Σάββατο 31 Αυγούστου 2013

Παύλος Ευδοκίμωφ: Η Ελευθερία

Pavlos-Evdokimwf-i-eleyueria-Aenai-EpAnastasi
*Tree of Half Life
Παύλος Ευδοκίμωφ, Η Ελευθερία
Ο θεανδρισμός δημιουργεί πολλές αντιφατικές καταστάσεις και πρώτα απ’ όλα, στο πρόβλημα της βούλησης και της ελευθερίας. Το χριστολογικό δόγμα βλέπει μέσα στη βούληση μια λειτουργία της φύσης. Είναι γιατί ο ασκητισμός επιθυμεί πριν από όλα την παραίτηση από την ίδια την βούληση, την απελευθέρωση από κάθε ανάγκη που προέρχεται από τον κόσμο και από τη φύση. Αλλά ακριβώς, μ’ αυτή την παραίτηση από τη φύση εκπληρώνεται η ελευθερία που εξαρτάται από το πρόσωπο του ανθρώπου, το ελευθερώνει από κάθε ατομικό και φυσικό περιορισμό και το καθιστά «καθολικό», άπειρα διεσταλμένο, «περιέχον τα πάντα». 

Τελικά, το πρόσωπο που είναι αληθινά ελεύθερο, τείνει να περιλάβει όλη την ανθρώπινη φύση, όμοια προς το θείο Πρόσωπο που περιέχει όλη την τριαδική ζωή, γιατί ο Χριστιανισμός κατά τον άγιο Γρηγόριο Νύσσης είναι μια «μίμηση της φύσης του Θεού», και ο σκοπός ο υπέρτατος των αγίων δεν είναι μονάχα «να ενωθούν με την Αγία Τριάδα, αλλά να την εκφράσουν και να την μιμηθούν μέσα τους».

«Ο Θεός ετίμησε τον άνθρωπο απονέμοντάς του την ελευθερία, λέει ο αγ. Γρηγόριος Ναζιανζηνός, ώστε ν’ ανήκει το καλό στον ίδιο που το διαλέγει, όσο και σ’ αυτόν που έθεσε τις απαρχές του καλού μέσα στη φύση». Ο άνθρωπος είναι ελεύθερος, γιατί είναι η εικόνα της θείας ελευθερίας και γιατί έχει την εξουσία να εκλέγει.

Εν τούτοις, ο άγιος Μάξιμος βλέπει την ατέλεια ακριβώς στην ανάγκη της εκλογής. Το αυτεξούσιο είναι περισσότερο μια φτώχεια παρά μια ανεξαρτησία, είναι η αναπόφευκτη συνέπεια της πτώσης· από διαισθητική, η θέληση γίνεται συλλογιστική. Αντίθετα, το τέλειο ακολουθεί άμεσα το καλό, είναι επέκεινα της εκλογής. Είναι ενδιαφέρον να σημειωθεί η ίδια σύλληψη μέσα στη σκέψη του σύγχρονου φιλοσόφου L. Lavelle. Γι’ αυτόν, πριν από όλα, η «ύπαρξη εδρεύει μέσα στην άσκηση μιας ελεύθερης πράξης, που όταν δεν παράγεται, ανάγει την ύπαρξή μας στη κατάσταση πράγματος».

Το πνεύμα μας διακρίνοντας εκλέγει μεταξύ περισσοτέρων δυνατοτήτων για να πραγματοποιήσει το αληθινό. Αλλά «προσδιορίζει κανείς σχεδόν πάντα την ελευθερία της εκλογής». Που στην πιο υψηλή της μορφή είναι «μια δραστηριότητα, που παράγει τους ίδιους της λόγους, αντί να τους υφίσταται». Έτσι, η ελευθερία ανέρχεται στο επίπεδο όπου «οι πιο ελεύθερες πράξεις, που είναι ταυτόχρονα οι πιο τέλειες, είναι εκείνες στις οποίες δεν υπάρχει εκλογή».

Το πρόσωπο πραγματώνεται μέσα στην ελευθερία, ανοίγεται ελεύθερα στη χάρη που πιέζει κάθε ψυχή μυστικά, χωρίς ποτέ να την εξαναγκάζει. «Το Πνεύμα δε γονιμοποιεί καμμιά θέληση που του αντιστέκεται. Δεν μεταμορφώνει με θέωση παρά εκείνη που το θέλει». Η αγωνία που μπορεί ο άνθρωπος να αισθανθεί, προέρχεται από το αυθαίρετο που είναι πάντα δυνατό και που την παραμονεύει, γιατί μπορεί ν’ αρνηθεί τη ζωή, να πει όχι στην ύπαρξη. Ο άνθρωπος κρέμεται την κάθε στιγμή ανάμεσα στο ον της προσωπικότητάς του και την επιστροφή στο μηδέν απ’ όπου έχει προέλθει, βρίσκεται ανάμεσα στην «κένωση» και στην «πλήρωση»· είναι ο μεγάλος και ευγενής κίνδυνος κάθε ύπαρξης, και υπέρτατη τάση της ελπίδας. «Η θεία ισχύς είναι ικανή να εφευρίσκει μιαν ελπίδα εκεί όπου δεν υπάρχει πια ελπίδα και ένα δρόμο μέσα στο αδύνατο» (Αγ. Γρηγόριος Νύσσης). Το αδύνατο είναι αυτή η τάση μεταξύ του normatif και του ξεπεσμένου πραγματικού.

Η ελευθερία δεν εφευρίσκει τις αξίες, αλλά αυτές λαβαίνουν ζωή, ενσαρκώνονται με την προσωπική ανακάλυψη αυτών των ίδιων αξιών. Υποκειμενικά, αυτή η ανακάλυψη είναι πάντα εφευρετική, γιατί είναι η δημιουργία της σχέσης μου με τις αξίες, σχέση μοναδική, που δεν έχει ποτέ υπάρξει πριν, και κατ’ αυτή την έννοια μπορεί κανείς να πει ότι ο άνθρωπος είναι αυτό που γίνεται.

Η σοφία του Θεού υπάρχει πριν από την ύπαρξη του ανθρώπου, και κάθε άνθρωπος φέρει μέσα του μιαν «εικόνα οδηγητική», την ίδια του σοφία, είναι ένα ζωντανό σχέδιο του Θεού. Πρέπει να το αποσαφηνίσει αυτός ο ίδιος και ελεύθερα να κατακτήσει το ίδιο του νόημα, να οικοδομήσει τον προορισμό του. Έτσι, ύπαρξη είναι η τάση ν’ ανακαλύψεις και να ζήσεις την ίδια σου αλήθεια. «Δε γνωρίζω την αλήθεια παρά όταν γίνεται ζωή μέσα μου» έλεγε ο Κierkegaard. Δεν υπάρχει καμμιά τελείωση στατική, ούτε καμμιά επανάληψη δυνατή μέσα στη ζωή• για ν’ ακριβολογήσει κανείς, δεν υπάρχει προηγούμενο, αλλά μια αιώνια αρχή των πράξεων που είναι πάντοτε μοναδικές — «ποτέ δυο φορές » — γιατί είναι δικές μου. Κάθε πρωί της ανθρώπινης ζωής υψώνεται όπως το πρωί της δημιουργίας του κόσμου —ένα καθαρό θείο σχέδιο— και η πιστότητα που φέρω εντός μου, με οδηγεί σε κάθε στιγμή προς μια νέα άνοιξη, προς το απόλυτα επιθυμητό και παρθένο.

Η σχέση με το υπερβατικό δεν εκφράζεται με τους όρους μιας «ετερονομίας» του Κant, γιατί ακριβώς δεν υπάρχει κανένα έτερο μέσα στη «θεονομία». Να εξαρτάται κανείς από το Θεό, σημαίνει να λαβαίνει την αποκάλυψη της εσωτερικότητάς του, να συνειδητοποιεί ότι μέσα του κατοικεί ο Λόγος: «Δε σας ονομάζω πια υπηρέτες, σας ονομάζω φίλους».

Αντίθετα, κάθε αυτονομία «περικλείνει» τον άνθρωπο που κλείνεται στον εαυτό του. Μέσα στην άσκηση, ο άγιος Αντώνιος ορίζει ακριβώς τις τρείς θελήσεις που αντιπαρίστανται μέσα στον άνθρωπο· εκείνη του Θεού, σωτήρια και ενεργούσα εσωτερικά που είναι η θεονομία στην οποία ο άνθρωπος συγκατατίθεται ελεύθερα με τέλεια συνεργία, κάνοντάς τη δική του. Εκείνη του ανθρώπου που, χωρίς να είναι πλασμένη αμαρτωλή, είναι άστατη και προβληματική, και εκφράζεται ως αυτονομία· και τέλος, η δαιμονική θέληση, ξένη από τον άνθρωπο, που είναι η ετερονομία.

Αν η ελευθερία δεν είναι παρά μια καθαρή υποταγή στη θεία ενέργεια και καταλήγει στο να την αναπαράγει, να την αντιγράφει, στη περίπτωση αυτή, το να είναι κανείς ελευθερωμένος κατ’ εικόνα της θείας ελευθερίας, δε σημαίνει πια τίποτε. Λοιπόν, όπως λέει ο άγιος Μάξιμος, «ο άνθρωπος γεννήθηκε κατά τη θέλησή του από το Πνεύμα και μπορούσε να κινηθεί αυτός ο ίδιος», εξ ιδίων. Πάνω από την ηθική των δούλων και των μισθοφόρων, το Ευαγγέλιο θέτει την ηθική των φίλων του Θεού.

Το χριστολογικό δόγμα της ενότητας των δύο φύσεων του Χριστού προσδιορίζεται στο δόγμα της ενότητας των δύο βουλήσεων και απαιτεί το συμπέρασμά του, την ενότητα δυό ελευθεριών. Πρέπει ν’ αποφύγει κανείς κάθε σύγχυση μεταξύ του ψυχολογικού όρου της βούλησης και του μεταφυσικού όρου της ελευθερίας.


Η ελευθερία είναι το μεταφυσικό θεμέλιο της βούλησης. Η βούληση είναι ακόμα δεμένη με τη φύση, είναι υποταγμένη στις ανάγκες και στους άμεσους σκοπούς της. Η ελευθερία εξαρτάται από το πνεύμα, από το πρόσωπο. Όταν κορυφώνεται, τότε το πρόσωπο δεν επιθυμεί ελεύθερα παρά την αλήθεια και το καλό. Μέσα στο μελλοντικό πλήρωμα, κατ’ εικόνα της θείας ελευθερίας, σ’ αυτό που θα επιθυμεί, θ’ αντιστοιχούν το καλό και η αλήθεια· είναι το υπέρτατο νόημα που σκοπεύει η παράδοξη ταύτιση στον Κierkegaard, της υποκειμενικότητας με την αλήθεια, και το οποίο αποδεικνύει ότι η αλήθεια είναι η πράξη της ελευθερίας.

Είναι ακριβώς όταν η ελευθερία μας τίθεται μέσα στο έργο του Θεού που δεν παύει ποτέ να είναι η αληθινή ελευθερία. Το «γενηθήτω» της Παναγίας δεν προέρχεται από την υποταγή μονάχα της βούλησής της, αλλά εκφράζει την τελική ελευθερία του όντος της. Προς αυτή την ενέργεια έτεινε, κατά την παράδοση, όλη η προηγούμενη ζωή της στο ναό, «επισκιασμένη από το Πνεύμα», στη σκιά επίσης της φλογερής προσμονής που εκφράζεται τόσο καλά από τους αγιογράφους του Ευαγγελισμού, που δείχνουν, όχι ένα ον κατειλημμένο και έκπληκτο από το απροσδόκητο, αλλά ένα ον στον κολοφώνα της στιγμής που επί τέλους εκδηλώνεται: ο άγγελος που αναγγέλλει κι η Παρθένος που ακούει, αποτελούν σύνολο της ίδιας συμφωνικής τονικότητας. Είναι η ιστορία του κόσμου συνοπτικά, η θεολογία με μια μόνη λέξη· η μοίρα του κόσμου και του Θεού αυτού του ίδιου, παράμενε κρεμασμένη από το ελεύθερο ανάβλυσμα.

Πάντοτε η Παρθένος —και σε τούτο δω, είναι ολικά αφιερωμένη, άγια και αγνή— δεν επιθυμεί και δε θέτει ως περιεχόμενο της ελευθερίας της παρά αυτό που θα ξεκινήσει από το γενηθήτω της, τη γέννηση του Θεού. Ακόμα και ο Θεός δεν εφευρίσκει την αλήθεια, αλλά τη σκέφτεται αιώνια και μετά την «λέει, και τούτο γίνεται». Η ελευθερία του ανθρώπου κατ’ εικόνα του Θεού είναι ν’ αναπαραγάγει αυτή την ίδια την ανάβλυση της αλήθειας που προϋπάρχει του ανθρώπου.

Ο Χριστός με την ενσάρκωσή του, μας επέτρεψε όχι να μιμηθούμε, αλλά να ξαναζήσουμε τη ζωή του, να συμμορφωθούμε με την ουσία του, αυτό ακριβώς που μας διδάσκουν τα μυστήρια και ο λειτουργικός κύκλος. «Ο Θεός δεν είναι μια ιδέα που αποδεικνύει κανείς, είναι ένα ον εν σχέσει με το οποίο ζει κανείς … το να ζητήσεις αποδείξεις είναι βλασφημία, και να καταστήσεις τον Χριστιανισμό αληθοφανή… είναι η καταστροφή του Χριστιανισμού» (Κierkegaard). Πρέπει να εκλέξει κανείς ανάμεσα στο να ζει και στο να υπάρχει, κατά την πιο έντονη έννοια αυτής της δεύτερης λέξης, και πρέπει να τοποθετήσει κανείς τον προορισμό του μέσα στη διαλεκτική του «δεύτερου προσώπου», του θείου Εσύ. Η πίστη δεν είναι ποτέ απλή συναίνεση διανοητική, ούτε υποταγή απλά και μόνο, αλλά πιστότητα του προσώπου στο Πρόσωπο. Είναι οι σχέσεις του γάμου και του επιθαλάμιού του: η Βίβλος ανατρέχει σ’ αυτό κάθε φορά που πρόκειται για τις σχέσεις του Θεού με τον άνθρωπο.

