Όμως τι απέγινε ο Ιωσήφ; Ο Θεός δεν τον εγκατέλειψε, γιατί ήταν αγαθό
και συνετό και τίμιο παιδί. Όταν οι έμποροι που τον είχαν αγοράσει
έφθασαν στην Αίγυπτο, τον πούλησαν στον Πετεφρή, που ήταν αρχηγός της
σωματοφυλακής του Φαραώ. Ο κύριός του τον εκτίμησε πολύ, γιατί ήταν
έξυπνος, πολύ ικανός και τίμιος στη δουλειά του και τον έκανε επιστάτη.
Με τη βοήθεια του Θεού ο Ιωσήφ τα πήγαινε πολύ καλά και το σπίτι του
Πετεφρή ήταν ευλογημένο εξαιτίας του Ιωσήφ. Η γυναίκα του Πετεφρή όμως
συκοφάντησε τον Ιωσήφ στον άντρα της. Εκείνος την πίστεψε κι έριξε στη
φυλακή τον Ιωσήφ. Ο Ιωσήφ δεν απελπίστηκε. Πίστευε ακλόνητα πως ο Θεός
δεν θα τον εγκαταλείψει.
Πράγματι στη φυλακή ο αρχιδεσμοφύλακας εκτίμησε την ικανότητα και την τιμιότητά του και του ανέθεσε να φροντίζει τους υπόλοιπους κρατούμενους.
Στη φυλακή τότε βρίσκονταν κι άλλοι δυο σπουδαίοι φυλακισμένοι, ο αρχιαρτοποιός κι ο αρχιοινοχόος του Φαραώ. Τους είχαν κατηγορήσει ότι θέλησαν να σκοτώσουν τον Φαραώ. Περίμεναν λοιπόν την απόφασή του για την ενοχή ή την αθωότητά τους. Ένα πρωί και οι δυο σηκώθηκαν αναστατωμένοι. Είχαν δει και οι δυο από ένα όνειρο και γύρευαν κάποιον να τους το ερμηνεύσει. Διηγήθηκαν τα όνειρά τους στον Ιωσήφ. «Είδα», είπε ο αρχιοινοχόος, «τρία δυνατά κλήματα που ψήλωσαν πολύ, έβγαλαν φύλλα και σταφύλια. Κι εγώ έκοψα κάμποσα ώριμα τσαμπιά, έστυψα τις ρώγες, γέμισα το χρυσό ποτήρι του Φαραώ και του πρόσφερα να πιει». Ο Ιωσήφ χαρούμενος του είπε πως το όνειρό του σήμαινε πως σε τρεις ημέρες θα τον ελευθέρωναν και θα ξανάπαιρνε τη θέση του στην υπηρεσία του Φαραώ.
«Εγώ», είπε ο αρχιαρτοποιός, «είδα πως είχα πάνω στο κεφάλι μου τρία πανέρια, το ένα πάνω στο άλλο, γεμάτα ψωμιά και γλυκά που προορίζονταν για τον Φαραώ, αλλά τα τσιμπολογούσαν και τα έτρωγαν πουλιά». Ο Ιωσήφ λυπημένος του είπε πως το όνειρό του δεν ήταν καλό και πως σε τρεις ημέρες θα τον εκτελούσαν.
Όπως ακριβώς ερμήνευσε τα όνειρα ο Ιωσήφ – με τη φώτιση του Θεού – έτσι ακριβώς έγιναν τα πράγματα. Ο αρχιοινοχόος ξαναγύρισε στο παλάτι κι ο αρχιαρτοποιός εκτελέστηκε.
