Όπως γνωρίζουμε, την ελεημοσύνη η
Εκκλησία τη βλέπει σαν μια πολύτιμη δυνατότητα του ανθρώπου: τη βλέπει
σαν το άνοιγμα στον άλλον και σαν την έμπρακτη απο-προσκόλληση από τα
υλικά αγαθά. Ταυτόχρονα, ωστόσο, οι Πατέρες διακρίνουν εδώ έναν κίνδυνο.
Η ελεημοσύνη μπορεί να διαστραφεί και να καταντήσει άλλοθι της
κοινωνικής αδικίας, ιδίως όταν ασκείται από αυτόν που προκαλεί την
κοινωνική αδικία. «Ποιό είναι το όφελος», λέει ο άγιος Γρηγόριος Νύσσης,
«αν δημιουργείς πολλούς φτωχούς με την εκμετάλευση και ανακουφίζεις
έναν με την ελεημοσύνη; Άν δεν υπήρχε το πλήθος των εκμεταλευτών, δεν θα
υπήρχε ούτε το πλήθος των εξαθλιωμένων». Παρόμοια ο Συμεών ο Νέος
Θεολόγος, ο Χρυσόστομος κ.α υπογραμμίζουν ότι ο πλούσιος που προσφέρει
ελεημοσύνη, όχι μόνοδεν δικαιούται ανταμοιβή από τον Θεό, αλλά,
αντιθέτως, είναι ένοχος για τις αδικίες που διαπράττει για να
συσσωρεύσει τον πλούτο του. Στο πνεύμα αυτό βρίσκουμε και κάποιες πολύ
ενδιαφέρουσες κανονικές ρυθμίσεις. Ακολουθώντας τη βιβλική ρήση ότι
«όποιος προσφέρει μια θυσία με των φτωχών τα χρήματα, είναι σαν να
θυσιάζει ένα παιδί μπροστά στα μάτια του πατέρα του» (Σοφία Σειράχ
34:20), οι «Αποστολικές Διαταγές» (τον 4ον αιώνα) ζητούν από τους
επισκόπους να μην αποδέχονται δωρεές πλουσίων οι οποίοι εκμεταλλεύονταν
τους αδυνάτους. Και μάλιστα ζητούν να απορρίπτουν αυτές τις δωρεές,
ακόμη κι αν η εκκλησία τους κινδυνεύει να καταστραφεί από την έλλειψη
πόρων. Δεν μπορεί (λένε, σητν ίδια γραμμή, ο Μ.Βασίλειος και ο Ιωάννης
της Κλίμακος), να γίνει ο Θεός συνένοχος ληστών και αρπακτών. Διεκδίκηση
και αντίσταση Σε κάποιο σημείο του έργου του ο άγιος Διάδοχος Δωτικής,
(τον 5ον αιώνα) επισημαίνει ότι η ζωή του χριστιανού νοηματοδοτείται όχι
από την οργή, αλλά από την αγάπη, ακόμα και προς αυτούς οι οποίοι τον
αδικούν. Όμως (συνεχίζει) είναι λάθος να νομίσουμε πως η οργή οφείλει να
λείψει εντελώς από τη ζωή του χριστιανού. Αυτό το οποίο οφείλει να
ξερριζώσει ο πιστός, είναι ο στρεβλός προσανατολισμός της οργής, δηλαδή η
χρήση της για την ικανοποίηση του εγωισμού του. Άν, όμως, η οργή
φανερώνει φροντίδα για τον συνάνθρωπο, είναι θεμιτή. Αυτό, συνεπώς, που
οφείλει να κάνει ο χριστιανός, είναι να οργίζεται εναντίον εκείνων που
καταδυναστεύουν τους φτωχούς. Παρόμοια, ο Χρυσόστομος λέει ρητά ότι η
οργή είναι φυσική δύναμη που εμφυτεύτηκε μέσα μας από τον Θεό, ακριβώς
για να βοηθούμε τους αδικουμένους. Αντιθέτως, ο πόθος για τα χρήματα –
συνεχίζει – δεν είναι φυσική δύναμη. [...] Κάποτε ο αββάς Μακάριος της
Αλεξάνδρειας προχώρησε ακόμα και σε απάτη, προκειμένου να περιθάλψει
τους ανίατους της Αλεξάνδρειας. Πήρε χρήματα από μια πλούσια και
φιλοχρήματη γυναίκα με την υπόσχεση ότι θα της αγόραζε πολύτιμους λίθους
σε τιμή ευκαιρίας. Όμως τα χρήματα τα διέθεσε στη νοσηλεία των ασθενών.
Η Εκκλησία ήταν πάντα επιφυλακτική απέναντι στην άσκηση βίας. Στα
Πατερικά κείμενα, ωστόσο, βρίσκουμε μερικές φορές τον προβληματισμό, ότι
δεν είναι ίδιο πράγμα όλες οι περιπτώσεις βίας. Ο Χρυσόστομος, για
παράδειγμα, καταδίκασε τις βίαιες ενέργειες του εξεγερμένου λαού της
Αντιόχειας, αλλά τον υπερασπίστηκε ενώπιον του αυτοκράτορα. Κι εκεί
πλέον, σε μιαν άλλη περίπτωση μιλάει προς τους εύπορους χριστιανούς και
υπερασπίζεται τους πεινασμένους που καταφεύγουν στη βία: «δεν φρίττετε,
δεν κοκκινίζετε από ντροπή, όταν χαρακτηρίζετε κακούργο αυτόν που
παλεύει για το ψωμί του; Ακόμα κι αν είναι κακούργος, αξίζει να
βοηθηθεί, αφού πιέζεται από την πείνα τόσο πολύ, ώστε αναγκάζεται να
κάνει τέτοια πράγματα». Ο άγιος Ιωάννης ο Ελεήμων δήλωνε ότι προκειμένου
βα βοηθηθούν οι φτωχοί, δεν είναι καθόλου κακό αν μπορούσε κανείς να
σκαρφιστεί τρόπους ώστε ακόμα και να γδύσει τους πλούσιους, ενώ ο άγιος
Αθανάσιος, Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως (1289-1293 και 1303-1309) και
εκ των πρώτων εισηγητών του ησυχασμού, πρωτοστάτησε σε μέτρα κοινωνικής
μεταρρύθμισης και συνάντησε σφοδρή αντίθεση από επισκόπους και μοναχούς,
όταν επιχείρησε να διαθέσει μοναστική περιουσία υπέρ των αδυνάτων.
Θανάσης Ν. Παπαθανασίου,
«προοπτικές της πατερικής σκέψης για μια θεολογία της απελευθέρωσης»,
στον τόμο «Βιβλική θεολογία της απελευθέρωσης, πατερική θεολογία και
αμφισημίες της νεοτερικότητας», Αθήνα 2012 , εκδ Ίνδικτος, σελ 160-163
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.