Λέγοντας το «γενηθήτω», ταυτίζομαι με το αγαπημένο πρόσωπο. Η θεία βούληση αναβλύζει από την ίδια μου βούληση, γίνεται δική μου:«Ζω δε ουκέτι εγώ, ζη δε εν εμοί Χριστός» (Γαλ. 2,20). Ο Θεός ζητά από τον άνθρωπο την εκπλήρωση της θέλησης του Πατρός, σαν να ήταν η ίδια του θέληση. Τέτοιο είναι το νόημα του «Έσεσθε ουν υμείς τέλειοι, ώσπερ ο πατήρ υμών ο εν τοις ουρανοίς τέλειος έστι» (Ματθ. 5, 48).

Όπως ο Υιός γεννήθηκε και γεννιέται αιώνια, έτσι και ο άνθρωπος που διάλεξε την αλήθεια γεννιέται από αυτή και την εκλέγει αιώνια, και κάθε φορά την ξαναζεί. Το μόνο που μια ελευθερία μπορεί αληθινά να γυρέψει και να επιθυμήσει, είναι να περιέχει το αχώρητο, κάτι τι το απόλυτα «παράλογο», χωρίς βάση εδώ, μέσα σ’ αυτό τον κόσμο, και γι’ αυτό, απόλυτα λογικό. Ακριβώς όπως, απόλυτα «χωρίς λόγο», «ο Θεός μας αγάπησε πρώτος» και έτσι, μας έχει κιόλας κάνει να διαισθανθούμε κάτι από τη θεία του ελευθερία. Μέσα στην αγάπη του, ο Θεός μας αγαπά δωρεάν, χωρίς καμμιάν αξίωση· η αγάπη του είναι κιόλας ένα δώρο που εμπνέει την ελευθερία της ίδιας μας απάντησης.

Η σοφία του Θεού, μέσα στις ιλιγγιώδεις της συλλήψεις, μέσα στις τέρψεις της του «θείου παιγνιδιού» (Παρ. 8, 31) με τα παιδιά του ανθρώπου, δε μπορεί να φανταστεί παρά τα όντα της «φυλής» Του, θεούς: «ο Θεός δεν ενώνεται παρά με θεούς», λέει ο άγιος Συμεών. Τούτοι εδώ λαβαίνουν τα πάντα από τον Θεό, και μάλιστα περισσότερα· μέσα στην πραγματικότητα του προσώπου τους, έλαβαν για δώρο κάτι δικό τους, κάτι που δεν προέρχεται παρ’ από την ελεύθερη κίνηση της καρδιάς τους· αυτή η ελευθερία μονάχα ντύνει τον άνθρωπο με το ένδυμα του συμποσίου, των θείων γάμων. Ο άγιος Γρηγόριος ο Ναζιανζηνός, στο κατακόρυφο της έκπληξης, αναφωνεί: «ο άνθρωπος είναι ένα παιγνίδι του Θεού».

Η ελευθερία παράγει τους ίδιους της λόγους αντί να τους αποδέχεται. 


Διακηρύσσει: «Γενηθήτω το θέλημά Σου» (Για τον άγιο Μάξιμο, είναι η κορυφή της ελευθερίας, είναι εδώ που είναι καθαρή, και απλή, και ολική). Και είναι, γιατί μπορούσαμε επίσης να πούμε: «Να μη γίνει το θέλημά Σου». Οι δυό ελευθερίες συμφωνούν: Δεν υπάρχει παρά «ναι», στο Θεό, κατά τον Απόστολο Παύλο (Β’ Κορινθ. 1, 20), πράγμα που εξηγεί θαυμάσια το κείμενο του Ματθ. 18, 19: «Εάν δύο υμών συμφωνήσωσιν επί της γης»… και δε μπορεί κανείς να ενωθεί αληθινά παρά μέσα στη βούληση του Θεού, υπέρβαση κάθε περιορισμού και ανάβλυση της εντελώς καινούργιας ευχαριστιακής πραγματικότητας του Σώματος, της οποίας η προσευχή είναι η άμεση έκφραση. Αλλά πρέπει αυτό το «ναι» να γεννηθεί στη μυστική πηγή του όντος μας, και είναι ο λόγος που εκείνη που το προφέρει για όλους, είναι μια Παρθένα, Μητέρα των ζώντων, Ζωοδόχος Πηγή.

Εννοεί κανείς τώρα γιατί ο Θεός δε δίνει διαταγές, αλλά στέλνει προσκλήσεις, κλήσεις: «Άκουε, Ισραήλ !». Στα διατάγματα των τυράννων απαντά με υπόκωφη αντίσταση· στην πρόσκληση του Κυρίου του συμποσίου, η χαρούμενη αποδοχή «εκείνου που έχει ώτα». Ο εκλεκτός είναι κείνος που δέχεται την πρόσκληση, που κλείνει το χέρι του πάνω στο δώρο που έλαβε. «Θα έλθουν με φωνές χαράς πάνω στο ύψωμα της Σιών, θα συρρεύσουν προς τα στάρια, προς το καινούργιο κρασί, η ψυχή τους θα είναι σαν ένας ποτισμένος κήπος» (Ιερ. 31, 12).

Μέσα στα «χωμάτινα αγγεία», ο Θεός κατέθεσε την ελευθερία του, την εικόνα του Δημιουργού, και έρχεται να κοιταχτεί εκεί. Ο άνθρωπος ζει μέσα στο χρόνο, και ο χρόνος δημιουργήθηκε μαζί του, γιατί ακριβώς, δεν είναι ένα τελειωμένο ον, η δημιουργία του προβλέπει ένα περιθώριο όπου καλείται να ολοκληρωθεί, να αυτοδημιουργηθεί, να εφεύρει τον εαυτό του κατ’ εικόνα του Υπάρχοντος. «Θεού γαρ εσμέν συνεργοί» (Α’ Κορ. 3, 9), συλλειτουργοί μέσα στην ίδια Λειτουργία, μέσα στην ίδια θεουργία. Και αν η αποτυχία είναι δυνατή, και αν η υπόθεση του Αντίθετου υπονοείται μέσα στη δημιουργική πράξη του Θεού, είναι γιατί η ελευθερία των «θεών», η ελεύθερη αγάπη τους αποτελεί την ουσία του ανθρώπινου προσώπου: «Σε αγάπησα μ’ αιώνια αγάπη, παρθένα του Ισραήλ» (Ιερ. 31, 1)· «Να είστε γόνιμοι, πολλαπλασιάζεστε, καρποφορείτε». Πρέπει ν’ ακούσει κανείς την κλήση και να διακρίνει εκεί το πιο πλατύ νόημα: το ανάβλυσμα του καινούργιου πλάσματος, από τις πηγές της αγιότητας.

Το ανθρώπινο πρόσωπο, μέσα στην οριζόντιά του διάσταση, είναι ικανό να περιέχει το ανθρώπινο όλον· και μέσα σ’ αυτό το άνοιγμα είναι αληθινά πρόσωπο. Αλλά το θεμέλιό του το υποστασιακό είναι μέσα στην κάθετη διάσταση, μέσα στη θεανδρική του οικοδομή. «Ίνα μορφωθή εντός υμών ο Χριστός», και είναι μέσα σ’ αυτή την ολοκαίνουργια πραγματικότητα αυτού του ίδιου που ο άνθρωπος «αυξάνει ως την ηλικία του Χριστού». Το θέμα της ελευθερίας, και κάθε μορφής της γνώσης, δεν είναι λοιπόν ποτέ ο άνθρωπος μονάχα, αλλά ο άνθρωπος μέλος του Σώματος του Χριστού, πράγμα που αποδεικνύει με σαφήνεια ότι η φύση της ανθρώπινης συνείδησης δεν είναι ποτέ ατομική, σχηματικά απομονωμένη, αλλά συλλογική, και «θεανδρική». Αυτή η τελευταία έκφραση ανήκει στον Ψευδοδιονύσιο: «η θεανδρική ενέργεια » εν Χριστώ είναι αυτή η ενότητα δυο θελήσεων και δυο ελευθεριών μέσα σε μια μόνη ενέργεια, μοναδική στην ενότητα, χωρίς να εξασθενήσει καθόλου την αυτονομία του καθενός.

Η λατινική λέξη persona, όμοια όπως το ελληνικό πρόσωπο, σημαίνει αρχικά «προσωπίδα». Αυτός ο όρος, από μόνος του, περιέχει μια βαθιά φιλοσοφία του ανθρώπινου προσώπου. Διδάσκει την ανυπαρξία μιας αυτόνομης ανθρώπινης τάξης, γιατί το να υπάρχει κανείς, είναι το να συμμετέχει στο ον ή στο μηδέν. Μέσα στη συμμετοχή, ο άνθρωπος πραγματοποιεί την εικόνα του Θεού, ή το δαιμονιακό μορφασμό ενός πιθήκου του Θεού. Ο άνθρωπος δεν έχει πρόσωπο απλά ανθρώπινο. 

Μέσα στην ενσάρκωση, ο Θεός δεν είναι πια μονάχα Θεός, είναι Θεάνθρωπος. Αλλά αυτό ενεργεί προς δυο κατευθύνσεις· ο άνθρωπος επίσης δεν είναι μονάχα πια άνθρωπος, αλλά ένα ον θεανδρικό ή δαιμονιακό. Ο άγιος Γρηγόριος Νύσσης το λέει καθαρά: «Η ανθρωπότητα συντίθεται από ανθρώπους με πρόσωπα αγγέλου και από ανθρώπους που φέρουν την προσωπίδα του ζώου».

Ένας πνευματικός «δεν παύει να προσθέτη μέχρι τέλους τής ζωής του μια φωτιά στη φωτιά», ο άνθρωπος μπορεί ν’ αναζωπυρώσει τη φλόγα της αγάπης ή τη γέεννα του πυρός, μπορεί να μεταποιήσει το «ναι» του σε άπειρη ένωση· μπορεί επίσης με το «όχι» του να σπάσει το ον του σε δαιμονικές διαιρέσεις.

Η καρδιά που φέρει το «θεολογικό αίνιγμα», τη σχέση μεταξύ του προσώπου και της φύσης, η υποστασιακή ελευθερία, με δυό λόγια το σύμπλεγμα «άνθρωπος» οδηγεί στη κεντρική έννοια της ανθρωπολογίας: «Κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωσιν του Θεού ».

Απόδοση: Λουκίας Ι. Μεταξά («Χριστιανικό Συμπόσιο» τ. Α', εκδ. Βιβλιοπωλείον της “Εστίας” σ. 196-198) (πηγή)

*Φώτο: Pink Floyd - Tree of Half Life 
 

Άνω τελεία

Να ήμασταν βαγόνια σ' άλλο τρένο‧
Να μη σε δω ποτέ ξανά μπροστά μου.
Να μέτραγα σωστά τα βήματα μου‧
Να πέρναγες ξυστά και να μην τρέμω.

Άμα έμπαινε έτσι απλά μια τελεία
Όλα θα 'χανε σωθεί.

Να έφευγα για πάντα στο Παρίσι‧
Να μην έπεφτα πάνω σου τυχαία.
Να μην ήσουν η μόνη προκυμαία‧
Που θέλω το ταξίδι μου να κλείσει.

Μια κλασική, τυπική, άκακη τελεία
Σαν αλλαγή, σα σιωπή, σαν αυτοκτονία.

Ίδιο το τρένο, ίδια η πορεία
Είναι άλλο η πράξη κι η θεωρία.
Θα περνάω ξυστά δίπλα σου να τρέμεις.

Τί στην Αθήνα; Τί στο Παρίσι;
Δεν αρκεί πια το πλήθος να μας χωρίσει.
Και στην άκρη της γης θα με πετυχαίνεις.

Άμα έμπαινε έτσι απλά μια τελεία
Όλα θα 'χανε σωθεί...

Νατάσσα Μποφίλιου, Στάμος Σέμσης - Ανω Τελεία 





Πηγή

Γυάλινη χαρά

Έρχεται ώρα που φουσκώνω απ΄τα ψέμματα 
λέω να φύγω να γλιτώσω τα παιδέματα, 
κι όμως κάτι με κρατάει, κάνω υπομονή
η ζωή μου είναι φουρτούνα σε χάρτινο νησί,
πάρε δρόμο απ την καρδιά μου γυάλινη χαρά, 
το γυαλιστερό σου δώρο όταν σπάει πονά,
με κερνάς με χίλια ζόρια στην ανάγκη αυτή 
σημαδεύεις τα χαρτιά σου κάλπικη στιγμή,
ο καθένας λογαριάζει για την πάρτη του
είν' ο κόσμος όλος δικός του μες στο μάτι του
σε κοιτάζει και σου κλέβει ότι αγαπάς,
είν η ζήλια του η μεγάλη και ο κακός φονιάς,
πάρε δρόμο απ την καρδιά μου γυάλινη χαρά,
το γυαλιστερό σου δώρο όταν σπάει πονά,
με κερνάς με χίλια ζόρια στην ανάγκη αυτή,
σημαδεύεις τα χαρτιά σου κάλπικη στιγμή.
Έρχεται η ώρα που φουντώνω απ' τα ψέμματα
ταξιδεύω σ άλλο δρόμο μ άλλα ρεύματα
Στην αλήθεια σου φυλάξου μην παρεκτραπείς
στο αληθινό σου ψέμα μέσα θα καείς
θα πονάς και θα υποφέρεις μέσα στην ζωή
θα σαι πάντα ένα τραγούδι σε άσχημη στιγμή
                            

Τι ξέρεις για τα όνειρα

Στίχοι: Μάνος Ελευθερίου
Μουσική: Γιώργος Καζαντζης
Ερμηνεια: Φωτεινή Βελεσιώτου
Δίσκος: "Τα παιδιά της άλλης όχθης" (11/2011)

Τι ξέρεις για τα όνειρα που μοιάζουν με βαγόνια
σε σκουριασμένες κι άχρηστες μες τη βροχή γραμμές.
Τι ξέρεις για τα κύματα που είναι χαμένα χρόνια
και ποιοι μ'αποχαιρέτισαν και ζουν στις ερμημιές.

