Tου Σταύρου Γιαγκάζογλου*
Συμβούλου του Υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων,
Πολιτισμού και Αθλητισμού
Κατά το σχολικό έτος 2010-2011, στο πρόγραμμα του Υπουργείου Παιδείας
για το Νέο Σχολείο, εκπονήθηκαν νέα Προγράμματα Σπουδών (ΠΣ) σε όλα τα
μαθήματα της Υποχρεωτικής Εκπαίδευσης, Δημοτικό και Γυμνάσιο. Βασικό
χαρακτηριστικό της νέας αυτής παρέμβασης είναι
ο παιδαγωγικός αναπροσανατολισμός της διδακτικής πράξης στην κατεύθυνση
της διερευνητικής, βιωματικής και συνεργατικής μάθησης. Η αλλαγή αυτή
κρίθηκε αναγκαία, με βάση τις σύγχρονες θεωρίες μάθησης και διδακτικής
αλλά και το αίτημα υπέρβασης χρόνιων αγκυλώσεων στο ελληνικό
εκπαιδευτικό σύστημα. Στο πλαίσιο της ευρύτερης αλλαγής του σχολείου,
εκπονήθηκε νέο Πρόγραμμα Σπουδών και στο μάθημα των Θρησκευτικών (ΜτΘ). Η
επιτροπή που συγκροτήθηκε για το σκοπό αυτό εργάστηκε συνεργατικά και
συνθετικά, με πλήρη συνείδηση - επιστημονική, παιδαγωγική και θεολογική -
του υψηλού χρέους, χωρίς «άνωθεν» οδηγίες και δεσμεύσεις. Κατεβλήθησαν
φιλότιμα όλες οι ανθρωπίνως δυνατές προσπάθειες για όσο γίνεται καλύτερο
αποτέλεσμα. Κατά την ολοκλήρωση του έργου της, η Επιτροπή υπέβαλε δύο
παραδοτέα: α) «Πρόγραμμα Σπουδών για τα Θρησκευτικά Δημοτικού και
Γυμνασίου», και β) «Οδηγό του Εκπαιδευτικού για τα Θρησκευτικά Δημοτικού
και Γυμνασίου». Τα συγκεκριμένα κείμενα, ήδη, έχουν δημοσιευθεί στον
διαδικτυακό κόμβο του «Ψηφιακού Σχολείου» του Υπουργείου Παιδείας. Τα
δύο αυτά κείμενα είναι παιδαγωγικά και διδακτικά εργαλεία αποκλειστικά
για τον εκπαιδευτικό και, επομένως, το νέο ΠΣ δεν είναι διδακτικό
εγχειρίδιο για τους μαθητές, όπως εσφαλμένα θεωρήθηκε από διάφορους
σχολιαστές του, που μάλλον βιαστικά έκριναν το όλο έργο. Τα περιεχόμενα
του ΠΣ καθώς και τα κύρια κεφάλαια του Οδηγού του Εκπαιδευτικού
αναφέρονται στις βασικές ανάγκες του εκπαιδευτικού, προκειμένου να
σχεδιάσει και να επιτελέσει το έργο του. Η χρησιμοποιούμενη παιδαγωγική
και διδακτική ορολογία είναι η καθιερωμένη στον ευρύτερο χώρο της
Εκπαίδευσης, που υπερβαίνει τα ειδικά όρια του ΜτΘ, ενώ λαμβάνεται υπόψη
ότι το ΠΣ θα διαβαστεί όχι μόνο από θεολόγους. Οπωσδήποτε, για την
κατανόηση της φιλοσοφίας του ΠΣ και πολύ περισσότερο για την εφαρμογή
του δεν είναι αρκετή μια απλή ανάγνωσή του, αλλά απαιτείται αναλυτική
ενημέρωση και συστηματική επιμόρφωση των εκπαιδευτικών. Τελικά, το ΠΣ
δεν είναι κατάλογος διδακτικών ενοτήτων ή λίστα περιεχομένων της
διδακτέας ύλης. Είναι ένα πλήρες, μεθοδικό και άρτια οργανωμένο πλαίσιο
εκπαιδευτικών αρχών, προσανατολισμών και διδακτικών προτάσεων που
αποβλέπει στην εξυπηρέτηση του σχεδιασμού της διδασκαλίας από τον
εκπαιδευτικό. Αυτή είναι και η κύρια μορφολογική διαφορά ως προς τα
λεγόμενα Αναλυτικά Προγράμματα του παρελθόντος. Το νέο ΠΣ για πρώτη φορά
στα εκπαιδευτικά μας πράγματα εφαρμόζεται πιλοτικά και πειραματικά,
ώστε να διαπιστωθούν στην πράξη πιθανά προβλήματα, ατέλειες, ελλείψεις
και να επιχειρηθούν οι απαραίτητες βελτιώσεις, τροποποιήσεις και
αλλαγές, προκειμένου να εφαρμοστεί κατόπιν σε όλα τα σχολεία. Προς την
κατεύθυνση αυτή, είναι ευπρόσδεκτη οποιαδήποτε εποικοδομητική κριτική με
συγκεκριμένες παρατηρήσεις και προτάσεις. Η Επιτροπή Εμπειρογνωμόνων
για την εκπόνηση του ΠΣ ήδη συλλέγει και επεξεργάζεται τα στοιχεία αυτά
και θα συνεχίσει να το πράττει μέχρι να ολοκληρωθεί ένας πρώτος κύκλος
αξιολόγησής του. Ακολούθως, θα καταθέσει εκ νέου το ΠΣ με αλλαγές και
βελτιώσεις, όπου αυτές κριθούν απαραίτητες.
Στο πλαίσιο τη ευρύτερης
συζήτησης μεταξύ των υπευθύνων φορέων για το περιεχόμενο και τους
στόχους του νέου ΠΣ Θρησκευτικών Δημοτικού-Γυμνασίου και με στόχο την
διευκόλυνση όλων για την ορθή ανάγνωσή του, θεωρούμε απαραίτητη την
υπεύθυνη ενημέρωση αλλά και την κατάθεση της γνώμης μας για την μέχρι
τώρα πορεία και εξέλιξη του νέου ΠΣ καθώς και για την ασκηθείσα κριτική.
Στην κρίσιμη αυτή καμπή της ελληνικής κοινωνίας, ο διάλογος για ένα
τόσο σοβαρό ζήτημα προϋποθέτει νηφάλια αλλά και με επιστημονικά κριτήρια
αντιμετώπιση όλων των παραμέτρων του, καθώς μόνο με αυτό τον τρόπο
οδηγούμαστε σε ασφαλέστερα συμπεράσματα, πλησιέστερα στην πραγματικότητα
και μακριά από πολώσεις και ιδεοληψίες.
1. Προκαταρτική φάση
ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ-ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ-ΟΚΤΩΒΡΙΟΣ 2010
Κατάθεση
υποψηφιοτήτων στο ηλεκτρονικό Μητρώο του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου (ΠΙ)
και επιλογή εμπειρογνωμόνων για την εκπόνηση Προγραμμάτων Σπουδών (ΠΣ)
σε όλα τα μαθήματα του Δημοτικού και Γυμνασίου. Επιλογή με επιστημονικά
και παιδαγωγικά κριτήρια της ομάδας των εμπειρογνωμόνων στα Θρησκευτικά
Δημοτικού και Γυμνασίου. Την ομάδα αποτελούν μέλη ΔΕΠ, Σχολικοί
Σύμβουλοι και Θεολόγοι εκπαιδευτικοί πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας
εκπαίδευσης.
ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ 2010
Στο γενικότερο πλαίσιο ενημερωτικών
συναντήσεων και ανταλλαγής απόψεων του ΠΙ με τις ενώσεις και τους
συλλόγους πανελλήνιας εμβέλειας των εκπαιδευτικών, εν όψει της εκπόνησης
νέων ΠΣ, το ΠΙ κάλεσε για το μάθημα των Θρησκευτικών την «Πανελλήνια
Ένωση Θεολόγων» (ΠΕΘ) και τον «Πανελλήνιο Θεολογικό Σύνδεσμο «ΚΑΙΡΟΣ»
για την αναβάθμιση της θρησκευτικής εκπαίδευσης».
Η ΠΕΘ κατά τη
συνάντηση αυτή αλλά και με επιστολές προς την ηγεσία του Υπουργείου
Παιδείας υποστήριξε ότι ο χαρακτήρας της διδασκαλίας του μαθήματος των
Θρησκευτικών πρέπει να είναι ορθόδοξος χριστιανικός θεολογικός, δηλαδή
απόλυτα ομολογιακός. Μολονότι είχε λήξει η προθεσμία υποβολής αιτήσεων
στο ηλεκτρονικό Μητρώο των υποψηφίων εμπειρογνωμόνων για το νέο
Πρόγραμμα Σπουδών και είχε συσταθεί από τα θεσμικά όργανα του ΠΙ η
επιτροπή εκπόνησης του ΠΣ στα Θρησκευτικά, η ΠΕΘ απαίτησε την
ανασυγκρότηση της επιτροπής και με δικά της μέλη, εκλαμβάνοντας την όλη
διαδικασία με συντεχνιακά και όχι με παιδαγωγικά και επιστημονικά
κριτήρια.
Οι εκπρόσωποι του «ΚΑΙΡΟΥ», από την πλευρά τους, ενημέρωσαν
την ηγεσία του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου για το από μηνών συντελούμενο
στους κόλπους του Συνδέσμου έργο για την ανάδειξη τόσο των προβλημάτων
στη διδασκαλία του μαθήματος όσο και των προτεραιοτήτων και προϋποθέσεων
για τη σύνταξη νέων Αναλυτικών Προγραμμάτων με στόχο την ουσιαστική
αναβάθμιση της θρησκευτικής εκπαίδευσης στο ελληνικό σχολείο. Στη
συνέχεια, ανέπτυξαν τις θέσεις του «ΚΑΙΡΟΥ» σχετικά με την
υποχρεωτικότητα του μαθήματος για όλους τους μαθητές και στις δυο
σχολικές βαθμίδες εκπαίδευσης, την αποδέσμευσή του από κατηχητικές
πρακτικές και τη μετάβασή του από ένα στενά ομολογιακό-μονοφωνικό σε ένα
πιο ανοικτό-πολυφωνικό μάθημα. Τονίστηκε ότι η θέση αυτή δεν μπορεί
αλλά και δεν πρέπει να έχει απλώς συντεχνιακό χαρακτήρα αλλά χρειάζεται
να συνδέεται με ένα σύγχρονο και δημιουργικό/αποτελεσματικό σχολείο. Η
διεξαχθείσα συζήτηση ανέδειξε τη βούληση και τη διάθεση όλων να
προχωρήσουν στην οικοδόμηση μιας τακτικότερης συνεργασίας σε ζητήματα
αμοιβαίου ενδιαφέροντος, προς όφελος της σχεδιαζόμενης αλλαγής στη
φιλοσοφία και στο περιεχόμενο της διδακτικής πράξης και για το μάθημα
των Θρησκευτικών, όπως τίθεται από τα υπό διαμόρφωση νέα Προγράμματα
Σπουδών για το Δημοτικό και το Γυμνάσιο. Ωστόσο, ο «ΚΑΙΡΟΣ» δια των
εκπροσώπων του διατύπωσε τις επιφυλάξεις του για την υπό διαμόρφωση νέα
κατάσταση στο επίπεδο των Προγραμμάτων Σπουδών, καθώς επισημάνθηκε τόσο η
περιορισμένη χρονική προθεσμία για την περάτωση του έργου όσο και οι
εγγενείς δυσκολίες στο χώρο της εκπαίδευσης για την αποτελεσματική
εφαρμογή του (έλλειψη επαρκούς επιμόρφωσης των εκπαιδευτικών, χρήση νέων
τεχνολογιών).
2. Η εκπόνηση του Προγράμματος Σπουδών και η πιλοτική εφαρμογή του
ΟΚΤΩΒΡΙΟΣ 2010
Έναρξη
εργασιών της επιτροπής εμπειρογνωμόνων για την εκπόνηση «Προγράμματος
Σπουδών στα Θρησκευτικά Δημοτικού και Γυμνασίου». Η επιτροπή θα
περατώσει το έργο της τον Σεπτέμβριο του 2011, παραδίδοντας τον Ιούνιο
του 2011 το «Πρόγραμμα Σπουδών στα Θρησκευτικά Δημοτικού και Γυμνασίου»,
αποτελούμενο από 104 σελίδες και τον Αύγουστο του 2011 τον «Οδηγό για
τον Εκπαιδευτικό στα Θρησκευτικά Δημοτικού και Γυμνασίου», αποτελούμενο
από 277 σελίδες.
Το νέο ΠΣ για πρώτη φορά στα εκπαιδευτικά μας
πράγματα εφαρμόζεται πιλοτικά και πειραματικά, για δύο σχολικά έτη
(2011-2012 και 2012-2013), ώστε να διαπιστωθούν στην πράξη πιθανά
προβλήματα, ατέλειες, ελλείψεις και να επιχειρηθούν οι απαραίτητες
βελτιώσεις, τροποποιήσεις και αλλαγές, προκειμένου να εφαρμοστεί κατόπιν
σε όλα τα σχολεία. Προς την κατεύθυνση αυτή, είναι ευπρόσδεκτη
οποιαδήποτε εποικοδομητική κριτική με συγκεκριμένες παρατηρήσεις και
προτάσεις. Η Επιτροπή Εμπειρογνωμόνων για την εκπόνηση του ΠΣ συλλέγει
και επεξεργάζεται τα στοιχεία αυτά. Ακολούθως, θα καταθέσει εκ νέου το
ΠΣ με αλλαγές και βελτιώσεις, όπου αυτές κριθούν απαραίτητες.
3. Η επικριτική αρθρογραφία
ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ 2011
Με την ολοκλήρωση και
δημοσίευση του ΠΣ και του Οδηγού για τον Εκπαιδευτικό στην ιστοσελίδα
του «ψηφιακού σχολείου», άρχισαν σταδιακά να αναρτώνται στο διαδίκτυο
ορισμένες αρνητικές κριτικές, οι οποίες προέρχονταν κυρίως από μέλη ή
παραρτήματα της ΠΕΘ. Οι κριτικές αυτές, αρκετές από τις οποίες δεν είχαν
επιστημονικό υπόβαθρο, ήταν προκατειλημμένες ή χαρακτηρίζονταν από
ελλιπή κατανόηση του ΠΣ, εστίαζαν την αρνητική τους τοποθέτηση κυρίως
στο γεγονός ότι το νέο ΠΣ περιείχε θρησκειολογικά στοιχεία στο Δημοτικό
και στο Γυμνάσιο, ενώ μέχρι τώρα τα θρησκειολογικά θέματα περιορίζονταν
αποκλειστικά στη Β΄ Λυκείου. Ως εκ τούτου, χαρακτήριζαν το νέο ΠΣ
θρησκειολογικό. Αρκετοί μάλιστα είτε απομόνωσαν επιμέρους
θρησκειολογικές αναφορές είτε συνέλεξαν όλα τα θρησκειολογικά στοιχεία
του νέου ΠΣ και τα ενοποίησαν σκόπιμα για να φανεί ότι δήθεν το νέο
Πρόγραμμα είναι σαφέστατα ή αμιγώς θρησκειολογικό. Μάλιστα, ορισμένες
κριτικές έφθασαν στο σημείο να χαρακτηρίσουν το προτεινόμενο ΠΣ ως
πανθρησκεία, προϊόν της νέας τάξης και της παγκοσμιοποίησης και γενικά
ως ένα πρόγραμμα από το οποίο απουσιάζει ή αποδομείται η Ορθοδοξία και η
θεολογία της Εκκλησίας.
