής, στην οποία θα μπορούσα να δοθώ στον Θεό ολοκληρωτικά, δηλαδή με όλες τις σκέψεις, όλη την καρδιά, όλες τις φυσικές και ψυχικές δυνάμεις του είναι μου. Ωστόσο, αυτό δεν απέκλεισε κάποια περίοδο οδυνηρής πάλης ανάμεσα στην προσευχή και την εμπαθή αγάπη μου προς τη ζωγραφική. Η τέχνη ήταν για μένα η οδός προς τη γνώση του είναι. Έτσι αντιλαμβανόμουν την τέχνη, έτσι την ζούσα· με διεκδικούσε ολόκληρο, ακόμη και περισσότερο από «ολόκληρο». Χωρίς την πλήρη παράδοση του εαυτού μας στην τέχνη, αυτή δεν γίνεται ποτέ γνήσια, δηλαδή δεν μπορεί να οδηγήσει τον θεράποντά της πέρα από τα όρια του χρόνου και του χώρου. Αυθεντικά καλλιτεχνικό έργο είναι μόνο εκείνο, που φέρει μέσα του στοιχεία του αιωνίου· έξω από αυτό παραμένει μόνο «διακοσμητικό» αντικείμενο των σπιτιών μας. Η σκέψη για το αιώνιο με συνόδευε από τα παιδικά μου χρόνια. Η προσευχή, βαθαίνοντας μέσα μου, με οδηγούσε με μεγαλύτερη δύναμη στην ψηλάφηση της αιωνιότητας. Και αύτη νίκησε.

Αργότερα ο μοναχισμός έθεσε το πρόβλημα του «προσώπου». Γνωρίζουμε από την παγκόσμια λογοτεχνία ότι η ένωση δύο προσώπων στον γάμο, όταν αύτη φέρει περισσότερο ή λιγότερο τέλειο χαρακτήρα προσωπικής αγάπης, δίνει στους ανθρώπους την εμπειρία κάποιας «αιωνιότητας», δηλαδή εξωχρονικότητας διανοίξεως πέρα από το στενό πλαίσιο της ατομικής υπάρξεως. Όσοι πέρασαν από την εμπειρία αυτή δοκίμασαν ενθουσιασμό, θαυμασμό. Από αυτό κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι ο γάμος είναι «μυστήριο» καθεαυτό: υπερνίκηση του εγωισμού, συνένωση των δύο σε «ενότητα». Έτσι, ένας θεολόγος στο Παρίσι έφθασε και ως το σημείο να ισχυρίζεται ότι, έξω από την εμπειρία αυτού του είδους, είναι αδύνατον να συλλάβει κάποιος το δόγμα για την ενότητα της Αγίας Τριάδος.

Δεν ισχυρίζομαι καθόλου ότι τα γνωρίζω όλα. Εξαιτίας των συνθηκών της επίγειας υπάρξεώς μας, κανένας δεν μπορεί να τα βιώσει «όλα» στην προσωπική του ζωή. Βρισκόμαστε αντιμέτωποι με την αναγκαιότητα επιλογής αποφάσεως, οπωσδήποτε κατηγορηματικής. Σε αυτό μάς βοηθά τόσο η παρατήρηση της ζωής των ανθρώπων που μάς περιβάλλουν και που στη συντριπτική πλειονότητα τους φέρουν μέσα τους τη σφραγίδα του κενού, της απογοητεύσεως, όσο και η διείσδυση στα γεγονότα του είναι μέσω της προσευχής. Είναι αδύνατον να αποσπάσουμε από την ψυχή την ελπίδα σε κάτι καλύτερο γι’ αυτή την ίδια. Με τη φαντασία σχεδιάζουμε θαυμάσιο πίνακα αρμονικού γάμου. Στην περίπτωσή μου όμως νίκησε η προσευχή. Σε αυτή διανοίγεται το «πρόσωπο» ασυγκρίτως βαθύτερα από όσο στη συνένωση δύο αγαπημένων προσώπων. Η προσευχή πρόσωπο με Πρόσωπο του Θεού εισάγει το πνεύμα του ανθρώπου στη γεμάτη από ιδιαίτερη αγάπη και θαυμαστή ειρήνη περιοχή του Ακτίστου Φωτός. Επίσης η προσευχή για όλο τον κόσμο, για όλη την ανθρωπότητα, μας αποκαλύπτει νέες σφαίρες του είναι. Την εμπειρία αυτή δεν την παρέχει ο γάμος.