Τι ξέρεις για τα όνειρα και πίκρα τι σημαίνει,
γι'αυτά που διάλεξε κανείς και το 'χει μυστικό.
Και λες πως ζει στον ουρανό με μια φωτιά σβησμένη
ώσπου να γίνει κάποτε στη γη βεγγαλικό.

Τι ξέρεις για τα όνειρα κάποιων απλών ανθρώπων,
που όλα πια τ'αρνήθηκαν και ζουν μες στη σιωπή.
Πως έμαθες το μυστικό και δε μου λες τον τρόπο
για τη μοιραία κίνηση και την ανατροπή
               

Πιστεύω με τον τρόπο μου!



Ὅλες οἱ στατιστικὲς καὶ οἱ ἔρευνες, ποὺ γίνονται κατὰ καιρούς, φίλοι, τὸ λένε καθαρὰ καὶ ξάστερα, πώς οἱ νέοι στὸ σύνολό τους (πάνω ἀπὸ 90%) πιστεύουν στὸν Θεό, ὅμως δὲν ἐκκλησιάζονται, δὲν προσεύχονται, δὲν ἀκολουθοῦν τὴν πνευματικὴ ζωή. Δηλαδὴ τοὺς λείπει σαφῶς ἡ πρακτική!
Οἱ δικαιολογίες εἶναι πολλές. Οἱ κληρικοί, δὲν κατανοοῦν αὐτὰ πού γίνονται και λέγονται στὴν Ἐκκλησία, δὲν μποροῦν νὰ σηκωθοῦν τὸ πρωί, τέτοια…

Δὲν θὰ ἀσχοληθοῦμε μὲ τὶς δικαιολογίες, γιατί δὲν τὶς θεωρούμε σοβαρές! Ὄχι γιατί ὅλα ὅσα λένε λίγο ἢ πολὺ δὲν ὑφίστανται. Ἀλλὰ νά, ὑπάρχουν καὶ οἱ καλοὶ κληρικοὶ (ὅπως καὶ οἱ καλοὶ γιατροὶ ἢ οἱ καλοὶ καθηγητὲς, ποὺ πάντα ψάχνουμε καὶ βρίσκουμε), γιὰ νὰ κατανοήσουμε πρέπει νὰ ἀσχοληθοῦμε κιόλας (ὅπως κάνουμε καὶ μὲ τόσα ἄλλα στὴ ζωὴ μας ὅπως τὰ μαθήματα τοῦ σχολείου μας, τοὺς ὑπολογιστές, ἀλλὰ καὶ τὰ βιντεοπαιχνίδια καὶ τόσα ἄλλα) καὶ δὲν εἶναι θέμα ὥρας (πῶς σηκωνόμαστε τὸ πρωὶ γιὰ τὸ σχολεῖο, πῶς πηγαίνουμε ὅλη τὴ νύχτα στὶς διασκεδάσεις καὶ ποτὲ σὲ μιὰ ἀγρυπνία, πού τελειώνει λίγο μετὰ τὰ μεσάνυχτα;).

Αὐτὸ ποὺ θέλουμε νὰ δοῦμε σὲ βάθος εἶναι ἡ αἰτία. Καὶ ἡ αἰτία βρίσκεται σαφῶς σʼ ἐκεῖνο ποὺ λέμε: «Πιστεύω μὲ τὸν τρόπο μου»!

Πού σημαίνει ὅτι ὁ καθένας μας, ἀφοῦ δὲν μπορεῖ μὲ τίποτα νὰ ἀποφύγει τὴν ἔμφυτη πίστη στο Θεό (πολύ σωστά εἶπαν ὅτι ἄθεοι δὲν ὑπάρχουν, μονάχα εἰδωλολάτρες ὑπάρχουν), τότε ἐφευρίσκει μιὰ προσωπική θρησκεία. Μιὰ θρη-σκεία ποὺ δὲν τὸν ἐνοχλεῖ καθόλου, μιὰ θρησκεία ποὺ τοῦ κολακεύει ὅλα του τὰ πάθη καὶ τὶς ἀδυναμίες, μιὰ θρησκεία δική του, ποὺ τὸν βολεύει ἀπολύτως!

Πρόκειται γιὰ μιὰ κατάσταση πού θυμίζει τὸν...Ἄιχμαν, ἐκεῖνο τὸν ἐγκληματία πολέμου τῶν Ναζί, ὁ ὁποῖος ἔλεγε πώς… πίστευε στο Θεό! Ποιὸν Θεό ὅμως; Ἐκεῖνον «πού δὲν κατέκρινε τὴν ἁμαρτία και δὲν καταδίκαζε κανένα», ὅπως ἔλεγε! Ἔτσι τὰ εἶχε καλά μὲ τὴ φυσικὴ ροπὴ ποὺ ὡς ἄνθρωπος εἶχε νὰ πιστεύει στο Θεό, ἕνα «θεὸ» ὅμως ποὺ δὲν θὰ τοῦ δημιουργούσε  πρόβλημα στὰ τόσα καὶ συνάμα φοβερά ἐγκλήματά του!
Ὁπότε ἔτσι «βόλευε», ὅπως πίστευε, και τὴ συνείδησή του!

Ἔτσι, ὅμως, μιλάμε τελικά γιὰ ἕνα Θεό ἢ μιὰ πίστη ἢ μιὰ θρησκεία τοῦ… βολέματος! Τῶν συμφερόντων μας καθαρά! Ποὺ δὲν χρειάζεται νὰ μετανοήσεις γιὰ τίποτα, οὔτε καὶ νʼ ἀγωνιστεῖς γιὰ κάτι, πού δὲν ἀπαιτεῖ νʼ ἀποκαταστήσεις τὶς ἀδικίες καὶ τὰ ἐγκλήματα ποὺ ἔκανες, πού δὲν ζητᾶ νʼ ἀπαρνηθεῖς τὰ πάθη καὶ τὶς ὅποιες ἁμαρτωλές σου συνήθειες, νʼ ἀπορρίψεις τὶς λανθασμένες σου ἀπόψεις καὶ θεωρήσεις, νὰ ὑπερβεῖς τὸν ἁμαρτωλὸ ἑαυτό σου και νὰ τὸν ἀλλάξεις και νὰ τὸν κάνεις ὅπως τὸν θέλει ὁ Θεός, δηλαδή Ἅγιο.
Ἡ κατάσταση αὐτὴ μᾶς θυμίζει δύο γεγονότα τοῦ Εὐαγγελίου.

1. Τὸ ἕνα εἶναι μὲ τὴ Σαμαρείτιδα,τὴν μετέπειτα Ἁγία Φωτεινή. Ἀφοῦ συνομίλησε μὲ τὸν Χριστό και πείστηκε ὅτι πράγματι Αὐτὸς εἶναι ὁ ἀναμενόμενος Μεσσίας, δὲν τὴν κράτησε αὐτὴ τὴν ἀποκάλυψη καὶ τὴν πίστη της μονάχα γιὰ τὸν ἑαυτότης, ἀλλὰ ἔτρεξε νὰ τὸ πεῖ καὶ στοὺς συμπατριῶτες της. Κι ἐκεῖνοι ἔτρεξαν ἀμέσως κοντά Του σύσσωμοι (ἆραγε δὲν εἶχαν δουλειές, προβλήματα, ὧρες κατάλληλες και μη;). Κι ὅταν μὲ τὴν ὅλη ἐπικοινωνία, πού εἶχαν μαζί Του, πείστηκαν πώς πράγματι Αὐτὸς εἶναι ὁ ἀναμενόμενος Μεσσίας, τί ἔκαναν; Τὸν παρακάλεσαν νὰ μείνει μαζί τους.Κι Ἐκεῖνος δέχθηκε κι ἔμεινε μαζί τους δύο ἡμέρες (βλ. Ἰω. 4, 40).

2. Τὸ ἄλλο εἶναι μὲ τὸν δαιμονισμένο τῶν Γαδαρηνῶν. Ἐκεῖνο τὸν τραγικὸ ἄνθρωπο ποὺ ὑπέφερε ἀπʼ τὴ «λεγεώνα» τῶν δαιμόνων, ποὺ εἶχαν κατασκηνώσει στὴν ψυχή του! Ὅταν τὸν θεράπευσε ὁ Χριστός διώχνοντας τους ἀπʼ αὐτὸν καὶ στέλνοντάς τους στὴν ἀγέλη τῶν χοίρων, τι ἔκαναν οἱ συμπατριώτες του; Παρακαλούσαν τὸν Χριστό «ἀπελθεῖν ἀπʼ αὐτῶν»! Νὰ φύγει ἀπʼ αὐτούς! Ἂν κι ἔβλεπαν κατάπληκτοι τό θαῦμα, ἂν και θὰ ἡσύχαζαν πλέον ἀπʼ τὸν ταλαίπωρο ἐκεῖνο δαιμονισμένο συμπατριώτη τους, ὡστόσο δὲν ἤθελαν νὰ μείνει μαζί τους ὁ Χριστός!

Ἆραγε γιὰ ποιὸ λόγο ἦταν ὁ Χριστὸς ἀνεπιθύμητο πρόσωπο γιʼ αὐτούς; Διότι ἔβλαψε καίρια τα συμ φέροντά τους! Ὁ Νόμος τότε ἀπαγόρευε νὰ τρώγουν οἱ ἄνθρωποι τὸ χοιρινό κρέας κι ἐκεῖνοι περιφρονώντας τὸν, εἶχαν ὁλόκληρα
κοπάδια ἀπό χοίρους! Κι ἐπειδὴ θὰ ἔκαναν κι ἄλλες τέτοιες παραβάσεις τοῦ Νόμου τοῦ Θεού, φοβήθηκαν ὅτι θὰ εἶχαν πολλὲς τέτοιες «ἀπώλειες»! Ὁπότε πού κατέληξαν; Ὄχι στο νὰ μετανοήσουν, νὰ ἀλλάξουν ζωή, νὰ ζητήσουν συγγνώμη ἀπʼ τὸν Θεὸ καὶ νὰ συμμορφωθοῦν μὲ τὸ Νόμο Του, ἀλλὰ στὸ νὰ φύγει ὁ Χριστός ἀπὸ κοντά τους!
Τὸ ἴδιο δὲν κάνουμε κι ἐμεῖς; Τὸν ἀναγνωρίζουμε ὡς Θεὸ – και οἱ Γαδαρηνοὶ δὲν τὸ ἀμφισβήτησαν ποτέ αὐτὸ ἀφοῦ εἶχαν μείνει κατάπληκτοι ἀπʼ ὅσα εἶδαν – ἀλλὰ δὲν Τὸν θέλουμε κοντά μας, γιὰ νὰ μὴ βλαφτούν τὰ… συμφέροντά μας!
Καὶ ποιὰ εἶναι αὐτά; Μὰ ἡ φιληδονία μας, οἱ ἁμαρτωλές μας συνήθειες καὶ ἀγάπες, τὰ πάθη μας, τὸ ξεστράτισμά μας ἀπʼ τὸν Νόμο τοῦ Θεού!
Πόσο διαφορετικές εἶναι οἱ δύο αὐτὲς περιπτώσεις! Οἱ μὲν Τὸν παρακαλοῦσαν νὰ μείνει καὶ οἱ ἄλλοι νὰ φύγει! Ἀκριβῶς στο σημεῖο αὐτὸ βρίσκεται τὸ ὅλο πρόβλημα και τῆς δικής μας ἐποχῆς και τῶν σημερινών νέων και ὅποιων ἄλλων θέλετε.
Στο πόση διάθεση ἔχουμε νὰ (ξε)φύγουμε ἀπʼ τὸν ἀπρόσωπο Θεὸ (ποὺ δὲν ἔχει καὶ πολὺ μεγάλη διαφορὰ ἀπʼ «Τῷ ἀγνώστω Θεό» τῶν ἀρχαίων Ἀθηναίων) καὶ νὰ καταλήξουμε στον προσωπικό Θεὸ προσαρμόζοντας τὰ πάντα στη ζωή μας, σύμφωνα μὲ τὸ δικό Του θέλημα και τὸν νόμο Του κι ὄχι μὲ τὸ δικό μας!
Τί θὰ πεῖ εἶμαι Χριστιανός, ἀλλὰ δὲν πηγαίνω στην Ἐκκλησία; Εἶναι σὰν αὐτὸν πού λέει πὼς εἶναι πιανίστας, ἀλλὰ δὲν παίζει μὲ τὸ πιάνο! Ἢ εἶναι ἀθλητής, ἀλλὰ δὲν πηγαίνει ποτέ στο στίβο! Ἢ εἶναι ὀπαδὸςτῆς τάδε ὁμάδας, ἀλλὰ δὲν θέλει οὔτε νʼ ἀκούει, οὔτε νὰ βλέπει, οὔτε και νὰ διαβάζει κάτι γιʼ αὐτήν!
Δηλαδή ἀπουσιάζει ἀπολύτως ἡ πρακτική.
Ἀλλʼ αὐτὴ ἡ δήλωση δὲν δείχνει σαφῶς ὅτι αὐτὸς δὲν εἶναι πιανίστας, οὔτε ὁ ἄλλος ἀθλητής, οὔτε και ὁ τρίτος «φίλαθλος»; Ἔτσι κι αὐτὸς πού τὰ λέει αὐτὰ σαφώς δὲν εἶναι Χριστιανός!
Λοιπόν, δὲν μπορεί νὰ πιστεύει κανεὶς μὲ… τὸν τρόπο του! Καλύτερα νὰ λέει πὼς μὲ κανένα τρόπο δὲν θέλει νὰ πιστεύει! Εἶναι πιὸ καθαρό, κι ἂν θέλετε, πιὸ ἔντιμο αὐτό!
Μόνο πού στην περίπτωση τῶν Γαδαρηνῶν, ὑπάρχει και κάτι ἄλλο…
Ὁ δαιμονισμένος ἄνθρωπος ποὺ ἔγινε καλά παρακαλοῦσε τὸν Χριστὸ νὰ δεχθεί νὰ Τὸν ἀκολουθήσει. Ὁ Χριστὸς ὅμως δὲν τοῦ τὸ ἐπέτρεψε αὐτό, ἀλλὰ τοῦ εἶπε νὰ ἐπιστρέψει στὸ σπίτι του καὶ νὰ διηγεῖται ὅσα τοῦ ἔκανε ὁ Θεός. Κι ἐκεῖνος ὄχι μόνο πῆγε στο σπίτι του, ἀλλὰ και γύριζε ὅλη τὴν πόλη κηρύσσοντας ὅσα θαυμάσια τοῦ ἔκανε ὁ Χριστός (Λουκ. η΄ 26-39).
Ἔτσι θὰ ὑπάρχουν πάντα κι ἐκεῖνοι, δίπλα μας κι ἀνάμεσά μας, ποὺ δὲν θὰ μᾶς ἀφήνουν νὰ ἡσυχάζουμε διηγούμενοι ὅσα θαυμάσια κάνει και στη δική τους τὴ ζωὴ ὁ Χριστός, αὐξάνοντας ἔτσι τὶς τύψεις σὲ ὅλους ἐμᾶς πού θέλουμε νὰ πιστεύουμε «μὲ τὸν τρόπο μας», δηλαδή κατὰ τὰ ἁμαρτωλὰ συμφέροντά μας, κι ὄχι ὅπως Ἐκεῖνος ἐπιθυμεῖ…

Ἡ ἱστορία τῆς Ἁγίας Ζώνης καί θαύματα.