4. Η ενημερωτική συνάντηση και διαβούλευση στη Διαρκή Ιερά Σύνοδο
ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ 2012
Μετά
το πέρας ειδικού επιμορφωτικού σεμιναρίου για τους Σχολικούς Συμβούλους
με αντικείμενο το νέο ΠΣ, ο Σύμβουλος του ΠΙ, μέλη της επιτροπής
εκπόνησης του ΠΣ και οι Θεολόγοι Σχολικοί Σύμβουλοι επισκέφθηκαν
εθιμοτυπικά τον Αρχιεπίσκοπο Αθηνών και πάσης Ελλάδος και είχαν μια
πρώτη ενημερωτική συνάντηση με θέμα το νέο ΠΣ και άλλα ζητήματα που
αφορούν το μάθημα των Θρησκευτικών. Στη συνάντηση αυτή ο Αρχιεπίσκοπος
ζήτησε από τον υπεύθυνο της επιτροπής εκπόνησης του νέου ΠΣ ένα ειδικό
ενημερωτικό υπόμνημα.
ΜΑΡΤΙΟΣ 2012
Η επιτροπή εκπόνησης του νέου
ΠΣ παραδίδει το σχετικό υπόμνημά της για το πλαίσιο αρχών, τις
παιδαγωγικές προϋποθέσεις, τους στόχους και τα περιεχόμενα του νέου
Προγράμματος Σπουδών στα Θρησκευτικά Δημοτικού και Γυμνασίου προς τον
Αρχιεπίσκοπο και τη Διαρκή Ιερά Σύνοδο της Εκκλησίας της Ελλάδος (ΔΙΣ).
Ταυτόχρονα, αποστέλλει το υπόμνημα αυτό και προς το Οικουμενικό
Πατριαρχείο, τις Ιερές Μητροπόλεις ανά την Ελλάδα, τις Θεολογικές
Σχολές, τις Εκκλησιαστικές Ακαδημίες, τους Θεολόγους Σχολικούς
Συμβούλους και τις επιστημονικές ενώσεις των Θεολόγων.
ΜΑΙΟΣ 2012
Στις
αρχές Μαΐου πραγματοποιείται ενημερωτική κοινή διαβούλευση με τη ΔΙΣ
στην Ιερά Σύνοδο της Εκκλησίας της Ελλάδος, όπου γίνεται ανταλλαγή
απόψεων με τη συμμετοχή του Αρχιεπισκόπου και των Συνοδικών
Μητροπολιτών, αντιπροσωπείας της επιτροπής εκπόνησης του νέου ΠΣ, σχεδόν
όλων των Θεολόγων Σχολικών Συμβούλων και ορισμένων μελών του ΔΣ της
ΠΕΘ. Προηγουμένως, κατά την κύρια εισήγησή του στη ΔΙΣ ο Μητροπολίτης
Αλεξανδρουπόλεως Άνθιμος πραγματοποίησε θετική εισήγηση για το νέο ΠΣ
στα Θρησκευτικά, τονίζοντας ότι «το Πρόγραμμα Σπουδών, όπως το
περιγράφουν οι συντάκτες του και τα περιεχόμενά του, επιδιώκει να
αναδείξει την Ορθόδοξη Πίστη και Παράδοση σε όλες τις πτυχές της. Σε όλα
τα μαθήματα υπάρχει αφθονία θεμάτων και διδακτικών δραστηριοτήτων που
αφορούν στην Αγία Γραφή, στα πατερικά κείμενα, στη λατρεία και στην
τέχνη της Εκκλησίας. Σε κάποιες αυτόνομες ενότητες παραθέτει
συμπληρωματικά, με τη μορφή διάσπαρτων στοιχείων και θρησκειολογικά
θέματα. Σε όλες τις ενότητες, ειδικά στο Γυμνάσιο, είναι εμφανής ο
διάλογος με τις ανησυχίες και τις εμπειρίες των μικρών παιδιών και των
εφήβων αλλά και με τα σύγχρονα κοινωνικά ζητήματα. Επειδή είναι
εκπαιδευτικό εργαλείο, σ' αυτά τα ζητήματα χρησιμοποιεί γλώσσα και
ορολογία επίκαιρη, που κάποτε υπερβαίνει τη γνώριμη σε μας και οικεία
θεολογική ορολογία. Βεβαίως, αποκλίσεις από τη δογματική διδασκαλία της
Εκκλησίας, δεν υπάρχουν».
ΟΚΤΩΒΡΙΟΣ 2012
Η επιτροπή εκπόνησης του
νέου ΠΣ δημοσιοποιεί το δεύτερο υπόμνημά της με τίτλο «Απόκριση στις
Επικρίσεις Σχετικά με το νέο Πρόγραμμα Σπουδών», απαντώντας στις
συντονισμένες προσπάθειες διάφορων επώνυμων αλλά και ανώνυμων που χωρίς
την αίσθηση της δέουσας ευθύνης αγωνίζονται με κάθε μέσο -και κυρίως με
επικοινωνιακούς όρους και όχι με πραγματικά θεολογικά και παιδαγωγικά
κριτήρια- να δημιουργήσουν κλίμα καχυποψίας ή ακόμη και χαοτικού
διχασμού. Πράγματι, «η επιτροπή δέχθηκε ανάρμοστες λεκτικές επιθέσεις
και απρεπείς χαρακτηρισμούς, που αποκαλύπτουν προκατάληψη, φανατισμό και
παντελή έλλειψη πνεύματος διαλόγου. Η προφανής αδυναμία παρουσίασης
πειστικών αντεπιχειρημάτων και η απροθυμία για έναν ουσιαστικό διάλογο
γύρω από το θεολογικό περιεχόμενο του νέου ΠΣ και τις παιδαγωγικές αρχές
που το διέπουν, οδήγησε αρκετούς επικριτές να επιδοθούν σε μια
συστηματική, άκομψη και ανοίκεια προς το χριστιανικό ήθος προσωπική
επίθεση εναντίον των μελών της συντακτικής Επιτροπής. Η επίθεση αυτή
επεδίωκε τη συκοφάντηση των κινήτρων τους, τη σπίλωση της ακαδημαϊκής
και επιστημονικής τους υπόληψης και την αμφισβήτηση της ίδιας της
εκκλησιαστικής ταυτότητας και του Ορθόδοξου φρονήματός τους».
ΝΟΕΜΒΡΙΟΣ 2012
Στις
5 Νοεμβρίου η Διαρκής Ιερά Σύνοδος ασχολήθηκε και πάλι με το μάθημα των
Θρησκευτικών και το νέο ΠΣ. Σχετική εισήγηση παρουσίασε ο Μητροπολίτης
Μεσσηνίας αναφέροντας συμπερασματικά ότι: «Το μάθημα των Θρησκευτικών
πρέπει να διατηρεί τον γνωστικόν και παιδαγωγικόν του χαρακτήρα. Θα
εκφράζεται μέσα από μίαν ενιαίαν δομήν, με τρόπον επαγωγικόν, συμφώνως
και με τα σύγχρονα παιδαγωγικά χαρακτηριστικά της ηλικίας και των
μορφωτικών αναγκών. Δεν είναι δυνατόν να αποτελεί απλήν συσσώρευσιν
γνώσεων, ούτε να επιδιώκει προβολή μεταφυσικών και ιδεολογικών
προεκτάσεων, ερμηνευτικών προσεγγίσεων η ακροβατισμών αλλά δια της
διδασκαλίας θα επιδιώκεται η προβολή και αι συνέπειαι διαμορφώσεως ενός
προτύπου ζωής, δηλαδή του πολιτισμού και της κοινωνίας. Επί τη βάσει των
συντεταγμένων αυτών θα πρέπει να διαμορφωθεί εν πρόγραμμα, το οποίον θα
ξεκινά και θα έχει ως επίκεντρον την ελληνορθόδοξον παράδοσιν του
τόπου, επί τη βάσει του οποίου εξεφράσθη ως ήθος, και διεμορφώθη ως ζωή,
και ως αύτη η παράδοσις απετυπώθη εις τα μνημεία του πολιτισμού μας.
