Κοντού Παναγιώτα, Μπαμπούνη Αγγελική, Συκιώτη Όλγα
Και ξαφνικά τα πάντα συνεργάστηκαν ώστε να γίνει αλήθεια.
Πέμπτη 8 Νοεμβρίου 2012: 12:45 το μεσημέρι, το όνειρο γίνεται πραγματικότητα και το ταξίδι για τη μαγική Ινδία, ξεκινάει.
Άφιξη 3:00 το πρωί στο αεροδρόμιο Ίντιρα Γκάντι του Δελχί. Κρύα η πρώτη αντιμετώπιση στον έλεγχο διαβατηρίων από τον κρατικό υπάλληλο που αναρωτιέται φωναχτά “τι γυρεύουν 4 γυναίκες, χωρίς συνοδό, στην Ινδία”. Συμπλήρωμα στα γρήγορα των απαραίτητων εντύπων κι επιβίβαση στο βαν που θα μας πάει στη Τζαϊπούρ.
Έκπληξη, η γιρλάντα με τους κατιφέδες που μας περίμενε στην είσοδο, για το καλωσόρισμα στη χώρα.
Μια ελαφριά μυρωδιά καμένου κι ένα πέπλο υγρασίας σκεπάζει το Δελχί.
Namaste λοιπόν και ξεκινάμε!
Είχαμε
διαβάσει, είχαμε δει ντοκιμαντέρ, είχαμε ακούσει… τίποτα όμως δεν μας
είχε προετοιμάσει για την περιπέτεια στην εθνική οδό από Δελχί προς
Τζαϊπούρ. Ατέλειωτες ουρές από φορτηγά στολισμένα με κάθε λογής στολίδια
και την απαραίτητη επιγραφή στο πίσω μέρος “BLOW HORN”.
Η
συνεννόηση μεταξύ των οδηγών γίνεται μόνο με κόρνα. Μάταια περιμέναμε
να δούμε οδική σήμανση. Το μόνο που ακουγόταν ήταν το αδιάκοπο
κορνάρισμα, κάθε φορά που κάποιος οδηγός αποφάσιζε να προσπεράσει το
προπορευόμενο όχημα ή να αλλάξει λωρίδα κυκλοφορίας.
Η χρήση του φλας ανύπαρκτη, τα όρια ταχύτητας επίσης κι η αντικανονική προσπέραση… κανόνας!
Κατά
μήκος της Εθνικής οδού βρίσκονται παρατεταγμένα εκατοντάδες μικρά,
υπαίθρια «εστιατόρια – ξενοδοχεία», τα οποία παραμένουν ανοιχτά όλο το
24ωρο, προκειμένου να εξυπηρετήσουν τους ταξιδιώτες και κυρίως τους
οδηγούς των φορτηγών.
Το
προσωπικό αποτελείται μόνο από άντρες. Σε όλη τη διάρκεια του ταξιδιού
μας προς την Τζαϊπούρ και ειδικά από τη στιγμή που μπήκαμε στο
Ρατζαστάν, δεν καταφέραμε να δούμε ούτε μια γυναίκα υπάλληλο σε κάποιο
από τα καταστήματα ή ξενοδοχεία που βρίσκονται στην Εθνική οδό.
Προκειμένου να μας ευχαριστήσει, ο οδηγός μας, κάνει μια μικρή στάση σε ένα από αυτά, για να μπορέσουμε να το δούμε από κοντά …
Χτιστές
κουζίνες, με πάγκους γεμάτους από παραδοσιακά εδέσματα και
τραπεζοκαθίσματα φτιαγμένα από μέταλλο και σχοινί (τα οποία
χρησιμοποιούνται και ως κρεβάτια), τοποθετημένα κάτω από ένα πρόχειρο
υπόστεγο, καλύπτουν τις βασικές ανάγκες του κάθε πελάτη.
Φυσικά
δεν θα μπορούσε να μην έχει προβλεφθεί κι η ανάγκη για ένα γρήγορο
μπάνιο. Πίσω λοιπόν από το κάθε «ξενοδοχείο» βρίσκεται μια χτιστή
δεξαμενή, γεμάτη νερό…
Το
κάθε εστιατόριο διαθέτει το δικό του μποστάνι με τα απαραίτητα για τα
εδέσματά του μυρωδικά και λαχανικά, έτσι ώστε να είναι φρέσκα και να
προσελκύουν τους πελάτες.
Φυσικά, η καλλιέργεια τους συμβάλλει σημαντικά και στη εξάλειψη των εξόδων που θα απαιτούσε η αγορά τους.
Οι Ινδοί είναι πολύ πρακτικοί σε θέματα οικονομίας.
Μόλις
ξημέρωσε, φάνηκαν οι πρώτοι αγουροξυπνημένοι άντρες έξω από τα μαγαζιά
τους (μικρές στολισμένες παράγκες με κάθε λογής εμπόρευμα), όπως και τα
πρώτα ζώα - πουλιά…
Αγελάδες, καμήλες, αμέτρητοι πίθηκοι, σκίουροι, κοράκια, παπαγάλοι και πάρα πολλά σκυλιά όλα της ίδιας ράτσας.
Σε λίγο άρχισαν να εμφανίζονται και τα πρώτα σάρι, χρωματιστές πινελιές στην πρωινή ομίχλη.
275 χιλιόμετρα Δελχί- Τζαϊπούρ και χρειάστηκαν πάνω από 7 ώρες.
Το οδικό ταξίδι στην Ινδία είναι μια πραγματικά πρωτόγνωρη και σίγουρα αξέχαστη εμπειρία…
9/11/2012 - Φτάνοντας στη «Ροζ πόλη»
Τζαϊπούρ, η πρωτεύουσα του Ρατζαστάν, το «Παρίσι της Ινδίας» όπως αποκαλείται.
Με πληθυσμό 3,1 εκατομμύρια, είναι η 10η μεγαλύτερη πόλη της Ινδίας με αρκετά καλή πολεοδομία και άνετους δρόμους που χωρίζουν τους έξι τομείς της πόλης.
Για
τον αυτοκράτορα Jai Singh II η ίδρυση της Τζαϊπούρ (~1727) αποτέλεσε
ένα ιδιαίτερο τελετουργικό και μια ευκαιρία να χτιστεί μια ολόκληρη πόλη
με βάση την Ινδουιστική αρχιτεκτονική θεωρία.
Χαρακτηριστικό
παράδειγμα: Η πόλη σχεδιάστηκε σύμφωνα με το Ινδικό Vastu Shastra
(Βεδικό σχέδιο για την άνεση και ευημερία των πολιτών).
Η
πόλη αρχικά ήταν περιστοιχισμένη από τείχη τα οποία άνοιγαν με την
ανατολή του ηλίου και έκλειναν με την δύση. Σιγά σιγά, επεκτάθηκε και
εκτός των τειχών.
Η
Τζαϊπούρ, μαζί με το Δελχί και την Άγκρα αποτελούν το Χρυσό Τρίγωνο της
Ινδίας και τον πρώτο και δημοφιλέστερο προορισμό για κάποιον που θέλει
να επισκεφθεί για πρώτη φορά τη χώρα.
Πυρετός προετοιμασίας για τη μεγάλη γιορτή. Στις 13 του Νοέμβρη είναι το Diwali και τα πάντα πρέπει να είναι έτοιμα.
Πολύχρωμα
φωτάκια και γιρλάντες στους δρόμους θυμίζουν δικά μας Χριστούγεννα. Οι
Ινδοί είναι γενικότερα ένας φτωχός λαός, αλλά πολύ συναισθηματικά
δεμένος με τις θρησκευτικές του εορτές.
Άσχημη εικόνα, τα σκουπίδια που υπάρχουν παντού, λες και η κάθε συνοικία συναγωνίζεται την άλλη.
Παρόλα αυτά, δεν μυρίζουν όπως θα φανταζόταν κανείς - πιθανόν γιατί δεν πετιέται σχεδόν τίποτα οργανικό.
Τα
όποια υπολείμματα τροφών που καταλήγουν στα σκουπίδια καταναλώνονται
από τα ζώα. Το φαγητό είναι πολύτιμο για τους Ινδούς και τίποτα δεν πάει
χαμένο.
Μεγάλη
κίνηση στην πόλη κι ανάμεσα στα κάθε λογής οχήματα συχνά μπερδεύονται
και οι καμήλες, που χρησιμοποιούνται από τους ντόπιους για την
ρυμούλκηση κάρων φορτωμένων κυρίως με εμπορεύματα.
Σε
καθημερινή βάση, κατά μήκος των πιο κεντρικών δρόμων απλώνονται πάγκοι,
φορτωμένοι κυρίως με λαχανικά και φρούτα όλων των ειδών, μετατρέποντας
τις άκρες του δρόμου σε μια θάλασσα χρωμάτων.
Φτάνουμε
μεσημέρι στο ξενοδοχείο όπου θα διανυκτερεύσουμε και μετά από ολιγόωρη
ξεκούραση, ξεκινάμε για να αποκτήσουμε την πρώτη μας επαφή με τα μνημεία
της πόλης…
Πρώτος μας σταθμός, το Birla Mandir.
Πρόκειται
για έναν μεγάλο Ινδουιστικό ναό, κατασκευασμένο από εξαιρετικής
ποιότητας λευκό μάρμαρο κι είναι ένα από τα πολλά Birla mandirs σε όλη
την Ινδία.
Βρίσκεται
στην βάση του λόφου Moti Dungri - «Μαργαριταρένιος λόφος» - όπου
δεσπόζει το κλειστό για τον κόσμο, ιδιωτικό κάστρο της βασιλικής
οικογένειας.
Ο
ναός συχνά αναφέρεται και ως Shri Laxmi Narayan Temple και αποτελεί από
τους πιο διάσημους τουριστικούς προορισμούς στην Τζαϊπούρ. Είναι
αφιερωμένος στο Θεό Vishnu (Narayan) - «αυτός που διατηρεί» και την
ακόλουθό του, Lakshmi - την Θεά του πλούτου.
Οι τρεις θόλοι του αντιπροσωπεύουν τις τρεις διαφορετικές προσεγγίσεις της Ινδουιστικής θρησκείας.
Πολλές
από τις θεότητες του ινδουιστικού πάνθεον απεικονίζονται μέσα στον ναό,
ενώ στους εξωτερικούς τοίχους υπάρχουν αναπαραστάσεις ιστορικών μορφών
όπως ο Σωκράτης, ο Ζαρατούστρα, ο Χριστός, ο Βούδας κι ο Κομφούκιος.
Ανηφορίζοντας
το δρομάκι που οδηγεί στο ναό, βλέπουμε στον κήπο το λευκό άγαλμα του
Θεού Shiva, το οποίο αποτελεί καθιερωμένη στάση των επισκεπτών για
αναμνηστικές φωτογραφίες.
Είναι γνωστό ότι απαραίτητη προϋπόθεση για την είσοδο σε κάθε ναό της χώρας, είναι να βγάλει κανείς τα παπούτσια του.
Αυτό
που δεν γνωρίζαμε όμως, είναι το ότι τα παπούτσια έπρεπε να βγουν πριν
ακόμα πατήσει κανείς στον προαύλιο χώρο του ναού, γεγονός που για μια
στιγμή μας έκανε να κοιταχτούμε μεταξύ μας διστακτικά…
Παράξενη αίσθηση να περπατάς ξυπόλητος σε ένα χώρο πλήρως εκτεθειμένο στη σκόνη από το χώμα των δρόμων της πόλης.