Ἡ Ἱστορία τῆς Ἁγίας Ζώνης 

  (Σύγγελης Κωνσταντῖνος)

Στὶς 31 Αὐγούστου θὰ ἑορτάσουμε καὶ φέτος τὴν Κατάθεση τῆς Τιμίας Ζώνης τῆς Θεοτόκου. Ἀποτελεῖ τὸ μοναδικὸ ἱερὸ κειμήλιο ποὺ σχετίζεται μὲ τὸν ἐπίγειο βίο τῆς Θεοτόκου καὶ διασῴζεται μέχρι σήμερα στὴν Ἱερὰ Μονὴ τοῦ Βατοπαιδίου στὸ Ἅγιο Ὅρος, στὸ Περιβόλι τῆς Παναγίας. Ἡ ἴδια ἡ Θεοτόκος τὴν ὕφανε ἀπὸ τρίχες καμήλας.
Οἱ πληροφορίες γιὰ τὸν ἐπίγειο βίο τῆς Θεοτόκου εἶναι λιγοστὲς καὶ προέρχονται ἀπὸ τὴν Καινὴ Διαθήκη καὶ ἀπὸ τὴν παράδοση ποὺ διασώθηκε ἀπὸ τοὺς ἀποστολικοὺς ἀκόμη χρόνους.
Ἡ Θεοτόκος μέχρι τὴν Κοίμησή της παρέμεινε στὰ Ἱεροσόλυμα καὶ ἦταν μέλος τῆς πρώτης Ἐκκλησίας. Τὴ φροντίδα τῆς εἶχε ἀναλάβει ὁ ἀγαπημένος μαθητὴς τοῦ Κυρίου, ὁ Εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης.
Οἱ τελευταῖες στιγμὲς τῆς ἐπίγειας ζωῆς τῆς εἶναι θαυμαστὲς καὶ συγκινητικές. Κοντὰ τῆς βρέθηκαν οἱ Ἀπόστολοι οἱ ὁποῖοι ἔφτασαν ἀπὸ τὰ πέρατα τῆς οἰκουμένης στὰ Ἱεροσόλυμα μὲ τρόπο θαυμαστό, «ἐπὶ νεφελῶν» .
Καὶ τότε, ὁ ἴδιος ὁ Κύριος ἐμφανίστηκε θριαμβευτικὰ «ἐπὶ νεφελῶν», μὲ τὴ συνοδεία πλήθους ἀγγέλων. Ἡ Θεοτόκος προσευχήθηκε στὸν Υἱό της, παρηγόρησε τοὺς Ἀποστόλους καὶ ὑποσχέθηκε ὅτι θὰ εἶναι πάντα κοντὰ στὴν Ἐκκλησία γιὰ νὰ μεσιτεύει στὸν Υἱό της καὶ παρέδωσε τὴν πανάμωμη ψυχή της στὸν Κύριο.
Οἱ Ἀπόστολοι ἐναπόθεσαν τὴν Ἁγία Σορὸ τῆς Θεοτόκου σὲ «καινὸν μνημεῖον» στὴ Γεθσημανή. Ἐκεῖ ἡ Ἁγία Ἑλένη ἀργότερα ἔκτισε τὸ ναὸ τῆς Κοιμήσεως. Τρεῖς μέρες μετὰ τὴν κοίμηση κατέβηκε ὁ Κύριος μὲ τὴ συνοδεία τῶν Ἀρχαγγέλων Μιχαὴλ καὶ Γαβριὴλ καὶ πλήθους ἀγγέλων.
Ὁ Ἀρχάγγελος Μιχαὴλ μὲ ἐντολὴ τοῦ Κυρίου παρέλαβε τὴν Ἁγία Σορὸ τῆς Θεοτόκου καὶ ὅλοι μαζὶ ἀνῆλθαν στοὺς οὐρανούς. Ἡ θαυμαστὴ Μετάσταση τῆς Θεομήτορος εἶχε συντελεστεῖ. Τὸ ἱερὸ Σῶμα τῆς ἐνώθηκε πάλι μὲ τὴν ἁγνὴ ψυχή της.
Ὁ Ἀπόστολος Θωμὰς ἦταν ὁ μόνος ἀπὸ τοὺς Ἀποστόλους ποὺ εἶδε τὴ θαυμαστὴ Μετάσταση τῆς Θεοτόκου. Δὲν εἶχε μπορέσει νὰ παρευρεθεῖ στὴν κηδεία τῆς εὐρισκόμενος στὶς Ἰνδίες. Ἐκεῖ, μετὰ ἀπὸ τρεῖς ἡμέρες, καὶ ἐνῷ τελοῦσε τὴ Θεία Λειτουργία, βρέθηκε στὴ Γεθσημανὴ μὲ θαυμαστὸ τρόπο καὶ εἶδε ὅλα ὅσα συνέβησαν. 
Τότε παρακάλεσε τὴν Παναγία νὰ τοῦ δώσει γιὰ εὐλογία τὴ Ζώνη της. Καὶ ἐκείνη, καθὼς ἀνέβαινε στοὺς οὐρανούς, τοῦ ἔριξε τὸ Ἱερὸ κειμήλιο «πρὸς δόξαν ἀκήρατον, ἀνερχομένη Ἁγνή, χειρί σου δεδώρησαι τῷ ἀποστόλῳ Θωμὰ τὴν πάνσεπτον Ζώνην σου» ψάλλουμε στὸ ἀπολυτίκιο τῆς ἑορτῆς τῆς Καταθέσεως τῆς Τιμίας Ζώνης.  
 
  
Ὁ Ἀπόστολος Θωμὰς στὴ συνέχεια πληροφόρησε καὶ τοὺς ὑπόλοιπους Ἀποστόλους γιὰ τὰ θαυμαστὰ αὐτὰ γεγονότα καὶ τοὺς ἔδειξε τὴν Ἁγία Ζώνη τῆς Παναγίας. 
Ἐκεῖνοι δοξολόγησαν τὸν Θεὸ καὶ τοῦ ζήτησαν νὰ τοὺς εὐλογήσει, καθὼς ἦταν ὁ μόνος ποὺ ἀξιώθηκε νὰ δεῖ τὴν ἔνδοξη Μετάσταση τῆς Θεοτόκου.
Τὴ διαφύλαξη τῆς Ἁγίας Ζώνης ἀνέλαβαν δύο φτωχὲς καὶ εὐσεβεῖς γυναῖκες στὰ Ἱεροσόλυμα, οἱ ὁποῖες φρόντιζαν τὴ Θεοτόκο. Παρέλαβαν μὲ εὐλάβεια τὸ ἱερὸ κειμήλιο καὶ ἀπὸ τότε τὸ ἔργο τῆς διαφύλαξής του συνέχιζε ἀπὸ γενιὰ σὲ γενιὰ μία εὐλαβὴς παρθένος καταγόμενη ἀπὸ τὴν οἰκογένεια αὐτή.
Ἡ ἀνακομιδὴ τῆς Τιμίας Ζώνης καὶ ἡ μεταφορά της στὴν Κωνσταντινούπολη ἔγινε ἀπὸ τὸν αὐτοκράτορα Ἀρκάδιο (395-408). Ἡ ὑποδοχὴ τοῦ ἱεροῦ λειψάνου στὴ Βασιλεύουσα ἦταν λαμπρότατη. Ὁ αὐτοκράτορας κατέθεσε τὴν Τιμία Ζώνη τῆς Θεοτόκου σὲ λειψανοθήκη ποὺ ὀνόμασε «ἁγίαν σορόν» . Ἡ κατάθεση ἔγινε στὶς 31 Αὐγούστου, τελευταία μέρα τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ ἔτους. Στὴν πόλη τοῦ Ἁγίου Κωνσταντίνου, τῆς ὁποίας Ὑπέρμαχος Στρατηγὸς καὶ Προστάτις ἦταν ἡ Θεοτόκος, θὰ φυλασσόταν πλέον ἡ Ἁγία Ζώνη τῆς Θεομήτορος.


Ἡ κόρη τοῦ Ἀρκάδιου, ἡ αὐτοκράτειρα Πουλχερία, ἀνήγειρε λαμπρὸ ναὸ πρὸς τιμὴ τῆς Παναγίας, τὸν περίφημο ναὸ τῆς Θεοτόκου τῶν Χαλκοπρατείων. (Χαλκοπράτεια ὀνομαζόταν ἡ συνοικία ὅπου κτίστηκε ὁ ναός  τὸ ὄνομά της ἡ συνοικία τὸ ἔλαβε ἀπὸ τὸ γεγονὸς ὅτι ἐκεῖ πρὶν κατασκευάζονταν καὶ πωλοῦνταν χάλκινα ἀντικείμενα). 
Στὸ ναὸ αὐτὸ ἡ αὐτοκράτειρα κατέθεσε τὴν Ἁγία Ζώνη τῆς Παναγίας. Ἡ ἴδια μάλιστα ἡ Πουλχερία κέντησε μὲ χρυσὴ κλωστὴ τὴν Τιμία Ζώνη διακοσμώντας τὴν. Ἡ χρυσὴ αὐτὴ κλωστὴ εἶναι εὐδιάκριτη καὶ σήμερα στὸ τμῆμα ποὺ φυλάσσεται στὴν Ἱερὰ Μονὴ Βατοπαιδίου.

Ὁ αὐτοκράτορας Ἰουστίνος Β καὶ ἡ σύζυγός του Σοφία ἀνακαίνισαν τὸν ἱερὸ ναὸ τῶν Χαλκοπρατείων καὶ ἀνήγειραν ἐκεῖ καὶ τὸ παρεκκλήσιο τῆς Ἁγίας Σοροῦ  ἐκεῖ, μέσα σὲ λειψανοθήκη καὶ πάνω στὴν Ἁγία Τράπεζα, φυλασσόταν ἡ Τιμία Ζώνη τῆς Θεοτόκου.

Πλῆθος πιστῶν συνέρρεαν γιὰ νὰ τὴν προσκυνήσουν μὲ εὐλάβεια ζητώντας ἀπὸ τὴν Παναγία νὰ μεσιτεύσει μὲ τὶς πρεσβεῖες της στὸν Κύριο. Πλῆθος θαυμάτων ἐπιτέλεσε ἡ Τιμία Ζώνη. Ἄνθρωποι δυστυχισμένοι καὶ πονεμένοι βρῆκαν λύτρωση μὲ τὴ θαυματουργὴ δύναμη τοῦ ἁγίου λειψάνου.
Γιὰ τὸ λόγο αὐτὸ ὑμνήθηκε ἀπὸ φημισμένους ἀνθρώπους τῆς ἐποχής  μὲ τὴ χάρη τῆς Παναγίας καθαγιάζει τοὺς πιστοὺς ποὺ προσέρχονται εὐλαβικὰ γιὰ νὰ τὸ προσκυνήσουν  τοὺς ἀνυψώνει ἀπὸ τὴ φθορά, τοὺς ἀπαλλάσσει ἀπὸ ἀσθένειες καὶ θλίψεις.

Στὴ συνέχεια ἡ Ἁγία Ζώνη τεμαχίστηκε καὶ τεμάχιά της μεταφέρθηκαν σὲ διάφορους ναοὺς τῆς Κωνσταντινούπολης. Μετὰ τὴν ἅλωση τῆς Πόλης ἀπὸ τοὺς Σταυροφόρους τὸ 1204, κάποια τεμάχια ἁρπάχτηκαν ἀπὸ τοὺς βάρβαρους καὶ ἀπολίτιστους κατακτητὲς καὶ μεταφέρθηκαν στὴ Δύση. 

Ἕνα μέρος ὅμως διασώθηκε καὶ παρέμεινε στὴν Κωνσταντινούπολη καὶ μετὰ τὴν ἀπελευθέρωση τῆς Πόλης ἀπὸ τὸν Μιχαὴλ Ἡ Παλαιολόγο. Φυλασσόταν στὸν ἱερὸ ναὸ τῆς Θεοτόκου τῶν Βλαχερνῶν. Ἡ τελευταία ἀναφορὰ γιὰ τὸ ἅγιο λείψανο εἶναι ἑνὸς ἀνώνυμου Ρώσου προσκυνητῆ στὴν Κωνσταντινούπολη μεταξύ του 1424 καὶ 1453.

