Η συνήθης πρακτική που ακολουθείται στη χώρα μας είναι η ακόλουθη: Πριν την κηδεία προηγείται η ανάρτηση σχετικού αγγελτηρίου (νεκρόσημο) με το οποίο αναγγέλλεται η κηδεία στη συνοικία του αποθανόντος. Η κηδεία γίνεται στο νεκροταφείο, με εξαίρεση την πρόθεση, δηλαδή το κλάψιμο του νεκρού, το οποίο γίνεται στο σπίτι που ζούσε. Στην εκκλησία συνήθως δίπλα στο νεκροταφείο οι συγγενείς και φίλοι παρακολουθούν ειδική λειτουργία, μπροστά στο φέρετρο. Με το τέλος της λειτουργίας, γίνεται η ταφή.
Όταν κατεβάζουν τον νεκρό στον τάφο, θεωρείται καλό οι παρευρισκόμενοι να ρίξουν μια φούχτα χώμα, ενώ ο παπάς ρίχνει μια φτυαριά χώμα και το περιεχόμενο ενός καντηλιού της εκκλησίας. Αμέσως μετά την ταφή, οι συγγενείς και όσοι παρέστησαν στην κηδεία, πηγαίνουν για τον "καφέ της παρηγοριάς" ή σε παρακείμενο καφενείο ή στο σπίτι του θανόντος. Εκεί σερβίρεται καφές, κονιάκ και παξιμάδια.
Μετά την κηδεία, σε τρεις, σε σαράντα ημέρες και στη συνέχεια κάθε χρόνο γίνεται το μνημόσυνο. Οι συγγενείς του νεκρού για ορισμένο χρονικό διάστημα βρίσκονται σε πένθος, κατά τη διάρκεια του οποίου, οι γυναίκες φορούν μαύρα, οι άνδρες δεν ξυρίζονται και φορούν μαύρο περιβραχιόνιο. Σε πολλά μέρη δεν τρώνε κρέας και δεν λούζονται το Σάββατο. Επίσης πρέπει να ανάβουν το καντήλι στον τάφο του νεκρού καθημερινά. Ο θάνατος βέβαια, ως φυσικό τέλος της ζωής, ασκεί καταλυτική επίδραση του σε κάθε άνθρωπο.
Παρά την παγκοσμιότητα, όμως, του φαινομένου, κάθε περιοχή ακολουθεί τα δικά της έθιμα και το δικό της τυπικό, για να συνοδεύσει τους αγαπημένους της στην τελευταία τους κατοικία.
Σε πολλά μέρη κυρίως στη Μάνη και στην Κρήτη συνηθίζουν να αποχαιρετούν το νεκρό με ειδικά τραγούδια, τα μοιρολόγια, τα οποία τραγουδούν ειδικές μοιρολογίστρες και περιέχουν κυρίως παινέματα για το αγαπημένο πρόσωπο που έφυγε. Τα σύγχρονα μοιρολόγια αποτελούνται συνήθως από δεκαπεντασύλλαβους στίχους και διακρίνονται σε μοιρολόγια επαινετικά του νεκρού και σε μοιρολόγια του Χάρου. Τη γυναίκα που λέει ένα μοιρολόι δεν πρέπει να τη διακόψει κανένας και αυτή που θέλει να συνεχίσει ζητά την άδειά της. Το μοιρολόι αρχίζει με το ξενύχτισμα του νεκρού, συνεχίζεται όταν το φέρετρο μεταφέρεται στην εκκλησία και αλλάζει μ' ένα σπασμωδικό κλάμα μέσα στην εκκλησία την ώρα της ακολουθίας. Γίνεται εντονότερο στο δρόμο προς το νεκροταφείο, όπου ενώνεται με τις φωνές των συγγενών του νεκρού, και αποκορυφώνεται μπροστά στον τάφο.
Άλλα έθιμα έχουν να κάνουν με την περιποίηση του νεκρού: κλείσιμο των ματιών και του στόματος, λούσιμο, άλειψη, σαβάνωμα, προσφορές σ΄αυτόν, νεκρικές λαμπάδες, κι άλλες πράξεις προετοιμασίας του νεκρού και προφυλάξεις απ΄ αυτόν.