Έκαστος μαθητής η μαθήτρια, ανεξαρτήτως της θρησκευτικής του
ιδιοπροσωπείας, είναι απαραίτητον και πολύτιμον να γνωρίζει την
θρησκευτικήν παράδοσιν του τόπου, ως πίστιν, λατρείαν, ζωήν, τέχνην και
πολιτισμόν. Τούτος θα πρέπει να είναι ο πρώτος και βασικός κύκλος του
μαθήματος. Ο δεύτερος κύκλος θα αφορά τας μεγάλας χριστιανικάς
παραδόσεις εκτός της Ορθοδοξίας, αι οποίαι συναντώνται εις τον ελλαδικόν
χώρον και γενικώτερον εις τον κόσμον, όπως στοιχεία του
Ρωμαιοκαθολικισμού και του Προτεσταντισμού. Ο τρίτος κύκλος θα πρέπει να
περιλαμβάνει ορισμένα στοιχεία από τα μεγάλα Θρησκεύματα και ιδίως όσα
ενδιαφέρουν την ελληνικήν κοινωνίαν περισσότερον, δηλαδή, τας
μονοθεϊστικάς παραδόσεις του Ιουδαϊσμού και του Ισλάμ, τον Ινδουϊσμόν
και τον Βουδισμόν, προκειμένου εις επίπεδον γνωσιακόν οι διδασκόμενοι να
αποκτήσουν "πείραν"».
Ακολούθως η ΔΙΣ αποφάσισε:
«1. Να ζητήσει να της αποσταλεί το υπό διαμόρφωση νέο Αναλυτικό Πρόγραμμα Σπουδών.
2. Να ζητήσει το μάθημα να εξακολουθήσει να ονομάζεται «Μάθημα Θρησκευτικών» και να είναι υποχρεωτικό.
3. Στις τάξεις της Β´ και Γ´ Λυκείου να υπάρχει δίωρη διδασκαλία του μαθήματος.
4.
Για τον διορισμό των Καθηγητών του μαθήματος των Θρησκευτικών στην
Εκπαίδευση, να προϋποθέτει και την «Συμμαρτυρία» του Επισκόπου της
τοπικής Εκκλησίας».
5. Άλλες επικριτικές προσεγγίσεις
ΜΑΙΟΣ 2012
Η «Εστία Πατερικών
Μελετών», ένας θρησκευτικός σύλλογος που πρωτοστατεί σε διαμαρτυρίες
κατά των ηλεκτρονικών ταυτοτήτων, του ΑΜΚΑ, της μετάφρασης των
λειτουργικών κειμένων κ.λπ., οργάνωσε ημερίδα στο Πολεμικό Μουσείο με
κεντρικό θέμα το νέο ΠΣ στα Θρησκευτικά Δημοτικού και Γυμνασίου και
τίτλο: «Θρησκευτικά: Ορθόδοξη Παιδεία ή Πανθρησκειακή προπαγάνδα;». Δύο
εκ των ομιλητών επικεντρώθηκαν στο νέο ΠΣ. Η κριτική που ασκήθηκε στο ΠΣ
αφορούσε κυρίως στον χαρακτήρα του μαθήματος. Κατά τους οργανωτές και
ομιλητές της ημερίδας, με το νέο ΠΣ το ορθόδοξο ομολογιακό μάθημα
μεταλλάσσεται σε πολυθρησκευτικό, αποδομώντας την ορθόδοξη θρησκευτική
παιδεία.
ΙΟΥΝΙΟΣ 2012
Με ορισμένες διαφοροποιήσεις, την κριτική
αυτή θα επαναλάβει και η ΠΕΘ επισήμως, ζητώντας την ακύρωση του νέου ΠΣ
στα Θρησκευτικά τόσο σε σχετική ανακοίνωσή της όσο και σε ιδιαίτερη
συνάντηση που είχε με τον Αρχιεπίσκοπο. Μάλιστα, η ΠΕΘ προκάλεσε
συνάντηση εργασίας με ορισμένους θεολόγους εκπαιδευτικούς στα σχολεία
όπου το νέο ΠΣ εφαρμοζόταν σε πιλοτικό πρόγραμμα.
Την αρνητική αυτή
στάση με ομιλίες, παρεμβάσεις στο διαδίκτυο, επιστολές και υπομνήματα
προς την εκκλησιαστική Ιεραρχία και το Υπουργείο Παιδείας κ.ά.
αποδέκτες, εξέφρασε συντονισμένα και ο καθηγητής στο Τμήμα Ποιμαντικής
και Κοινωνικής Θεολογίας του ΑΠΘ κ. Ηρακλής Ρεράκης, ζητώντας με σχετικό
υπόμνημά του την ακύρωση του ΠΣ και τη συγγραφή ενός άλλου. Και εδώ το
πρόβλημα είναι κυρίως τα θρησκειολογικά στοιχεία που ενσωματώθηκαν στο
νέο ΠΣ.
ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ 2012
Από το τοπικό Παράρτημα της ΠΕΘ Μυτιλήνης
εκδίδεται τόμος με συλλογή 315 επικριτικών άρθρων και αναφορών στο νέο
ΠΣ στα Θρησκευτικά Δημοτικού και Γυμνασίου και αποστέλλεται κυρίως προς
τους ιεράρχες της Εκκλησίας της Ελλάδος. Ο τόμος αυτός δεν περιέχει
απλώς επικριτικά άρθρα αλλά και κάθε αρνητική αναφορά που δημοσιεύθηκε
απλώς στο διαδίκτυο κατά του νέου ΠΣ.
ΝΟΕΜΒΡΙΟΣ 2012
Στις 5
Νοεμβρίου, κατά τη διάρκεια των εργασιών της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου, η
ΠΕΘ με τα κατά τόπους Παραρτήματά της και ο Σύνδεσμος Θεολόγων
Μακεδονίας-Θράκης επέδωσαν Ψήφισμα προς τα Μέλη της ΔΙΣ, με το οποίο
εκφράζουν την ριζική διαφωνία τους προς το νέο ΠΣ στα Θρησκευτικά,
γιατί, όπως υποστηρίζουν στο εν λόγω Ψήφισμα, το νέο ΠΣ απεμπολεί την
ταυτότητα του ορθόδοξου χριστιανισμού, γιατί στο νέο ΠΣ δεν καλύπτεται η
συνταγματική επιταγή για καλλιέργεια και ανάπτυξη της θρησκευτικής
συνείδησης, γιατί καταστρατηγεί βασικές αρχές της παιδοψυχολογίας, γιατί
υποτιμά τον Χριστό ως απλό διδάσκαλο μιας θρησκείας μεταξύ των άλλων,
γιατί δεν ζητήθηκε η γνώμη της Εκκλησίας, των Θεολογικών Σχολών και των
θεολογικών ενώσεων στην εκπόνηση του νέου ΠΣ. Η ΠΕΘ, τέλος, διερωτάται
γιατί η Εκκλησία της Ελλάδος δεν εξέφρασε ακόμη την αυτονόητη αντίθεσή
της και κλείνει με αναφορά σε ομιλία του Οικουμενικού Πατριάρχη προς
επίρρωση των θέσεων της ΠΕΘ για τον χαρακτήρα και το περιεχόμενο του
μαθήματος των Θρησκευτικών, απαιτώντας με το ζήτημα αυτό να ασχοληθεί η
επόμενη Ιερά Σύνοδος της Ιεραρχίας.