Μετὰ τὴν ἅλωση τῆς Κωνσταντινούπολης ἀπὸ τοὺς Τούρκους τὸ 1453, εἶναι ἄγνωστο τί ἀπέγινε τὸ ὑπόλοιπο μέρος τῆς Ἁγίας Ζώνης στὴ συνέχεια. Ἔτσι τὸ μοναδικὸ σωζόμενο τμῆμα εἶναι αὐτὸ ποὺ φυλάσσεται στὴν Ἱερὰ Μονὴ Βατοπαιδίου μὲ ἐξαιρετικὰ περιπετειώδη τρόπο ἔφτασε ἐκεῖ.

 
undefined
Ὁ Ἅγιος Κωνσταντῖνος εἶχε κατασκευάσει ἕναν χρυσὸ σταυρὸ γιὰ νὰ τὸν προστατεύει στὶς ἐκστρατεῖες. Στὴ μέση του σταυροῦ εἶχε τοποθετηθεῖ τεμάχιο Τιμίου Ξύλου ὁ σταυρὸς ἔφερε ἐπίσης θῆκες μὲ ἅγια λείψανα Μαρτύρων, καὶ ἕνα τεμάχιο τῆς Τιμίας Ζώνης. Ὅλοι οἱ βυζαντινοὶ αὐτοκράτορες ἔπαιρναν αὐτὸν τὸν σταυρὸ στὶς ἐκστρατεῖες. Τὸ ἴδιο ἔπραξε καὶ ὁ αὐτοκράτορας Ἰσαάκιος Β Ἄγγελος (1185-1195) σὲ μία ἐκστρατεία ἐναντίον τοῦ ἡγεμόνα τῶν Βουλγάρων Ἀσᾶν. Νικήθηκε ὅμως καὶ μέσα στὸν πανικὸ ἕνας ἱερέας τὸν πέταξε στὸ ποτάμι γιὰ νὰ μὴν τὸν βεβηλώσουν οἱ ἐχθροί. Μετὰ ἀπὸ μερικὲς μέρες ὅμως οἱ Βούλγαροι τὸν βρήκαν ἔτσι πέρασε στὰ χέρια τοῦ Ἀσᾶν.

Οἱ Βούλγαροι ἡγεμόνες μιμούμενοι τοὺς Βυζαντινοὺς αὐτοκράτορες ἔπαιρναν μαζί τους στὶς ἐκστρατεῖες τὸ σταυρό. Σὲ μία μάχη ὅμως ἐναντίον τῶν Σέρβων ὁ βουλγαρικὸς στρατὸς νικήθηκε ἀπὸ τὸν Σέρβο ἡγεμόνα Λάζαρο (1371-1389). Ὁ Λάζαρος ἀργότερα δώρισε τὸ σταυρὸ τοῦ Ἁγίου Κωνσταντίνου στὴν Ἱερὰ Μονὴ Βατοπαιδίου μαζὶ μὲ τὸ τεμάχιο τῆς Τιμίας Ζώνης.

Οἱ Ἅγιοι Πατέρες τῆς Ἱερᾶς Μονῆς διασῴζουν καὶ μία παράδοση σύμφωνα μὲ τὴν ὁποία ἡ Τιμία Ζώνη τῆς Θεοτόκου ἀφιερώθηκε στὴν Ἱερὰ Μονὴ Βατοπαιδίου ἀπὸ τὸν αὐτοκράτορα Ἰωάννη ΣΤ Καντακουζηνὸ (1341-1354), ὁ ὁποῖος στὴ συνέχεια παραιτήθηκε ἀπὸ τὸ ἀξίωμα, ἐκάρη μοναχὸς μὲ τὸ ὄνομα Ἰωάσαφ καὶ μόνασε στὴν Ἱερὰ Μονὴ Βατοπαιδίου. 

 Τὰ θαύματα ποὺ πραγματοποίησε καὶ πραγματοποιεῖ ἡ Τιμία Ζώνη εἶναι πολλά. Βοηθᾷ εἰδικὰ τὶς στεῖρες γυναῖκες νὰ ἀποκτήσουν παιδί. Ἂν ζητήσουν μὲ εὐλάβεια τὴ βοήθειά της Παναγίας, τοὺς δίδεται τεμάχιο κορδέλας ποὺ ἔχει εὐλογηθεῖ στὴν λειψανοθήκη τῆς Ἁγίας Ζώνης  ἂν ἔχουν πίστη, καθίστανται ἔγκυες.
http://www.agiazoni.gr/article.php?id=26322138942156739831&PHPSESSID=636923736f5c5a816ee8088fb0af2401

Θαύματα της Αγίας Ζώνης (18)


undefined
Η Αγία Ζώνη της Υπεραγίας Θεοτόκου
 
49. Είχε όγκο σοβαρής μορφής
 
11-4-2002
Πρωτοπαπαδάκη 9, Περιστέρι – Αθήνα
«Πριν 6 μήνες είχα ζητήσει την αγάπη σας και τις προσευχές σας για την ξαδέλφη μου Χριστίνα. Είχε όγκο σοβαρής μορφής και οι γιατροί δεν της έδιναν ελπίδες. Όμως με τις πρεσβείες της Παναγίας μας, με την Αγία Ζώνη που φόρεσε και τις προσευχές σας, ο όγκος προς έκπληξη των γιατρών έχει μειωθεί στο ελάχιστο».
Παναγιώτης Φραγγελάκης
 
50. Θεραπεύθηκε θαυματουργικώς
10-4-2002
Γουδί – Αθήνα
«… ο συνάδελφος επιμελητής ιατρός Λ. Κ. του οποίου το παιδί, όπως θα θυμάσθε, θεραπεύθηκε θαυματουργικώς πέρυσι από την Παναγία διά της επιθέσεως ρούχου του επί της Τιμίας Ζώνης στην Μονή σας, σας στέλνει τους χαιρετισμούς του…».
Με αγάπη εν Χριστώ
Χρήστος Νικολάου Ιατρός
 
51. Ελπίζαμε ότι θα μάς βοηθήσει
27-3-2002
Ζολά 8, Λεμεσός – Κύπρος
«Εδώ και πέντε χρόνια προσπαθούσαμε να τεκνοποιήσουμε και είχαμε πολλά προβλήματα και δυσκολίες.
Έχοντας πάντα πίστη στην Υπεραγία Θεοτόκο κάναμε υπομονή και προσευχή και ελπίζαμε ότι θα μας βοηθήσει. Τον περασμένο μήνα μία πιστή μας έδωσε την κορδέλα, που είναι ευλογημένη στην Αγία Ζώνη. Την φόρεσα και με μετάνοια, προσευχή και συμμετοχή στην Θεία Ευχαριστία παρακαλέσαμε την Θεοτόκο να μας βοηθήσει. Την ημέρα του Ευαγγελισμού μαθαίνουμε ότι έμεινα έγκυος. Αυτό το παιδί είναι αφιερωμένο στην Υπεραγία Θεοτόκο».
Με πίστη και ευλάβεια
Νικολέτα Γαβρίλη
 
52. Έμεινε έγκυος από θαύμα της Παναγίας
2-7-2002, Λεμεσός
«Σε μια επιστολή σας μου αποστείλατε κορδέλα ευλογημένη στην Αγία Ζώνη της Υπεραγίας Θεοτόκου. Αυτή την έδωσα σε μια καλή προσωπική μου φίλη η οποία έμεινε έγκυος από θαύμα της Παναγίας.
Αν μπορείτε να μου αποστείλετε ξανά κορδέλα για να την χρησιμοποιήσω και εγώ με προσευχή, εξομολόγηση και νηστεία, για να με βοηθήσει και μένα η Παναγία να τεκνοποιήσω».
Σάς ευχαριστώ
Παναγιώτα Λουκά
 
53. Έχω κάνει πέντε αποβολές!
2-7-2002
Ίμβρου 16, Νεάπολη – Θεσ/νίκη
«Είμαι τριανταπέντε χρονών. Έχω ένα γιό 16 χρονών. Μετά την γέννηση του γιού μου έκανα προσπάθειες να κάνω άλλο ένα παιδί. Δεν τα κατάφερα. Έχω κάνει πέντε αποβολές. Πίστευα όμως ότι η Παναγία θα μου χάριζε ακόμα ένα γερό παιδί. Δεν σταμάτησα να προσεύχομαι παρακαλώντας να πραγματοποιηθεί η επιθυμία μου αυτή.
Πριν από ένα χρόνο μία θεία μου, μου έφερε από την Μονή Βατοπαιδίου μία κορδέλα ευλογημένη στην Αγία Ζώνη της Υπεραγίας Θεοτόκου. Μου είπε όταν θα μείνω έγκυος αν την φορέσω. Αυτό και έκαμα.
Τον Σεπτέμβριο έμεινα έγκυος. Φόρεσα την κορδέλα, προσευχόμουν, πίστεψα στην δύναμη και την Χάρη της, πήρα κουράγιο για να μπορέσω να αντέξω, να κάνω υπομονή. Έτσι στις 22 Μαΐου έφερα στον κόσμο ένα γερό μωρό. Μέσα από την καρδιά μου ευχαριστώ την Θεοτόκο για το δώρο που μου χάρισε».
Ευχαριστώ για όλα
Δήμητρα Παντελή
 
54. Έκανα πολλές παρακλήσεις και προσευχές
10-9-2002
Μελίτη Φλωρίνης
«Είμαι παντρεμένη 4 χρόνια και δεν μπορούσα να τεκνοποιήσω. Τον τρίτο χρόνο του γάμου μου κάποιος συγγενής μου επισκέφθηκε το Άγιον Όρος και μου έφερε κορδέλα της Τιμίας Ζώνης της Παναγίας. Τρία χρόνια παρακαλούσα θερμά την Παναγία να μου χαρίσει ένα παιδί. Έκανα πολλές παρακλήσεις και πολλές προσευχές, αλλά το ποθητό αποτέλεσμα δεν ερχόταν. Νήστευα και κοινωνούσα τακτικά, αλλά τίποτα.
Φόρεσα την ζώνη. Σε διάστημα τριών μηνών έμεινα έγκυος και γέννησα ένα υγιέστατο κοριτσάκι, το οποίο ονόμασα Χριστίνα. Τώρα δοξάζω και ευγνωμονώ την Παναγία, την μητέρα όλων μας».
Ασπαζομένη την δεξιάν σας
Μαρία Γκέκα
 
55. Η Χάρις της Παναγίας μας την βοήθησε θαυματουργικά
17-9-2002, Βόλος
«Προ ενός και πλέον έτους, το καλοκαίρι του 2001, όταν ήλθα και έμεινα στην Μονή Βατοπαιδίου, είχα πάρει τίμιες ζώνες (κορδέλες). Η ανηψιά μου (Μαρία Καποδίστρια), αν και είχε πέντε έτη εγγάμου βίου, δεν μπορούσε να αποκτήσει παιδί. Όταν της έδωσα την κορδέλα από την Τιμία Ζώνη, αμέσως έμεινε έγκυος και φέτος τον Αύγουστο γέννησε αγοράκι.
Η Χάρις της Παναγίας μας την βοήθησε θαυματουργικά».
Μετά βαθυτάτου σεβασμού
Νικόλαος Σακαλάκης
   
vatopaidi.wordpress.com

ΘΑΥΜΑ ΑΓΙΑΣ ΖΩΝΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ:ΠΟΥΘΕΝΑ ΟΓΚΟΣ,ΕΙΧΕ ΕΞΑΦΑΝΙΣΤΕΙ!(Μαρτυρία)

«Σας αναφέρω το θαύμα που έγινε με την κορδέλα της Αγίας Ζώνης, που στείλατε ευλογία, για να ευχαριστήσουμε ολόψυχα την Παναγία μας για την πλούσια Χάρη της.

Η Φανή Φουστέρη νέα γυναίκα ήρθε κοντά μου και έκλαιγε απαρηγόρητη. Πήγε σε πολλούς γιατρούς, έκανε πολλές εξετάσεις και ακτινογραφίες, που μου τις έδειξε. Όλοι οι γιατροί της είπαν με μία λέξη: Καρκίνος˙ επειγόντως πρέπει να μπεις σε νοσοκομείο για εγχείρηση και αν προλάβουμε, γιατί είναι σε πολύ προχωρημένη κατάσταση. 

Την λυπήθηκα, γιατί είναι στην ηλικία μου. Χρεωμένη. Λεφτά δεν έχουν, γιατί πριν 3 μήνες πάντρεψαν την κόρη της. Αμέσως σκέφτηκα να της δώσω λίγη κορδελίτσα για ευλογία και φυλακτό. Της εξήγησα ότι είναι ευλογημένη στην Αγία Ζώνη της Παναγίας. Με δάκρυα στα μάτια την τοποθέτησε με δύναμη στο στήθος της, στο σημείο του καρκίνου και μου είπε: «Πιστεύω, Αννα, ότι μόνο η Παναγία μας μπορεί να με κάνει καλά».

Ήταν Σάββατο μεσημέρι. Την Δευτέρα έμπαινε για χειρουργείο. Όλα ήσαν έτοιμα. Την Δευτέρα ο γιατρός πήγε να πιάσει τον όγκο, γιατί ήταν εμφανής, πουθενά όγκος. Είχε εξαφανιστεί. Δεν την κράτησε στο νοσοκομείο ούτε μια ώρα. Το θαύμα έγινε. Ο γιατρός απόρησε. Τώρα η Φανή είναι μια χαρά».

Με σεβασμό

Αννα Βασ. Αναγνώστου

http://agioritikovima.blogspot.com/2010/05/blog-post_2069.html 

ΠΗΓΗ
Αναδημοσίευση: http://www.paterikiorthodoxia.com/2013/08/blog-post_3246.html

Τί είναι η προσευχή για εμάς τους χριστιανούς;



Η προσευχή συνειδητά ή υποσυνείδητα, έμμεσα ή άμεσα, πλήρως ή ατελώς, έχει την κεντρικώτερη θέση στα θρησκευτικά βιώματα του ανθρώπου και απολετεί «την λυδίαν λίθον» της γνησιότητος και πληρότητος αυτών.
Στον εξωχριστιανικό, αλλά και στο χριστιανικό θρησκευτικό κόσμο, πολλοί αντιμετωπίζουν την προσευχή ως αναζήτηση, ως ανάγκη, ως πρόβλημα, ως ασκητική επιδίωξη, ως μαγική πράξη, ως ηθική μεταρσίωση, ως γνήσιο προσωπικό διάλογο με τον Θεό ή το θείο, ως λατρευτική πληθωρικότητα ή ως εκστατική μυστικότητα.

