Φαίνεται τόσο μακρινή…
Η σκέψη του πόνου, της πείνας και της ανάγκης.
Κύριε, είμαστε τόσο άνετα,
τα παραπάνω είναι μόνο εικόνες στην οθόνη της τηλεόρασής μου.
Ω, νηστεύουμε αλλά γνωρίζουμε ότι μπορούμε να φάμε την επόμενη μέρα,
και πηγαίνουμε στην εκκλησία με αυτοκίνητο.
Υπάρχουν χαλιά για να παρηγορούν τα γόνατά μας όταν προσευχόμαστε, / και κανένας κίνδυνος στο να είμαστε αυτό που είμαστε.
Είναι η δοξολογία μου τόσο δυνατή ώστε να πνίγει τις κραυγές;
Μήπως δεν μπορώ να σκύψω κάτω επειδή τα χέρια μου είναι τόσο υψωμένα;
Είναι τα μάτια μου κλειστά τόσο σφιχτά όταν προσεύχομαι, ώστε να μην βλέπω;
Λατρεύω το Θεό μόνο για μένα; Ένα όμορφο τραγούδι, βασισμένο στο :Ησαΐας 58:2-10:
“Με ζητούσιν όμως καθ’ ημέραν και επιθυμούσι να μανθάνωσι τας οδούς μου, ως έθνος το οποίον έκαμε δικαιοσύνην και δεν εγκατέλιπε την κρίσιν του Θεού αυτού· ζητούσι παρ’ εμού κρίσεις δικαιοσύνης· επιθυμούσι να πλησιάζωσιν εις τον Θεόν.
Διά τι ενηστεύσαμεν, λέγουσι, και δεν είδες; εταλαιπωρήσαμεν την ψυχήν ημών και δεν εγνώρισας; Ιδού, εν τη ημέρα της νηστείας σας ευρίσκετε ηδονήν και καταθλίβετε πάντας τους μισθωτούς σας. Ιδού, νηστεύετε διά δίκας και έριδας και γρονθίζετε ασεβώς· μη νηστεύετε, καθώς την σήμερον, διά να ακουσθή άνωθεν η φωνή σας.
Τοιαύτη είναι η νηστεία, την οποίαν εγώ εξέλεξα; να ταλαιπωρή ο άνθρωπος την ψυχήν αυτού μίαν ημέραν; να κλίνη την κεφαλήν αυτού ως σπάρτον και να υποστρόνη σάκκον και στάκτην εις εαυτόν; νηστείαν θέλεις ονομάσει τούτο και ημέραν δεκτήν εις τον Κύριον;
Η νηστεία την οποίαν εγώ εξέλεξα, δεν είναι αύτη; το να λύης τους δεσμούς της κακίας, το να διαλύης τα βαρέα φορτία και το να αφίνης ελευθέρους τους καταδεδυναστευμένους και το να συντρίβης πάντα ζυγόν; Δεν είναι το να διαμοιράζης τον άρτον σου εις τον πεινώντα και να εισάγης εις την οικίαν σου τους αστέγους πτωχούς; όταν βλέπης τον γυμνόν, να ενδύης αυτόν, και να μη κρύπτης σεαυτόν από της σαρκός σου;
Τότε το φως σου θέλει εκλάμψει ως η αυγή και η υγιεία σου ταχέως θέλει βλαστήσει· και η δικαιοσύνη σου θέλει προπορεύεσθαι έμπροσθέν σου· η δόξα του Κυρίου θέλει είσθαι η οπισθοφυλακή σου.
Τότε θέλεις κράζει και ο Κύριος θέλει αποκρίνεσθαι· θέλεις φωνάζει και εκείνος θέλει λέγει, Ιδού, εγώ. Εάν εκβάλης εκ μέσου σου τον ζυγόν, την ανάτασιν του δακτύλου και τους ματαίους λόγους· και ανοίγης την ψυχήν σου προς τον πεινώντα και ευχαριστής την τεθλιμμένην ψυχήν· τότε το φως σου θέλει ανατέλλει εν τω σκότει και το σκότος σου θέλει είσθαι ως μεσημβρία.” (Ησαΐας 58:2-10, Νεοελληνική Μετάφραση)
Πηγή: http://dialektikipisti.wordpress.com/
Η σκέψη του πόνου, της πείνας και της ανάγκης.