Για κάποιο περίεργο όμως λόγο, έπειτα από μερικά δευτερόλεπτα ξεχνάς τις όποιες φοβίες σου κι απολαμβάνεις αυτό που ζεις…
Μετά την επίσκεψη στο ναό, σειρά έχει η επίσκεψη σε εργαστήριο κοσμημάτων.
Η Τζαϊπούρ είναι ίσως η πόλη με τα περισσότερα κοσμηματοπωλεία σε όλη τη χώρα.
Τεράστια
ποικιλία από πολύτιμους και ημιπολύτιμους λίθους, απίστευτα χρώματα και
σχέδια και σίγουρα καλύτερες τιμές απ΄ ότι στην Ελλάδα.
Μοναδικής ομορφιάς ημιπολύτιμος λίθος, το εξάκτινο αστέρι της Ινδίας (Jaipur six-pointed star ruby).
Για
το κλείσιμο της ημέρας, καταλήγουμε σε ένα μικρό ρεστοράν όπου ντόπιοι
οργανοπαίχτες και χορευτές μας έδωσαν μια γεύση από τη δική τους μουσική
και χορό, που έκαναν τα πόδια και τους ώμους μας να κινούνται στο ρυθμό
της.
Μικροκαμωμένες,
χαμογελαστές χορεύτριες, βάλθηκαν να μας διασκεδάσουν χορεύοντας άλλοτε
πάνω σε σπαθιά, σε καρφιά και σε μεταλλικά ποτήρια κι άλλοτε
στηρίζοντας στο κεφάλι τους πήλινα και μεταλλικά σκεύη, με τα οποία
εξακολουθούσαν να χορεύουν και να στροβιλίζονται με την ίδια άνεση…
Το
φαγητό, πεντανόστιμο και σχετικά ελαφρύ, χωρίς πολλά λίπη. Κάποιες
φορές βέβαια αισθάνεσαι ότι θα πεταχτούν τα μάτια σου έξω από το τσίλι,
παρ’ όλα αυτά το απολαμβάνεις.
Αν υπάρχει χώρα στον κόσμο που ξέρει να χρησιμοποιεί τα μπαχαρικά, αυτή σίγουρα είναι η Ινδία. Και πραγματικά ζηλεύεις την ευχέρεια που έχουν να τρώνε με τα χέρια… και για την ακρίβεια, μόνο με το ένα…
Εντυπώσεις πρώτης μέρας….
Πραγματικά παράξενη αίσθηση.
Δεν ξέρεις αν όλα αυτά, που περνάνε από μπροστά σου σαν ταινία, σου αρέσουν ή δεν σου ταιριάζουν…
Το σίγουρο είναι ότι δεν σε αφήνουν αδιάφορο.
10/11/2012 2η μέρα στη Τζαϊπούρ…
Πρωινό ξύπνημα και ξεκινάμε για τον πρώτο προορισμό της ημέρας...
Βγαίνοντας λίγο έξω από την Τζαϊπούρ, φτάνουμε στην πόλη Amer, για να επισκεφτούμε το Amer Fort (आमेर क़िला) ή αλλιώς Amber Fort, όπως συνηθίζουν πολλοί να το αποκαλούν.Ένα τεράστιο και εντυπωσιακό σύμπλεγμα φρούριου - παλατιού, το οποίο κατασκευάστηκε με μια μίξη Ινδουιστικής - Μουσουλμανικής και Rajput αρχιτεκτονικής, από τον Raja Man Singh I, χτισμένο στο λόφο πάνω από την λίμνη Maota.
Ήταν το βασιλικό παλάτι των Kachwahas (1600-1727).
Το
όνομά του το πήρε από την πόλη Άμερ, η οποία με την σειρά της πήρε το
όνομά της από την θεά Amba (ένα από τα ονόματα της θεάς Durga).
Το
Amer Fort μαζί με το Jaigarh Fort (το οποίο βρίσκεται στην κορυφή του
«Λόφου των Αετών» - Cheel ka Teela) θεωρούνται ως ενιαίο σύμπλεγμα
φρουρίων, καθώς είναι συνδεδεμένα με ένα υπόγειο πέρασμα, το οποίο στο
παρελθόν, σε περίπτωση κινδύνου, χρησίμευε για την διαφυγή της βασιλικής
οικογένειας από το Amer Fort στο πιο ασφαλές Jaigarh Fort.
Η
ανάβαση στο παλάτι γίνεται κυρίως επάνω σε ελέφαντες. Ζωγραφισμένοι με
έντονα χρώματα και στολισμένοι με αστραφτερά μπιχλιμπίδια, περιμένουν με
τον οδηγό τους στη βάση του παλατιού προκειμένου να μεταφέρουν τους
τουρίστες στην είσοδό του, με το αντίστοιχο φυσικά – τσουχτερό για τα
δεδομένα της χώρας - αντίτιμο.
H θέα της πόλης που εκτείνεται στους πρόποδες του λόφου και γύρω από τη λίμνη κι αποκαλύπτεται κατά την ανάβαση… πανέμορφη!
Ο
τεράστιος κήπος στη βάση του παλατιού, καταπράσινος και
καλοδιατηρημένος. Έξω από τα τείχη, στενοί δρόμοι και μικρά, παλιά,
χρωματιστά σπίτια και καταστήματα, δίνουν την αίσθηση ανατολίτικου
παραμυθιού, κάποιας άλλης εποχής…
Καθώς
μπαίνουμε στο παλάτι η αίσθηση αυτή γίνεται ακόμα πιο έντονη, μιας και
οι εικόνες που αντικρίζουμε, σε συνδυασμό με την ιστορία του, κάνουν τη
φαντασία να μεταφέρεται αιώνες πίσω και να γεμίζει τους χώρους του με
πρόσωπα και ζωντάνια.
Τέσσερα διαφορετικά επίπεδα συνθέτουν αυτό το πανέμορφο και υπερπολυτελές παλάτι.
Το
κάθε επίπεδο έχει την δική του αυλή κι είναι δομημένο με τρόπο τέτοιο
ώστε να εξυπηρετεί απόλυτα το σκοπό για τον οποίο έχει δημιουργηθεί και
από αισθητικής, αλλά και από πρακτικής άποψης.
Οι εσωτερικοί χώροι του παλατιού αποτελούν αριστουργήματα ζωγραφικής και γλυπτικής τέχνης.
Λευκά
μάρμαρα, λαξευμένα με τέτοια λεπτομέρεια που σε κάνει να απορείς πώς
είναι δυνατόν να κατάφερε ανθρώπινο χέρι ένα τέτοιο αποτέλεσμα.
Υπέροχα
ζωγραφισμένοι τοίχοι, που σε συνδυασμό με την αρχιτεκτονική του κτιρίου
δίνουν στο χώρο την αίσθηση της απόλυτης αρμονίας.
Ένα
αξιοθέατο από αυτά που όσο καλά κι αν προσπαθήσει κανείς να το
περιγράψει, πάλι δεν θα καταφέρει να αποδώσει την πραγματική του
ομορφιά.
Αφήνουμε την Άμερ ενθουσιασμένες και γεμάτες ανυπομονησία να ανακαλύψουμε τους υπόλοιπους θησαυρούς της Τζαϊπούρ…
Καθοδόν προς την Τζαϊπούρ, μικρή στάση για φωτογραφία του Jal Mahal (Υδάτινο Παλάτι).
Πρόκειται για ένα Rajput -Mughal αρχιτεκτονικής παλάτι στο κέντρο της τεχνητής λίμνης Man Sagar.
Οι τέσσερις από τους πέντε ορόφους του παλατιού είναι βυθισμένοι μέσα στο νερό.
Στην
ταράτσα του έχει κατασκευαστεί ένας κήπος με αψιδωτά περάσματα και ένα
περίπτερο τύπου Bengal. Στο παρελθόν, το παλάτι είχε υποστεί καθίζηση
λόγω των υπεραντλήσεων υπόγειου νερού από την γύρω περιοχή. Ωστόσο, η
Κυβέρνηση του Ρατζαστάν στο πλαίσιο ενός προγράμματος αναστύλωσης, το
επισκεύασε.
Αν
και δεν είναι προσβάσιμο, αποτελεί ένα από τα πιο γνωστά μνημεία της
χώρας, λόγω αυτής της ιδιαίτερης εικόνας που παρουσιάζει.
Επιστρέφουμε στην πόλη και πριν επισκεφτούμε το City Palace, μικρή στάση για να θαυμάσουμε την πρόσοψη του Hawa Mahal (हवा महल - «Παλάτι των Ανέμων»).
Χτισμένο το 1799 από τον Maharaja Sawai Singh, ως μέρος του City Palace και προέκταση της Zennana (αίθουσα των γυναικών).
Είναι
κατασκευασμένο από κόκκινο και ροζ ψαμμίτη κι αποτελείται από πέντε
ορόφους. Στο σύνολό τους διαθέτουν περίπου 950 παράθυρα, τα οποία έχουν
θέα στην καρδιά του επιχειρηματικού κέντρου της πόλης.
Η
πρόσοψή του έχει την μορφή του στέμματος του Θεού Κρίσνα κι ήταν
φτιαγμένη έτσι ώστε να επιτρέπει στις γυναίκες του παλατιού να
παρατηρούν την καθημερινή ζωή στον δρόμο χωρίς να είναι ορατές από εκεί,
μιας και βρίσκονταν πίσω από ένα σκαλιστό πλέγμα που τις προστάτευε από
τα αδιάκριτα βλέμματα.
Το όνομα του προέρχεται από την αύρα που πέρναγε μέσα από τα παράθυρα αυτά.
Φτάνουμε στο City Palace,
ένα πανέμορφο παλάτι του οποίου το μεγαλύτερο μέρος, που ονομάζεται
Chandra Mahal, αποτελεί την έδρα του σημερινού Μαχαραγιά της πόλης.
Αρχικά
σχεδιάστηκε και κατασκευάστηκε από τον Μαχαραγιά της Amer, Jai Singh
II, περίπου το 1730. Από τότε ακολούθησαν επιπλέον προσθήκες από τους
κατά καιρούς τοπικούς άρχοντες.Πρόκειται για μίγμα παραδοσιακής Rajput και Mughal αρχιτεκτονικής κι αποτελείται από μια σειρά από εσωτερικές αυλές, κήπους και κτίρια.
Κάποια από αυτά είναι τo Mubarak Mahal, που σημαίνει «Ευοίωνο Παλάτι» και το Diwan-e-Aam που αποτελεί την Αίθουσα Δημοσίων Ακροάσεων.
Ειδικότερα, το Mubarak Mahal χτίστηκε από τον Μαχαραγιά Madho Singh II τον 19ο αιώνα ως κέντρο υποδοχής.
Σήμερα αποτελεί μουσείο παραδοσιακών υφασμάτων, όπου εκτίθενται τα βασιλικά κοστούμια του Μαχαραγιά Sawai Madhasingh I, ο οποίος αξίζει να τονιστεί ότι είχε περιφέρεια 1.2 μέτρα, ζύγιζε 250 κιλά και είχε 108 συζύγους…
Ένα από τα πιο εντυπωσιακά σημεία του παλατιού, αποτελεί η ήσυχη εσωτερική αυλή Pitam Niwas Chowk, η οποία δίνει πρόσβαση στο Chandra Mahal.