Η προσευχή, όχι μόνον ως πανανθρώπινος ιστορικός θρίαμβος κατά του δεϊσμού και του υλιστικού θετικισμού, αλλά και ως απαύγασμα του πνευματικού είναι του ανθρώπου, ιδιαίτερα για το χριστιανό, αποτελεί την ευγενεστέρα έκφραση των επιδόσεών του και είναι συνάμα το σωσίβιο των αμαρτανόντων, το πύρινο άρμα των αγίων, το Προδρομικό δώμα της Πεντηκοστής, η δόξα των Αγγέλων, η μυστική προσπέλαση των αρρήτων μυστηρίων της Θείας Οικονομίας, ο μυστικός θάλαμος όπου συναντάται ο πεσμένος άνθρωπος με τον Λυτρωτή του.
από το βιβλίο: "Μάθε να προσεύχεσαι" 
πρόλογος του αρχιμ. Αντωνίου Ρωμαίου
εκδ. "Έλαφος" 1973
Archbishop Antony Bloom
 

H τελειότητα της "Κυριακής Προσευχής"


του Γ. Μπαμπινιώτη

Είναι ένα κείμενο που θα μπορούσε, με επικοινωνιακά - γλωσσικά κριτήρια, να χαρακτηρισθεί ως «ιδανικό»
 

Πάτερ ημών
 ο εν τοις ουρανοίς,
αγιασθήτω το όνομα Σου.
Ελθέτω η βασιλεία Σου.
Γενηθήτω το θέλημα Σου, ως εν ουρανώ και επί της γης.
Τον άρτον ημών τον επιούσιον δος ημίν σήμερον.
Και άφες ημίν τα οφειλήματα ημών,
ως και ημείς αφίεμεν τοις οφειλέταις ημών.
Και μη εισενέγκης ημάς εις πειρασμόν,
αλλά ρύσαι ημάς από του πονηρού.
Αμήν.
 
Η ανάγκη επικοινωνίας τού ανθρώπου με τον Θεό (όποιον θεό πιστεύει), η ανάγκη τής προσευχής, είναι από πολύ παλιά γνωστή στον άνθρωπο και εμφανίζεται στις γλώσσες των περισσοτέρων λαών. Στην Ελληνική η λέξη προσεύχομαι (απευθύνω ευχή, αίτημα ή παράκληση προς τους θεούς) πρωτοαπαντά στον Αισχύλο, ενώ ως τεχνικός όρος η λέξη προσευχή μαρτυρείται πολύ αργότερα στην Αγία Γραφή, στο κείμενο τής Παλαιάς Διαθήκης και ­ με ιδιαίτερο βάρος και βάθος ­ στο κείμενο τής Καινής Διαθήκης. Δεν έχω, δυστυχώς, τον επιστημονικό θεολογικό οπλισμό, για να ερμηνεύσω το βαθύτερο περιεχόμενο, το δογματικό νόημα και τη σημασία που έχει στην ορθόδοξη, ιδίως, παράδοση η έννοια τής προσευχής. Αυτό που ακροθιγώς επιχειρώ να δείξω εδώ, στο θεωρητικό πλαίσιο μιας κειμενογλωσσικής ανάλυσης που ανάγεται στον Roman Jakobson, είναι η γλωσσική δομή τής κυριακής προσευχής, όπως μας παραδίδεται από το Ευαγγέλιο (Ματθ. 6, 9-13 και Λουκ. 11, 2-4), την οποία θεωρώ ως ιδανικό κείμενο. Κατά το κείμενο τού Ευαγγελίου, την παραδίδει ο ίδιος ο Κύριος στους ανθρώπους (εξ ου και «κυριακή» προσευχή), λέγοντας «ούτως ουν προσεύχεσθε υμείς» και συνοδεύοντάς την μ' ένα πολύ διδακτικό ηθικό αλλά και γλωσσικό σχόλιο: «Προσευχόμενοι δε μη βαττολογήσητε, ώσπερ οι εθνικοί. δοκούσι γαρ ότι εν τη πολυλογία αυτών εισακουσθήσονται. μη ουν ομοιωθήτε αυτοίς. οίδε γαρ ο πατήρ υμών ων χρείαν έχετε προ τού υμάς αιτήσαι αυτόν» (Ματθ. 6, 7-9).
Εξ ορισμού ως προσευχή, ως κείμενο ευχών και αιτημάτων / παρακλήσεων, το κείμενο τής κυριακής προσευχής (γνωστό και ως «Πάτερ ημών») λειτουργεί μ' έναν κεντρικό μηχανισμό τής γλώσσας, την τροπικότητα. Είναι ο μηχανισμός τής γλώσσας που, άλλοτε γραμματικοποιημένος (με τη μορφή των εγκλίσεων τής Προστακτικής, τής Υποτακτικής και τής Ευκτικής, όπως συμβαίνει στην αρχαία ελληνική γλώσσα) και άλλοτε λεξικοποιημένος (με «δείκτες τροπικότητας», όπως τα ας, να και θα στη Νέα Ελληνική), χρησιμοποιείται από τον ομιλητή τής Ελληνικής για επικοινωνιακές ανάγκες όπως η έκφραση επιθυμίας, ευχής, παράκλησης, προτροπής, προσταγής, απαγόρευσης, απειλής κ.τ.ό.
Το κείμενο τής κυριακής προσευχής είναι υπόδειγμα λιτότητας, περιεκτικότητας και ευθυβολίας. Περιλαμβάνει: α) μια επίκληση προς τον Θεό, εκφρασμένη με την πτώση τής επίκλησης, την κλητική, με την οποία και αρχίζει: Πάτερ ημών... β) τρεις ευχές / επιθυμίες, εκφρασμένες με τριτοπρόσωπους μονολεκτικούς τύπους τής κατεξοχήν τροπικής έγκλισης, τής Προστακτικής: αγιασθήτω - ελθέτω - γενηθήτω... και γ) τρία αιτήματα / παρακλήσεις, εκφρασμένα με τους κατεξοχήν τύπους Προστακτικής, τους τύπους τού β' προσώπου: δος - άφες - μη εισενέγκης, αλλά ρύσαι...
Κάθε ευχή και κάθε αίτημα εξειδικεύεται (η εξειδίκευση αποτελεί έναν άλλο κεντρικό μηχανισμό τής γλώσσας) με τα πιο άμεσα και απαραίτητα στοιχεία. Οι τρεις ευχές μ' ένα ομοιόμορφο ονοματικό υποκείμενο: αγιασθήτω ­ το όνομά σου, ελθέτω ­ η βασιλεία σου, γενηθήτω ­ το θέλημά σου. Τα τρία αιτήματα με δύο συμπληρώματα (προσώπου και πράγματος) στο κάθε ρήμα τους: δος ­ ημίν τον άρτον, άφες ­ ημίν τα οφειλήματα ημών, μη εισενέγκης ­ ημάς εις πειρασμόν και ρύσαι ­ ημάς από τού πονηρού (εις πειρασμόν και από τού πονηρού είναι εμπρόθετα συμπληρώματα / αντικείμενα).
Περαιτέρω, λιτή πάντοτε, εξειδίκευση γίνεται με ελάχιστες αναφορές τόπου, χρόνου και τρόπου: πάτερ ημών ­ ο εν τοις ουρανοίς (εξειδίκευση τόπου), γενηθήτω το θέλημά σου ­ ως εν ουρανώ και επί τής γης (εξειδίκευση τόπου), δος ημίν σήμερον τον άρτον ημών τον επιούσιον (εξειδίκευση χρόνου), άφες ημίν τα οφειλήματα ημών ­ ως και ημείς αφίεμεν τοις οφειλέταις ημών (εξειδίκευση τρόπου).
Το περιεχόμενο τού κειμένου κλιμακώνεται νοηματικά: προηγούνται οι ευχές και ακολουθούν τα αιτήματα. Ξεκινάει με ό,τι αναφέρεται στον ίδιο τον Θεό, για να περάσει μετά στα αιτήματα. Κι εδώ κλιμάκωση, από τα υλικά στα πνευματικά αιτήματα: τα προς το ζην ­ άφεση αμαρτιών ­ προστασία από τον πειρασμό. Γλωσσικά σε όλο το κείμενο κυριαρχεί και προβάλλεται το ρήμα: αγιασθήτω ­ ελθέτω ­ γενηθήτω, δος ­ άφες ­ μη εισενέγκης ­ ρύσαι. Κυριαρχούν και προτάσσονται οι ευχές και τα αιτήματα. Η εξειδίκευσή τους επιτάσσεται, τα υποκείμενα δηλαδή και τα αντικείμενά τους (με εξαίρεση το αντικείμενο τού δος).
Συμπέρασμα. Το κείμενο τής κυριακής προσευχής είναι ένα κείμενο που θα μπορούσε, με επικοινωνιακά - γλωσσικά κριτήρια, να χαρακτηρισθεί ως «ιδανικό». Είναι λιτό, γιατί περιορίζεται σε βασικές πληροφοριακές δομές (επίκληση ­ ευχές ­ αιτήματα), σε εξίσου βασικές εξειδικευτικές πληροφορίες (ονοματικά υποκείμενα στις ευχές ­ διπλά ονοματικά συμπληρώματα στα αιτήματα) και σε ελάχιστες εξειδικεύσεις χρόνου, τόπου και τρόπου. Με μια εντυπωσιακή οικονομία γλωσσικών μέσων ­ στο κείμενο χρησιμοποιείται μόνο Προστακτική, με εξαίρεση τη μοναδική διαπιστωτική ρηματική δήλωση, την Οριστική αφίεμεν ­ επιτυγχάνεται μια ουσιαστική, καίρια και γνήσια μορφή επικοινωνίας, χωρίς ρητορείες, επιτηδεύσεις και περιττό λεκτικό φόρτο. Η συμμετρία και η έντονα αισθητή επανάληψη των ίδιων συντακτικών και μορφολογικών δομών (το γνωστό φαινόμενο τού «παραλληλισμού»), που φάνηκε ελπίζω έστω και αμυδρά στη σύντομη ανάλυσή μας, εξασφαλίζει στο κείμενο τής κυριακής προσευχής αίσθηση ρυθμού και μέτρου (που δεν θίξαμε εδώ), γεγονός που οδηγεί στην εύκολη πρόσληψη και μνημονική ανάκληση τού κειμένου. Πρόκειται για ένα θαυμαστό, τέλειο στην απλότητα και τη βαθύτητά του κείμενο, που δείχνει ανάγλυφα την εκφραστική δύναμη, στην οποία μπορεί να φθάσει η γλώσσα τού ανθρώπου, απόρροια τής ιδιότητας που μοιράζεται «κατά χάριν» ο άνθρωπος με τον Θεό, απόρροια τού πνεύματος.
 
πηγή: εφημερίδα "το Βήμα" - γνώμες
Αναδημοσίευση από: Φιλολογικές Διαδρομές
 
Αναδημοσίευση: e-Θρησκευτικά 

Φυσικά και ονειρεύομαι.....ξανά!!!!!!!

                 

Οι λέξεις, οι ήχοι, η σιωπή.
Τα σώματα, η φθορά, η απώλεια.
Ο χρόνος. Η μνήμη.
Πίσω απ'όλα, κάτω απ'όλα η ζωή.
Αυτά είναι τα υλικά μας...

Συντελεστές
Σκηνοθεσία -- Σκηνογραφία -- Επιμέλεια Μουσικής -- Ερμηνεία:

Δημήτρης Αθανασίου,
Μαρία Καμένου,
Έφη Καμπάνταη,
Τζωρτζίνα Κώνστα,
Πέλλα Μακροδημήτρη,
Μάρα Μοτάκη,
Ρένα Τσουρή

Σκηνοθετική Επιμέλεια: Πέμη Ζούνη,

Κίνηση: Φρόσω Κορρού

Στον ήχο και στα φώτα Βασίλης Μαρτσέκης

Μοντάζ: Κωσταντίνος Τσίρος

Από Κυριακή 1 έως και Σάββατο 7 Σεπτεμβρίου 2013 Ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης

«Φυσικά και ονειρεύομαι»

Όταν επτά νέοι ηθοποιοί συνομιλούν με την Ποίηση της Κικής Δημουλά

«Ξεχασμένος» ο ρόλος των πρώτων χριστιανών γυναικών

Αναδημοσίευη από : e-Θρησκευτικά 

Έρευνα καθηγήτριας από το Πανεπιστήμιο του Μάντσεστερ.