6. Απόψεις των Σχολικών Συμβούλων και των εκπαιδευτικών των πιλοτικών σχολείων
ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ 2012
Μετά
την ολοκλήρωση της διαδικασίας επιλογής νέων Σχολικών Συμβούλων,
πραγματοποιήθηκε σε ειδικό σεμινάριο η επιμόρφωσή τους στα νέα ΠΣ,
προκειμένου να λάβουν ενεργό μέρος στην πιλοτική διαδικασία εφαρμογής
τους. Πλην των επιφυλάξεων ενός Σχολικού Συμβούλου, η συντριπτική
πλειοψηφία των Θεολόγων Σχολικών Συμβούλων τάσσεται υπέρ του νέου ΠΣ και
ενεργοποιείται στην πιλοτική εφαρμογή αλλά και στην ενημέρωση των
Θεολόγων εκπαιδευτικών για το νέο ΠΣ στα Θρησκευτικά.
ΙΟΥΝΙΟΣ 2012
Με
βάση τις συγκεντρωτικές «Εκθέσεις παρακολούθησης και αξιολόγησης» που
συνέταξε ο Σχολικός Σύμβουλος Άγγελος Βαλλιανάτος, υπεύθυνος για την
πιλοτική εφαρμογή του νέου ΠΣ στα Θρησκευτικά Δημοτικού και Γυμνασίου, η
πιλοτική εφαρμογή του νέου Προγράμματος Σπουδών στα Θρησκευτικά με
δεδομένες τις δυσχερείς συνθήκες, τις τεχνικές δυσκολίες, τις
καθυστερήσεις και τις ασάφειες στο ξεκίνημά της, λειτούργησε θετικά. Στα
Δημοτικά, λόγω της ελλιπούς επιμόρφωσης και ενημέρωσης, η εφαρμογή του
ΠΣ στα Θρησκευτικά έγινε μεμονωμένα. Αντίθετα, στα Γυμνάσια, ελάχιστος
ήταν ο αριθμός των Θεολόγων στα πιλοτικά σχολεία που αξιωματικά αρνήθηκε
να προσεγγίσει τα νέα Προγράμματα Σπουδών και τον Οδηγό για τον
εκπαιδευτικό.
Με βάση τις ιδιαίτερες εκθέσεις των δεκαοκτώ (18)
επιμορφωτών και των δέκα (10) συμβούλων προώθησης, ορισμένοι εκ των
οποίων ήσαν και Σχολικοί Σύμβουλοι, οι διδακτικές δραστηριότητες που
προτείνει το νέο ΠΣ αλλάζουν δραστικά τον τρόπο που μαθαίνουν οι
μαθητές, αφού αλλάζει ο ρόλος του διδάσκοντος και διαφοροποιείται ο
ρόλος των μαθητών. Ο εκπαιδευτικός από μεταφορέας πληροφορίας και γνώσης
γίνεται συντονιστής και καθοδηγητής στην ανακάλυψή της. Οι μαθητές
γίνονται ενεργοί στην ανακάλυψη της γνώσης και στη συσχέτισή της με τις
δικές τους εμπειρίες. Όσα μαθαίνουν, γίνονται κτήμα τους. Συγκεκριμένα
για το μάθημα των Θρησκευτικών, οι μαθητές ασκούν τη δυνατότητά τους να
αποκτήσουν γνώσεις για την Ορθόδοξη Εκκλησία, τον Χριστιανισμό και
βασικά θρησκεύματα, με τρόπους που τους ελκύουν να προσεγγίσουν το
θρησκευτικό φαινόμενο σε πολλές και πλούσιες εκφράσεις. Με το εργαλείο
της κριτικής σκέψης οι μαθητές έχουν τη δυνατότητα να γνωρίσουν τη
θρησκευτική πολλαπλότητα, καλλιεργώντας παράλληλα την ηθική και
κοινωνική ευαισθησία τους. Οι ενεργητικές τεχνικές εκπαίδευσης καθιστούν
τους μαθητές δρώντα υποκείμενα, ώστε ελεύθερα και υπεύθυνα να
εκφράζονται και να αυτοπροσδιορίζονται ως προς το «θρησκεύειν» αλλά και
να μάθουν να συνυπάρχουν και να ανέχονται τη θρησκευτική ετερότητα.
Κάποιοι
εκπαιδευτικοί, που αρνήθηκαν να συμμετάσχουν στις επιμορφωτικές
συναντήσεις, δήλωσαν πως δεν είχαν διαβάσει το ΠΣ και τον Οδηγό για τον
εκπαιδευτικό, δεν ξέρουν τι περιέχει, πώς είναι διαρθρωμένο και ποιοι
είναι οι στόχοι της εκπαίδευσης και του μαθήματος των Θρησκευτικών
ειδικότερα. Δεν γνώριζαν τίποτα, παρά μόνο ό,τι άκουσαν από άλλους.
Παρέμειναν στις απόψεις τους, με μόνη ενημέρωσή τους από την αρθρογραφία
περί του ΠΣ, κυρίως στο διαδίκτυο, διατηρώντας αντιρρήσεις επί της
αρχής και του γενικού στόχου του μαθήματος, που θεωρούν πως γίνεται
θρησκειολογικό, όπως περιγράφεται ότι είναι στην ως άνω αρθρογραφία. Σε
άλλο σχολείο οι εκπαιδευτικοί δεν ήταν αρκετά εξοικειωμένοι με τους
στόχους του νέου ΠΣ, επειδή δεν συμμετείχαν επαρκώς στην Α΄ Φάση
επιμόρφωσης. Ωστόσο, το ενδιαφέρον τους για τα νέα ΠΣ και η συνεχής
επαφή με τον Σχολικό Σύμβουλο συνέβαλε στη βελτίωσή τους. Οι
περισσότεροι εκπαιδευτικοί ήρθαν σε επαφή ή μελέτησαν το νέο ΠΣ και
δηλώνουν πως αισθάνονται εξοικειωμένοι με τους στόχους του.
Δυσκολεύτηκαν να ξεκινήσουν την εφαρμογή του, αλλά το αποφάσισαν κυρίως
μετά την πρώτη επιμορφωτική συνάντηση.
Ενώ οι περισσότεροι από τους
εκπαιδευτικούς δηλώνουν πως είναι εξοικειωμένοι με τους στόχους του ΠΣ
και δεν αντιμετωπίζουν πρόβλημα, αν εξαιρέσουμε εκείνους που αρνήθηκαν
να το αγγίξουν, λίγοι είναι εκείνοι που αισθάνονται πως κάποια από τα
θέματα που διαπραγματεύεται είναι δύσκολα για την ηλικία που προβλέπεται
να διδαχθούν, ο χρόνος που προτείνεται είναι λίγος για τέτοια ζητήματα
και κάποιοι από τους στόχους δεν αντιστοιχούν επαρκώς με την ανάπτυξή
τους στις αντίστοιχες στήλες. Απορίες και παρανοήσεις σχετικές με την
προσέγγιση και την υλοποίηση των στόχων -π.χ. αν θα πρέπει να
αναπτυχθούν όλοι οι στόχοι που περιγράφονται στα προσδοκώμενα- λύθηκαν
είτε στη διάρκεια των επιμορφωτικών συναντήσεων είτε κατά τις επισκέψεις
των Συμβούλων Προώθησης.
Ως προς την αναγκαιότητα αλλαγής των ΠΣ και
εδώ οι γνώμες ποικίλλουν. Στις εκθέσεις των Συμβούλων Προώθησης
αναφέρεται ότι υπάρχουν εκπαιδευτικοί που θεωρούν πως δεν χρειαζόταν
καμία αλλαγή, οπότε δεν ασχολήθηκαν με το νέο ΠΣ, ή ότι ήταν αναγκαία η
αλλαγή του μαθήματος, αλλά στην κατεύθυνση του τονισμού της ελληνικής
ταυτότητας και του παρηγορητικού ρόλου του μαθήματος των Θρησκευτικών.