Η
αυλή αυτή διαθέτει τέσσερις μικρές πόρτες (γνωστές ως Ridhi Sidhi Pol)
διακοσμημένες με θέματα που αντιστοιχούν στις τέσσερις εποχές του χρόνου
και σε Ινδουιστικούς θεούς:
Η
Βορειανατολική Πόρτα του Παγωνιού (με ζωγραφικές αναπαραστάσεις
παγωνιών) που αντιπροσωπεύει το φθινόπωρο και είναι αφιερωμένη στον Θεό
Vishnu.
Η
Νοτιοδυτική Πόρτα του Λοτού (με αναπαραστάσεις λουλουδιών) που
αντιπροσωπεύει το καλοκαίρι και είναι αφιερωμένη στους Θεούς Shiva &
Parvati.
Η
Βορειοδυτική Πράσινη Πόρτα ή Leheriya (κύματα), σε πράσινο χρώμα που
αντιπροσωπεύει την άνοιξη και είναι αφιερωμένη στον Θεό Ganesha.
Τέλος, η Ροζ Πόρτα (με αναπαραστάσεις λουλουδιών) που αντιπροσωπεύει τον χειμώνα και είναι αφιερωμένη στη Θεά Devi.
Ένα
παλάτι που αξίζει κανείς να επισκεφτεί, μιας και πέραν του
αρχιτεκτονικού ενδιαφέροντος και της ιστορίας του, πολλοί χώροι του
είναι πλέον μουσειακές αίθουσες στις οποίες εκτίθενται έργα τέχνης,
έπιπλα, όπλα και κοστούμια εποχής.
Επόμενος μας προορισμός, το Jantar Mantar (Αστεροσκοπείο της Τζαϊπούρ).
Έχει
χαρακτηριστεί Μνημείο Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς από την
UNESCO. Ωστόσο, δεν είναι ευρέως γνωστό στους ξένους τουρίστες κάτι που
είναι απορίας άξιον μιας και η κουλτούρα της χώρας είναι απόλυτα
συνυφασμένη με την αστρονομία αλλά και την αστρολογία.
Είναι
το μεγαλύτερο και καλύτερα διατηρημένο από τα πέντε Αστεροσκοπεία που
κατασκευάστηκαν στη Βόρεια και Δυτική Ινδία από τον Μαχαραγιά Jai Singh
II, κατά την περίοδο 1727-1734.
Περιλαμβάνει διάφορα μοναδικά κτίσματα, το καθένα από τα οποία έχει πολύ συγκεκριμένη χρήση, για αστρονομικές μετρήσεις.
Ο συνδυασμός της χρησιμότητας, λειτουργικότητας, αρχιτεκτονικής και γεωμετρικής φόρμας είναι μοναδικός.
Αποτελείται από 13 κύρια γεωμετρικά όργανα (yantras)
για την μέτρηση του χρόνου, την πρόβλεψη και παρατήρηση των κινήσεων
του ήλιου/σελήνης - πλανητών, την πρόβλεψη των εκλείψεων, τον εντοπισμό
άστρων και των τροχιών τους κλπ.
Το
Jantar Mantar συνδέεται και με κάποιες συνήθεις στην Ινδία «μαγικές»
πρακτικές, όπως η αστρολογία, γι αυτό και "mantar" εκτός από
αστρονομικός υπολογισμός σημαίνει και ξόρκι…
Αφήνουμε
αυτό το πραγματικά εντυπωσιακό μνημείο για να επιβιβαστούμε στο βαν που
θα μας οδηγήσει στο Δελχί, μιας και η επίσκεψή μας στην πρωτεύουσα του
Ρατζαστάν έχει δυστυχώς φτάσει στο τέλος της.
Εντυπώσεις από την Τζαϊπούρ…
Μια
πανέμορφη πόλη, με αυστηρά παραδοσιακό χαρακτήρα κι εξαιρετικά μνημεία.
Πλημμυρισμένη από χρώματα, στολίδια, διακριτικά βλέμματα και ταπεινά
χαμόγελα.
Σίγουρα
δεν είναι όλα τέλεια, υπάρχουν κι εικόνες που σοκάρουν. Αυτή όμως είναι
η Ινδία. Όπως συχνά χαρακτηρίζεται, η χώρα των αντιθέσεων…
Έχει αρχίσει να σκοτεινιάζει όταν αφήνουμε πίσω μας τη Τζαϊπούρ.Η κατάσταση στην εθνική οδό, η ίδια… Σίγουρα αν δεν είσαι αποφασισμένος να τα αντέξεις όλα, η αναστροφή στην εθνική οδό κι η πορεία για αρκετά μέτρα στο αντίθετο ρεύμα, μόνο και μόνο για να πας για φαγητό, θα σου φέρει εγκεφαλικό.
Σαν θαύμα αποφεύγαμε τα άλλα οχήματα κι ακόμα κι όταν μπήκαμε στο χώρο στάθμευσης του εστιατορίου εξακολουθούσαμε, λόγω του σοκ που είχαμε υποστεί, να αισθανόμαστε σαν σε συγκρουόμενα στο λούνα-πάρκ.
Φτάνουμε στο Δελχί τα ξημερώματα, μετά από ένα εξουθενωτικό ταξίδι 8 περίπου ωρών.
Η κίνηση στην είσοδο της πόλης, απελπιστική. Ακόμα δεν έχουμε δει σήμανση στους δρόμους…
Μπαίνοντας μέσα στην πόλη αντικρίζουμε τα πρώτα φανάρια κι αρχίζουμε να πιστεύουμε ότι τουλάχιστον εδώ, σε ότι αφορά την οδηγική συμπεριφορά, τα πράγματα θα είναι κάπως καλύτερα… Αποτέλεσμα; Βιαστήκαμε να βγάλουμε συμπεράσματα…
Κανένας δεν σταματάει στο κόκκινο φανάρι, λες και τους εξιτάρει να το περνάνε και μάλιστα με μεγάλη ταχύτητα…
Φτάνουμε στο ξενοδοχείο όπου θα διανυκτερεύσουμε, το οποίο είναι σε μια ήσυχη και καθαρή περιοχή.
11/11/2012 1η μέρα στο Ν. Δελχί…
Μετά
από ολιγόωρη ξεκούραση, ξυπνάμε σε ένα Δελχί που η θολή του ατμόσφαιρα
θυμίζει θερμοκήπιο. Μια υγρή ζέστη μας τυλίγει και μετά το πρωινό
ξεκινάμε για την ξενάγηση της πόλης.
Τα
αυτοκίνητα, τα autorickshaw, τα rickshaw με ποδηλάτες, τα λεωφορεία και
οι πεζοί πλημμυρίζουν τα πολυσύχναστα μέρη της πόλης των 11.000.000
κατοίκων. Όλα εδώ υπάρχουν στον υπέρτατο βαθμό…Οι κεντρικοί δρόμοι του Ν. Δελχί καθαροί και προς μεγάλη μας έκπληξη, χωρίς αγελάδες (παρά τα όσα λέγονται).
Παρά
το ότι η ατμόσφαιρα είναι αρκετά επιβαρυμένη από το νέφος και την
ηχορρύπανση, είναι μια πολύ όμορφη πόλη, γεμάτη κυβερνητικά κτίρια,
μεγάλους δρόμους, καταπράσινους κήπους και παρτέρια με πολύχρωμα
λουλούδια.
Όσο για τη δυσοσμία που περιμέναμε λόγω των όσων ακούγονται, τη συναντήσαμε μόνο σε σημεία όπου υπήρχαν στάσιμα νερά.
Το
μόνο που ίσως κάποιες φορές μας έφερνε σε μια σχετική αμηχανία, ήταν η
αντιμετώπιση των ντόπιων όταν μας έβλεπαν. Όχι, δεν επρόκειτο για
καχυποψία ή παραξενιά… Ήταν κάτι ανάμεσα σε περιέργεια και δέος.
Εγκάρδιοι
χαιρετισμοί, ζεστά και συνάμα ντροπαλά χαμόγελα και βλέμματα που
υποδείκνυαν θαυμασμό. Οι πιο θαρραλέοι (ανεξαρτήτως φύλου) μας ζητούσαν
να βγούμε μια αναμνηστική φωτογραφία μαζί τους, την οποία φυσικά και δεν
διανοηθήκαμε να αρνηθούμε, μιας κι η ευγένεια τους ήταν αφοπλιστική.
Παρ’ ότι η πόλη αποτελεί έναν αμιγώς τουριστικό προορισμό, οι λευκοί γι’ αυτούς παραμένουν κάτι το εντυπωσιακό.
Πρώτος σταθμός μας, η Πύλη της Ινδίας (India Gate)
Σήμα κατατεθέν της πόλης, αυτό το εντυπωσιακό εθνικό μνημείο δεσπόζει στην καρδιά του Νέου Δελχί.
Χτίστηκε
το 1931 και θυμίζει έντονα την Αψίδα του Θριάμβου στο Παρίσι. Αρχικά
ήταν γνωστό ως Μνημείο όλων των Πολέμων της Ινδίας και τιμούσε την μνήμη
των 90.000 στρατιωτών του Ινδικού στρατού που έχασαν την ζωή τους στον 1ο Παγκόσμιο Πόλεμο και στον 3ο Αγγλο-Αφγανικό Πόλεμο.
Μετά
την ανεξαρτησία της Ινδίας, η Πύλη της Ινδίας μετονομάστηκε το Μνημείο
του Αγνώστου Στρατιώτη της Ινδίας γνωστό κι ως “Amar Jawan Jyoti” - «Η
φλόγα του Αθάνατου Στρατιώτη».
Κάτω από την αψίδα, μια φλόγα καίει μόνιμα από το 1971 στην μνήμη των Ινδών στρατιωτών που έπεσαν στον Ινδο-Πακιστανικό πόλεμο.
Αμέτρητοι
επισκέπτες συρρέουν καθημερινά για να θαυμάσουν αυτό το εντυπωσιακό
μνημείο. Ανάμεσα τους και πολλοί πλανόδιοι φωτογράφοι, που προσπαθούν να
τους αποσπάσουν μια πόζα προκειμένου λίγο αργότερα να τους πουλήσουν
την φωτογραφία, σε τιμή τέτοια που να τους εξασφαλίσει ένα καλό κέρδος.
Τα
παζάρια βέβαια είναι απαραίτητα, ακόμα και σε αυτή την περίπτωση.
Διαφορετικά, θα φτάσει κανείς να πληρώσει την τριπλάσια ή και
τετραπλάσια πολλές φορές αξία του αντικειμένου που αγοράζει.
Λίγο πριν φτάσουμε, αποβιβαζόμαστε από το βαν που μας μεταφέρει και επιβιβαζόμαστε σε rickshaws. Είναι το πιο βολικό μέσο μεταφοράς για την περιοχή που μέχρι το τέλος της δυναστείας των Mughal δέσποζαν τα αρχοντικά των ευγενών.
Η
σημερινή εικόνα, στο μεγαλύτερο μέρος της, - αν εξαιρέσει κανείς κάποια
μνημεία που διατηρούνται σε πολύ καλή κατάσταση - είναι αυτή των
φτωχικών σπιτιών, των πολύβουων παζαριών και των αμέτρητων, μικρών
καταστημάτων.