Γυναίκες σημαντικές, αλλά ξεχασμένες, που έπαιξαν σπουδαίο ρόλο στη διάδοση του Χριστιανισμού τους δύο πρώτους αιώνες από τη γέννηση της νέας θρησκείας, προσπαθεί να «ξαναθυμίσει» η μελέτη της καθηγήτριας Κέιτ Κούπερ από το Πανεπιστήμιο του Μάντσεστερ, που είδε πρόσφατα το φως της δημοσιότητας.
Σύμφωνα με την αναφορά που κάνει στη συγκεκριμένη έρευνα η ιστοσελίδα του αγγλικού εκπαιδευτικού ιδρύματος, δεκάδες, λησμονημένες σήμερα, γυναίκες που ασπάστηκαν τον Χριστιανισμό, άσκησαν μεγάλη επιρροή τον 1ο και 2ο αιώνα μΧ, σε μια περίοδο που η νέα τότε θρησκεία «ήταν -σε κάποια σημεία τουλάχιστον- πιο προοδευτική προς το γυναικείο φύλο από ό,τι είναι σήμερα».
Η καθηγήτρια υποστηρίζει ότι αυτές οι γυναίκες έπαιξαν κεντρικό ρόλο στη διάδοση της χριστιανικής πίστης, τόσο μέσα από τις διαπροσωπικές σχέσεις που ανέπτυξαν ως μέλη της κοινότητάς τους όσο και μέσω των οικογενειακών και επαγγελματικών δραστηριοτήτων τους. Μια από αυτές ήταν η Αγία Λυδία η Φιλιππησία, η πρώτη Ευρωπαία χριστιανή που κατηχήθηκε και βαπτίστηκε στις όχθες του ποταμού Ζυγάκτη στους Φιλίππους της Μακεδονίας από τον Απόστολο Παύλο, όπως αναφέρεται στις Πράξεις των Αποστόλων.
Στην ίδια κατηγορία ανήκει και η Αγία Περπέτουα, που έζησε στην Καρχηδόνα περί τα τέλη του 2ου αιώνα μΧ, η στάση της οποίας δημιούργησε αίσθηση όταν αρνήθηκε να αποκηρύξει τη θρησκεία της, να αντιταχθεί στις επιθυμίες του πατέρα της και τελικά να επιλέξει τον θάνατο. Σύμφωνα με την Κέιτ Κούπερ, το ημερολόγιο που έγραψε η Περπέτουα τις μέρες που έμεινε στη φυλακή περιμένοντας την εκτέλεσή της, είναι ένα ριζοσπαστικό κείμενο, που στα μάτια του σημερινού κόσμου φαντάζει υπερβολικό και αταίριαστο με τις επίσημες χριστιανικές απόψεις ως προς το πώς πρέπει να είναι μια χριστιανή γυναίκα.
Για την καθηγήτρια, μια από τις πιο σημαντικές γυναίκες των πρώιμων χρόνων του Χριστιανισμού ήταν η Αγία Θέκλα από το Ικόνιο, μαθήτρια του Αποστόλου Παύλου. Αναφερόμενη δε στις «Πράξεις Παύλου και Θέκλης», ένα ανώνυμο κείμενο του 2ου αιώνα, δείχνει πώς η Θέκλα, επαναστατώντας ενάντια στη θέληση της οικογένειάς της, αρνήθηκε τον γάμο, κάτι αδιανόητο για την εποχή εκείνη. «Αν και δεν υπάρχουν συγκεκριμένες ενδείξεις ότι η Θέκλα υπήρξε πραγματικά, το πρόσωπό της άσκησε τεράστια επιρροή στα πρώτα εκατό χρόνια του Χριστιανισμού, σε σημείο που η ιστορία της να αποτελέσει τη ρίζα για τα περί αγνότητας και παρθενίας που επικαλείται η Καθολική Θεολογία» αναφέρει η καθηγήτρια.
Και συμπληρώνει στην ιστοσελίδα του πανεπιστημίου: «Κάθε σημαντικός χριστιανός συγγραφέας του 4ου αιώνα είχε μια αδελφή και αυτές οι νεαρές γυναίκες ενθαρρύνονταν να ακολουθήσουν το παράδειγμα της Θέκλας. Αντί λοιπόν να την επικρίνουν για την ανυπακοή που έδειξε προς τη μητέρα της, οι πρώτοι Χριστιανοί εξυμνούσαν το κουράγιο της. Ο Χριστιανισμός ήταν αρκετά επαναστατικός στον τρόπο που αντιμετώπιζε τις γυναίκες, κυρίως όταν αναλογιστεί κανείς πόσο σεξιστικός ήταν ο αρχαίος κόσμος. Γι' αυτό είναι θλιβερό που η Θέκλα και οι σύγχρονές της δεν μνημονεύονται και δεν τιμώνται, σήμερα, σωστά. Θα πρέπει δε να αποτελούν έμπνευση, όπως για παράδειγμα στους ανθρώπους που αγωνίζονται υπέρ της χειροτόνησης γυναικών ιερέων» δηλώνει χαρακτηριστικά.
Σύμφωνα με την ίδια, αυτούς τους δύο αιώνες οι γυναίκες δίδασκαν κανονικά το Ευαγγέλιο και σε κάποιες κοινότητες πραγματοποιούσαν και βαπτίσεις. Όπως μάλιστα αναφέρεται στην ιστοσελίδα του Πανεπιστημίου του Μάντσεστερ, o εκχριστιανισμός του Μεγάλου Κωνσταντίνου περί το 313 μΧ ήταν η απαρχή της θεσμοθέτησης της νέας θρησκείας: άνδρες επίσκοποι ήταν τώρα κυβερνητικοί αξιωματούχοι, οι δε γυναίκες καταδικάστηκαν να μείνουν στα μετόπισθεν και όχι στην πρώτη γραμμή των εκκλησιαστικών γεγονότων.
«Είναι λυπηρό, η θρησκεία που ξεκίνησε με μια μητέρα και το υπέροχο παιδί της να δείχνει ακόμα τόση δυσκολία στο να τιμήσει τη συμβολή των γυναικών της» καταλήγει η Κέιτ Κούπερ.
Πηγή: AΠE-MΠΕ
Αναδημοσίευση από: http://portal.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_kathciv_1_22/08/2013_515055
  

Οι «κρυφοί» συμβολισμοί πίσω από τα άμφια των Επισκόπων


Συμβολισμοί, βιβλικές παραπομπές και στιγμές από την ζωή του Ιησού «κρύβονται» στα άμφια των ιερέων. Σε μια θρησκεία που βρίθει συμβολισμών και παραβολικών μηνυμάτων τα άμφια των λειτουργών δεν θα μπορούσαν να αποτελούν εξαίρεση.
Συνήθως το μάτι μας «πέφτει» στα εντυπωσιακά, τα οποία σε αντίθεση με τις λαμπρές μέρες του Βυζαντίου με τους χρυσούς Σταυρούς και τα πολύτιμα πετράδια … απλά γυαλίζουν.
Τι συμβολίζουν όμως οι στολές των κληρικών;

Η ΜΙΤΡΑ
Μοιάζει με στέμμα βασιλικό. Συνήθως κοσμείται από εικόνες των Αποστόλων ή δεσποτικών εορτών. Λέγεται πως η τελική του μορφή επηρεάστηκε την εποχή της βυζαντινής αυτοκρατορίας.
Συμβολίζει το αγκάθινο στεφάνι του Ιησού.

ΤΟ ΩΜΟΦΟΡΙΟ
Οι Επίσκοποι φορούν δύο, το μικρό και το μεγάλο. Τα εναλλάσσουν ανάλογα με την στιγμή της Θ. Λειτουργίας. Το φορούν γύρω από τους ώμους τους και η παράδοση επιβάλλει να είναι πάντα λευκά.
Τα ωμοφόρια συμβολίζουν το χαμένο πρόβατο που έσωσε ο Χριστός.

Ο ΣΑΚΟΣ
Πρόκειται για άλλη μια «προίκα» από την εποχή του Βυζαντίου. Σχεδόν πανομοιότυπο ένδυμα με αυτό που φορούσε ο αυτοκράτορας, πέρασε στους Επισκόπους που μέχρι τότε φορούσαν φελώνιο.
Στις άκρες του κρέμονται δώδεκα μεταλλικά κουδούνια που συμβολίζουν το διδακτικό έργο των Επισκόπων. Το όνομα «σάκος» είναι εξελληνισμός της εβραϊκής λέξης «σακ» που σημαίνει το ένδυμα της μετάνοιας. Ο Σάκος όπως και τα ωμοφόρια είναι άμφια που φορούν μόνο οι Επίσκοποι.

ΤΟ ΕΠΙΓΟΝΑΤΙΟ
Ο τίτλος του έχει να κάνει με το γεγονός πως πρέπει να φοριέται ακριβώς πάνω από το δεξί γόνατο. Κοινό σε Ιερείς και Αρχιερείς. Στους Ιερείς αυτός ο ρόμβος σημαίνει πως έχει το οφίκιο του πνευματικού, ότι δηλαδή μπορεί να εξομολογεί.
Συμβολίζει τη νίκη της ζωής έναντι του θανάτου μέσω της Αναστάσεως.

ΤΟ ΣΤΙΧΑΡΙΟ
Κοινό ένδυμα για διακόνους, ιερείς και αρχιερείς. Είναι πάντα λευκό.
Συμβολίζει την αγνότητα και το φως.

ΑΡΧΙΕΡΑΤΙΚΗ ΡΑΒΔΟΣ
Το σύμβολο της διοικητικής και πνευματικής εξουσίας του Επισκόπου. Καταλήγει σε έναν Σταυρό γύρω από τον οποίο πλέκονται δυο φίδια.  Αντίστοιχες ράβδους μπορούν να φέρουν και οι Ηγούμενοι εντός των μονών τους.


ΕΓΚΟΛΠΙΟ
Στρογγυλό –συνήθως- εικόνισμα που κρέμεται από τον λαιμό του αρχιερέα. Ένα ακόμη σύμβολο του αξιώματος που κατά την παράδοση είναι η απεικόνιση της αγνής καρδιάς.
 
ΕΠΙΜΑΝΙΚΑ
Ένα ακόμη κοινό ένδυμα που φορούν σε όλες τις βαθμίδες της ιεροσύνης.
Συμβολίζουν τις χειροπέδες που είχαν φορέσει στον Ιησού οι σταυρωτές Του αλλά και την δύναμη του Θεού όπως διαχέεται μέσα από τα χέρια των κληρικών.
 
ΕΠΙΤΡΑΧΗΛΙΟ
Κοινό επίσης σε ιερείς και αρχιερείς. Εξαιτίας του Σάκου φαίνεται ελάχιστα στις αρχιερατικές στολές. Συμβολίζει την χάρη του Αγίου Πνεύματος όπως διαχέεται από τον ουρανό προς την γη.
Στο πετραχήλι, όπως το λέμε όλοι, ακόμη και τα κρόσσια έχουν το δικό τους συμβολισμό.
Σύμφωνα με την παράδοση της Εκκλησίας αυτά, συμβολίζουν τις ψυχές των ανθρώπων του ποιμνίου τους, για τις οποίες είναι υπεύθυνοι και θα λογοδοτήσουν κατά την ήμερα της κρίσεως.
Αυτές είναι μόνο οι βασικές εξηγήσεις πίσω από την σημειολογία των αμφίων.
Αναδημοσίευση από: www.dogma.gr 
 

Anthony Bloom: Η απώλεια ενός οικείου προσώπου.



Η πρώτη και η πλέον συνεχής επαφή μας με το θάνατο πραγματοποιείται μέσα από το αίσθημα της απώλειας. Μαθαίνοντας να κατανοούμε το θάνατο των άλλων και να τον βιώνουμε μέσα στους άλλους και στον εαυτό μας, μπορούμε να μάθουμε να τον αντικρίζουμε, και τελικά να αντιμετωπίζουμε το δικό μας θάνατο, κατ' αρχάς ως δυνατότητα -και όντως ως μια βεβαιότητα, μια βεβαιότητα όμως που τόσο συχνά και τόσο εμφανώς έχει απομακρυνθεί από μας, ώστε να μην τη χαρακτηρίζουμε πλέον βεβαιότητα- και κατόπιν ως την ίδια την πραγματικότητα που μας πλησιάζει.