Πέρα όμως από τα άκρα, οι περισσότεροι από τους θεολόγους που
συνεργάστηκαν με τους Συμβούλους Προώθησης, κρίνουν πως ήταν αναγκαία η
αλλαγή του ΠΣ στα Θρησκευτικά, ώστε να ανταποκριθεί το μάθημα στις
σημερινές εκπαιδευτικές ανάγκες των μαθητών, να προσαρμοστεί στις
σύγχρονες συνθήκες λειτουργίας του σχολείου, να γίνει επίκαιρο και να
αποκτήσει λόγο ύπαρξης στην τάξη, να πάψει να αγνοεί την ετερότητα, να
λάβει υπόψη τις προσλαμβάνουσες και τις θρησκευτικές αναζητήσεις των
μαθητών. Τέλος, κάποιοι από τους εκπαιδευτικούς εξέφρασαν ενθουσιασμό
για το νέο ΠΣ στα Θρησκευτικά και τον Οδηγό που το συνοδεύει και
προτείνουν τον Οδηγό ως εργαλείο και σε άλλα μαθήματα.
7. Κριτική θεώρηση των αντιδράσεων στο νέο ΠΣ
Είναι χαρακτηριστικό
ότι οι ίδιοι κύκλοι που σήμερα ασκούν κριτική στο ΠΣ άσκησαν την ίδια
περίπου κριτική και κατά το πρόσφατο παρελθόν (2003-2006), όταν
εξέφρασαν τις θέσεις τους για τα νεο-εκδοθέντα τότε διδακτικά βιβλία των
Θρησκευτικών. Τόσο η ΠΕΘ όσο και ο καθηγητής Η. Ρεράκης, ο οποίος
μάλιστα ήταν και κριτής-αξιολογητής του ΠΙ για το βιβλίο της Ε΄ τάξης
του Δημοτικού, αποφάνθηκαν σε ανακοινώσεις και σε ημερίδες για τον
προβληματικό και κατά τη γνώμη τους μη ακραιφνώς ορθόδοξο χαρακτήρα των
βιβλίων αυτών, τα οποία, σημειωτέον, είναι σε ισχύ μέχρι σήμερα. Η στάση
αυτή των παραπάνω κύκλων οδήγησε προφανώς την τότε ηγεσία της Εκκλησίας
της Ελλάδος να αποστείλει αρχικά, πριν τη συγγραφή των βιβλίων,
επιστολή στο ΠΙ με την οποία ζητούσε τη συμμετοχή της Εκκλησίας στη
συγγραφή των βιβλίων των Θρησκευτικών και, κατόπιν, αρνητικό υπόμνημα
για τα περατωθέντα διδακτικά βιβλία, επαναλαμβάνοντας τις θέσεις των εν
λόγω κύκλων.
Από την κριτική αυτή δεν έλειψαν και λίαν προσβλητικές
και υποτιμητικές εκφράσεις και υπονοούμενα για τα μέλη της επιτροπής
εκπόνησης του νέου ΠΣ, οι οποίοι χαρακτηρίστηκαν ως «κατ' επίφασιν και
κατ' ευφημισμόν εμπειρογνώμονες» ή ότι συνέπραξαν στο νέο ΠΣ για λόγους
οικονομικούς, μιας και τα δήθεν υπέρογκα ποσά του προγράμματος αυτού
προέρχονται από το ΕΣΠΑ. Επί της ουσίας, η κριτική που δέχθηκε το νέο ΠΣ
στα Θρησκευτικά χαρακτηρίζεται, σε πολλές περιπτώσεις, από ελλιπείς
κατανοήσεις, αποσπασματικές αναγνώσεις, αλλά και πολύ συχνά κατάφωρες
διαστρεβλώσεις των περιεχομένων του. Αφοριστικές διατυπώσεις της μορφής
«το μάθημα μετατρέπεται σε πανθρησκεία», «από το νέο ΠΣ απουσιάζει το
πρόσωπο της Θεοτόκου», «ο Ιησούς Χριστός εξισώνεται με τους ιδρυτές
άλλων θρησκειών», «ο μαθητής καλείται να μάθει για όλες τις θρησκείες
και να επιλέξει» κ.ά. δεν έχουν καμιά σχέση με τα περιεχόμενα του ΠΣ. Σε
αρκετές από αυτές τις μάλλον προκατειλημμένες προσεγγίσεις απάντησε ήδη
η Επιτροπή που εκπόνησε το ΠΣ με το πολυσέλιδο Υπόμνημά της, παρά το
γεγονός ότι οι σκοποί, τα περιεχόμενα και οι διδακτικές δραστηριότητες
του ΠΣ είναι σαφείς και δεν αφήνουν περιθώρια για τέτοιες παρανοήσεις.
Ασφαλώς, η δυνατότητα διατύπωσης επαναλαμβανόμενων επικρίσεων, που
προέρχονται πάντοτε από τους ίδιους κύκλους, ευνοήθηκε σημαντικά από την
παρατεταμένη πιλοτική εφαρμογή, που πραγματοποιείται για πρώτη φορά στο
ελληνικό σχολείο. Από την άλλη πλευρά, είδαν το φως της δημοσιότητας
και αρκετές άλλες προσεγγίσεις από ενεργούς εκπαιδευτικούς και
θεολογικές ενώσεις, που χαιρέτισαν τον προσανατολισμό του νέου ΠΣ και
τις καινοτομίες που αυτό κομίζει, ειδικά στον τομέα της ανακαλυπτικής,
διερευνητικής, συνεργατικής και βιωματικής διδασκαλίας και μάθησης.
Η
συντονισμένη δράση της ΠΕΘ και του καθ. Ηρ. Ρεράκη προς τα
εκκλησιαστικά και μοναστικά περιβάλλοντα, ακόμη και προς ορισμένες
θρησκευτικές αδελφότητες (π.χ. «Ο Σωτήρ»), με αιχμή του δόρατος τον
κίνδυνο της απώλειας του ορθόδοξου χαρακτήρα του μαθήματος των
Θρησκευτικών, οδήγησε ορισμένους ιεράρχες να υιοθετήσουν αβασάνιστα τις
θέσεις τους, όπως πρόσφατα και τον ηγούμενο της Ι. Μονής Γρηγορίου του
Αγίου Όρους. Παρόμοια και ο π. Βασίλειος Γοντικάκης, Προηγούμενος της Ι.
Μονής Ιβήρων του Αγίου Όρους, μολονότι ενημερώθηκε μονοσήμαντα από το
ειδικό αφιέρωμα του περιοδικού Κοινωνία της ΠΕΘ για το νέο ΠΣ και
κατόπιν από τον ηγούμενο της Ι. Μονής Γρηγορίου και φυσικά από τον καθ.
Ηρ. Ρεράκη, χαρακτήρισε «αντιπαιδαγωγικό και απάνθρωπο» το νέο ΠΣ. Οι
κύκλοι αυτοί των επικριτών του νέου ΠΣ συστηματικά επιχειρούν να θέσουν
θέμα «Θρησκευτικών» και στη Σύνοδο της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της
Ελλάδος, προκειμένου να εντείνουν τις πιέσεις τους για την ακύρωσή του.
Ωστόσο,
οι ανωτέρω κύκλοι αποσιωπούν ή απλώς δεν λαμβάνουν σαφώς υπόψη τους μια
μεγάλη συζήτηση εδώ και δεκαετίες γύρω από τον «ομολογιακό» χαρακτήρα
του μαθήματος των Θρησκευτικών στην Ελλάδα. Στη συζήτηση αυτή, πέρα από
τους υποστηρικτές του ομολογιακού μαθήματος, υπάρχουν και οι επικριτές
του, που είναι μέλη της επιστημονικής κοινότητας, συνταγματολόγοι,
εκπαιδευτικοί ή απλώς διανοούμενοι που καταθέτουν την άποψή τους.