Δρόμοι
σχεδόν ασφυκτικά γεμάτοι από κόσμο, ποδήλατα και rickshaws. Στις άκρες
τους σκουπίδια και πάγκοι μικροπωλητών, σε βαθμό τέτοιο που η διέλευση
των πεζών σε κάποια σημεία τους να καθίσταται αδύνατη.
Ζητιάνοι που σε κοιτούν παρακλητικά, κάνοντας νοήματα προκειμένου να σου αποσπάσουν έστω και λίγα κέρματα.
Φτάνεις να αναρωτιέσαι πώς είναι δυνατόν μέσα σε λίγα λεπτά να βλέπεις τόσο αντιφατικές μεταξύ τους εικόνες.
Όσο
παράξενο όμως κι αν ακούγεται, αν δεν περπατήσεις και σε αυτούς τους
δρόμους κι αν δεν ανακατευτείς με το πλήθος, δεν θα μπορέσεις να δεις
την πραγματική Ινδία και να νιώσεις την ενέργειά της.
Επόμενος σταθμός μας, το Jama Masjid.
Το
Masjid-i Jahān-Numā (मस्जिद जहान नुमा - «Τζαμί που Ανακλά τον Κόσμο»)
είναι το μεγαλύτερο και το πιο γνωστό Τζαμί στην Ινδία και βρίσκεται
στην αρχή ενός πολύ κεντρικού δρόμου του Παλιού Δελχί.
Η κατασκευή του ξεκίνησε με εντολή του Mughal Αυτοκράτορα Shah Jahan, το 1650 και αποπερατώθηκε το 1656.
Το όνομα του αναφέρεται στην εβδομαδιαία συγκέντρωση των μουσουλμάνων πιστών την Παρασκευή το μεσημέρι, την “Jummah”.
Στην
αυλή του δύναται να φιλοξενηθούν έως και 25.000 πιστούς. Στην μία
πλευρά της, προβλέπεται χώρος με βρύσες πόσιμου νερού και στέγη για τους
προσκυνητές που καταφθάνουν από μακριά.
Φτάνοντας στην είσοδο του προαύλιου χώρου, βγάζουμε τα παπούτσια μας και προμηθευόμαστε μακριές, φαρδιές ρόμπες.
Σκοπός; Να μην διαγράφεται η σιλουέτα και να μην είναι ορατά τα τυχών ακάλυπτα σημεία του σώματος (χέρια – πόδια).
Οι
οδηγίες για τους επισκέπτες αυστηρές… «Απαγορεύεται το κάπνισμα, η
κατανάλωση ναρκωτικών κι αλκοόλ, η μουσική και το λέρωμα των τοίχων».
Αυστηρότητα αναμενόμενη και σεβαστή, μιας και πρόκειται για έναν χώρο
μεγίστης θρησκευτικής σημασίας για την Μουσουλμανική κοινότητα.
Μπαίνοντας
αντικρίζουμε το όμορφο, επιβλητικό κτίσμα. Ο τεράστιος προαύλιος χώρος
του φιλοξενεί πιστούς που είτε διαβάζουν θρησκευτικά βιβλία, είτε απλά
κάθονται σε κάποια μεριά - ορισμένοι συζητώντας χαμηλόφωνα κι άλλοι
βυθισμένοι στις σκέψεις τους.
Στο
εσωτερικό του Τζαμιού δεκάδες άνθρωποι προσεύχονται κι άλλοι τόσοι
τουρίστες θαυμάζουν τους επιδέξια σκαλισμένους κόκκινους τοίχους.
Σε κάθε περίπτωση, όλοι είναι απόλυτα αφοσιωμένοι σε ό,τι κάνουν κι επικρατεί μια σχετική ησυχία.
Βγαίνοντας
έξω από την μία πλευρά του ήρεμου χώρου του Τζαμιού, πέφτουμε απότομα
στην οχλοβοή του Urdu Bazaar, το οποίο όπως υποδεικνύει και το όνομά
του, κυριαρχείται από την Μουσουλμανική κοινότητα.Εκατοντάδες κόσμου πηγαινοέρχονται στους πάγκους του κι ανάμεσά τους προσπαθούν, μετά κόπων και βασάνων, να διασχίσουν τον δρόμο κάποια μηχανάκια και rickshaws.
Ωστόσο
κανένας δεν νευριάζει και κανένας δεν διαμαρτύρεται. Φτάνεις να απορείς
με την υπομονή αυτού του λαού. Είναι πραγματικά εντυπωσιακό.
Επιβιβαζόμαστε στο βαν που μας περιμένει λίγα μέτρα παρακάτω και ξεκινάμε για τον επόμενο προορισμό μας…
Ο Τάφος του αυτοκράτορα Humayun (Humayun ka Maqbara).
Από το 1993, αποτελεί Μνημείο Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς της UNESCO.
Χτίστηκε κατ’ εντολή της χήρας του αυτοκράτορα, Hamida Banu Begum, 14 χρόνια μετά τον θάνατό του, μεταξύ 1569-1571.
Είναι
το πρώτο μαυσωλείο με κήπους που δημιουργήθηκε στην Ινδία, καθώς και το
πρώτο μεγάλο κτίσμα από ερυθρό ψαμμίτη. Αποτελεί ορόσημο στην ανάπτυξη
της αρχιτεκτονικής των Mughal και θεωρείται η αρχιτεκτονική έμπνευση
του περίφημου Taj Mahal.
Παρ’ότι
φέρει μόνο το όνομα του Humayun, εκτός από τον δικό του τάφο φιλοξενεί
και τους τάφους περίπου 150 μελών της αυτοκρατορικής οικογένειας, της
δυναστείας των Mughal.
Οι
σκαλισμένοι με λεπτομέρεια εξωτερικοί τοίχοι του, καθώς και περίτεχνη
μίξη ερυθρού ψαμμίτη και λευκού μαρμάρου δίνουν ένα αληθινά εντυπωσιακό
αποτέλεσμα.
Περιβάλλεται
από ένα τεράστιο, καταπράσινο κήπο, ο οποίος χωρίζεται από μεγάλους
διαδρόμους και υδάτινα κανάλια, που καταλήγουν σε μεγάλα σιντριβάνια,
συνθέτοντας ένα πανέμορφο τοπίο. Η θέα του, ιδίως από το δεύτερο επίπεδο
του μαυσωλείου, είναι υπέροχη.
Διασχίζοντας
μια αρκετά μεγάλη απόσταση ανάμεσα στους κήπους και τα σιντριβάνια,
φτάνουμε στην κεντρική αίθουσα, όπου φιλοξενείται το κενοτάφιο του
αυτοκράτορα Humayun.
Το
εσωτερικό της έχει σχήμα οκταγώνου που καταλήγει σε έναν τεράστιο
τρούλο κι είναι επενδεδυμένο κυρίως με κίτρινο και ερυθρό ψαμμίτη. Το
πάτωμα είναι ντυμένο με λευκό μάρμαρο και διακοσμημένο με μπορντούρες
σκουρόχρωμου μαρμάρου, που σχηματίζουν ομοιόμορφα γεωμετρικά σχέδια.
Λεπτοδουλεμένα, σκαλιστά παράθυρα αφήνουν δέσμες φωτός να περνάνε μέσα στην αίθουσα, δημιουργώντας μια εντυπωσιακή εικόνα.
Πρόκειται
για ένα υπέροχο μνημείο, του οποίου η τουριστική κίνηση έχει δυστυχώς
μειωθεί αισθητά τα τελευταία χρόνια, λόγω παλαιοτέρων απειλών για
τρομοκρατικές επιθέσεις στα μνημεία της πόλης.
Έχει ήδη αρχίσει να πέφτει η νύχτα και οδεύουμε προς την τελευταία μας στάση… στο εντυπωσιακά φωτισμένο Qutub Minar.Το σύμπλεγμα του Qutub Minar (क़ुतुब मीनार) περιλαμβάνει διάφορα μνημεία και κτίσματα όπως το Qutb Minar, το Quwwat ul-Islam Mosque, το Alai Gate, το Alai Minar, τον Σιδερένιο Στύλο και τους τάφους των Iltutmish, Alauddin Khilji και Imam Zamin και γύρω τους τα ερείπια ενός Ζαϊνιστικού ναού.
Οπως
αναφέρεται στην Περσική επιγραφή στο εσωτερικό της ανατολικής πύλης, ο
φανατικός ισλαμιστής βασιλιάς Qutb-ud-din Aibak (ο πρώτος σουλτάνος του
Δελχί, 1206-1210) κατέστρεψε 27 Ινδουιστικούς και Ζαϊνιστικούς ναούς και
επαναχρησιμοποίησε τα υλικά για την κατασκευή του Τζαμιού του Qutub Minar.
Είναι
ο πιο ψηλός μιναρές της Ινδίας και Μνημείο Παγκόσμιας Πολιτιστικής
Κληρονομιάς της UNESCO. Η κατασκευή του ξεκίνησε το 1192.
Χτισμένο
ως Πύργος της Νίκης, αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα πρώιμης
Αφγανικής αρχιτεκτονικής. Είναι κατασκευασμένος από κόκκινο ψαμμίτη και
μάρμαρο και έχει χαραγμένους στην επιφάνειά του στίχους από το Κοράνι.
Έχει
ύψος 72,5 μέτρα, διάμετρο βάσης 14,3 μέτρα και κορυφής 2,7μέτρα. Από
την βάση ως την κορυφή μετρά εσωτερικά 379 σκαλοπάτια.
Μέχρι
το 1981, οι επισκέπτες είχαν την δυνατότητα να ανέβουν στην κορυφή του
και να θαυμάσουν από εκεί αυτό το υπέροχο σύμπλεγμα μνημείων, καθώς και
την θέα της πόλης. Έπειτα από κάποιο δυστύχημα, η πρόσβαση για το κοινό
έχει απαγορευτεί.
Ο
Σιδερένιος Στύλος που βρίσκεται στο ίδιο σύμπλεγμα, εντυπωσιάζει για το
ιδιαίτερο μίγμα μετάλλων από το οποίο έχει κατασκευαστεί (πολύ
ανθεκτικό στην σκουριά). Αντικείμενο μελέτης αρχιτεκτόνων και
μεταλλουργών, αναφέρεται ως «εντυπωσιακό παράδειγμα των υψηλών
ικανοτήτων των αρχαίων Ινδών σιδεράδων».
Υπάρχει
μια λαϊκή παράδοση που θεωρεί ως καλή τύχη για κάποιον εάν αυτός
μπορέσει να σταθεί με την πλάτη στον Σιδερένιο Στύλο και τα χέρια
ενωμένα γύρω από αυτόν. Μέχρι στιγμής έχει σταθεί αδύνατο, παρ’ ότι με
την πρώτη ματιά, εύκολα θεωρεί κανείς ότι θα μπορούσε να τα καταφέρει…
Μετά
από μια απίστευτα γεμάτη από χρώματα, μυρωδιές κι εντυπώσεις μέρα,
επισκεπτόμαστε ένα κατάστημα με σάρι, πασμίνες κι ένα σωρό άλλα
γυναικεία αξεσουάρ. Η ευτυχία της γυναίκας…
Η αίσθηση των απαλών υφασμάτων και υπέροχων χρωμάτων, σε κάνουν να μην ξέρεις τι να διαλέξεις.