Πέρασαν δυο χρόνια κι ο Ιωσήφ παρέμενε στη φυλακή. Ένα βράδυ ο Φαραώ ξύπνησε πολύ αναστατωμένος. Είχε δει δυο πολύ παράξενα όνειρα και ζητούσε από τους μάγους του και τους συμβούλους του να του τα ερμηνεύσουν. Κανένας όμως δεν μπορούσε. Τότε ο αρχιοινοχόος θυμήθηκε τον Ιωσήφ, που του είχε τόσο πετυχημένα ερμηνεύσει το δικό του όνειρο. Είπε στον Φαραώ να τον συμβουλευθεί. Αμέσως έφεραν τον Ιωσήφ από τη φυλακή μπροστά στον μεγάλο βασιλιά. Ταπεινά, αλλά και με σιγουριά που προερχόταν από την πίστη του στον Θεό, ο Ιωσήφ άκουσε τον Φαραώ να του διηγείται τα όνειρά του: «Είδα πως βρισκόμουν στις όχθες του Νείλου. Από το ποτάμι βγήκαν επτά καλοθρεμμένες, παχιές κι όμορφες αγελάδες. Σε λίγο βγήκαν άλλες επτά, αδύνατες κι άσχημες. Κι αυτές οι αδύνατες έφαγαν τις πρώτες, τις παχιές… Κι όταν ξανακοιμήθηκα είδα κι άλλο όνειρο. Βρισκόμουν σ’ ένα χωράφι. Ξάφνου φύτρωσαν επτά καρπερά και δυνατά στάχυα κι ύστερα φύτρωσαν άλλα επτά κακορίζικα κι αδύνατα που όμως έπνιξαν τα δυνατά. Νομίζω πως αυτά τα όνειρα θέλουν για κάτι να με προειδοποιήσουν. Μήπως μπορείς να τα εξηγήσεις;»
«Βασιλιά μου», είπε ταπεινά αλλά με σιγουριά που του έδινε η φώτιση του Θεού ο Ιωσήφ, «και τα δυο όνειρα που είδες σημαίνουν το ίδιο πράγμα. Θα έρθουν για την Αίγυπτο επτά πλούσια χρόνια με πολλούς καρπούς και γεννήματα. Μετά όμως θα ακολουθήσουν άλλα επτά χρόνια δύσκολα, που η γη δε θα δίνει καρπούς. Βρες, βασιλιά, έναν ικανό άνθρωπο και δώσ’ του εξουσία σ’ όλην την Αίγυπτο να συγκεντρώσει στα επτά χρόνια της ευφορίας τα γεννήματα που θα περισσέψουν σε μεγάλες αποθήκες, για να βρίσκονται για τα δύσκολα χρόνια της δυστυχίας. Έτσι ο λαός σου δεν θα πεινάσει».
Ο Φαραώ εντυπωσιάστηκε από την απάντηση αλλά και τη βεβαιότητα του Ιωσήφ. Εκτίμησε τα χαρίσματά του και σκέφτηκε πως αυτός θα ήταν ο πιο κατάλληλος για να αναλάβει το δύσκολο έργο που έπρεπε να γίνει. Τον ελευθέρωσε, λοιπόν, και τον όρισε αντιβασιλέα, δηλαδή μετά από αυτόν πρώτο άρχοντα της Αιγύπτου. Τον παρουσίασε αμέσως σ’ όλον τον αιγυπτιακό λαό και του έδωσε απόλυτη εξουσία.
Κάνε κλικ εδώ, για ν΄ ακούσεις τη διήγηση
Πράγματι στη φυλακή ο αρχιδεσμοφύλακας εκτίμησε την ικανότητα και την τιμιότητά του και του ανέθεσε να φροντίζει τους υπόλοιπους κρατούμενους.
Στη φυλακή τότε βρίσκονταν κι άλλοι δυο σπουδαίοι φυλακισμένοι, ο αρχιαρτοποιός κι ο αρχιοινοχόος του Φαραώ. Τους είχαν κατηγορήσει ότι θέλησαν να σκοτώσουν τον Φαραώ. Περίμεναν λοιπόν την απόφασή του για την ενοχή ή την αθωότητά τους. Ένα πρωί και οι δυο σηκώθηκαν αναστατωμένοι. Είχαν δει και οι δυο από ένα όνειρο και γύρευαν κάποιον να τους το ερμηνεύσει. Διηγήθηκαν τα όνειρά τους στον Ιωσήφ. «Είδα», είπε ο αρχιοινοχόος, «τρία δυνατά κλήματα που ψήλωσαν πολύ, έβγαλαν φύλλα και σταφύλια. Κι εγώ έκοψα κάμποσα ώριμα τσαμπιά, έστυψα τις ρώγες, γέμισα το χρυσό ποτήρι του Φαραώ και του πρόσφερα να πιει». Ο Ιωσήφ χαρούμενος του είπε πως το όνειρό του σήμαινε πως σε τρεις ημέρες θα τον ελευθέρωναν και θα ξανάπαιρνε τη θέση του στην υπηρεσία του Φαραώ.