Επιπλέον, ιδιάζουσα σημασία έχουν οι θέσεις θεσμοθετημένων οργάνων και
αρχών της Πολιτείας, όπως το Συμβούλιο της Επικρατείας, η Αρχή
Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα και ο Συνήγορος του Πολίτη.
Κατά τον τελευταίο μάλιστα, το πρόβλημα του μαθήματος των Θρησκευτικών
και το δικαίωμα απαλλαγής από αυτό κάθε μαθητή που απλώς το επιθυμεί
απορρέει από τον «δεδομένο "κατηχητικό" και, συνεπώς, μονόπλευρο
χαρακτήρα του μαθήματος αυτού» και μάλιστα ασχέτως προς το ότι ο
χαρακτήρας αυτός θεωρείται «σύμφωνος προς το Σύνταγμα».
Το
θρησκευτικό μάθημα στη δημόσια εκπαίδευση σε μια σειρά από επιστημονικές
μονογραφίες και άρθρα σε επιστημονικά περιοδικά και εφημερίδες
εγκαλείται ότι είναι μονοφωνικό, κατηχητικό και μονόπλευρο, μονολιθικό
και σκοταδιστικό, «ακραία περίπτωση κατηχητισμού και θρησκευτικής
ενδογμάτισης στο πλαίσιο των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης κ.ά. Οι θέσεις
αυτές, και κυρίως οι πιέσεις του Συνηγόρου του Πολίτη, οδήγησαν το ίδιο
το Υπουργείο Παιδείας το 2008 να εκδώσει εγκυκλίους, βάσει των οποίων οι
μαθητές που δεν επιθυμούν την παρακολούθηση των Θρησκευτικών, μπορούν
με μια απλή δήλωσή τους, «χωρίς να προβαίνουν σε καμία περαιτέρω
διευκρίνιση», δίχως, δηλαδή, να προσδιορίζουν τον λόγο ή το ιδιαίτερο
θρήσκευμά τους, να απαλλάσσονται νομίμως. Η έκδοση συμπληρωματικής
εγκυκλίου που ορίζει πώς θα απασχολούνται «οι μη Ορθόδοξοι μαθητές δηλ.
οι αλλόθρησκοι ή ετερόδοξοι, οι οποίοι... απαλλάσσονται από το μάθημα
των Θρησκευτικών για λόγους συνείδησης» δεν έλυσε ικανοποιητικά το
ζήτημα. Τόσο η Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα (Απόφαση
3356/95) όσο και ο Συνήγορος του Πολίτη (Πόρισμα 19905.04.2.1/15-11-2004
& Δελτίου Τύπου 31-7-2008), υπερβαίνουν παλαιότερη νομολογία του
Συμβουλίου της Επικρατείας, η οποία, προκειμένου να δοθεί η απαλλαγή στα
Θρησκευτικά, απαιτούσε οι γονείς ή οι μαθητές να «δηλώσουν καθ'
οιονδήποτε τρόπον, ότι για λόγους θρησκευτικής συνείδησης, ήτοι διότι
είναι ετερόδοξοι, ετερόθρησκοι ή άθεοι, δεν επιθυμούν να παρακολουθήσουν
την διδασκαλία του μαθήματος των θρησκευτικών» (Απόφαση 3356/95).
Οι
επικριτές του νέου ΠΣ στα Θρησκευτικά Δημοτικού και Γυμνασίου έχουν
μάλλον ξεχάσει πλήρως την πρόσφατη δημόσια συζήτηση, η οποία διεξήχθη
στην ελληνική κοινωνία με αφορμή τις εγκυκλίους που εξέδωσε το Υπουργείο
Παιδείας το 2008 για την απαλλαγή από τα Θρησκευτικά. Οι τρεις εκείνες
εγκύκλιοι, αλλά και η καταστρατήγηση ή η πλημμελής εφαρμογή του μέτρου,
μετέτρεψαν άτυπα τα Θρησκευτικά σε προαιρετικό μάθημα, όπως επισημάνθηκε
και από πολλές ενώσεις θεολόγων που διαμαρτυρήθηκαν, αφού άνοιξαν τον
δρόμο, ώστε κάθε μαθητής να μπορεί να διεκδικήσει απαλλαγή, ακόμη και
εάν δεν δικαιούται. Η παρουσίαση του θέματος αυτού από τον Τύπο και τα
λοιπά ΜΜΕ, οι θέσεις και οι δηλώσεις του Συνηγόρου του Πολίτη, των
κομμάτων, της ΟΛΜΕ και των εκπαιδευτικών παρατάξεων, οι θέσεις διαφόρων
εκπαιδευτικών κύκλων και διανοουμένων, οι επίσημες παρεμβάσεις των
Θεολογικών Σχολών Αθηνών και Θεσσαλονίκης, των θεολογικών ενώσεων και
πολλών εκπαιδευτικών έδωσαν το στίγμα ενός δημόσιου διαλόγου γύρω από
τον χαρακτήρα και τη φυσιογνωμία των Θρησκευτικών. Το προβληματικό
σημείο για τους επικριτές του μαθήματος αποτελούσε ο έντονα ομολογιακός
και κατηχητικός χαρακτήρας των Θρησκευτικών. Από την άλλη πλευρά, όχι
μόνο οι θεολόγοι εκπαιδευτικοί αλλά και οι Θεολογικές Σχολές έκαναν λόγο
για το αναγκαίο άνοιγμα προς τη θρησκευτική ετερότητα με την εισαγωγή
θρησκειολογικών αναφορών σε ένα νέο και ανοικτό ΠΣ, «ώστε να
αναβαθμιστεί ακόμη περισσότερο το μάθημα των Θρησκευτικών, να
εμπλουτιστούν τα αναλυτικά σχολικά προγράμματα με μαθήματα κοινωνικής
ηθικής ή ιστορίας των θρησκευμάτων, τα οποία θα μπορούν να παρακολουθούν
οι μαθητές στο σύνολό τους ανεξαρτήτως θρησκείας ή ομολογίας»
(Θεολογική Σχολή ΕΚΠΑ, 9-9-2008). Προς την ίδια κατεύθυνση, το σύγχρονο
περιεχόμενο του μαθήματος των Θρησκευτικών «ούτε αποκλειστικά ομολογιακό
προσανατολισμό μπορεί να έχει ούτε όμως και αποκλειστικά
θρησκειολογικό. Και οι δύο προσανατολισμοί πρέπει να υπάρχουν αναλογικά
και σε συνδυασμό, ώστε, εκτός των άλλων, από τη μια μεριά να αποφεύγεται
ο θρησκευτικός αναλφαβητισμός, ενώ από την άλλη να καλλιεργείται στους
μαθητές μια συνείδηση αποδοχής, σεβασμού και ειρηνικής συνύπαρξης με το
«διαφορετικό» (Τμήμα Θεολογίας ΑΠΘ, 8-9-2008). Η επιτροπή εκπόνησης δεν
έκανε τίποτε άλλο παρά έλαβε σοβαρά υπόψη τον δημόσιο αυτό διάλογο.