Κάθε γνήσια ανθρώπινη συνάντηση αντανακλά μέσα της την ομορφιά της κοσμικής ζωής. Ο κάθε άνθρωπος περιμένει από μας την πληρότητα της προσοχής μας απέναντί του. Παρ’ όλη όμως τη χαρά που προσελκύει η συνάντηση με ζωντανό πρόσωπο, στην προσευχή για όλο τον κόσμο η ψυχή διαβλέπει το μεγαλείο της πάγκοινης πραγματικότητος και δεν μπορεί πλέον να αφήσει τους ορίζοντες που διανοίχθηκαν μπροστά της. Είναι υπέροχο πράγμα να αγαπάς κάποιο πολύτιμο για σένα πρόσωπο. Αλλά να προσεύχεσαι είναι κάτι περισσότερο. Για να επιτύχουμε την αδιάλειπτη προσευχή, για την οποία μάς δόθηκε εντολή (βλ. Εφεσ. 6,18· Α’ Θεσ. 5,17), είναι απαραίτητο να οργανώσουμε τη ζωή μας με τέτοιον τρόπο, ώστε όλη αυτή να γίνει ενιαία, αδιάλειπτη πράξη παραστάσεως ενώπιον του Μεγάλου Θεού με επίκεντρο την τέλεση της Θείας Λειτουργίας. Η ιστορική πείρα κατέδειξε ότι ο καλύτερος τρόπος για τον άγιο αυτό σκοπό είναι ο μοναχισμός. Η απουσία ευθυνών για την προστασία οποιουδήποτε, είτε πρόκειται για γυναίκα είτε για παιδιά και τα όμοια, δίνει στον μοναχό την ελευθερία να διακινδυνεύσει όλη τη ζωή του στον αγώνα της νηστείας, της αγρυπνίας, της λήθης για τις φυσικές ανάγκες του: διατροφής, ενδυμασίας, ανέσεων κλπ. Ο νους του μοναχού είναι ελεύθερος να παραμείνει απερίσπαστα στη μνήμη του Θεού. Κινείται φυσιολογικά στη σφαίρα της καθαρής προσευχής. Δοκιμάζει την επαφή με τη ζώσα αιωνιότητα. Κατοπτεύει το Άκτιστο Φως, που εκπορεύεται από το Πρόσωπο του Θεού. Αναπνέει το άρωμα της Αγάπης, που κατέρχεται άνωθεν.



Όταν μετά από πραγματικά ευλογημένο γάμο -όχι σύντομο ούτε απλώς σαρκικό, αλλά με βαθειά προσωπική αγάπη-, κάποιος από τους συζύγους πεθαίνει αφήνοντας τον άλλο μόνο, τότε αυτός που μένει αισθάνεται τον εαυτό του χαμένο, διαλυμένο, «μισό». Ο κόσμος γι’ αυτόν αδειάζει. Και μόνο μερικοί με φλογερή προσευχή υπερνίκησαν τη μοναξιά τους, βγήκαν στην ελευθερία για καλύτερη ανάβαση προς τον ουρανό. Συνεπώς, ο γάμος, ακόμη και στην καλύτερή του μορφή, ενέχει τον κίνδυνο της στενώσεως της ανθρωπινής προσωπικότητος. Ο μοναχισμός προφυλάσσει από παρόμοια υποβάθμιση. Η ακατάπαυστη στροφή προς τον Ουράνιο Πατέρα, χωρίς την ανάγκη για επικοινωνία στα χαμηλότερα επίπεδα της υπάρξεώς μας, πλαταίνει την καρδιά του μοναχού για την πρόσληψη της κοσμικής ζωής, που δεν μπορεί να του αφαιρεθεί με τον φυσικό θάνατο. Το πρόσωπό του αναπτύσσεται και προσλαμβάνει χαρακτήρα χριστοειδούς παγκοσμιότητας. Στον μοναχό δίνεται άνωθεν να αισθανθεί τους λόγους του Κυρίου, την ανταύγεια του Άναρχου Είναι. Ο ίδιος ο Πατέρας έδωσε τους λόγους στον Υιό Του, και ο Υιός τους μετέδωσε στους ανθρώπους.

(Αρχιμ. Σωφρονίου(Σαχάρωφ), «Το Μυστήριο της χριστιανικής ζωής», σ.395-398. Έκδοση Ι. Μ. Τιμίου Προδρόμου-Έσσεξ)
Αναδημοσίευση:pemptousia.gr
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...