«Εγώ», είπε ο αρχιαρτοποιός, «είδα πως είχα πάνω στο κεφάλι μου τρία πανέρια, το ένα πάνω στο άλλο, γεμάτα ψωμιά και γλυκά που προορίζονταν για τον Φαραώ, αλλά τα τσιμπολογούσαν και τα έτρωγαν πουλιά». Ο Ιωσήφ λυπημένος του είπε πως το όνειρό του δεν ήταν καλό και πως σε τρεις ημέρες θα τον εκτελούσαν.
Όπως ακριβώς ερμήνευσε τα όνειρα ο Ιωσήφ – με τη φώτιση του Θεού – έτσι ακριβώς έγιναν τα πράγματα. Ο αρχιοινοχόος ξαναγύρισε στο παλάτι κι ο αρχιαρτοποιός εκτελέστηκε.
Πέρασαν δυο χρόνια κι ο Ιωσήφ παρέμενε στη φυλακή. Ένα βράδυ ο Φαραώ ξύπνησε πολύ αναστατωμένος. Είχε δει δυο πολύ παράξενα όνειρα και ζητούσε από τους μάγους του και τους συμβούλους του να του τα ερμηνεύσουν. Κανένας όμως δεν μπορούσε. Τότε ο αρχιοινοχόος θυμήθηκε τον Ιωσήφ, που του είχε τόσο πετυχημένα ερμηνεύσει το δικό του όνειρο. Είπε στον Φαραώ να τον συμβουλευθεί. Αμέσως έφεραν τον Ιωσήφ από τη φυλακή μπροστά στον μεγάλο βασιλιά. Ταπεινά, αλλά και με σιγουριά που προερχόταν από την πίστη του στον Θεό, ο Ιωσήφ άκουσε τον Φαραώ να του διηγείται τα όνειρά του: «Είδα πως βρισκόμουν στις όχθες του Νείλου. Από το ποτάμι βγήκαν επτά καλοθρεμμένες, παχιές κι όμορφες αγελάδες. Σε λίγο βγήκαν άλλες επτά, αδύνατες κι άσχημες. Κι αυτές οι αδύνατες έφαγαν τις πρώτες, τις παχιές… Κι όταν ξανακοιμήθηκα είδα κι άλλο όνειρο. Βρισκόμουν σ’ ένα χωράφι. Ξάφνου φύτρωσαν επτά καρπερά και δυνατά στάχυα κι ύστερα φύτρωσαν άλλα επτά κακορίζικα κι αδύνατα που όμως έπνιξαν τα δυνατά. Νομίζω πως αυτά τα όνειρα θέλουν για κάτι να με προειδοποιήσουν. Μήπως μπορείς να τα εξηγήσεις;»
«Βασιλιά μου», είπε ταπεινά αλλά με σιγουριά που του έδινε η φώτιση του Θεού ο Ιωσήφ, «και τα δυο όνειρα που είδες σημαίνουν το ίδιο πράγμα. Θα έρθουν για την Αίγυπτο επτά πλούσια χρόνια με πολλούς καρπούς και γεννήματα. Μετά όμως θα ακολουθήσουν άλλα επτά χρόνια δύσκολα, που η γη δε θα δίνει καρπούς. Βρες, βασιλιά, έναν ικανό άνθρωπο και δώσ’ του εξουσία σ’ όλην την Αίγυπτο να συγκεντρώσει στα επτά χρόνια της ευφορίας τα γεννήματα που θα περισσέψουν σε μεγάλες αποθήκες, για να βρίσκονται για τα δύσκολα χρόνια της δυστυχίας. Έτσι ο λαός σου δεν θα πεινάσει».
Ο Φαραώ εντυπωσιάστηκε από την απάντηση αλλά και τη βεβαιότητα του Ιωσήφ. Εκτίμησε τα χαρίσματά του και σκέφτηκε πως αυτός θα ήταν ο πιο κατάλληλος για να αναλάβει το δύσκολο έργο που έπρεπε να γίνει. Τον ελευθέρωσε, λοιπόν, και τον όρισε αντιβασιλέα, δηλαδή μετά από αυτόν πρώτο άρχοντα της Αιγύπτου. Τον παρουσίασε αμέσως σ’ όλον τον αιγυπτιακό λαό και του έδωσε απόλυτη εξουσία.
Κάνε κλικ εδώ, για ν΄ ακούσεις τη διήγηση
Πηγή/Αναδημοσίευση:http://www.pemptousia.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.