Κύριε, είμαστε τόσο άνετα,
τα παραπάνω είναι μόνο εικόνες στην οθόνη της τηλεόρασής μου.
Ω, νηστεύουμε αλλά γνωρίζουμε ότι μπορούμε να φάμε την επόμενη μέρα,
και πηγαίνουμε στην εκκλησία με αυτοκίνητο.
Υπάρχουν χαλιά για να παρηγορούν τα γόνατά μας όταν προσευχόμαστε, / και κανένας κίνδυνος στο να είμαστε αυτό που είμαστε.
Είναι η δοξολογία μου τόσο δυνατή ώστε να πνίγει τις κραυγές;
Μήπως δεν μπορώ να σκύψω κάτω επειδή τα χέρια μου είναι τόσο υψωμένα;
Είναι τα μάτια μου κλειστά τόσο σφιχτά όταν προσεύχομαι, ώστε να μην βλέπω;
Λατρεύω το Θεό μόνο για μένα; Ένα όμορφο τραγούδι, βασισμένο στο :Ησαΐας 58:2-10:
“Με ζητούσιν όμως καθ’ ημέραν και επιθυμούσι να μανθάνωσι τας οδούς μου, ως έθνος το οποίον έκαμε δικαιοσύνην και δεν εγκατέλιπε την κρίσιν του Θεού αυτού· ζητούσι παρ’ εμού κρίσεις δικαιοσύνης· επιθυμούσι να πλησιάζωσιν εις τον Θεόν.
Διά τι ενηστεύσαμεν, λέγουσι, και δεν είδες; εταλαιπωρήσαμεν την ψυχήν ημών και δεν εγνώρισας; Ιδού, εν τη ημέρα της νηστείας σας ευρίσκετε ηδονήν και καταθλίβετε πάντας τους μισθωτούς σας. Ιδού, νηστεύετε διά δίκας και έριδας και γρονθίζετε ασεβώς· μη νηστεύετε, καθώς την σήμερον, διά να ακουσθή άνωθεν η φωνή σας.
Τοιαύτη είναι η νηστεία, την οποίαν εγώ εξέλεξα; να ταλαιπωρή ο άνθρωπος την ψυχήν αυτού μίαν ημέραν; να κλίνη την κεφαλήν αυτού ως σπάρτον και να υποστρόνη σάκκον και στάκτην εις εαυτόν; νηστείαν θέλεις ονομάσει τούτο και ημέραν δεκτήν εις τον Κύριον;
Η νηστεία την οποίαν εγώ εξέλεξα, δεν είναι αύτη; το να λύης τους δεσμούς της κακίας, το να διαλύης τα βαρέα φορτία και το να αφίνης ελευθέρους τους καταδεδυναστευμένους και το να συντρίβης πάντα ζυγόν; Δεν είναι το να διαμοιράζης τον άρτον σου εις τον πεινώντα και να εισάγης εις την οικίαν σου τους αστέγους πτωχούς; όταν βλέπης τον γυμνόν, να ενδύης αυτόν, και να μη κρύπτης σεαυτόν από της σαρκός σου;
Τότε το φως σου θέλει εκλάμψει ως η αυγή και η υγιεία σου ταχέως θέλει βλαστήσει· και η δικαιοσύνη σου θέλει προπορεύεσθαι έμπροσθέν σου· η δόξα του Κυρίου θέλει είσθαι η οπισθοφυλακή σου.
Τότε θέλεις κράζει και ο Κύριος θέλει αποκρίνεσθαι· θέλεις φωνάζει και εκείνος θέλει λέγει, Ιδού, εγώ. Εάν εκβάλης εκ μέσου σου τον ζυγόν, την ανάτασιν του δακτύλου και τους ματαίους λόγους· και ανοίγης την ψυχήν σου προς τον πεινώντα και ευχαριστής την τεθλιμμένην ψυχήν· τότε το φως σου θέλει ανατέλλει εν τω σκότει και το σκότος σου θέλει είσθαι ως μεσημβρία.” (Ησαΐας 58:2-10, Νεοελληνική Μετάφραση)
Πηγή: http://dialektikipisti.wordpress.com/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.