Ένα από τα άμεσα προβλήματα που πρέπει να αντιμετωπίσει το πρόσωπο εκείνο που πενθεί, είναι η εμπειρία της μοναξιάς, το γεγονός ότι το μόνο πρόσωπο που κατά καιρούς τον ενδιέφερε, το πρόσωπο εκείνο που γέμιζε όλο το χώρο και το χρόνο και όλη την καρδιά του τον άφησε. Κι αν ακόμη το πρόσωπο που μας άφησε δεν μας είχε δώσει όλη του την καρδιά, αφήνει ωστόσο πίσω του ένα τεράστιο κενό. Όσο το πρόσωπο είναι άρρωστο προσφέρουμε πολύ περισσότερο χρόνο στη σκέψη. Οι δραστηριότητές μας συγκεντρώνονται και κατευθύνονται προς αυτό. Όταν το πρόσωπο πεθάνει, πολύ συχνά αυτοί που μένουν πίσω αισθάνονται ότι η δραστηριότητά τους είναι πλέον άσκοπη, δεν έχουν τουλάχιστον κάποιον άμεσο σκοπό, κέντρο και κατεύθυνση. Μια ζωή, όσο οδυνηρή και αγωνιώδης κι αν ήταν, έτρεχε σαν το ποτάμι. Τώρα όμως καταντάει ένας βάλτος.
Μοναξιά επίσης σημαίνει ότι δεν υπάρχει ούτε ένα πρόσωπο με το οποίο να μπορεί κάποιος να μιλήσει ή να το ακούσει, ή να το προσέξει, που να ανταποκρίνεται και να αντιδρά, και στο οποίο αυτός να αντιδρά και να ανταποκρίνεται. Το πρόσωπο που μας αφήνει είναι πολύ συχνά το πρόσωπο εκείνο που, στα δικά μας μάτια, μας έδινε την έσχατη αξία: το πρόσωπο εκείνο για το οποίο αξίζαμε, το πρόσωπο εκείνο που διεκδικούσε την ύπαρξη και τη σημασία μας.
Περισσότερο από μια φορά έχω αναφέρει, με την ευκαιρία κάποιου γάμου, τη φράση του Λέων Μπλόυ: «Το να πεις σε κάποιον "σ' αγαπώ" ισοδυναμεί με το να του λες "δεν θα πεθάνεις ποτέ"». Αυτό ισχύει και σ' αυτό το πλαίσιο. Το πρόσωπο που μας αφήνει δεν βρίσκεται πλέον εδώ για να διακηρύσσει την έσχατη αξία μας, την έσχατη σημασία μας. Αυτό το πρόσωπο δεν βρίσκεται πλέον εδώ για να μπορεί να πει «σε αγαπώ», και γι' αυτό χάνεται η αιώνια επιβεβαίωση και αναγνώρισή μας. Αυτό είναι κάτι που πρέπει να το αντιμετωπίσουμε. Δεν είναι κάτι που πρέπει να το παραμερίσουμε, να το ξεχάσουμε ή να το παρακάμψουμε. Δημιουργείται ένα κενό και αυτό το κενό δεν πρέπει ποτέ να γεμίσει με τεχνητά πράγματα, που δεν αξίζουν μπροστά σ' αυτά που αντικαθιστούν.
Πρέπει να είμαστε έτοιμοι να αναγνωρίσουμε ότι ο πόνος είναι μία από τις εκφράσεις της αγάπης. Αν ισχυριζόμαστε ότι αγαπούμε αληθινά το πρόσωπο που μόλις αναχώρησε από αυτήν τη ζωή, πρέπει να είμαστε και έτοιμοι να το αγαπούμε μέσα από τον πόνο, με τον ίδιο τρόπο που κάποτε το αγαπήσαμε μέσα από τη χαρά - τη χαρά της επιβεβαίωσης, τη χαρά της κοινής ζωής. Aυτό απαιτεί θάρρος, και νομίζω ότι πρέπει πολλά να εξηγηθούν από την άποψη αυτή σήμερα, όταν τόσοι άνθρωποι, για να ξεφύγουν από τον πόνο, στρέφονται στα ηρεμιστικά, στο αλκοόλ ή σε οποιαδήποτε διασκέδαση, για να ξεχάσουν. Πιθανώς να επισκιάζεται ό,τι συμβαίνει σε μιαν ανθρώπινη ψυχή, συνεχίζει όμως να προχωρά, και αν δεν λυθεί, αφήνει το πρόσωπο φτωχότερο.
Ένα άλλο πράγμα που πρέπει το πρόσωπο που πενθεί να μάθει να μην κάνει ποτέ είναι να μιλά για τη σχέση αγάπης που υπήρχε σε αόριστο χρόνο. Ποτέ δεν πρέπει κάποιος να πει: «Αγαπούσαμε ο ένας τον άλλο». Πρέπει πάντοτε να λέει: «Αγαπούμε ο ένας τον άλλο».
Αν επιτρέψουμε στην αγάπη μας να μεταβληθεί σε αντικείμενο του παρελθόντος, πρέπει να ομολογήσουμε ότι δεν πιστεύουμε στη συνέχιση της ζωής του προσώπου που πέθανε. Αν το κάνουμε, πρέπει να ομολογήσουμε ότι είμαστε άπιστοι και άθεοι, με τη χειρότερη έννοια, και ότι αντιμετωπίζουμε τη ζωή από διαφορετική γωνία. Αν δεν υπάρχει Θεός, αν δεν υπάρχει αιώνια ζωή, τότε ο θάνατος πού επήλθε δεν έχει καμιά μεταφυσική σημασία. Αποτελεί ένα γεγονός της φυσικής ιστορίας. Είναι μια νίκη των νόμων της φυσικής και της χημείας, και ο άνθρωπος συνεχίζει να υπάρχει όχι ως πρόσωπο αλλά ως μέρος της φύσης. Σε κάθε περίπτωση, πρέπει να αντιμετωπίσουμε κατάματα είτε την πίστη μας, είτε την έλλειψη πίστης και να ενεργήσουμε ανάλογα.
Πολύ συχνά, αυτοί που μένουν πίσω αισθάνονται ότι το πρόσωπο που έφυγε δεv είναι μόνο μια δική τους απώλεια, αλλά μια απώλεια που στερεί όλους γύρω από κάτι το πολύτιμο - από μια λογική, μια καρδιά και μια θέληση, από κάποιον που ενεργούσε όμορφα και σωστά. Και αυτός που έχασε το πρόσωπο μένει επίσης με την απώλεια. Σ' αυτό το σημείο πρέπει να θυμηθούμε -πράγμα ουσιαστικό- ότι όποιος ζει θέτει ένα παράδειγμα: ένα παράδειγμα για το πώς ζει κανείς καλά ή ένα παράδειγμα για το πώς ζει κανείς άσχημα. Πρέπει να μαθαίνουμε από όλους, ζώντες ή κεκοιμημένους, αυτό που είναι λάθος για να το αποφεύγουμε και αυτό που είναι σωστό για να το μιμούμαστε. Όποιος έχει γνωρίσει κάποιον που τώρα έχει πεθάνει, θα πρέπει να στοχαστεί βαθιά το σημάδι που η ζωή αυτού του ανθρώπου άφησε στη ζωή του. Πρέπει να στοχαστεί το είδος του σπόρου που σπάρθηκε στη ζωή αυτού του ανθρώπου και τον καρπό που αυτός έφερε.
Υπάρχει μια φράση στο Ευαγγέλιο που λέει πως «εάv μη ο κόκκος του σίτου πεσών εις την γην αποθάνη, αυτός μόνος μένει.Εάν δε αποθάνη πολύν καρπόν φέρει». Αυτό ακριβώς μπορεί να συμβεί, αν στοχαζόμαστε με όλη μας την καρδιά, με το πνεύμα και με τη μνήμη, με όλη την ευαισθησία μας και την αίσθηση δικαιοσύνης, τη ζωή εκείνων που έχουν αναχωρήσει από αυτήν τη ζωή. Αν είχαμε το κουράγιο να χρησιμοποιήσουμε αυτό το ξίφος -που είναι ο λόγος του Θεoύ για να χωρίσουμε το φως από το σκοτάδι, να χρησιμοποιήσουμε όλη μας τη διάκριση για να ξεχωρίσουμε την ήρα από το σιτάρι, τότε, έχοντας συγκεντρώσει όσο σιτάρι θα είχαμε τη δυνατότητα να ξεχωρίσουμε, θα μπορούσε ο καθένας μας, ο καθένας που είχε γνωρίσει τον κεκοιμημένο, να φέρει πολύ καρπό στη ζωή του. Μπορούμε να ζήσουμε σύμφωνα μ' ένα παράδειγμα που προσφέρεται και λαμβάνεται, να χωνέψουμε όσα αξίζουν να χωνευθούν από τη ζωή αυτού του προσώπου.
Στη Νεκρώσιμη Ακολουθία κρατούμε αναμμένα κεριά. Πιστεύω ότι αυτό υποδηλώνει δύο πράγματα. Το πρώτο, που είναι πολύ εμφανές, είναι ότι αναγγέλλουμε την ανάσταση. Στεκόμαστε κρατώντας αναμμένα κεριά με τον ίδιο τρόπο που στεκόμαστε στην εκκλησία το βράδυ της Ανάστασης. Στεκόμαστε επίσης δίνοντας τη μαρτυρία μας μπροστά στον Θεό ότι το πρόσωπο αυτό έφερε τουλάχιστον μια σπίθα φωτός στο λυκόφως του κόσμον, ότι αυτό το πρόσωπο δεν έζησε μάταια. Θα φυλάξουμε, θα προστατεύσουμε και θα μοιραστούμε αυτό το φως, έτσι ώστε να φωτίζει όλο και περισσότερους ανθρώπους, και αν είναι δυνατό να γίνει εκατονταπλάσιο.
Αν ξεκινήσουμε να ζήσουμε μ' αυτό τον τρόπο, να γίνουμε η συνέχεια της επίγειας ζωής του κεκοιμημένου, αν ξεκινήσουμε να γίνουμε η συνέχεια όλων όσα ήταν ευγενικά, καλά, αληθινά και άγια σ' αυτό το πρόσωπο, τότε αυτό το πρόσωπο πράγματι δεν έχει ζήσει μάταια και θα αισθανθούμε κι εμείς ότι πράγματι δέν ζούμε μάταια. Δεν θα υπάρξει μέσα μας χώρος για ελπίδες ενός άμεσου θανάτου, επειδή πρέπει νά επιτελέσουμε κάποια λειτουργία.
Μένουμε πίσω για να κάνουμε δυνατά όλα όσα είδαμε, όλα όσα ακούσαμε, όλα όσα νιώσαμε, να τα πολλαπλασιάσουμε και να τα σκορπίσουμε και να γίνουμε μια νέα αλυσίδα φωτός πάνω στη γη. Αν μπορέσουμε όμως να ομολογήσουμε πως το πρόσωπο που αναχώρησε από αυτήν τη ζωή ήταν για μας ένας θησαυρός, τότε «όπου γαρ εστιν ο θησαυρός υμών, εκεί έσται και η καρδία υμών». Πρέπει, μαζί μ' αυτόν που εισήλθε στην αιωνιότητα, να ζήσουμε κι εμείς όσο το δυνατόν τελειότερα και βαθύτερα, στην αιωνιότητα.Επειδή είναι ο μόνος τόπος όπου μπορούμε να είμαστε μαζί με τον κεκοιμημένο. Αυτό σημαίνει ότι, καθώς όλο και περισσότερα αγαπημένα πρόσωπα αφήνουν αυτό το επίγειο προσκύνημα και εισέρχονται στη σταθερότητα και στη γαλήνη της αιώνιας ζωής, θα πρέπει να αισθανόμαστε όλο και περισσότερο ότι ανήκουμε όλο και τελειότερα και πληρέστερα σ' εκείνο τον κόσμο, και ότι σταδιακά οι αξίες του γίνονται δικές μας.
Αν μάλιστα ένα από τα πολυαγαπημένα μας πρόσωπα, αν ένας από τους πολυτιμότερους θησαυρούς μας λέγεται Ιησούς Χριστός, τότε μπορούμε αληθινά, όσο είμαστε ακόμη πάνω στη γη, να λαχταρούμε, όπως ο απόστολος Παύλος, με όλη μας την ψυχή και όλο μας το μυαλό, με όλο μας το σώμα και όλη μας την καρδιά, την ημέρα που θα ενωθούμε αδιαίρετα μαζί Του.
Η αντιμετώπιση του δικού μας θανάτου είναι κάτι που το κάνουμε με τρόπους πολύ διαφορετικούς, σύμφωνα με την ηλικία μας και τις περιστάσεις. Αντιλαμβανόμαστε το θάνατο με διαφορετικό τρόπο σε διαφορετικές καταστάσεις και ηλικίες. Σκεφτείτε τα παιδιά που ακούν τη λέξη «θάνατος». Ίσως να διαθέτουν μια πολύ ασαφή ιδέα γι' αυτόν ή ίσως να έχουν ήδη χάσει κάποιο γονιό και να στενοχωριούνται στη μοναξιά τους. Τον αντιλαμβάνονται ως απώλεια, αλλά όχι ώς θάνατο καθαυτό.
Ένα παιδί μπορεί να πληροφορηθεί για το θάνατο με κάποιον τερατώδη τρόπο, που θα τον καταστήσει έτσι αποκρουστικό στα μάτια του, ή αντίθετα με κάποιον λογικό και υγιή τρόπο, όπως μας δείχνει η ακόλουθη ιστορία. Μια πολυαγαπημένη γιαγιά πέθανε μετά από μακρά και οδυνηρή ασθένεια. Με κάλεσαν στο σπίτι της και, όταν έφθασα, ανακάλυψα ότι τα παιδιά είχαν απομακρυνθεί. Ρώτησα γιατί και οι γονείς μου είπαν: «Δεν έπρεπε να αφήσουμε τα παιδιά να μείνουν στο σπίτι όπου υπήρχε ένας πεθαμένος».
«Γιατί;»
«Επειδή ξέρουν τι είναι θάνατος».
«Και τι είναι θάνατος;» ρώτησα.
«Είδαν κάποια μέρα ένα κουνελάκι κατακομματιασμένο από μία γάτα στον κήπο, και έτσι γνωρίζουν τι είναι θάνατος».
Σκέφτηκα πως αν αυτή είναι η εικόνα του θανάτου που είχαν αυτά τα παιδιά, τότε θα ήταν υποχρεωμένα όλη τους τη ζωή να ζουν με μια αίσθηση τρόμου, οποτεδήποτε άκουγαν αυτήν τη λέξη, οπουδήποτε παρακολουθούσαν ένα μνημόσυνο, οπουδήποτε έβλεπαν ένα φέρετρο - ανείπωτος τρόμος κρυμμένος μέσα σ' αυτό το ξύλινο κουτί.
Μετά από μακρά συζήτηση, κατά τη διάρκεια της οποίας οι γονείς μου είπαν ότι τα παιδιά θα κατέρρεαν ψυχολογικά αν τους επιτρεπόταν να δουν τη γιαγιά τους και πως η διανοητική τους κατάσταση θα ήταν δική μου ευθύνη, έφερα πίσω τα παιδιά.
Η πρώτη τους ερώτηση ήταν: «Τι είχε πράγματι συμβεί στη γιαγιά;» Τους είπα: «Την ακούσατε πολλές φορές να λέει ότι λαχταρούσε να συναντήσει τον άνδρα της στη Βασιλεία του Θεού, όπου αυτός είχε προηγηθεί. Τώρα πήγε και αυτή».
«Έτσι, είναι ευτυχισμένη» είπε ένα από τα παιδιά.
«Ναι» είπα.
Κατόπιν πήγαμε στο δωμάτιο όπου βρισκόταν η γιαγιά.Η ησυχία ήταν όμορφη.Η ηλικιωμένη γυναίκα, που το πρόσωπό της είχε ρητιδωθεί τα τελευταία χρόνια από τον πόνο, κειτόταν απόλυτα ακίνητη και ήρεμη.
Ένα από τα παιδιά είπε: «Αυτός λοιπόν είναι ο θάνατος».
Και το άλλο συμπλήρωσε: «Τι ωραία».
Εδώ έχουμε δύο μορφές της ίδιας εμπειρίας. Πρόκειται να επιτρέψουμε στα παιδιά να δουν το θάνατο σύμφωνα με το κατακομματιασμένο από κάποια γάτα κουνελάκι, ή θα τα αφήσουμε να δουν την ηρεμία και την ομορφιά του θανάτου;
Στην Ορθόδοξη Εκκλησία φέρνουμε τον νεκρό στο ναό όσο γρηγορότερα μπορούμε. Προσευχόμαστε μπροστά στο ανοιχτό φέρετρο.
Το πλησιάζουν ενήλικες και παιδιά Ο θάνατος δεν είναι κάτι που πρέπει να το κρύψουμε: είναι κάτι απλό και μέρος της ζωής. Και τα παιδιά μπορούν να παρατηρούν τον κεκοιμημένο και να βλέπουν τη γαλήνη στο πρόσωπό του.
Ασπαζόμαστε τον κεκοιμημένο. Αυτή δε τη στιγμή δεν θα πρέπει να ξεχάσουμε να προειδοποιήσουμε τα παιδιά όταν θα ασπασθούν το μέτωπο του νεκρού που ήταν πάντοτε ζεστό, ότι τώρα θα το βρουν κρύο, και να τους πούμε, «αυτό είναι το σημάδι του θανάτου». Η ζωή είναι ζεστή. Ο θάνατος είναι ψυχρός. Τότε το παιδί δεν θα τρομοκρατηθεί, επειδή διαθέτει την εμπειρία από ζεστά και κρύα πράγματα, που το καθένα έχει το χαρακτήρα και το νόημά του.
 
Το είδα στο ιστολόγιο της Ξανθής!