Κι
η μεγάλη έκπληξη; Ο νεαρός που μας εξυπηρετεί ξέρει τόσα πολλά για την
Ελλάδα, που μας αφήνει άναυδες. Μας πληροφορεί ότι στο Δελχί, τα παιδιά
στο δημοτικό, μαθαίνουν ελληνική μυθολογία. Απίστευτο!
Κατάκοπες πια και φορτωμένες με την ίριδα, φτάνουμε στο ξενοδοχείο για ύπνο.
Την επόμενη θα επισκεφτούμε την Άγκρα, μια πόλη που φιλοξενεί ένα από τα ωραιότερα μνημεία του κόσμου… Το Τατζ Μαχάλ!
12/11/2012 Ξημέρωμα στο σταθμό του τρένου που θα μας μεταφέρει στην Άγκρα…
Η
αναχώρηση είναι στις 7:00 το πρωί και βρισκόμαστε ήδη εκεί από τις
6:00. Ένα απίστευτο συνονθύλευμα ανθρώπων και αποσκευών. Φωνές και
κίνηση παντού. Κάνουμε διστακτικά βήματα στην πλατφόρμα προσέχοντας να
μην πέσουμε πάνω στους ρακένδυτους ανθρώπους που κοιμούνται στο πάτωμα.
Η υγρασία σε συνδυασμό με την χαμηλή πρωινή θερμοκρασία νιώθεις να σε διαπερνά.
Το
τρένο φεύγει χωρίς καθυστέρηση. Στο δικό μας βαγόνι δεν επικρατεί το
χάος που βλέπουμε συνήθως στα ντοκιμαντέρ, ίσως γιατί είναι λίγοι αυτοί
που μπορούν να πληρώσουν εισιτήριο για την 1η θέση. Ξεκινάμε!
Μέσα
στη θολή πρωινή ατμόσφαιρα αρχίζουν να αχνοφαίνονται οι πρώτες
παραγκουπόλεις. Χιλιόμετρα από παράγκες και σκουπίδια, αριστερά και
δεξιά από τις γραμμές. Απίστευτη εξαθλίωση. Παρατηρούμε μια γυναίκα,
ξυπόλυτη, έξω από την παράγκα της να ταΐζει δύο μικρά γουρούνια.
Άνθρωπος και ζώα μέσα στη λάσπη… Σε κάποιο χωράφι λίγο παρακάτω,
μαζεμένοι αρκετοί άνθρωποι, παίρνουν την πρωινή τους τουαλέτα, θέαμα
καθόλου σπάνιο όπως μας είπαν.
2 ώρες με το τρένο κάλυψαν την απόσταση των 210 χλμ μέχρι την Άγκρα…
Η
πόλη με το 1.700.000 κατοίκους μας αφήνει να πάρουμε μια πρώτη γεύση
της. Τελικά ανακαλύπτουμε ότι το θέαμα των διάσπαρτων σκουπιδιών είναι
κοινό σε όλες τις πόλεις της Ινδίας. Και ναι… εδώ οι αγελάδες περπατούν
στο δρόμο ανενόχλητες…
Επιβιβαζόμαστε
στο βαν που θα μας πάει στο Τατζ Μαχάλ. Περιμένουμε υπομονετικά μέσα
στο υπέρογκο πλήθος να περάσουμε την είσοδο για το επιβλητικό
μαυσωλείο….
Taj Mahal (ताज महल)
Έχουμε
δει τόσες πολλές φωτογραφίες, τόσα πολλά βίντεο… κι όμως δεν αρκούσαν
να μας προετοιμάσουν γι αυτό που αντικρίσαμε. Τα μάτια βουρκώνουν
μπροστά σε τόση ομορφιά. Για κάποιο ανεξήγητο λόγο η όψη του προκαλεί
δέος σε όλους.
Είναι
πρωί ακόμα και παρόλα αυτά, λαμποκοπάει η λευκότητά του μέσα στη θολή
ατμόσφαιρα. Νομίζεις ότι βρίσκεσαι σε άλλη εποχή και μόνο η φωνή του
ξεναγού σε επαναφέρει στην πραγματικότητα.
Από
τα Περσικά-Urdu “Κορώνα των Παλατιών”, το υπέροχο αυτό μαυσωλείο από
λευκό μάρμαρο, αποτελεί από το 1983 Μνημείο Παγκόσμιας Πολιτιστικής
Κληρονομιάς της UNESCO.
Κατασκευάστηκε
από τον Mughal αυτοκράτορα Shah Jahan στην μνήμη της τρίτης του
συζύγου, Mumtaz Mahal, ως δείγμα απόλυτης αγάπης του, συντετριμμένος τo
1631 από τον θάνατό της κατά την διάρκεια της γέννας του 14ου παιδιού τους.
Χτίστηκε στις όχθες του ποταμού Γιαμούνα, από 20.000 εργάτες από όλη την βόρεια Ινδία.
Γλύπτες
από την Μπουχάρα, καλλιγράφοι από την Συρία και την Περσία,
διακοσμητές από την Νότια Ινδία, λιθοξόοι από το Βελουχιστάν, ένας
ειδικός στην κατασκευή πύργων, ένας ειδικός στην ειδική χάραξη
λουλουδιών πάνω στο μάρμαρο είναι κάποιοι από του 37 ειδικούς
σπεσιαλίστες τεχνίτες που κλήθηκαν να δημιουργήσουν αυτό το εκπληκτικό
μνημείο Mughal αρχιτεκτονικής, το οποίο συνδυάζει στοιχεία από την
Ισλαμική, Περσική, Οθωμανική και Ινδική παραδοσιακή τέχνη.
Ο
κήπος καλύπτει μια επιφάνεια 300 τετραγωνικών μέτρων. Αποτελείται από
τέσσερα μικρότερα τετράγωνα χωρισμένα με μονοπάτια ή υδάτινα κανάλια. Το
σχέδιο αυτό απεικονίζει τον Κήπο του Παραδείσου. Στα μυστικιστικά
ισλαμικά κείμενα της Mughal περιόδου, ο Παράδεισος περιγράφεται ως ένας
ιδανικός κήπος με τέσσερις ποταμούς να κυλάνε από μια κεντρική πηγή,
χωρίζοντάς τον σε μικρότερους κήπους: του βορρά, του νότου, της ανατολής
και της δύσης. Τον στολίζουν κυπαρίσσια, που συμβολίζουν τον θάνατο,
οπωροφόρα δέντρα που συμβολίζουν την ζωή και πολλά είδη πτηνών που είναι
ένα από τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα του κήπου.
Το μαυσωλείο, παραδόξως, δεν βρίσκεται στο κέντρο του κήπου αλλά στη βορεινή πλευρά του.
Η
εξωτερική διακόσμηση του μνημείου χαρακτηρίζεται από την έλλειψη
ανθρωπόμορφων αναπαραστάσεων, όπως υπαγορεύει ο ισλαμικός νόμος.
Αντίθετα, βλέπουμε παντού διακοσμητικά στοιχεία αφηρημένων μορφών, φυτών
και καλλιγραφίας με στίχους από το Κοράνι, άψογα μελετημένη και
δομημένη έτσι ώστε να δημιουργεί μια τέλεια οφθαλμαπάτη. Κοιτώντας το,
παρατηρεί κανείς ότι από την βάση του, μέχρι και το ψηλότερο σημείο, η
γραφή φαίνεται να έχει ακριβώς το ίδιο μέγεθος. Στην πραγματικότητα κάτι
τέτοιο θα ήταν αδύνατο, μιας και φτάνοντας το μάτι στο ψηλότερο σημείο
θα ήταν σχεδόν απίθανο να διακριθεί καθαρά η γραφή, λόγω της μεγάλης
απόστασης.Το εσωτερικό του μαυσωλείου είναι σε οκταγωνική μορφή, επενδεδυμένο κυρίως με λευκό μάρμαρο. Στο κέντρο του είναι τοποθετημένο το κενοτάφιο της Mumtaz Mahal και ακριβώς δίπλα, αυτό του Shah Jahan. Γύρω από τα κενοτάφια υπάρχουν οκτώ μαρμάρινες επιτροπές, σκαλισμένες με τρόπο τέτοιο που δημιουργούν ένα διάτρητο πλέγμα από γεωμετρικά σχήματα και λουλούδια. Στο περίβλημα των επιτροπών απεικονίζονται αμπέλια και λουλούδια, φτιαγμένα από φλοίδες πολύτιμων και ημιπολύτιμων λίθων.
Ο
αυτοκράτορας Shah Jahan απεβίωσε το 1666, όντας σε αιχμαλωσία στο Agra
Fort, από τον έναν εκ των γιών του. Έπειτα από εντολή της κόρης του, το
σώμα του έχει ταφεί δίπλα από αυτό της αγαπημένης του συζύγου, στο Taj
Mahal.
Αφήνουμε
πίσω μας το Taj Mahal, συγκινημένες από την ομορφιά και την υπέροχη
ιστορία του και συνεχίζουμε με την επίσκεψή μας σε ένα από τα ομορφότερα
και πιο φημισμένα φρούρια της χώρας… Το κόκκινο φρούριο…
Agra Fort (Lal Qila).
Το επιβλητικό Κόκκινο Φρούριο της Άγκρα αποτελεί ένα ακόμα Μνημείο Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς της UNESCO.
Βρίσκεται περίπου 2.5 χιλιόμετρα βορειοδυτικά του Taj Mahal και πρόκειται ουσιαστικά για μια περιτοιχισμένη πόλη με διπλά τείχη.
Οι
δύο από τις τέσσερις εισόδους του φρουρίου είναι σημαντικές: η "Πύλη
Δελχί" και η "Πύλη Λαχώρη". Η Πύλη Δελχί είναι η δυτική πύλη και βλέπει
προς την πόλη. Θεωρείται η μεγαλύτερη από τις τέσσερις πύλες του οχυρού
και εντυπωσιακό δείγμα τέχνης της εποχής του Mughal αυτοκράτορα Akbar. Η
Πύλη Λαχώρη είναι επίσης γνωστή ως Πύλη Amar Singh.
Το
μεγαλύτερο μέρος του οχυρού χρησιμοποιείται σήμερα από τον Ινδικό
στρατό κι είναι κλειστό για το κοινό. Οι επισκέπτες έχουν πρόσβαση μόνο
σε ένα τμήμα του.
Πρόκειται για ένα εντυπωσιακό μίγμα Ινδουιστικής και Ισλαμικής αρχιτεκτονικής.
Σε
κάποια από τα δωμάτια του φρουρίου, προς μεγάλη μας έκπληξη συναντάμε
Ισλαμικές διακοσμητικές φιγούρες, που απεικονίζουν εικόνες ζωντανών
οργανισμών, όπως δράκους, ελέφαντες και πουλιά, αντί για τα συνήθη
καλλιγραφικά μοτίβα που επιβάλει η Ισλαμική τέχνη.
Φτάνουμε
στον εντυπωσιακό θρόνο του Jahangir (Τakht–i-Jahangir) ο οποίος
χτίστηκε με εντολή του αυτοκράτορα Jahangir, περί το 1605 στο Allahabad
κι ήρθε στην Άγκρα το 1610.