Άλλα έθιμα έχουν να κάνουν με την περιποίηση του νεκρού: κλείσιμο των ματιών και του στόματος, λούσιμο, άλειψη, σαβάνωμα, προσφορές σ΄αυτόν, νεκρικές λαμπάδες, κι άλλες πράξεις προετοιμασίας του νεκρού και προφυλάξεις απ΄ αυτόν.
Σε άλλα μέρη βάζουν στα χέρια του νεκρού ένα νόμισμα, για να πληρώσει τον φύλακα άγγελο που θα τον μεταφέρει στον άλλο κόσμο, ενώ σε πολλά μέρη μετά την κηδεία ακολουθεί τραπέζι στους συγγενείς και φίλους για την ανάπαυση του νεκρού και στο οποίο σερβίρεται κυρίως σούπα με ψάρι. Παράλληλα δεν καθαρίζουν το σπίτι κατά την ημέρα του θανάτου, για να μη «καθαρίσει» και άλλον ο χάρος.
Σε κάποια άλλα μέρη, μόλις πεθάνει κάποιος ανοίγουν τα παράθυρα, χύνουν νερό, καλύπτουν τους καθρέπτες, ενώ αλλού μετά την εκφορά του νεκρού πρέπει να σπάσουν ένα πιάτο στην πόρτα του σπιτιού, για να τρομάξει η ψυχή του και να απομακρυνθεί από το σπίτι.
Στη Λαγκάδα της Χίου την ώρα που σηκώνουν τον νεκρό σπάνε μια πήλινη κανάτα με νερό για να’ χει η ψυχή του δροσιά. Ακόμη, απ’ όπου περνά ο νεκρός ρίχνουν λίγο νερό για τον ίδιο λόγο. Μετά την ταφή στην εκκλησία μοιράζουν τη «μακαριά» δηλαδή ψωμί, ελιές και κρασί και παίρνουν όλοι για να συγχωρήσουν και στη συνέχεια πηγαίνουν στο σπίτι του νεκρού για καφέ σε ένδειξη πίκρας για το θάνατο του. Την τρίτη μέρα από την ταφή, κάνουν τα πικροκόλυβα και αφού λειτουργηθούν στην εκκλησία, σπάνε το πιάτο στο μνήμα του νεκρού. Την ίδια μέρα μεταφέρουν το καντήλι από το σπίτι στον τάφο.
Την Παρασκευή πριν τα Σαράντα μοιράζουν μικρά αρτάκια και χυλό σ ’ όλο το χωριό. Είναι μια πρόσκληση να συγχωρήσουν τον νεκρό. Μαζί με το χυλό, μοιράζουν και πίτα βουτηγμένη στο κρασί και στην κανέλλα.
Υπάρχουν επίσης διάφορες προλήψεις σχετικά με το θάνατο και τους νεκρούς. Στον τόπο μας, όταν πεθαίνει κάποιος λένε πως τελείωσε το λάδι του, γιατί σύμφωνα με τη λαϊκή παράδοση, στον κάτω κόσμο, για κάθε άνθρωπο που γεννιέται, ανάβει ένα καντήλι γεμάτο λάδι. Όταν εξαντληθεί το λάδι, έρχεται ο Αρχάγγελος Μιχαήλ και του παίρνει την ψυχή.
Επίσης σε κάποια χωριά πιστεύουν ότι το κράξιμο κόρακα κατά την ώρα της ταφής προμηνύει και άλλο θάνατο. Άλλη λαϊκή πίστη αναφέρει ότι αν βρέχει κατά την ημέρα της κηδείας, αυτό φανερώνει ότι ο αποθανών ήταν καλός άνθρωπος ή αν κατά την ημέρα της κηδείας, βραχεί ο νεκρός πιστεύεται ότι θα βρέχει επί σαράντα ημέρες, όσο η ψυχή του νεκρού θα γυρίζει στη γη.
Άλλες δοξασίες είναι σχετικές με το ψυχορράγημα: αν κάποιος έχει κάνει μεγάλη αδικία, δεν βγαίνει εύκολα η ψυχή του.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.