Εξάλλου,
στο ευρωπαϊκό περιβάλλον υφίστανται πολλά και ποικίλα πρότυπα οργάνωσης
της θρησκευτικής αγωγής. Άλλα συγκροτούνται με βάση το ομολογιακό ή το
πολυομολογιακό πρότυπο, άλλα με βάση το θρησκειολογικό και άλλα είναι
απλώς μικτά και επιλεκτικά, ενσωματώνοντας δημιουργικά τη διαπολιτισμική
διάσταση του θρησκευτικού φαινομένου. Πριν από λίγα χρόνια, η
Κοινοβουλευτική Συνδιάσκεψη του Συμβουλίου της Ευρώπης (47 χώρες) με τη
Σύσταση 1720 έκανε λόγο για την ανάγκη εισαγωγής στην εκπαίδευση της
διδασκαλίας των θρησκειών. Ακολούθως, πρότεινε τον θρησκειολογικό
προσανατολισμό της διδασκαλίας είτε έναντι του ουδετερόθρησκου είτε
έναντι του ομολογιακού ή πολυομολογιακού περιεχομένου του μαθήματος των
Θρησκευτικών στα διάφορα εκπαιδευτικά συστήματα, για να διασφαλίσει έτσι
την αμεροληψία και αντικειμενικότητα στην παρουσίασή τους. Ωστόσο, η
ανακάλυψη των διαφόρων θρησκειών και κυρίως των θρησκειών γειτονικών
χωρών από τους μαθητές, θα γίνεται παράλληλα με τη γνωριμία της δικής
τους θρησκείας. Πέρα από φανατισμούς, «ο σκοπός αυτής της εκπαίδευσης θα
πρέπει να κάνει τους μαθητές... να αντιληφθούν ότι καθένας έχει το ίδιο
δικαίωμα με όλους να πιστεύει ότι η δική του θρησκεία είναι η "η
αληθινή πίστη" και ότι η διαφορετική θρησκεία ή η αθεΐα δεν διαφοροποιεί
αξιολογικά τους ανθρώπους».
Η επιτροπή εκπόνησης, λαμβάνοντας υπόψη
της όλα τα παραπάνω, ως όφειλε, επεξεργάσθηκε μια εναλλακτική πρόταση ΠΣ
στα Θρησκευτικά Δημοτικού και Γυμνασίου. Η πρόταση του νέου ΠΣ στα
Θρησκευτικά παρουσιάζει ένα μάθημα ανοικτό και πλουραλιστικό, που
διατηρεί μεν τον γνωσιακό και παιδαγωγικό χαρακτήρα που είχε ως τώρα,
αλλά επιπλέον λαμβάνει υπόψη τις απαιτήσεις των καιρών, τις μορφωτικές
ανάγκες των σύγχρονων μαθητών και εμπλουτίζεται με περισσότερα στοιχεία
για τις χριστιανικές παραδόσεις της Ευρώπης και για ορισμένες από τις
μεγάλες θρησκείες του κόσμου. Οι «συντεταγμένες» αυτές διαμορφώνουν ένα
πρόγραμμα θρησκευτικού μαθήματος το οποίο ξεκινά από και έχει επίκεντρο
την ελληνορθόδοξη παράδοση του τόπου, την παράδοση της Ορθόδοξης
Χριστιανικής Εκκλησίας, όπως αυτή σαρκώθηκε στη ζωή και αποτυπώθηκε στα
μνημεία του πολιτισμού του. Κάθε μαθητής ή μαθήτρια, ανεξαρτήτως της
θρησκευτικής του ιδιοπροσωπίας, είναι απαραίτητο και πολύτιμο να
γνωρίζει τη θρησκευτική παράδοση του τόπου, ως πίστη, λατρεία, ζωή,
τέχνη και πολιτισμό. Αυτός είναι ο πρώτος και βασικός κύκλος του
μαθήματος. Ο δεύτερος κύκλος είναι οι μεγάλες χριστιανικές παραδόσεις
που συναντώνται στην Ευρώπη και γενικότερα στον κόσμο, εκτός της
Ορθοδοξίας, όπως ο Ρωμαιοκαθολικισμός και ο Προτεσταντισμός στις κύριες
και βασικές του ομολογίες. Ο τρίτος κύκλος περιλαμβάνει ορισμένα
στοιχεία από τα μεγάλα θρησκεύματα και ιδίως όσα ενδιαφέρουν την
ελληνική κοινωνία περισσότερο, δηλαδή, τις μονοθεϊστικές παραδόσεις του
Ιουδαϊσμού και του Ισλάμ και δύο απωανατολικές θρησκείες, τον Ινδουισμό
και τον Βουδισμό. Οπωσδήποτε, τα στοιχεία αυτά δίνονται σύμφωνα με τα
παιδαγωγικά χαρακτηριστικά, την ηλικία και τις μορφωτικές ανάγκες των
παιδιών. Επιπλέον, δεν αποτελούν διδακτέα ύλη αλλά διαθέσιμα διδακτικά
μέσα και υλικά για τον εκπαιδευτικό, ο οποίος καλείται να σχεδιάσει τη
διδασκαλία του με βάση τις ιδιαίτερες συνθήκες και το «οικοσύστημα» της
τάξης του.
Επισημαίνεται, πάντως, ότι το νέο ΠΣ αφορά τη θρησκευτική
αγωγή στη δημόσια εκπαίδευση και όχι την εκκλησιαστική κατήχηση. Το ΜτΘ
βεβαίως και έχει ως κέντρο, αφετηρία και πρωταρχικό μέλημα την Ορθόδοξη
πίστη και ζωή, αλλά οφείλει και πρέπει να έχει ορίζοντα αναφοράς και
διαλόγου και με τις άλλες χριστιανικές κατανοήσεις, τις άλλες
θρησκευτικές παραδόσεις και τις σύγχρονες φιλοσοφικές ή άλλες μορφές
πνευματικότητας. Ένας ουσιαστικός διάλογος, ανάμεσα στο κέντρο και στον
ορίζοντα, που θα αναπτυχθεί στο πλαίσιο του ΜτΘ θεμελιωμένος πάνω στην
ορθή προσέγγιση και κριτική κατανόηση των διαφορετικών αφηγήσεων, δεν
στοιχειοθετεί απομάκρυνση από την Ορθοδοξία ή μια μορφή θρησκευτικού
συγκρητισμού· απεναντίας, συνιστά κυρίως και κατεξοχήν την πεμπτουσία
της χριστιανικής μαρτυρίας στον σύγχρονο και ραγδαία μεταβαλλόμενο κόσμο
μας.
Στην πράξη το νέο ΠΣ ουσιαστικά δεν απομακρύνεται από τους
ειδικούς σκοπούς του μαθήματος, όπως αυτοί ορίζονται στα Αναλυτικά
Προγράμματα του 2003 (ΔΕΠΠΣ-ΑΠΣ). Τα Προγράμματα εκείνα, πέρα από την
ενημέρωση για την υφή του θρησκευτικού φαινομένου, την ανάπτυξη
θρησκευτικής συνείδησης και την απόκτηση γνώσεων γύρω από τη Χριστιανική
πίστη και την Ορθόδοξη Χριστιανική Παράδοση, την καλλιέργεια του ήθους
και της προσωπικότητας, με την αξιοποίηση των μορφωτικών αγαθών της
Αγίας Γραφής, των Πατέρων και της Παράδοσης της Εκκλησίας, εστίαζαν
επιπλέον στην κριτική επεξεργασία των θρησκευτικών παραδοχών, αξιών και
στάσεων, στην διερεύνηση του ρόλου που έπαιξε και παίζει ο Χριστιανισμός
στον πολιτισμό και την ιστορία της Ελλάδας και της Ευρώπης, στην
επίγνωση της ύπαρξης διαφορετικών εκφράσεων της θρησκευτικότητας, στην
ανάπτυξη ανεξάρτητης σκέψης και ελεύθερης έκφρασης, στην αντίληψη ότι το
αυθεντικό χριστιανικό μήνυμα είναι υπερφυλετικό, υπερεθνικό και
οικουμενικό, στην κατανόηση της πολυπολιτισμικής, πολυφυλετικής και
πολυθρησκευτικής δομής των σύγχρονων κοινωνιών και στη συνειδητοποίηση
της ανάγκης για διαχριστιανική και διαθρησκειακή επικοινωνία και
αλληλογνωριμία. Συνεπώς, το νέο ΠΣ κινείται πάνω στις ίδιες βασικές
αρχές τις οποίες εμπλουτίζει και αναπτύσσει περισσότερο.