Είναι κατασκευασμένος από μαύρο όνυχα εξαιρετικής ποιότητας, ο οποίος έγινε εισαγωγή από το Βέλγιο.
Ήταν
τοποθετημένος στην Αίθουσα των Ιδιωτικών ακροάσεων του φρουρίου
(Diwan-e-Khas) η οποία χρησίμευε για την ακρόαση των τιμώμενων προσώπων
από τον αυτοκράτορα.
Το
1803 κατά την διάρκεια επίθεσης που δέχτηκε το φρούριο, μια μπάλα
κανονιού προσέκρουσε στον θρόνο, με αποτέλεσμα να του προκαλέσει ρωγμή,
χωρίς όμως να καταφέρει να τον καταστρέψειΆξιος λόγου, ένας από τους
ομορφότερους χώρους του φρουρίου, είναι το Musamman Burj ή Shah-burj.
Είναι
ένας οκταγωνικός πύργος ο οποίος χτίστηκε από τον αυτοκράτορα Shah
Jahan, για την αγαπημένη του σύζυγο. Προσφέρει εκπληκτική θέα στου
ποταμό Γιαμούνα και στο Taj Mahal.
Οι
τοίχοι του είναι επενδεδυμένοι με λευκό μάρμαρο και στολισμένοι με
πανέμορφα σκαλισμένες επιφάνειες, πολύτιμους λίθους και μέταλλα.
Ο
αυτοκράτορας Shah Jahan, ο οποίος δημιούργησε και το Taj Mahal, πέρασε
σε αυτό το χώρο τα τελευταία επτά χρόνια της ζωής του, φυλακισμένος από
τον γιο του Aurangzeb.
Ο μύθος λέει ότι πέθανε στο κρεβάτι του κοιτάζοντας το Taj Mahal…
Πανέμορφοι
κήποι στολίζουν τις εσωτερικές αυλές του φρουρίου. Ο συνδυασμός των
χρωματικών αποχρώσεων των φυτών, σε σχέση με την αρχιτεκτονική και το
χρώμα του κτίσματος δίνουν την αίσθηση της απόλυτης αρμονίας.
Χρυσοί
τρούλοι και σκαλιστά σιντριβάνια, διακοσμημένα με πολύτιμους κι
ημιπολύτιμους λίθους διακοσμούν πολλές από τις αίθουσές του.
Πέρα
από την ασύγκριτη ομορφιά του είναι ένα τόσο καλά διατηρημένο μνημείο
που δυσκολεύεται κανείς να πιστέψει ότι αποτελεί κτίσμα του 16ου αιώνα.
Όσο το κοιτάς σε κάνει να αναρωτιέσαι, πόσο πιο όμορφο μπορεί να ήταν αυτό το φρούριο όταν είχε ζωή...
Αφήσαμε
πίσω μας την ιστορία και τη συγκίνηση και μετά από ένα απολαυστικό
παραδοσιακό γεύμα σε τοπικό ξενοδοχείο, συνεχίζουμε για να πάρουμε μια
γεύση
από την κατασκευή των μοναδικής αισθητικής χαλιών, που υφαίνονται στο χέρι από τους παραδοσιακούς ταπητουργούς της πόλης.
από την κατασκευή των μοναδικής αισθητικής χαλιών, που υφαίνονται στο χέρι από τους παραδοσιακούς ταπητουργούς της πόλης.
Γυναίκες
καθισμένες μπροστά από τις ρόκες τους προετοιμάζουν τα νήματα
προκειμένου να χρησιμοποιηθούν από τους ταπητουργούς που δουλεύουν
ασταμάτητα, μπροστά από τους τεράστιους αργαλειούς, με απίστευτη
δεξιοτεχνία και ταχύτητα.
Κλωστή
– κλωστή, κόμπο – κόμπο… υπέροχα σχέδια, χρώματα και υφή. Ακόμα κι αν
μέχρι τότε κάποιος είχε μείνει αδιάφορος για το αντικείμενο, σίγουρα θα
εντυπωσιαστεί τόσο από την διαδικασία κατασκευής, όσο κι από το τελικό
αποτέλεσμα, που ουδεμία σχέση έχει με τα κοινά χαλιά.
Στη
συνέχεια καταλήγουμε να θαυμάζουμε την σπάνια τέχνη της εγχάραξης του
λαμπερού λευκού μαρμάρου της Ινδίας, ίδια με αυτή που χρησιμοποιήθηκε
κατά την κατασκευή του Τατζ Μαχάλ.
Ζωγραφική στο μάρμαρο, σκάλισμα και γέμισμα με ημιπολύτιμους λίθους... νεφρίτης (jade), κοράλλι, λάπις λάζουλι. Όλα πανέμορφα…
Η επίσκεψη μας στην Άγκρα έχει φτάσει στο τέλος της. Η μέρα μας είχε μια γενναία δόση ρομαντισμού και ιστορίας.
Φτάνουμε
στον σταθμό του τρένου έχοντας ακόμα το μυαλό μας γεμάτο εικόνες και
αφηγήσεις. Μέσα σε λίγα όμως λεπτά προσγειωνόμαστε κάπως απότομα, όταν
στην αποβάθρα, περιμένοντας το τρένο για το Δελχί, ολόκληρη διμοιρία
αρουραίων κάνει τη βόλτα της στα πόδια μας… Είμαστε οι μόνοι που
ταραζόμαστε. Ο υπόλοιπος κόσμος μας κοιτάει με απορία και περνάει
ανάμεσα τους ανενόχλητος, σαν να πρόκειται για κάτι το πλέον
φυσιολογικό. Αναμενόμενο… Άλλωστε τα ποντίκια, όπως και πολλά άλλα ζώα,
είναι συνυφασμένα με τη θρησκεία της Ινδίας.
Μετά από αρκετή ώρα καθυστέρησης, φτάνει επιτέλους το τρένο που θα μας πάει πίσω στο Δελχί…
13/11/2012 Ξημέρωσε μια από τις μεγαλύτερες γιορτές στη χώρα που μας φιλοξενεί. Diwali!
Η γιορτή των “φώτων”. Η ένδοξη επιστροφή του Ράμα στην Αγιοντία.
Ίσως μια από τις πιο πρόσφορες ημέρες για να επισκεφτούμε το Chandni Chowk, το πιο παλιό Bazar του Δελχί.
Το Chandni Chowk
(चांदनी चौक) είναι διάσημη αγορά σε όλη την Ινδία. Βρίσκεται κοντά στο
τζαμί Jama Masjid, στο Παλιό Δελχί. Αρχικά, το όνομα σήμαινε
φεγγαροφωτισμένη γειτονιά ή αγορά. Είναι το πιο παλιό και πολυπληθές
παζάρι της περιοχής.Χτίστηκε τον 17ο αιώνα από τον
Αυτοκράτορα Shah Jahan και σχεδιάστηκε από την κόρη του Jahan Ara.
Αρχικά, η αγορά ήταν χωρισμένη με κανάλια για να ανακλάται το φως του
φεγγαριού στο νερό. Σήμερα αυτά είναι κλειστά.
Αποτελείται
από έναν κεντρικό δρόμο και μικρά, συχνά αόρατα με την πρώτη ματιά,
καλυμμένα σοκάκια που εκτείνονται πολλά μέτρα κάθετα στον κεντρικό
δρόμο.
Το
μέρος μπορεί να δείχνει χαοτικό, ωστόσο μέσα σε αυτό το χάος υπάρχει
μια συγκεκριμένη δομή και μέθοδος λειτουργίας. Κάθε αγορά (katra), αποτελείται από εμπόρους ή βιοτέχνες της ίδιας ειδικότητας όπως τα μπαχαρικά, τα ασημικά, τα βραχιόλια ή τα ρούχα .
Στην
περιοχή συναντάμε πολλούς γνωστούς ναούς, από διάφορες θρησκείες που
συνυπάρχουν και προσδίνουν ένα ιδιαίτερο, αυθεντικό και αρμονικό
πολυπολιτισμικό χρώμα.
Φτάνοντας,
μας κόπηκε η ανάσα… Ο κόσμος κατά χιλιάδες και τα μαγαζιά ανοιχτά,
στολισμένα με γιρλάντες λουλουδιών και μικρά καντηλάκια. Σήμερα είναι
μεγάλη μέρα για τους εμπόρους. Ξεκινάει η καινούρια χρονιά για τα βιβλία
τους και πρέπει να γίνει η απαραίτητη “pooja” (προσευχή) από τον ιερέα
και οι ευχαριστίες στους θεούς πριν κλείσουν τα μαγαζιά τους. Ακόμα και
οι πάγκοι και τα καρότσια στους στενούς δρόμους της αγοράς δέχονται την
ευλογία.
Λίγο
πιο πέρα μας υποδέχεται μια θάλασσα μπαχαρικών. Χρώματα και αρώματα που
γαργαλάνε τις αισθήσεις. Τα θέλουμε όλα! Κι όχι μόνο αυτά, αλλά και τα
βραχιόλια και τα μπίντι λίγο πιο πέρα κι ότι άλλο μας γυαλίζει στο μάτι…
Κι είναι πολλά…
Φορτωνόμαστε
με σακούλες που περιέχουν από μπαχαρικά μέχρι και ρούχα και μετά από
ένα γρήγορο γεύμα σε τοπικό εστιατόριο, ξεκινάμε για το ξενοδοχείο. Πριν
φύγουμε, παρατηρούμε τους πιθήκους που τρέχουν στις στέγες, μπαίνουν
από τα ανοιχτά παράθυρα των σπιτιών και κλέβουν τρόφιμα από τα ψυγεία.
Απίστευτη η μέρα στο Chandni Chowk!
Έχει
αρχίσει να σκοτεινιάζει. Παρ’ όλα αυτά τα πάντα είναι φωτισμένα από τα
χιλιάδες χρωματιστά λαμπάκια με τα οποία είναι στολισμένη όλη η πόλη κι
έχει ήδη αρχίσει η χορωδία του κρότου από τα δυναμιτάκια που σκάνε
ασταμάτητα.
Καταλήγουμε
σε μια καφετέρια, κοντά στο ξενοδοχείο, για ένα γρήγορο καφέ. Τα γύρω
ζαχαροπλαστεία γεμάτα από νέα παιδιά που διασκεδάζουν με την παρέα τους,
οι περισσότεροι ντυμένοι με περιποιημένα παραδοσιακά ρούχα λόγω της
ημέρας.
Επιστρέφουμε
στο ξενοδοχείο και μετά από λίγο απολαμβάνουμε από την ταράτσα ένα
πανέμορφο θέαμα. Για 2,5 ώρες περίπου, ο ουρανός του Δελχί, αστράφτει
χρώματα. Οι μισθοί μπορεί να είναι πενιχροί αλλά τίποτα δεν έχει
περισσότερη μαγεία σήμερα για τους Ινδούς, όσο τα πυροτεχνήματα και τα
χρωματιστά λαμπιόνια.
14/11/2011 Τελευταία μέρα στο Δελχί…
Η
ατμόσφαιρα είναι θολή και η μυρωδιά του καμένου έχει γίνει πολύ πιο
έντονη, μιας κι όλο το βράδυ τα δυναμιτάκια και τα πυροτεχνήματα είχαν
την τιμητική τους.
Η μέρα μας είναι ελεύθερη και ξεκινάμε χωρίς συνοδό ή ξεναγό αυτή τη φορά, για μια βόλτα στο κέντρο της πόλης.
Η
μετακίνησή μας γίνεται με το μετρό, που προς μεγάλη μας έκπληξη
διαπιστώνουμε ότι δεν έχει και πολλά να ζηλέψει από αυτό της Αθήνας.
Καινούργιο και καθαρό, με υπαλλήλους ασφαλείας και αυστηρούς κανονισμούς
για την τήρηση των συνθηκών υγιεινής. Σε διάφορα σημεία του βρίσκονται
αναρτημένοι χάρτες για την εξυπηρέτηση των επιβατών.
Μέσα
σε λίγα λεπτά έρχεται η ακόμα μεγαλύτερη έκπληξη, όταν ενημερωνόμαστε
ότι διαθέτει βαγόνι μόνο για γυναίκες που δεν συνοδεύονται. Ευτυχώς,
λόγω των ημερών, η μετακίνηση του κόσμου με τα μέσα μαζικής μεταφοράς
είναι περιορισμένη κι έτσι φτάνουμε στον προορισμό μας γρήγορα κι άνετα.
Το
κέντρο του Ν. Δελχί είναι πεντακάθαρο και γεμάτο από επώνυμα
καταστήματα μόδας. Οι τιμές παρόμοιες με αυτές στην Ελλάδα, πράγμα που
σημαίνει ότι ακόμα και για τον μέσο Ινδό είναι απαγορευτικές.
Επισκεπτόμαστε
κάποια μαγαζιά από όπου κάνουμε τα τελευταία ψώνια μας και καταλήγουμε
σε ένα μοντέρνο εστιατόριο της περιοχής για φαγητό. Η τελευταία μας μέρα
στο Δελχί… Ήδη νιώθουμε μια μικρή μελαγχολία…
Λέγεται ότι είναι επικίνδυνη πόλη… Σε εμάς δεν συνέβη τίποτα κακό. Η τύχη του πρωτάρη; Ίσως…
Αυτό
που εμείς αποκομίσαμε από την επίσκεψή μας, είναι ότι πάντα θα
βρίσκεται κάποιος να σου προσφέρει τη βοήθειά του, έστω κι αν δεν τη
ζητήσεις. Αρκεί μόνο να σε δουν να ψάχνεις κάτι στο χάρτη.
15/11/2012 Αναχώρηση για Μουμπάη…
Αφήνουμε
πίσω μας το Δελχί με ανάμεικτα συναισθήματα… Λυπόμαστε για την
εξαθλίωση, τα σκουπίδια και τη φτώχια που αντικρίσαμε σε κάποια σημεία,
αλλά μας αποζημίωσε η ομορφιά της πόλης κι οι άνθρωποι. Γελαστοί κι όχι
μίζεροι, έτοιμοι να δώσουν αυτό που εμείς έχουμε από καιρό ξεχάσει… τη
βοήθειά τους κι ένα ζεστό χαμόγελο.
Η
πτήση φεύγει το πρωί και σχεδόν μεσημεράκι είμαστε πάνω από τη Μουμπάη,
πρωτεύουσα της Μαχαράστρα, που από ψηλά εντυπωσιάζει η μεγάλη έκταση
νερού που εναλλάσσεται με την στεριά.
Είναι
κτισμένη στα δυτικά της Ινδίας, πάνω στις εκβολές του ποταμού Ulhas,
βλέπει στην Αραβική Θάλασσα και είναι η πολυπληθέστερη πόλη της Ινδίας
και η καρδιά του εμπορίου της χώρας.
Το
πρώτο πράγμα που νιώσαμε βγαίνοντας από το αεροδρόμιο, ήταν η υγρή
ζέστη και το νέφος. Ένα νέφος που παρόμοιό του δεν είχαμε ξανασυναντήσει
πουθενά.
Η πόλη σφύζει από ζωή και κίνηση. Παντού άνθρωποι και οχήματα κι όχι τόσα ζώα όσο βορειότερα.
Η παραδοσιακή ενδυμασία έχει εμφανώς λιγοστέψει και συναντάμε αρκετό κόσμο με ρούχα ευρωπαϊκού στυλ.
Φεύγοντας
από το αεροδρόμιο και όσο φτάνει το βλέμμα μας, βλέπουμε ουρανοξύστες
να φυτρώνουν σαν μανιτάρια, οι περισσότεροι φίρμες μεγάλων τραπεζών.
Μια
μεγάλη γέφυρα που θυμίζει λίγο αυτή του δικού μας Ρίο, ενώνει τα δύο
άκρα του Mahim Bay, του κόλπου που σχηματίζει η ξηρά. Μια απέραντη
παραλία και μια θάλασσα που το χρώμα της θυμίζει λίγο Νες καφέ με γάλα,
αγκαλιάζει την πόλη. Οι ντόπιοι μας πληροφορούν ότι κανένας δεν κάνει
μπάνιο εκεί…
Είναι η πόλη με τις μεγαλύτερες αντιθέσεις που μπορεί να αντικρίσει κανείς.
Σύγχρονα
εμπορικά κέντρα κι επιβλητικοί ουρανοξύστες δίπλα-δίπλα με παράγκες.
Ευρωπαϊκά και γιαπωνέζικα αυτοκίνητα αντάμα με δίτροχα φορτωμένα τόσο
πολύ, που απορείς με την ισορροπία του οδηγού τους.
Παλιά,
καλοδιατηρημένα κτίσματα, με κήπους και παρτέρια που κεντρίζουν την
προσοχή και δύο δρόμος πιο πίσω, πολυκατοικίες που μοιάζουν σχεδόν
ερειπωμένες, παρ’ ότι στην πραγματικότητα δεν είναι.
Παρ’ όλα αυτά, με την πρώτη ματιά, σε καμία περίπτωση δεν θα μπορούσε κανείς να την χαρακτηρίσει άσχημη πόλη. Ιδιαίτερη, ίσως…
Μετά
από μια περιεκτική βόλτα, αρκετή για να αποκτήσουμε την πρώτη μας επαφή
με την πόλη κι ενώ έχει αρχίσει πια να βραδιάζει, αποφασίζουμε να πάμε
πού αλλού; Σινεμά!
Είμαστε
στην Μουμπάη, την πόλη του Bollywood… Αυτή τη μεγάλη βιομηχανία
κινηματογραφικών ταινιών, με τα τεράστια, λαμπερά στούντιο, όπου
γυρίζονται περίπου 800 ταινίες το χρόνο.
Φτάνουμε
σε ένα μεγάλο εμπορικό κέντρο που φιλοξενεί κινηματογραφικές αίθουσες
ίδιες (αν όχι καλύτερες) με αυτές των μεγάλων αιθουσών της Ελλάδας.
Μπαίνοντας στην αίθουσα ο κόσμος μας κοιτάζει με απορία, μιας και οι διάλογοι είναι στα Χίντι και χωρίς υπότιτλους…
Τα
φώτα χαμηλώνουν και μια φωνή καλεί τον κόσμο από τα μεγάφωνα να σηκωθεί
από τη θέση του. Στην οθόνη εμφανίζεται η σημαία της χώρας και λίγα
δευτερόλεπτα μετά ακούγεται ο Εθνικός Ύμνος… Έχουμε μείνει άναυδες, παρ’
όλα αυτά σηκωνόμαστε όρθιες ως ένδειξη σεβασμού.
Η ταινία ξεκινάει κι εμείς, ως λάτρεις του Ινδικού κινηματογράφου, είμαστε κατενθουσιασμένες…
16/11/12 Βόλτα στην πόλη…
Η
Μουμπάη είναι μια πόλη όπου μπορείς να συναντήσεις τον Ινδουισμό, τον
Χριστιανισμό, τον Ισλαμισμό, τους ναούς τους και τους πιστούς, να
συμβιώνουν αρμονικά σε ένα πάντρεμα αντιθέσεων.
Χαρακτηριστικό
παράδειγμα, η πανέμορφη Ρωμαιοκαθολική εκκλησία, αφιερωμένη στην
Παναγία και βρίσκεται στην Bandra West, ίσως την ακριβότερη περιοχή της
πόλης.
Κάθε
Σεπτέμβριο, την πρώτη Κυριακή μετά τις 8 του μήνα, πραγματοποιούνται
εκεί εορτασμοί προς τιμήν της Παναγίας. Ολόκληρη η περιοχή, που
κατοικείται κι από Ινδουιστές και Μουσουλμάνους, στολίζεται με γιρλάντες
και στο ναό συρρέουν άνθρωποι διαφόρων θρησκειών.
Λίγο παρακάτω, συναντάμε πανέμορφους Ινδουιστικούς ναούς.
Αξιόλογη
εμπειρία, η επίσκεψη στο ναό της θεάς Λαξμί (η Θεά της αφθονίας), όπου
αφήνεις την προσφορά σου, ευλογείται από τους ιερείς και σου
επιστρέφεται προσφορά από τη θεά.
Επόμενη στάση μας, στην Gateaway of India.
Ένα
επιβλητικό μνημείο που κατασκευάστηκε προς τιμήν της επίσκεψης του
Άγγλου βασιλιά Γεωργίου V και της βασίλισσας Μαίρης στην πόλη. Η εντολή
της κατασκευής του δόθηκε από τον τότε κυβερνήτη της Μουμπάη, Sir George
Sydenham Clarke, το 1911 κι ολοκληρώθηκε το 1924.
Είναι
μια αψίδα ύψους 26 μέτρων, κατασκευασμένη από κίτρινο βασάλτη κι
ενισχυμένο σκυρόδεμα κι αποτελεί μια μίξη Ινδουιστικής και
Μουσουλμανικής αρχιτεκτονικής, καθώς το σώμα της αψίδας είναι
Μουσουλμανικού στυλ, ενώ η διακόσμηση της είναι Ινδουιστικού στυλ.
Είναι
χτισμένη στην παραθαλάσσια περιοχή Apollo Bandar, εκεί όπου γινόταν η
επίσημη υποδοχή των αντιβασιλέων και κυβερνητών όταν έφταναν για πρώτη
φορά στην Ινδία κι αποτελούσε σύμβολο της δύναμης της Αγγλικής
αυτοκρατορίας.
Αξίζει
να σημειωθεί ότι μετά την κήρυξη ανεξαρτησίας της χώρας, τα τελευταία
Βρετανικά στρατεύματα εγκαταλείποντας την πόλη, πέρασαν μέσα από την
αψίδα, ως ένδειξη του τέλους της κυριαρχίας τους (28/2/1948).
Στην
πόλη αυτή, δε θα βρεις πολλά παλιά μνημεία να επισκεφτείς. Μπορείς όμως
να κάνεις μια βόλτα στην Colaba ή στην παραλία της Bandra όπου θα βρεις
όμορφα καφέ και μοντέρνα εστιατόρια για να καθίσεις κι ίσως να είναι
από τα ωραιότερα μέρη της πόλης.
Φιλοξενούν
μεγάλες αγορές στις οποίες μπορείς να βρεις ό,τι κι αν θελήσεις σε πολύ
προσιτές τιμές (έπειτα πάντα από τα ανάλογα παζάρια), πλακόστρωτους
δρόμους κι όμορφα κτήρια.
Περιποιημένα
πάρκα, πνιγμένα στο πράσινο και στολισμένα με λουλούδια όλων των
αποχρώσεων και μεγάλες, υπαίθριες εκτάσεις με γκαζόν, όπου δεκάδες νέοι
διασκεδάζουν παίζοντας κρίκετ.
Ένα από τα μεγαλύτερης ίσως τουριστικής επισκεψιμότητας αξιοθέατα είναι τα κινηματογραφικά στούντιο του Bollywood.
Τεράστιες εκτάσεις που φιλοξενούν πλούσια σκηνικά, είναι σε καθημερινή σχεδόν βάση γεμάτα από επισκέπτες.
Τουριστικά
πρακτορεία διοργανώνουν ολοήμερες ξεναγήσεις στα μεγάλα στούντιο και
για το τέλος βόλτα με πούλμαν και στάση έξω από τα σπίτια γνωστών
ηθοποιών για αναμνηστικές φωτογραφίες (όχι με τον ηθοποιό βέβαια…)
Χαρακτηριστικό
παράδειγμα αποτελεί ο χώρος έξω από το σπίτι του Shahrukh Khan - του
βασιλιά του Bollywood, όπως συνηθίζουν να τον αποκαλούν. Αρκετός κόσμος,
σε καθημερινή βάση, περιμένει για ώρες υπομονετικά προκειμένου να δει
ζωντανά, έστω και για μερικά δευτερόλεπτα τον γνωστό ηθοποιό, κάτι που
τις περισσότερες φορές δεν συμβαίνει, όπως μας πληροφορεί ο οδηγός μας.
Μια ακόμη όμορφη μέρα φτάνει στο τέλος της. Κατευθυνόμαστε ευχαριστημένες προς το ξενοδοχείο για να ξεκουραστούμε…
Τελικά
η Μουμπάη είναι μια πολύ όμορφη πόλη. Μπορεί να μην είναι τόσο γραφική,
αλλά έχει έναν δικό της, ιδιαίτερο χαρακτήρα που σε μαγνητίζει.
17/11/12 3η μέρα στην Μουμπάη…
Η μέρα μας είναι αφιερωμένη στις Elephanta Caves...
Φτάνουμε
στην περιοχή Apollo Bandar κι επιβιβαζόμαστε στο τουριστικό καραβάκι
που θα μας μεταφέρει στο νησί Elephanta, που βρίσκεται στον κόλπο της
Μουμπάη.
Το
νησί ονομαζόταν Gharapuri «Πολή των σπηλιών» κι ήταν χώρος λατρείας
μέχρι την αρχή της Πορτογαλικής κυριαρχίας το 1534. Τότε, οι Πορτογάλοι
το ονόμασαν Elephanta, αφού είδαν το τεράστιο άγαλμα ενός Ελέφαντα στην
είσοδο. Το άγαλμα σήμερα βρίσκεται στον κήπο έξω από το Μουσείο Bhau
Daji Lad στην Μουμπάη.
Οι
Elephanta Caves είναι ένα δίκτυο από σπηλιές, σκαλισμένες με
αναπαραστάσεις Θεών, οι οποίες ανακαινίστηκαν την δεκαετία του ’70, μετά
από χρόνια αμέλειας. Το 1987 ορίστηκε από την UNESCO ως Μνημείο
Παγκόσμιας Πολιτιστικής ΚληρονομιάΒρίσκονται μέσα σε σκουρόχρωμο
βασάλτη. Αρχικά ήταν χρωματισμένες αλλά σήμερα μόνο κάποια μικρά
υπολείμματα είναι ορατά.
Το
νησί είναι χωρισμένο σε δύο ομάδες σπηλαίων. Η πρώτη αποτελείται από
πέντε Ινδουιστικές σπηλιές και η δεύτερη από δύο Βουδιστικές σπηλιές.
Χρονολογούνται μεταξύ 5ου και 8ου αιώνα κι η ταυτότητα των γλυπτών δεν είναι προσδιορισμένη.
Οι Ινδουιστικές σπηλιές περιέχουν πέτρινα γλυπτά της σέκτας των Σαϊβιστών (Shaiva), αφιερωμένη στον Θεό Shiva.
Η κυρίως και μεγαλύτερη σπηλιά ονομάζεται Shiva Cave ή «Η Μεγάλη Σπηλιά».
Εκεί
υπάρχουν γλυπτά του Θεού Shiva ως Yogishvara (Κύριος της Γιόγκα),
Nataraja (Κύριος του Χορού), Ardhanarisvara (αναπαράσταση του Shiva ως
μισός άνδρας - μισή γυναίκα), Gangadhara (o ποταμός Γάγγης πηγάζει από
τα μαλλιά του Shiva) κι άλλες αναπαραστάσεις γεγονότων από την ζωή του
Shiva και της Parvati.
Μέσα στην κύρια σπηλιά, υπάρχουν μικροί πέτρινοι ναοί, όπου μπορεί κανείς να προσευχηθεί και να αφήσει την προσφορά του.
Οι μικρότερες, αλλά εξίσου εντυπωσιακές Βουδιστικές σπηλιές περιέχουν τεράστια, πέτρινα γλυπτά του Βούδα.
Η τοπική παράδοση λέει ότι οι σπηλιές δεν έχουν φτιαχτεί από ανθρώπινο χέρι…
Μετά από περίπου 5 ώρες παίρνουμε το καραβάκι της επιστροφής…
Φτάνοντας
στο λιμάνι παρατηρούμε ότι η πρωινή κίνηση είναι μειωμένη σε βαθμό
τέτοιο που είναι αδύνατο να μη μας προκαλέσει εντύπωση. Πληροφορούμαστε
ότι ανακοινώθηκε ο θάνατος του Bal Thackeray, ενός μεγάλου και πολύ
αγαπητού πολιτικού, ο οποίος επί σειρά ετών επιτέλεσε χρέη κυβερνήτη της
Μαχαράστρα. Η πολιτεία έχει αυτόματα βυθιστεί στο πένθος…
Φτάνουμε
στο ξενοδοχείο και μετά από συστάσεις φίλων, παραμένουμε στο δωμάτιό
μας για την υπόλοιπη ημέρα. Αυτή η γεμάτη ζωή πόλη μοιάζει ξαφνικά σαν
να έχει παραλύσει.
18/11/2012 4η μέρα στην Μουμπάη…
Ολόκληρη
η πολιτεία εξακολουθεί να πενθεί. Δεν λειτουργεί τίποτα και πάνω που
παίρνουμε απόφαση ότι θα σπαταλήσουμε την ημέρα μας στην περιοχή γύρω
από το ξενοδοχείο, μια αναπάντεχη επίσκεψη από κάποιο ντόπιο φίλο, μας
οδηγεί στον τόπο διαμονής του. Μια πανέμορφη επαρχιακή πόλη της
Μαχαράστρα, Vasai…
Περίπου
40 χιλιόμετρα έξω από τη Μουμπάη, πνιγμένη στο πράσινο και με έντονη
πολιτιστική ιστορία, καθώς με το πέρασμα των χρόνων έχει υποστεί την
κυριαρχία διαφόρων πολιτισμών.
Μετά από μια σύντομη βόλτα, επισκεφτήκαμε το Κάστρο του Vasai. Χτισμένο τον καιρό της Πορτογαλικής κυριαρχίας, σε μια περιοχή με τόσο πυκνή βλάστηση που δίνει την εντύπωση της ζούγκλας.
Σήμερα
μοιάζει ερειπωμένο, καθώς πέραν κάποιων πυλών και τοίχων του που
κατάφεραν να διατηρηθούν, το υπόλοιπο δυστυχώς έχει καταστραφεί.
Για το κλείσιμο της ημέρας καταλήξαμε στο σπίτι της φιλικής οικογένειας, όπου βιώσαμε μια ακόμα μοναδική εμπειρία...
Αφού
βγάλαμε τα παπούτσια, σταθήκαμε στην είσοδο για να δεχτούμε το
απαραίτητο καλωσόρισμα με τη λυχνία και την “τίκα”, που άφησε το
κιτρινοκόκκινο χνάρι στο μέτωπό μας.
Απλοί,
φιλόξενοι και με ανοιχτή αγκαλιά, μοιράστηκαν μαζί μας το πεντανόστιμο
(καυτερό) τους φαγητό και μας έκαναν να αισθανθούμε σαν μέλη της
οικογένειας τους. Τα πάντα κινούνταν γύρω από το πώς θα περάσουμε πρώτα
εμείς ευχάριστα κι έπειτα εκείνοι. Η αίσθηση της φιλοξενίας στον
υπέρτατο βαθμό.
Γυρίσαμε στην Μουμπάη όταν πια είχε πέσει η νύχτα. Άλλη μια γεμάτη εικόνες και συναισθήματα μέρα είχε τελειώσει…
Οι
επόμενες δύο ημέρες πέρασαν με επίσκεψη στις αγορές με τα μικρά
μαγαζάκια για τα τελευταία ψώνια και κάνοντας βόλτες με φίλους στην
πόλη.
Το
να φτάνει ένα ταξίδι στο τέλος του, όσο όμορφα κι αν περνάς, σου φέρνει
κάποια σχετική μελαγχολία... Το τέλος του ταξιδιού στην Ινδία όμως, μας
έφερε δάκρυα στα μάτια γιατί νιώθαμε πως αφήναμε πίσω μας μια χώρα τόσο
διαφορετική από τη δική μας κι όμως δική μας.
Αναρωτηθήκαμε τι ήταν αυτό που μας έκανε να αισθανόμαστε έτσι. Δεν μπορέσαμε να καταλάβουμε.
Είναι
μια χώρα με ένα δικό της, μοναδικό χαρακτήρα. Πλημμυρισμένη από χρώματα
κι αρώματα. Οι άνθρωποι απλοί κι έτοιμοι να σου χαμογελάσουν, να σε
βοηθήσουν, να ενδιαφερθούν για σένα (μη γελιέστε, κλέφτες και
παγαπόντηδες υπάρχουν κι εκεί).
Τελικά
δεν έχουμε καταλήξει σε κάποιο συγκεκριμένο λόγο, αλλά αν μας ρωτούσε
κανείς πότε θα θέλαμε να ξαναπάμε στην Ινδία, θα λέγαμε…. ΑΥΡΙΟ!!!!
Κλείνοντας,
θα θέλαμε να ευχαριστήσουμε θερμά τον καθηγητή μας, Δρ. Δημ.
Βασιλειάδη, ο οποίος με τις γνώσεις, την εμπειρία αλλά και την αγάπη του
για την Ινδία έβαλε το τελικό λιθαράκι στην απόφασή μας να
πραγματοποιήσουμε αυτό το αξέχαστο ταξίδι.
Τέλος, ένα μεγάλο ευχαριστώ στους καλούς μας φίλους κκ. Amit Doshi, Subhash Inamdar και
τις οικογένειές τους, για την ζεστή υποδοχή τους και για τις φροντίδες
τους, ώστε να γνωρίσουμε το καθημερινό, όμορφο και φιλόξενο πρόσωπο της
Ινδίας.
*
Τα ιστορικά στοιχεία που παραθέτουμε αποτελούν σύνθεση των περιγραφών
των Ινδών ξεναγών μας και πληροφοριών από την διαδικτυακή εγκυκλοπαίδεια
Wikipedia.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.